Selected tags

Further tags

Έκφραση χαράς απο στρατιώτη που κοντεύει να απολυθεί. Συναντάται μαζί με το τρελελέ.

Απολελέ και τρελελέ ψάρακες!

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση χαράς απο στρατιώτη που τρελένεται καθώς κοντεύει να απολυθεί. Συναντάται μαζί με το απολελέ.

Απολελέ και τρελελέ ποντίκια!

Got a better definition? Add it!

Published

Συντομογραφία και ανασύνταξη του την κάνω, δηλαδή φεύγω, αποχωρώ.

Την-κά-νω -> Τη-γκα-νά

- Πότε θα τελειώσετε με τα ποτά; Πήγε 6 η ώρα άντε, εγώ τηγκανά παιδιά να ξέρετε.

βλ. και τιγκανά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διάλεκτος που ομιλείται αυστηρά και μόνο από cool άτομα. Περιλαμβάνει εξελληνισμένες ξένες λέξεις, ε(κ)ξενισμένες ελληνικές κι άλλα τέτοια γλωσσικά μπασταρδέματα.

Ωσεκτουτού, ο όρος coolέζικα μπορεί εύλογα να θεωρηθεί recursive.

- Με άρχισε σε κάτι «τσιλ» και «σταφ» και «τσεκερά» και κάτι τέτοιες coolέζικες αηδίες και τον έστειλα από 'κει που 'ρθε, τον σάχλα!

Σχετικά: αού, κουλ, κουλαριστά, κούλαρε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χαρακτηριστικός τύπος που μιλάει για σκηνικά ενώ δεν ήταν ποτέ μπροστά, απλά τα έχει ακούσει. Συνήθως υπερηφανεύεται για τις κατακτήσεις του, για τις αντοχές του στο ποτό και για τους σαματάδες σε γήπεδα, τις πορείες που είδε αλλά δεν πήρε μέρος.

Μπορεί να συμμετέχει σε καταστάσεις που δεν υπάρχει περίπτωση να του βγουν σε κακό, π.χ. πεσίματα 10 σε 1.

Ακούει λαϊκή μουσική και βγαίνει κυρίως σε μπουζούκια, αλλά δεν έχει πρόβλημα να βρεθεί σε τρεντομάγαζα όπου συνήθως το παίζει ζάντα ακόμα κι αν έχει πιει μια μπύρα φωνάζοντας «Πω πάλι κομμάτια έγινα».

Συνώνυμο του στραβοστόμης.

- Τι σου έλεγε ο Γιώργος;
- Έλα μωρέ... Ότι έδειρε 10 άτομα μόνος του, ότι πήδηξε τρεις γκόμενες σε παρτούζα και τέτοιες παπαριές. Δεν τον ξέρεις τον βλαχόμαγκα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φουσκωτός επιδειξίας, αυτός που στο γυμναστήριο φοράει εφαρμοστά αμάνικα, προσφέρεται να δείξει (μόνο σε καλές γκόμενες) πώς γίνεται σωστά η άσκηση και περιφέρεται σφιγμένος από τους διαδρόμους και τα ποδήλατα μέχρι τα πεκ-ντεκ, έχοντας άποψη για κάθε τύπο άσκησης.

Συναντάται επίσης και σε πολυσύχναστες παραλίες το καλοκαίρι, παίζοντας κυρίως ρακέτες και έχοντας αδειάσει όλο το coppertone στο σώμα του. Το λήμμα προέρχεται από την αγγλική λέξη body (σώμα).

- Χθες ο Φλοίσβος ήταν γεμάτους μποντέους που παίζαν ρακέτες. Αν έκανε ντου η υπηρεσία αντιντόπινγκ εκεί θα γέμιζε 10 κλούβες!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρηματική έκφραση που εμφανίζεται πάντα στον αόριστο και θυμίζει κροάτη τερματοφύλακα. Χρησιμοποιείται κυρίως ως λέξη μπαλαντέρ σε στιγμές αδυναμίας προσδιορισμού της κατάλληλης λέξης. Έχει συνήθως αρνητική σημασία.

  1. Πωωω, μαλάκα, πλετήκωσα... Έφαγα κοντά ένα ταψί...

  2. - Άσε μαλάκα σκατά τά 'κανα, βγήκα με την άλλη και πλετήκωσα...
    - Τι πλετήκωσες ρε χαλβά; Έτσι σου 'πα γω να κάνεις;

Croatian goalkeeper Stipe Pletikosa (από allivegp, 26/06/09)

βλ. και έγκωσα, ερέντηρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο τύπος που μιλάει στη γκόμενα που γουστάρεις και ασφαλώς δεν πας να της μιλήσεις γιατί είσαι χέστης.

  2. Αναξιόπιστος άνθρωπος, ανίκανος και μια μπάλα να φουσκώσει. Πολύ συχνά είναι κάγκουρας.

Ω ρε πούστη, πότε της χώθηκε αυτός ο ούγκανος; Άλλα 12 ποτά θα έπινα και θα πήγαινα ρε πούστη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία της έκφρασης oh my god. Χρησιμοποιείται ευρύτατα στις συνομιλίες μέσω internet.

Σε chat room:
-Φίλε, χτες διαγράψανε τον κωδικό του nikk33 kai του sex_boy007!!!!!!
-Omg!!!!!!!! Λες να διαγράψουν κι άλλους;

(από jesus, 18/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified