Τραγουδώ παράτονα, παράφωνα, φάλτσα, εκτός κλίμακας.

- Όταν τα απαίσια καλώδια χρησιμεύουν για παιχνίδι της φαντασίας...Τότε βάζεις το ολόγιομο φεγγάρι να τραγουδήσει τη νότα Λα στο πεντάγραμμο του ουρανού. Κι ας στονάρει λιγάκι από τη συννεφιά. Κι ας στονάρει λιγάκι από τα κλαδιά που το εμποδίζουν. Η νύχτα τραγουδάει μια μπαλάντα...Μια γλυκιά παραφωνία σε λα μείζονα... (εδώ)

Στονάρισμα φεγγαριού σε λα μείζονα

- Όχι ότι στονάρει η Ελισάβετ, απλώς από τη στιγμή που άρχισε να τραγουδάει απόψε, κάηκαν 15 πίξελ στο videowall (εκεί)

- ο φίλος αοιδός που τραγουδάει παρακάτω δίνει τα ρέστα του και πάει πάσο στη μιζέρια.... Δεν στονάρει, απλά στανιάρει... (παραπέρα)

♪♫ What would you think if I sang out of tune
Would you stand up and walk out on me?
Lend me your ears and I'll sing you a song
And I'll try not to sing out of key
Oh I get by with a little help from my friends...
♪♫ (Δε Μπητλζ)

Ινσέψιο: σε υπέροχη πλην ψιλοστοναριστή εκτέλεση του Joe Cocker

- Έτερο ινσέψιο: ο Mick Jagger των Stones εκτός από μονίμως stoned στονάρει συστηματικά.

Συχνά το στονάρω διαφοροποιείται από το φαλτσάρω στο μέτρο που το πρώτο αποτελεί στιγμιαίο ενώ το δεύτερο διαρκές "τονικό έγκλημα":

- φαλτσο και στοναρισμα ειναι παρομοιες εννοιες. το φαλτσο ειναι οταν εισαι εκτος τονου και το στοναρισμα ειναι οταν εισαι στιγμιαια εκτος τονου περιπου δηλ παιζεις με την τονικοτητα φευγεις η επανερχεσαι σε μια νοτα. (παραδίπλα)

- Στονάρισμα είναι όταν κάποιος δεν πατάει καλά στις νότες γιατί τεχνικά δεν έχει στήριγμα και βρίσκεται κοντά στην πραγματική νότα άλλα όχι ακριβώς πάνω της. Η τονική αστάθεια είναι χαρακτηριστικό της απειρίας. Φάλτσο είναι όταν κάποιος δεν ακούει κάν καλά τις νότες για να τις αναπαράγει και βρίσκεται αλλού γι'αλλού.(αυτού)

Εκ του Ιταλικού stonàre, φαλτσάρω, τραγουδώ παράτονα. Πέον να σημειωθεί ότι stonato επίσης σημαίνει ξεκούρδιστο μουσικό όργανο και άτομο χωρίς μουσικό αυτί (tone-deaf).

Ετυμολογικά, εκ του αρνητικού προθέματος s- και του tono (τόνος). Βλ πιχί fortuna, τύχη / sfortuna, ατυχία, caricare, φορτώνω / scaricare, ξεφορτώνω. Το s- αποτελεί απλοποίηση του Λατ. αρνητικού προθέματος dis- (πιχί onesto, ειλικρινής / disonesto, ανειλικρινής). Περισσότερα εδώ.

Σλανγλασίστ: Πάτσης στο ψευδοδουπού with a little help from my friend Χότζουλας who lent me an ear για ορισμό και ετυμολογία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βαρύμαγκας.
Προέρχεται από την υπερρεαλιστική και αρκούδως σλανγκική Ζαγωραία εκδοχή "Έντε λα μαγκέτε Bοτανίκ" (1975) του ρεμπέτικου "Ο μάγκας του Βοτανικού" (1933, 1η εκτέλεση Κασιμάτης)
Σπύρος Ζαγοραίος, Έντε λα μαγκέτε Bοτανίκ

♪♫ Έντε λα μαγκέ ντε Βοτανίκ,
άλα πι και φικ εξηγιέται
αλελεπτίκ.

Σταρ ντε μπουζουκέν
ντε καμπαρέν,
άλα ντε δικό μας ο καρέν.

Άντε α λα φουμέντο
και μαστουριόρε
με τε γκομενέτε ο ντεκέ
και οι αγγέλω πατημέντο,
φλόκο ντ' αργιλέ.

Έστε μάγκας, έστε μπελαλίκ,
λα ντε Βοτανικό ο πιό νταήκ
κι έντρεμεν
ντρε κάργα ντε μαγκέ
γιατί φτιαξάρε
στο μινούτο ντε δουλειέν. ♪♫

Ο ρέϊντζερ ντελαμαγκέν δεξιός τιμά τον Βελουχιώτηεδώ

  1. Καλούμε τον ντελαμαγκέν πρόεδρο του Ινστιτούτου Κωνσταντίνος Καραμανλής που αποτελεί τον άνδρα –φαντασίωση του Τάκη Ζαχαράτου να εξοφλήσει το χρέος προς το ΙΚΑ ακόμη και πληρώνοντας από την τσέπη του την οφειλή, όπως θα έκανε ο άντρας ο κιμπάρης, του Ζαχαράτου ο πυρετός … Άλλωστε δεν μπορεί να σπιλώνει και την ένδοξη ιστορία του ιδρυτή της παράταξης ... (εδώ)

  2. - Κυριάκος σε Ραχήλ: πήγαινε κανε πρώτα καμια φωτογράφιση και μετά έλα να μας πεις Μπουχαχαχα η Ραχήλ η μοντέλα
    - Πολύ κωλόπαιδο ο Κυριάκος btw αυτοί στη ΝΔ πολύ ντελαμαγκέν έχουν γίνει τώρα που είναι αντιπολίτευση (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατσαμπούνα είναι μια κυπριακή λέξη που σημαίνει κάτι σαν καραμούζα ή σφυρίχτρα ή κόρνα. Γενικά χρησιμοποιείται για οποιοδήποτε θορυβοποιό «πνευστό» ή άλλο αντικείμενο, τ. βουβουζέλα, που ξεσηκώνει τον κόσμο για σκοπούς οργιαστικούς, διονυσιακούς ή απλώς καγκουροειδείς. Επίσης μεταφορικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για άλλους ενοχλητικούς οξείς θορύβους, λ.χ. για το κλάμα ενός μωρού ή για θορύβους παραγόμενους από ποικίλα μπλιμπλίκια. Κατσαμπούνα ονομάζεται επίσης και η μαντούρα που είναι ένα απλούστατο παιδικό παιχνίδι με λίγες τρύπες.

Εδώ βρίσκουμε την άποψη ότι η κατσαμπούνα προέρχεται από την τσαμπούνα, αν και το αρχικό κα- είναι δυσεξήγητο. Η τσαμπούνα είναι «νεοελληνικό λαϊκό πνευστό, με δύο αυλούς και ασκό» που παίζεται στα νησιά του Αιγαίου και «στα μάτια του αμύητου δεν ξεχωρίζει από την γκάιντα». Η γενική ονομασία που περιλαμβάνει τόσο την τσαμπούνα όσο και την γκάιντα είναι άσκαυλος. Περαιτέρω η ονομασία τσαμπούνα «προέρχεται από το ιταλικό zampogna (τσαμπόνια)», που είναι ένας παρόμοιος άσκαυλος. Η ιταλική λέξη zampogna θεωρείται εδώ ότι ετυμολογείται από τη λατινική λέξη symphonia, δηλαδή εντέλει από την ελληνική συμφωνία, άρα πρόκειται για αντιδάνειο. «Το νόημα του όρου είναι προφανώς ότι δύο ή περισσότεροι αυλοί (στα ιταλικά όργανα είναι συνήθως τέσσερις) ηχούν ταυτόχρονα» και όχι μόνοι τους. Πνευστά με παρόμοιες ονομασίες βρίσκουμε στη Γεωργία (chiboni) και στη Ρουμανία (cimpoї).

Βλέπουμε, λοιπόν, μια μετατόπιση σημασίας από ένα πνευστό μουσικό όργανο σε ένα ευτελές θορυβοποιό αντικείμενο, που είναι όμως συνηθισμένη, αφού και η λέξη κόρνα ακόμη προέρχεται από το κόρνο, δηλαδή το πνευστό μουσικό όργανο κέρας. Η ευτέλεια της κατσαμπούνας φαίνεται και στην κυπριακή παροιμία: Έχουν τον πορτίν τζι’ αλώνιν κατσαμπούνα τζαι βελόνι. Δηλαδή έχουν για το πρόσωπο τόση εκτίμηση, όση αξία έχουν τα ευτελή αντικείμενα κατσαμπούνα και βελόνι (δες εδώ).

Πάσα (Δ.Π.): Ο Άλλος.

1. Τζίνον το σίοου με τον Μίλτον Μακρίδην, η “Ταυτότητα”, όπου ο παίχτης προσπαθεί να μαντέψει τί δουλειάν κάμνουν μια συναπαρτσιά ανθρώποι μόνο που την φάτσαν ή την εμφάνισην τους εν η απτή απόδειξη ότι ο Ελληνισμός δεν έσιει μέλλον, πως η μετριότητα επικράτησεν θριαμβευτικά εις βάρος του ταλέντου τζιαι του χαρακτήρα, τζιαι πραγματικά θρηνώ για την κατάντιαν της Μητέρας Ελλάδας (ναί ρε! είπα το τζιαι δεν αντρέπουμαι!)
Αρχικά το σίοου εξεκίνησεν με επαγγέλματα πολλά ενδιαφέροντα τζιαι το παρακολουθούσα ανελλειπώς γιατί έκαμνεν τον παίχτην τζιαι τον τηλεθεατήν να κονίσει τον νουν του τζιαι να ξεχωρίσει τον επαγγελματίαν μποτιμπιλντερά που τον φρουρόν ασφαλείας/μπάουνσερ. Ο επαγγελματίας μποντιμπιλτεράς εν τζίνος που εν αποτριχωμένος που την κκελλέν ως τα δακτύλια των ποδκιών του φυσικά. Έπρεπεν να προσέχεις την εμφάνισην τζιαι την φυσικήν κατάστασην του άλλου για να καταλάβεις αν εν αθλητής ή καλλιτέχνης. Τέλος πάντων έθελεν φαιάν ουσίαν έστω τζιαι στον ελάχιστον βαθμόν. Μετά αρκέψαν οι μαλακίες.
Ακούστε επαγγέλματα τζιαι ιδιότητες που δηλώνουν οι εξ Ελλάδος αδελφοί μας ως ταλέντα που να δικαιολογούν την παρουσίαν τους στην τηλεόραση.
-Παίζει μουσική με φύλλο (βάλλει έναν φύλλον μες τα σιείλη του τζιαι φυσά του όπως την κατσαμπούνα).
-Κάνει Σεξ κάθε μέρα (μπράβο μάνα μου, βάλτο πας το βιογραφικό σου) -Σπάζει ξύλα (μάσσιαλλα σου. Κρατά σε καμάριν η μάνα σου;)
-Είναι γκέϊ (είπαμεν είσαι proud…)
-Στέκεται με τα χέρια του (στέκομαι με τα χέρια κοπελιά, πάμε για ένα ποτό;) -Ξέρει καράτε (μάααααλιστα…)
-Έχει κάνει πλαστική επέμβαση στη μύτη του. (μαλάκα, αν ήμουν γεναίκα θα εγίνουνταν μουσκίδι τα βρατζιά μου που την καύλα για την μούττη σου…)
-Σχεδιάζει ρούχα για τσιγκάνους (αλώπος εν ξέρουν να φορούν τα παντελόνια όπως οι υπόλοιποι) -
Ότι δηλώσεις είσαι! Ζούμεν σε μιαν τόσο τυποποιημένην κοινωνίαν που οτιδήποτε μας κάμνει να ξεχωρίζουμεν θεωρείται προσόν. Μπράβο που τρουλλογαμιέσαι κυρία μου. Μόνον εσύ έσιεις σταθερή σεξουαλική ζωή; Τί θέλεις να μας πεις δηλαδή;
ΕΛΕΟΣ! ΕΛΛΑΔΑ ΜΕΝ ΜΕ ΚΑΜΝΕΙΣ ΝΑ ΝΤΡΕΠΟΥΜΑΙ!

2. Κοριτσια καλημερα.. εκατσα να γραψω αλλα αρχισε η κατσαμπουνα παω και επιστρεφω.

3. Πολλοί είναι αυτοί που έχουν σπάσει τα νεύρα τους με την αφρικανική κατσαμπούνα και δεν θέλουν να το ζήσουν και αυτό.

4. «Πνευστά» - κι αυτά είναι μουσικά όργανα όμως τούτα παράγουν ήχο φυσώντας μέσα σ’ αυτά. Λόγου χάριν, το κλαρίνο, η φλογέρα, η γκάιντα, το σαξόφωνο, αλλά και η σάλπιγγα [στα κυπριακά κατσαμπούνα] ... Οι κατσαμπούνες χρησιμοποιούνται και στες φιλαρμονικές που λαμβάνουν μέρος σε παρελάσεις και προκαλούν κι αυτές μπόλικο θόρυβο – κουφαίνουν τον κόσμο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα έγχορδο όργανο ταστάρει, ή, πιο συγκεκριμένα, μία χορδή ταστάρει σε κάποιο τάστο, όταν, πατημένη στο συγκεκριμένο τάστο, κατά την ταλάντωση αγγίζει και άλλα τάστα. Εναλλακτικά λέμε και τρίζει.

Το ταστάρω βγαίνει βέβαια απ' το τάστο (καθεμιά απ' τις μικρές μεταλικές ράβδους στην... έ, στην ταστιέρα, το επάνω μέρος του μπράτσου), που είναι παρμένο απευθείας απ' τα ιταλικά· σύμφωνα με Μπαμπινιώτη έχουμε tasto < tastare («ψηλαφώ»), μεσαιωνική λέξη που προήλθε λέει από συμφυρμό δύο λατινικών ρημάτων, του tangere («αγγίζω») και του gustāre («γεύομαι»).

Το ταστάρισμα ή τρίξιμο είναι γενικά ανεπιθύμητο φαινόμενο (ακουόμενο), ειδικά σε ακουστικά όργανα –σε ηλεκτρικά μπορείς να το παραβλέψεις (παρακούσεις) όσο είναι βυσματωμένα, καθώς το ταστάρισμα δεν περνά στον ενισχυτή. Οφείλεται σε ελλιπή ή λανθασμένη ρύθμιση του οργάνου, συχνά αφού χαμηλώσεις τις χορδές για ευκολότερο παίξιμο (μειώσεις δηλαδή την απόσταση ανάμεσα στο ύψος των χορδών και την ταστιέρα, την απόσταση που λέγεται στην κιθαριστικήν και άξιον), ή αφού βάλεις χορδές άλλου (μικρότερου) διαμετρήματος, και άλλα.

Αντιμετωπίζεται με διάφορους τρόπους και κατά περίπτωση, ανάλογα και με το παίξιμο που έχει ο κάθε παίχτης: από την απλή αλλαγή σε βαρύτερες χορδές, έως, λιμάρισμα του προβληματικού τάστου, σήκωμα των χορδών, ρύθμιση της βέργας του μπράτσου (αν προβλέπεται στο όργανο) και λοιπά μαστόρικα –που αν δεν το 'χεις τότε καλύτερα άσ' το στο μάστορα, γιατί τ' οργανάκι σου έχει μνήμη και θυμάται και κρατάει και μούτρα άμα λάχει.

  1. έπεσε στα χέρια μου μια strat την οποία ο προηγούμενος κάτοχος είχε σετάρει σε ρε δίεση. Σε πρώτη φάση είπα να μην πειράξω βέργα και σήκωσα τον καβαλάρη τέρμα όσο πάει αλλά το action ήταν αρκετά χαμηλό για τα γούστα μου. εδώ και 2 μέρες χαλαρώνω τη βέργα (1/4 της στροφής, την αφήνω για 10-12 ώρες και τσεκάρω πάλι) μέχρι που νομίζω πως πλέον δεν υπάρχει περιθώριο για άλλο relief. Με κάπο στο 1ο και πατημένη τη E στο 14ο δεν χωράει πέννα 0.46mm στο 7ο και 8ο. Με κάπο στο 1ο και πατημένη τη E στο 21ο χωράει πέννα 0.46mm και στο 7ο και 8ο. Μου είπαν οτι το radius είναι 12. το πρόβλημα μου είναι πως η Ε (μπάσα) ταστάρει άγρια σε όλο το εύρος της ταστιερας αλλά κυρίως απο το 4ο μέχρι και το 17 (όχι οτι πάιζω εκει κάτω :-Ρ αλλά ..) (από το νόιζ τζι αρ)

  2. Ταστάρει η κιθάρα ή φταίνε οι χορδές; [...] Σήμερα πήρα την ακουστική μου κιθάρα από γνωστό κατάστημα Θεσσαλονίκης που κάνει service , καθώς ζήτησα να βάλει 11άρες( από 10αρες) και ταυτόχρονα να χαμηλώσει το action όσο περισσότερο γίνεται. [...] Το πρόβλημα που εντοπίζω είναι πως ο ήχος ακούγεται κάπως σαν να τρίζει μέταλλο , ιδιαιτερα αν δεν πατήσω με δύναμη κάποια νότα, κάτι το οποίο δε γινόταν πριν το setup. Φταίει το χαμήλωμα των χορδών ή ακούγονται έτσι οι elixir; [...] Ομολογώ όμως πως η κιθάρα είναι πια πιο ευκολόπαικτη .
    — Θεωρώ οτι το τρίξιμο οφείλετε στο χαμηλό action. Συνήθως το action ρυθμίζεται αναλόγως με το «παιχτικό» στυλ του καθενώς. Αν δηλαδή παίζεις αρκετά δυνατά ρυθμική δεν θα πρέπει να το μειώσεις πολύ. Επίσης το ιδανικό setup θα το βρεις μετά από 2-3 service (λίγο πάνω, λίγο κάτω) και αφου δείξεις στον τεχνίτη το στυλ σου για να μην έχεις τέτοια τριξίματα. (από το κιθάρα τζι αρ)

  3. ενας φιλος μου [...] ειπε πως το μπουζουκι του τασταρει στο 1ο ταστο στην 1η χορδη... Τι μπορει να κανει;; δηλαδη τι εννοω...κατι τετοιο μπορουμε κουτσα κουτσα να το διορθωσουμε μονοι μας η πρεπει ντε και καλα να παμε σε μαστορα και να μας χρεωσει οτι θελει...;;;; Ειδα πριν λιγο ενα βιντεακι στο youtube οπου ενας μαστορας ετριβε τα ταστα με λιμα για να τα ρυθμισει... Καπως ετσι δλδ γινετε να (ξε)τασταρει;; (στο ρεμπέτικο τζι αρ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποστηρίζω ρυθμικά ένα μουσικό κομμάτι, δηλαδή εκτελώ το ρυθμικό σχήμα (και γενικά παίζω τον ρυθμό) του κομματιού αυτού, κρατώντας ταυτόχρονα τη σωστή ταχύτητα (ή ταχύτητες) στην οποία έχει γραφτεί και στην οποία είναι ενδεδειγμένο να παίζεται ζωντανά (κυρίως) ή ηχογραφημένα το κομμάτι αυτό, φροντίζοντας παράλληλα να τονίζω στις σωστές στιγμές έτσι ώστε τα παραπάνω να είναι και να ακούγονται ξεκάθαρα.

Η συνολική λειτουργία της τήρησης ρυθμού και ταχύτητας ονομάζεται τεμπάρισμα.

Οι δύο αυτές μονάδες της μουσικής ιδιολέκτου ακούγονται αρκετά στους χώρους της παραδοσιακής/λαϊκής μουσικής, αν και συχνά αναφέρονται και από οργανοπαίκτες ή επαγγελματίες άλλων μουσικών ιδιωμάτων. Οι απόψεις για τον ορθό τρόπο τεμπαρίσματος (στακάτο/ μονότονο ή πιο ελεύθερο, με ή χωρίς γεμίσματα κλπ.) εξακολουθεί (και θα συνεχίσει) να αποτελεί αντικείμενο διαφωνίας μεταξύ των μουσικών/ κριτικών/ ακροατών, συχνά επηρεαζόμενο περισσότερο από την προσωπικότητα και τον εγωισμό του εκάστοτε μουσικού, και λιγότερο από το επίπεδο τεχνικής επάρκειας και/ ή μουσικής γνώσης του. Σε πιο ακραία δε κατάσταση, μπορεί να οδηγήσει σε ασυμφωνίες, αλληλοσκεπάσματα, διαφωνίες, ενίοτε και σε ταβερνόξυλο ανάμεσα στους συντελεστές ενός μουσικού σχήματος.

Από το τέμπο (<ιταλ. tempo).

  1. Επίσης πέρα από τις μεθόδους αυτές, ο μαθητής πρέπει να αρχίσει ένα κομμάτι της υ΄λης του πιάνου BEYER/CΖΕRΝΥ/HANON/BACH.. θεωρώ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ τη μελέτη αυτών των βιβλίων ακόμα και στο αρμόνιο για να βελτιώσουμε τη τεχνική των δαχτύλων μας σε κάθε επίπεδο... θέλω να επισημάνω ότι ο μάθητής πρέπει να ξεφύγει μετά από κάποιο σημείο από την ευκολία των STYLES και να μάθει να συνοδεύει τον ευατό του τεμπάροντας με το αριστερό του... Εκμάθηση δεξιοτεχνικων κομματιών υψηλού επιπέδου... (Εδώ)

  2. Φίλε χρειάζεσαι δουλίτσα !

  3. Πρώτα πρέπει να μάθεις καλά να τεμπάρεις. Δηλαδή ανεξάρτητα χέρια. Ότι ήχο και να βάλεις, χωρίς βάση, (μπάσο κιθάρα) θα σκάει κούφια!!
  4. Πρέπει να ξέρεις πέρα από τα δικά σου μέρη, και τις μελωδίες. Έτσι θα κάνεις δεύτερες ,για να γεμίζει η όλη μουσική παρουσία, και αν κολλήσει το σολιστικό όργανο κάπου, δεν θα φανεί.
  5. ΠΟΤΕ δεν παίζουμε πάνω στη φωνή. Στην δική σου φάση, θα σου πρότεινα ένα καλό αρμόνιο . Τα έχεις όλα έτοιμα. Αλλά και εδώ πάλι, θέλει δουλίτσα, για τις γρήγορες εναλλαγές. Πιστεύω έτσι θα έχεις γρηγορότερα, και καλυτέρα αποτελέσματα. (Εκεί)

  6. H εκτέλεση των μουσικών μερών κάποιου οργάνου «βασίζεται». ρυθμικά (groove timing - «τεμπάρισμα») ή εντασιακά (layering - «συνήχηση») στην αντίστοιχη δράση κάποιου άλλου οργάνου (ή οργάνων) του οποίου και θα πρέπει η ένταση να πριμοδοτηθεί ανάλογα στο monitor mix του πρώτου (κλασικό παράδειγμα, η άρρηκτη σχέση drums - μπάσου όπου το λανθασμένο monitor mix οδηγεί σε «φλαμάρισμα»). (Παραπέρα)

(από Mr. Cadmus, 16/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Μποντιμπιλντεράδικη αργκό. Σημαίνει παίρνω όγκο, κερδίζω μυική μάζα ούτως ώστε να φαίνομαι πιο ''γεμάτος'', πιο ''μπαλαρισμένος''…
    Ακριβές απόσπασμα από τον ορισμό του johnblack, ακριβώς δυο έτη πριν. Εν είδει επετειακού σπεκ, τα ακόλουθα λιμά:

  2. Χορεύω. Συνηθίζεται στα Επτάνησα, αλλά με χαρωπή διάθεση κι αλλαχού. Προέρχεται από το ιταλικό ballare κι αυτό απ’ το αρχαίο βαλλίζω «χορεύω» / «χοροπηδώ» κι αυτό από το βάλλω.

  3. Παίζω μπάλα. Αραιά χρησιμοποιούμενο σε ποδοσφαιρικά κυρίως σινάφια, προσθέτει αέρα χορογραφίας στη υπονοούμενη βιρτουόζικη χρήση της μπάλας.

  4. Δίνω σχήμα μπάλας σε κάτι συνήθως εύπλαστο. Χρησιμοποιείται συχνά σε σινάφια αγροτών, συσκευαστών και ζαχαροπλαστών.

  5. Στα σινάφια τραγουδιστών αν η φωνή μπαλάρει σημαίνει πως δεν μπορεί να κρατήσει σταθερά τη νότα στο ύψος που επιβάλλεται, και λικνίζεται κυμαινόμενη κατά ημιτόνιο ή και τόνο απ’ αυτό, πληγώνοντας απαιτητικά αυτιά και τη ματαιοδοξία του αοιδού.
    Το παθαίνουν όσοι προσπαθούν να τραγουδήσουν περισσότερο οξύτονα (ή βαρύτονα) κόντρα στο φυσικό της φωνής τους, αλλά το επιφέρει κι ο χρόνος.

Παίζει και το μπαλάρισμα.

  1. Οι ώμοι μου δείχνουν στενοί και μυτεροί. Έχω μεγάλη πλάτη και είναι πολύ άσχημο να φαίνονται έτσι οι ώμοι μου. Ποιες ασκήσεις να κάνω ώστε να φαρδύνουν να μπαλάρουν σωστά; Κάποιος μου είχε πει να παίζω πολλές πλάγιες εκτάσεις αλτήρων αλλά δεν είδα κανένα αποτέλεσμα. (διεκπεραιωτικά)

  2. Στη συνέχεια στην Κεντρική Πλατεία, όλες οι Φιλαρμονικές θα μας παρουσιάσουν ένα μικρό μουσικό πρόγραμμα και οι μαθητές του Β’ Δημοτικού Σχολείου Ληξουρίου θα πλέξουν και θα ξεπλέξουν το Γαϊτανάκι, ενώ οι μαθητές του Γυμνασίου θα μπαλάρουν τις Καντρίλιες, με δάσκαλο τον Π. Μ.

  3. …ποτέ δεν κρατάει μπάλα για να την κρατήσει και δεν αμύνεται για να αμυνθεί. Μπαλάρει μόνο προς τα μπρος για να βγάλει επίθεση και αμύνεται για να κλέψει και να αιφνιδιάσει.

  4. α. Ζυμώνουμε ξανά στο χέρι και αφήνουμε να ξεκουραστεί για άλλα 30’. Κόβουμε σε τεμάχια των 400 γρ. για μεγάλα και 60γρ. για ατομικά. Τα μπαλάρουμε και τ’ αφήνουμε να ξεκουραστούν για 10’.
    β. Πάει ο λεβέντης να αγοράσει μηχάνημα για το μπαμπάκι. - Αυτό κύριε είναι το καλύτερο, και σε τιμή προσφοράς, το μαζεύει το ξένει το καθαρίζει το ισιάζει το πλένει το μπαλάρει και σου το πετάει έτοιμο. - Μωρ’ τι λες, τα κάν’ ούλ’ αυτά; - Ναι κύριε, και θα το πάρετε σε τιμή ευκαιρίας. - Δε μι λες, πίπις κάν΄; - Ε όχι δα, μηχάνημα είναι κύριε, δεν κάνει τέτοια πράματα. - Άι καλά, θα κρατήσω τ’ς εργάτριις.

  5. Η Μαρινέλλα, αν και με προβλήματα φωνητικά πια - δυσκαμψία, μπαλάρισμα… , αν και με βαριά σιλουέτα πια, αν και κάποτε «απαγγέλλει» τα κείμενά της, κυριαρχεί με το σκηνικό κύρος της.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καβαλητό σεξ από την ομώνυμη όπερα. Και λίγο αγροίκο «αγροτικό» σεξ.

Είναι πολύ καλή ψωλίστ στην Καβαλέρια Ρουστικάνα.

Ρουστίκ (από GATZMAN, 04/02/09)

Βλ. σχετικά: καβάλα, Καβαλητός, ο, καβαλάρης, ο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified