Σεξουαλική πρακτική (προέκταση του γνωστού σε όλους πλέον μπουκάκι) διαδεδομένη κυρίως στα ιδιωτικά κολέγια των Η.Π.Α., η ζωή στα οποία έχει γίνει γνωστή μέσω ταινιών Hollywood (βλέπε American Pie 1, American Pie 2, American Pie 3 κτλ). Στόχος της πρακτικής αυτής, είναι η μείωση και ο εξευτελισμός της κοπέλας που συμμετέχει στην σεξουαλική πράξη. Συνήθως συμβαίνει ως τιμωρία σε γυναίκες που αρνούνται να πάρουν μέρος σε μπουκάκι, χωρίς αυτό να αποτελεί προϋπόθεση.

Το αβραάμ λίνκολν προϋποθέτει μερικά λεπτά προετοιμασίας πριν την σεξουαλική πράξη από το αρσενικό μέλος της συνουσίας και σημαντικός παράγοντας στην επιτυχή κατάληξη της πρακτικής αυτής είναι η παντελής άγνοια από το μέρος του θηλυκού παράγοντα της συνεύρεσης.
Τα τρία (3) στάδια της πρακτικής αυτής αναλύονται ως εξής:

1) Το αρσενικό κόβει ένα μέρος της ηβικής του κόμης (κοινώς πουτσότριχες). Όσο μεγαλύτερο μέρος της κόμης κοπεί, τόσο πιο επιτυχής θα είναι η πράξη. Το κομμένο μέρος τοποθετείται σε μία πλαστική σακούλα με φερμουάρ για να κλείνει. Η σακούλα αυτή έπειτα πρέπει να τοποθετηθεί σε κάποιο μέρος εύκολα προσβάσιμο κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης (π.χ κάτω από το μαξιλάρι, κάτω από το κρεββάτι κτλ)

2) Η σεξουαλική πράξη λαμβάνει χώρα κανονικά. Όταν ο άνδρας καταλάβει ότι πλησιάζει η στιγμή του τελειώματός του, πρέπει να γυρίσει τη γυναίκα στη λεγόμενη σταση «πισοκωλλητό» ή και «πισοκωλομπρούμυτο» (doggy style). Λίγο πριν εκσπερματώσει, ο άνδρας τραβιέται και φτύνει στην πλάτη της συντρόφου του με τρόπο έτσι ώστε αυτή να νομίσει ότι εκσπερμάτωσε στην πλάτη της.

3) Η γυναίκα γυρνάει προς τον άνδρα νομίζοντας ότι η πράξη έχει τελειώσει, κατά την οποία στιγμή ο άνδρας εκσπερματώνει στο πρόσωπό της. Καθώς η γυναίκα παραμένει σαστισμένη από την αναπάντεχη τροπή των γεγονότων, ο άντρας πρέπει να βρει το σακουλάκι με τις πουτσότριχες και να τις πετάξει με βίαιο τρόπο στο πρόσωπο της γυναίκας, πάνω στην περιοχή στην οποία εκσπερμάτωσε. Το σπέρμα κάνει τις πουτσότριχες να κολλήσουν πάνω στο πρόσωπο της γυναίκας δίνοντας την ψευδαίσθηση γενειάδας, η οποία παραπέμπει στην διάσημη πλέον εικόνα του δέκατου έκτου προέδρου της Αμερικής, Αβραάμ Λίνκολν. Εξ'ου και η επονομασία της πράξης.

- Άσε φίλε, έκανα ένα αβραάμ λίνκολν χθες στην Κούλα και τα πήρε άγρια...

I love you, Cretan Style! (από Vrastaman, 04/11/08)επί τω έργω, με χρήση τριχόσφαιρου (από xalikoutis, 04/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες πετσοπάδων:

A. Αφενός:

Ο ιδιοκτήτης ή υπάλληλος pet shop (καταστήματος πώλησης ζώων συντροφιάς).

B. Aφεδύο:

Λεξιπλασία-απόδοση του αγγλικού «pet shop boys», των μελών της φυλής ομοφυλοφίλων του San Fransisco που συχνάζουν σε pet shops από όπου προμηθεύονται ποντικάκια gerbil με τα οποία προβαίνουν σε τρωκτικό σεξ. To συγκρότημα Pet Shop Boys πήρε το όνομα του από τους εν λόγω πετσοπάδες.

  1. - Eίχα to 2001 ένα μωρό κροκόδειλο που μεγαλώνουν κανονικά μέχρι 3-4 μετρά (...) ο πετσοπάς τότε που είπε ότι μεγαλώνουν με το ενυδρείο που ανακάλυψα ότι δεν είναι καθόλου σωστό (...) Τον πήρα ήταν περίπου στα 35 εκ. με την ουρά και το ενυδρείο ήταν στα 55 εκ. και αρκετό χώρο να μπορέσει να αλλάξει πλευρά μέσα στο ενυδρείο. Μετά από 4 μήνες βρήκα την ουρά του να χτυπάει στο τζάμι ... (από εδώ)

- Ένας πετσοπάς μου είπε ότι πρέπει να πλένουμε καλά τα φυτά σε αλατόνερο πριν τα βάλουμε στο ενυδρείο, έτσι ώστε να σκοτώνονται (αν υπάρχουν) τα αυγά από κοχύλια. Ισχύει; (από εδώ)

  1. - Ο (πετσοπάς) Richard Gere και οι συν αυτώ μετρό παραβιάζουν την φύση με άμοιρα ποντικάκια gerbil, εκεί που δεν πιάνει ήλιος. Η WWF, αλήθεια, τι κάνει; Αρχίδια-μύδια! Εμείς τουλάστιχον έχουμε τον Κώστα Καφάση που ξέρει από καλό ψάρι. Και την Άννα Βίσση που δεν θα μείνει ποτέ μπουκάλα… (από εδώ)

(από Vrastaman, 04/09/09)(από Vrastaman, 04/09/09)(από Vrastaman, 04/09/09)(από Vrastaman, 04/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνουσιάζομαι έτσι και έτσι, χωρίς ιδιαίτερη όρεξη.

Χρησιμοποιείται όταν ο μπήχτης βάζει από υποχρέωση, απλά και μόνο επειδή του ζητείται από την δικιά του, χωρίς ο ίδιος να γουστάρει εκείνη τη χρονική στιγμή.

Ο βάζων ντεμί συνήθως δεν ολοκληρώνει τη συνουσία, αφήνοντας το μωρό του ντεμί-ικανοποιημένη.

- Πώς πάει ρε, διαβάζεις καθόλου για τις εξετάσεις;
- Ε προσπαθώ, αλλά έχω και τη δικιά μου που θέλει όλο κόλπα και δεν προλαβαίνω, τι να κάνω δεν ξέρω, άσ' τα.
- Θα σου πω εγώ ρε. Βάλε ντεμί και διάβασε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όλα μέσα. Έκφραση χρησιμοποιούμενη για γυναίκα ανοιχτή, ή άνδρα ομοίως όπενχολ, έως χωνί, από κατόψεως διαμέτρου εμπροσθίου και οπισθίας οπής.

Υπονοεί την ευρύχωρη γυναίκα, ή άνδρα δυνάμενη-ο να ικανοποιήσει-φιλοξενήσει άνω του ενός μουσαφιραίων, μετά των αβγουλακίων τους, ήτοι ορχεόσακκων, μετά της φυσικής μάλλινης επενδύσεώς των.

- Ιωσήφ, κρύο κάνει, πάμε να κάνουμε μια ερωτική συνεύρεση με τον Φίφη, που είναι σε οίστρο;
- Άσε μωρή, μη σπάσουμε κανά γεννητικό μόριο… Πάμε στον Τασούλη που είναι all-in και θα βάλουμε και τα μπαλάκια μέσα να ζεσταθούμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλοαμερικάνικο bitch.

  1. Σκύλα, κακότροπη γκόμενα, που όλα κι όλοι της φταίνε, η μουρμούρα της σπάει αρχίδια, μιλάει σα λιμενεργάτης/νταλικιέρης/συφιλιασμένο παλιοφάνταρο αλλά τη γλιτώνει μόνο και μόνο επειδή είναι γυναίκα.

Συνήθως είναι μουνάρα αλλά αν και νομίζει ή το παίζει ότι έχει αρχίδια στην πραγματικότητα είναι αρχίδι (νταξ, ο όρος καταχρηστικώς).

Δίπλα της άντρας σωστός δεν στέκεται πάνω από καμιά εκατοστή λέξεις αλλά η ίδια είναι φλωρομουνοπαγίδα.

Τέτοια συμπεριφορά έχουν συχνά γυναίκες στην εμμηνόπαυση που κατέχουν κάποιο πόστο.

  1. Ο παθητικός πούστης.
  1. - Ποιο μπιτσόνι ακούγεται σε δυο ορόφους;
    - Η καινούργια προϊσταμένη.
    - Ο μούνος με τα Πράντα που σε γκάζωσε χθες;
    - Έρχεται κι η σειρά σου.

  2. - Τι παίζει με το καινούργιο φρούτο απέναντι;
    - Το μπιτσόνι του τραγόπαπα της ενορίας.
    - Άλα! επιτυχίες ο παπα-Μπάμπης!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σηκουέλ των άκρως επιτυχημένων προσβολών γκοοκνούλα μωρή τσούλα και βα φανκούλο (και πάρε και τον πούλο) που βασίζονται σε ομοιοκαταληξία / ομοηχία μιας ελληνικής και μιας ξένης φράσης. Εν προκειμένω έχουμε το (ψευδο)ισπανικό «¿Quieres mucho;» («Θέλεις/επιθυμείς πολύ;) και το κλασσικό «πάρ' το λούτσο» ως παραλλαγή του «πάρ' το μπ0u1o». Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εναλλακτικό του «Θά 'θελες!» όταν ο συνομιλητής έχει εκφράσει μια -κατ' εμάς- μη ρεαλιστική επιθυμία.

- Ε ρε και να μπορούσα να βγω ένα μόνο ραντεβού με το Λίλιαν...
- Ενόσω τα έχει με το το Χόλγκερ Σφίχτερμαν; Κιέρες μούτσο; Πάρ 'το λούτσο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπόνος (αγγλιστί Boner): ο ερεθισμός του πέους καθώς και της κλειτορίδας.

Συνηθέστερα χρησιμοποιείται στους άνδρες για τον ερεθισμό ή στην θέα μιας θεογκόμενας που μόλις πέρασε από μπροστά τους.

Πωωωω μουνάρα, φίλε μου 'ρθε μπόνος.

Επίσης μπορεί να αντικατασταθεί με τη λέξη «πόνος» στην γνωστή φράση: δώσε πόνο! ('Δώσε μπόνο'').

(από allivegp, 14/10/11)Χιμπατζήδες Bonobo, οι πιο σεξουαλικά δραστήριοι στο ζωικό βασίλειο (από Vrastaman, 17/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψωλιά που μεταδίδεται από προϊστάμενο σε υφιστάμενο.

Συνώνυμο: φλιπερο-ψωλιά καθότι μεταδίδεται όπως η μπίλια στο φλίπερ.

Καλά εε, αυτός ο ψοφολογιάς, έκανε την μαλακία του αλλά έφαγε κι ένα ψωλογκέλ από το αφεντικό που ήταν όλο δικό του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρωτεΐνη του τρίτου κύκλου του Κρεμπς, της ανοσιοδιασταλτικής γονιδιακής φωσφατίνης, της οικογένειας των φεϊσμπουκιδών.

Εμφανίζεται σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης είτε με απλή ενεργητική μορφή, είτε στην βαρύτερη αυτοάνοση και αυτοπαθή. Πρόκειται για την ανάγκη κάποιου να βγάζει στη φόρα τα σώψυχα, τα σώβρακα και τα γκαγκά του προς άγραν μερικών like, να δημοσιεύει hoaxes τόσο προφανή όπως «Σοκ, δείτε τον άνθρωπο που έφαγε 2.5 κιλά φασολάδα βραστερή και δεν έκλασε» ή «chain messages» σαν το κλασικό «στα 12 shares που θα γίνουν απ το δικό σου μεγαλώνει ο παργαλάτσος σου 12micron».

Η δράση της είναι άμεση, καταπραϋντική και αντιγηραντική. Εκλύεται ακόμη με δημοσίευση τραγουδιών με άποψη και σπάνιων, που κανείς δεν ξέρει όπως το «nothing else matters», «losing my religion» αν πρόκειται για ξαναμμένο ροκά ή τη «συννεφιασμένη κυριακή» αν είναι λαϊκό παιδί. Από κάτω βάζει πρώτος το like παίρνοντας την ημερήσια συνιστώμενη δόση του. Αυτή είναι και η βαριά μορφή της μεταλλαγμένης likeίνης, εφάμιλλη του αυνανισμού μπροστά σε καθρέφτη με φαντασίωση φτασμένου γαμιάς.

Ρε μαλάκα θα τη μπλοκάρω την Τασούλα απ το φουμπου, έβγαλε φωτό την πρώτη ματωμένη σερβιέτα της, τζάνκι για likeίνη έχει καταντήσει.

(από Khan, 28/11/13)(από Khan, 30/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελληνική εκδοχή του αγγλοσαξονικού motherfucker.

Σε αντίθεση προς το motherfucker που έχει και θετική πλευρά («you sexy motherfucker», «you be mah main mofo», κ.ταλ.), ο γαμομανάς είναι πάντα αρχίδης, μαλάκας και κατακριτέος.

Λογοπλάστηκε και χώνεται από εγχώρια χιπχοπάκιακαι λοουμπαπστέρια (βλ. παρ. 1,2) και όχι μόνο. Συνεκδοχικά, «πέφτουν γαμομανάδες» είναι η χιπχοπική απόδοση του «πέφτουν μπινελίκια».

Ασίστ μέσω δουπού: aris26.

1.
♪♫ Για τον σταυρό με τα στράς
Το style που μόνο αγαπάς
κι ότι σκατά οδηγάς
και αν είσαι γαμομανάς
Παίρνεις τα αρχίδια μας ♪♫

2.
♪♫ Μίλα για τα στρατόπεδα μεταναστών στα σύνορα,
τα κουμπωμένα πιτσιρίκια που σβήνουνε ανήμπορα, τα γειτονάκια σου που γίνανε καραβανάδες,
για τους φασίστες τους γαμομανάδες ♪♫
(Active Member, Μίλα να χαρείς)

3.
Οι χριστοπαναγίες και οι γαμομανάδες πέφτουν βροχή. Όμως στο τέλος όλοι μαζί φεύγουν χωρίς κακία ο ένας προς τον άλλον καθώς στην προκειμένη στιγμή έχουν δώσει το δικαίωμα να εκφραστεί ο καθένας με αυτόν τον τρόπο.

4.
Κωλόπαιδα σαδομαζοχιστές γαμομανάδες επιφυλάσσομαι.

Στο 2.15. Χώνω να γουστάρουμε (από Khan, 21/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published