Further tags

Πρόκειται για ειρωνική/χιουμοριστική φράση συνώνυμη του «Όλα βαίνουν καλώς» ή «Όλα Καλά». Το χιουμοριστικό οφείλεται στο ομοιοκατάληκτον. Η ειρωνεία από την άλλη, έγκειται στο αυστηρά μιλιταριστικό/απολυταρχικό πνεύμα της φράσης και μάλιστα από δυο πηγές:

  1. Το Τευτονικόν της φράσης που φέρνει στο νου βηματισμό χήνας, άψογη προσσσσ’χή! και αναφορά του Obersturmfuhrer στον SS Λοχαγό Karl-Heinz Frachten von Zipper.

  2. Τη χρήση της λέξης Kommissar. Ως επίσημος τίτλος στην Ρωσία (комисса́р), μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, ο (πολιτικός) Κομισάριος ήταν υψηλόβαθμο κομματικό στέλεχος, ισόβαθμος του Διοικητή σε στρατιωτικούς σχηματισμούς με αντικείμενο τον έλεγχο του στρατού από το Κόμμα (ένα είναι το κόμμα!). Καμία διαταγή του Διοικητή δεν δινόταν αν δεν είχε προηγηθεί έλεγχος και έγκριση από τον Κομισάριο. Όπως είναι αντιληπτό, ο Κομισάριος ήταν ο φόβος και ο τρόμος παρέα με την KGB και το στρατιωτικό της αδελφάκι, την GRU.

Όπως γίνεται αντιληπτό, η κανονική χρήση της γίνεται για να δηλώσει αναγνώριση του αδιαμφισβήτητου κύρους του παραλήπτη και τον (σχετικό) φόβο προς την εξουσία του, πλην όμως στην περίπτωση μας, «with a twist» που λένε και οι Αγγλοσαξώνοι.

Η χρήση της φράσης λοιπόν εντοπίζεται κυρίως στα εξής:

Κοινωνικά
Με ανάλογη διάθεση ως απάντηση σε αίτημα/ερώτηση φίλου:

Χιουμοριστικά
- Τι έγινε ρε φίλε, ξεμπέρδεψες με τις εξετάσεις;
- (με ευχαρίστηση): Alles klar Herr Kommissar!

Ειρωνικά
- Πήρες ρε μαλάκα κανά παγωτό; Λιώσαμε απ’ τη ζέστη.
- Alles klar Herr Kommissar. Με βανίλια Μαδαγασκάρης και στους -2 βαθμούς κελσίου για το αφεντικό…

Προς έτερον ήμισυ
- Μωρό μου, τάϊσες τον σκύλο; έβαλες πλυντήριο; πλήρωσες τη ΔΕΗ; κανόνισες το φροντιστήριο του μικρού;
- Alles klar Herr Kommissar. Όλες οι δουλειές καπούτ.

Επαγγελματικά
Αν γνωρίζονται καλά και υπάρχει καλή/φιλική σχέση, ο υφιστάμενος το χρησιμοποιεί ως απάντηση σε περιπτώσεις όπου ερωτάται από προϊστάμενο για την εξέλιξη κάποιας ενέργειας ή έργου:
- Γιώργο τι έγινε με την παραγγελία του Μητσάρα;
- Alles klar Herr Kommissar. Ολοκληρώθηκε και έφυγε σήμερα το πρωί.

Αν οι σχέσεις δεν είναι καλές, η φράση χρησιμοποιείται στο κρυφό ως μπινελίκι:
- Δημητρίου ακόμα να τελειώσεις τις διορθώσεις;
- Είναι 1500 σελίδες κ. Διευθυντά και μου το δώσατε πριν 30 λεπτά…
- Δεν έχει σημασία παιδί μου. Ως στέλεχος πρέπει να είσαι αποδοτικός και ταχύς.
- (sotto vocce): Alles klar Herr Kommissar, κλαπαρχίδι. Εγώ φταίω που σταμάτησα την Γραψαρχιδίνη
- Τι είπες παιδί μου;
- Τίποτα, τίποτα…

Προς την Εξουσία
Συνήθως στο χαμηλόφωνο, εκτός αν θέλεις να προκαλέσεις την μήνιν του βλαχαδερού με την εξουσία. Στην περίπτωση των στρουμφακίων είναι βέβαια οξύμωρο καθώς η φράση στην Γερμανική είναι σχεδόν κυριολεκτική («Μάλιστα ή όλα καλά κύριε Αστυνόμε») και δηλώνει ευγένεια και συμμόρφωση προς τας εντολάς:
- Άδεια, δίπλουμα, ασφάλεια (στου χαντάκ)…
- Alles klar Herr Kommissar…
- Ποιόν είπις Κλαρ ρε χουλιγκάνε; Ακολούθα με στου τμήμα για να μαθ’ς να βρίζεις…

Για την ίδια χρήση υπάρχει και το: Γιαβόλ μαιν Κομαντάντ στο Δημόσιο Πρόχειρο (σλανγκασίστ)

Έμμεση σλανγκασίστ: ironick (βλ. σχόλια εδώ).

Εξ’ ολοκλήρου χρήση της φράσης στο χιτ του 1982 “Der Kommissar” (το μήδιον είναι θαύμα αισθητικής 80s) του μακαρίτη Falco.

Ως ανωτέρω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Tamam στα τούρκικα σημαίνει ότι κάτι είναι εντάξει και στην ώρα του.

Για την μέση Ελληνίδα νοικοκυρά σχετίζεται με το φαγητό, όταν θα σβήσει την φωτιά και θα δοκιμάσει λέγοντας ταμάμ!

Στα αραβικά αν θες να πεις όλα καλά δεν θα πεις απλώς ταμάμ, αλλά kolo tamam.

Με λίγα λόγια και για έναν γκόμενο, ο οποίος έχει το πακέτο και μας ταιριάζει γάντι, λέμε ταμάμ, ενώ στην περίπτωση που δεν μας ταιριάζει λέμε kolotamam.

-Δοκίμασες;
-Μμμ, ταμάμ είναι!

-Πώς ήταν; Δοκίμασες;
-Αν δοκίμασα λέει; Μου ταιριάζει ταμάμ!

Η Χανιώτικη ταβέρνα Ταμάμ (από GATZMAN, 24/06/09)kolo tamam (από dryhammer, 16/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορισμός εκ του κυρίου Λαζόπουλου για κλασικές κοπέλες, οι οποίες αποκτούν σε χρόνο dt δημοσιότητα, λόγω κάποιου τίτλου που έλαβαν στα καλλιστεία.

Είναι η κοπέλα με το φοβερό μυαλό και τις άπαιχτες απαντήσεις που δίνει για τον πλανήτη και την ειρήνη στον κόσμο μας, που αν την ρωτήσεις τι πρέπει να κάνουμε, θα σου απαντήσει αγάπη, αγάπη, αλληλεγγύη στα καλύτερα της.

Συγκεντρώνει πολλούς τίτλους μαζεμένους (τα πάντα όλα ή τίποτα). Ε, είναι η στιγμή που λες «μνήσθητι μου κύριε» ή αλλιώς missθητί μου κύριε...!

(αληθινή μίνι συνέντευξη σε φιναλίστ)
- Εσείς τι τίτλο πήρατε;
- Εγώ πήρα τον τίτλο «μις τουρισμός», «μις στήθος», «μις μαλλιά» και «μις δίσκος», γιατί χορεύω και καλά. Γι'αυτό μου τον έδωσαν.
- Και «μις ποτήρι» κυρία μου... missθητί μου κύριε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χρήστης λαπτοπίου.

  • Λαπτοπάκιας απ΄ το laptop και την κατάληξη άκιας - σχετικά με την κατάληξη αυτή βλ. κάποια πράματα εδώ.
  • Λαπτοπάς από την κατάληξη «-ας», κατά τα εφημεριδάς, τσιγαράς, κλπ.

    O Λαπτοπάκιας είναι σχετικά επιτιμητικός όρος, οπότε από τις παρακάτω έννοιες μάλλον αφορά στην α) και γ).

O Λαπτοπάς (πιο αρχοντικό) δηλώνει μάλλον κάτι θετικό οπότε β) και δ).

Υπάρχει όμως μεγάλη αλληλεπικάλυψη, ανάλογα και με την οπτική και πρόθεση του χρήστη της φράσης.

Έννοιες:

α. O ασχολούμενος πολλές ώρες με το λάπτοπ του, ο απορροφημένος και εξ αυτού ολίγον αποβλακωμένος, κατά το τηλεορασάκιας. Αυτός που το χρησιμοποιεί ακόμα λ.χ. και στα μέσα μεταφοράς ή ενώ βρίσκεται με παρέα.

β. O γνώστης περί λάπτοπ, ή ο φανατικός των λάπτοπ που τα προτιμά σε σχέση με τα desktop, ο γκικ. Ενδεχομένως και ο γιατρός των λάπτοπ, ο εξειδικευμένος δηλαδή τεχνικός σε λάπτοπ και νετμπουξ (αυτός μάλλον κυρίως «λαπτοπάς»).

γ. O ντητζέης που παίζει με λάπτοπ (αντί για βινύλιο κυρίως ή αντί για cd when routine bites hard and ambitions are low που λένε και οι joy division). Αντικείμενο λοιδωρίας από τους παραδοσιακούς ομότεχνούς του και μάστιγα του κλάδου σύμφωνα με τη συντεχνία τους. Κατά κανόνα ντιτζέι πιέστο.

δ. O μουσικός κυρίως ηλεκτρακουστικής μουσικής που παίζει με χρήση software σε λάπτοπ (το οποίο μπορεί ή όχι να τροφοδοτεί με τσαχπινιές σε κάθε είδους hardware) και κατά κανόνα σε πραγματικό χρόνο πράγματα που προκαλούν ταχυπαλμίες, ναυτία, απώλεια του προσανατολισμού, αίσθηση αύξησης του βάρους του σώματος και ακινησία, σαμπλάιμ φήλινγκ και βαρηκοΐα. Κυρίως αναφέρεται ως Λαπτοπάς, ενδέχεται όμως και ως Λαπτοπάκιας.

α. Το γεγονός ότι ο τύπος με το λάπτοπ (με το λευκό πουκάμισο) καθώς και μία επιβάτις με το τσαντικό υπό μάλης φαίνονται να περπατούν ήδη πριν απομακρυνθούν από το αεροπλάνο (ο «λαπτοπάκιας» μάλιστα σταματάει για μία στιγμή και κοιτάζει πίσω, προς το αεροπλάνο), με κάνει να υποθέτω ότι κάτι τέτοιο έγινε.
(από δω)

β. Χρηστάρα, επειδή είμαι λίγο λαπτοπάκιας, να πω και εγώ μία γνώμη. Είναι μακράν ότι καλύτερο μπορείς να πάρεις σε 15« και αυτά τα λεφτά. Αν θέλει κανείς να ανέβει είτε σε 17» ή σε 256dedicated κλπ shared, πάμε αμέσως από 4 κατοστάρικα πάνω.
(από δω).

γ. Οποίος έχει παει σε clubs Λονδίνο ξέρει και καταλαβαίνει ότι στην Ελλάδα το πράμα έχει ξεφύγει και έχει ξεφτίσει πολύ πλέον. Τι να λεμε τώρα. Καταντήσαμε να κατηγορούμε τους λαπτοπακιδες [sic] επειδή είμαστε ανίκανοι εμείς. Γενικά μιλάω πάντα. Επίσης στο καφέ θεωρώ περιττό τον dj.... ίσα ίσα παω σε μαγαζιά που δεν έχουν dj να βρω την ησυχία μου. Επαγγελματίες dj; ας φτιαχτεί πρώτα ένα σοβαρό όργανο αντιπροσώπισης και μετά το ξανά συζητάμε... (από δω).

δ. Καλά μου το λέγε η μάνα μου να μην κολλήσω με τους λαπτοπάδες... Έπρεπε κι εγώ να ακούω ποστίλες, το noise δεν το αντέχει πολύ ο οργανισμός του ανθρώπου....Εγώ που στα νιάτα μου θεωρούσα τους Γκάσπηντ μελαγχολικά αγόρια και φλώρους τρέχω τώρα....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το Ισπανικό palavra που σημαίνει λόγια.
Η λέξη παλάβρα είναι σεφαραδίτικης (Ισπανοεβραϊκής) καταγωγής.

Μπήκε στην Ελληνική σαν δάνειο λόγω των μεγάλων εμπορικών συναλλαγών στην προπολεμική Θεσσαλονίκη. Φυσικά εξαπλώθηκε και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Στην αρχή σήμαινε το ίδιο όπως και στα Ισπανικά, «λέξη, λόγια». Καθώς όμως ήδη υπήρχε το μεσαιωνικό επίθετο «παλαβός», η φωνητική ομοιότητα επέφερε γρήγορα σημασιολογική δείνωση της δάνειας λέξης και έτσι κατάντησε να σημαίνει την «τρέλα».

Και το παράγωγό «παλάβρας», έγινε συνώνυμο του παλαβός.

-Ρε δεν σου φαίνεται ότι ο Τέλης είναι ολίγον τι παλάβρας;
-Το «ολίγον τι» μ' αρέσει!

-Πω πω κάτι παλάβρες που αμολάει ο Νώντας!
-Ε από παλαβό τι περιμένεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το lap-top εντάσσεται στο ελληνικό κλιτικό σύστημα, κατά το τόπι και κατά τα σούτι, φωτοσούτι.

Λέγεται και «λαπτόπι».

- Μην βάζετε πάντως το λαπτόπι στο λαπ σας, γιατί δεν θα μπορείτε μετά να τεκνοποιήσετε.

"Λάπτοπ, όπως το λέμε στα ελληνικά". Απίστευτος Ευαγγελάτος. (από Hank, 23/06/09)(από Khan, 01/07/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με το ξενικό αυτό λήμμα προσαρμοσμένο στο slang.gr εννοούμε την καλύτερη θέση κατάταξης που έχει λάβει ποτέ κάποιος χρήστης στη διαδρομή του. Είναι δηλαδή κάτι ανάλογο με την παγκόσμια κατάταξη του Τέννις, όπου λέμε για κάποιον αθλητή ότι τώρα είναι Νο 22 αλλά το πέρσοναλ μπεστ του είναι Νο 5. Νομίζω ότι πρόκειται για ένα χρήσιμο στατιστικό που θα άξιζε να προστεθεί στο προφίλ του κάθε χρήστη, αλλά τέσπα.

Μετά από 3897 ορισμούς, 5748 μήδια και 12756 σχόλια, είμαι Νο 1468 με personal best 639.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ατάκα αυτή, που κατά λέξη μεταφράζεται ως «τα σκατά συμβαίνουν», χρησιμοποιείται για να δικαιολογηθούμε για κάποια λακίαμα που κάναμε μεταθέτοντας την ευθύνη στην απρόσωπη πουτάνα τύχη ή ακόμη καλύτερα, στην άτιμη κενωνία.

Στην Ψυχιατρική, αυτός ο μηχανισμός άμυνας ονομάζεται εκλογίκευση, δηλαδή θεωρούμε ότι το δυσάρεστο συμβάν ήταν κάτι αναπόφευκτο και προκαθορισμένο από μια υπερφυσική δύναμη (μοίρα, θεός, ή απλά σκατά) να συμβεί, άρα δεν φταίμε εμείς και άρα δεν χρειάζεται να χολοσκάμε και να μεμφόμαστε την εαυτό μας για την όποια μαλακία κάναμε (που, εδώ που τα λέμε, την κάναμε).

Ανάλογη είναι και η έννοια της μοιρολατρίας, του κισμέτ, του «γραφτού», κ.λπ. Οι δε αρχαίοι Ελ, κάλυπταν τις λαμακίες τους με το ρητό «το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον».

- Καλά ρε αρχι-μάλ, πόσα κιλά μαλ μπορεί να είσαι; Μπήκες ανάποδα στον μονόδρομο και παραπονιέσαι που τράκαρες τον προφυλακτήρα επειδή σε βάλανε να βγεις με την όπισθεν;
- Τί να κάνω; Δε φταίω εγώ. Shit happens.
- Shit-for-brain έχεις στο κεφάλι σου, θες να πεις! Αρχιτρόμπα!

shit happens (από allivegp, 20/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν μία κατάσταση έχει φιξαριστεί και όλα είναι έτοιμα. Κυρίως αναφερόμενοι σε γκομενοδουλειά ή βρομοδουλειά. Επίσης και για ένα νέτο αν είναι καλό είμαστε τζετ σετ.

-Βρήκαμε και σημειώσεις για το μάθημα, είμαστε jet set.

Δες και τζετ, τζετέ, τζετάουα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συνήθης έκφραση είναι «τον μπαγλάρωσαν» και σημαίνει ότι κάποιος συνελήφθη από τους αστυνομικούς. Επειδή η σύλληψη μπορεί να συνοδεύεται και με ξυλοκόπημα η λέξη παίρνει και αυτό το νόημα (= ξυλοφορτώνω).

Προέρχεται από το τούρκικο bağlar, bağlamak = δένω, όπου στα ελληνικά έχει και την έννοια του δένω πολύ καλά (πισθάγκωνα).

Σχετιζόμενα: τον κάνω τσακωτό, (οι αστυνομικοί) τον τσίμπησαν, συλλαμβάνω, πιάνω επ' αυτοφώρω.

Κυκλοφορεί και σε ουσιαστικό το μπαγλάρωμα (= σύλληψη).

Ασίστ: ironick

Μια καλή λύση επίσης θα ήταν να βουτάνε τους πιτσιρικάδες οι αστυνομικοί προληπτικώς!
– Μα δεν έκανα τίποτα, ρε θείο!
– Γι' αυτό σε μπαγλαρώνω, κωλόπαιδο! για να μάθεις τι θα πάθεις, όταν κάνεις!..
Τέλειο!
Τους βγάζεις τα νυχάκια εξ απαλών ονύχων.
Τους βγάζεις τα δοντάκια, πριν σου βγάλουν γλωσσίτσα.
Η πρόληψη είναι καλύτερη απ' την καταστολή.

Απόσπασμα του ΣΤΑΘΗ Σ. στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 18/03/2009

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified