Δεν γνωρίζω, ομολογώ, την ετυμολογία, αλλά σημαίνει το αδιέξοδο, την κακοτοπιά, την απροσδόκητα δυσάρεστη έκβαση των πραγμάτων.
Σχεδόν πάντα συντάσσεται με το «Πέσαμε σε» και σπανιότερα με το «Πω πω».
- Καλά, ρε συ, ούτε ένα καρό δεν έχεις;
- Άσε, μεγάλε, πέσαμε σε λούμπα!- Πήγαμε να τους μαδήσουμε και μας πήραν τα σώβρακα!
- Χα, χα! Πέσατε σε λούμπα!- Την πάω με τα πολλά στο σπίτι και πώς πάω να βάλω το χέρι μου, πιάνω κάτι σαν π... Άσε, τρελάθηκα, μαλάκα.
- Ω, ρε λούμπα! Άλλη φορά να προσέχεις με «ποιες» κάνεις παρέα!