Further tags

Στοιχείο από την αργκό των κοντράκηδων και των γκαυλοτίμονων. Περιγράφει μεταφορικά την αλλεπάλληλη πλαγιολίσθηση του αυτοκινήτου -τα γνωστά παντιλίκια- η οποία μοιάζει με την κίνηση του χεριού σε ένα διπλό χαστούκι με το μπρος και πίσω μέρος της παλάμης.

- Τσέκαρε τον Τάσο, χαστούκια το πάει το Καντέτ.
- Έχει φάει και τα λάστιχα, πως δεν έφυγε σε κάνα γκρέμι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω διάτρητη μια επιφάνεια μετά από βολή κατα ριπάς ενός πολυβόλου όπλου. Είναι μεταφορική σημασία του γαζώματος με ραπτομηχανή, το οποίο επιφέρει αντίστοιχη διάτρηση και προέρχεται από το αραβικό qazz το οποίο σημαίνει μετάξι.

-Πέρασαν δύο αμάξια και γάζωσαν το μαγαζί εν κινήσει, δεν έμεινε κολυμπηθρόξυλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιθετικός προσδιορισμός μουσικής, ρούχων, χώρου και γενικότερα κάθε αντικειμένου που έχει φάνκυ, κίνκυ ή αισθησιακά χαρακτηριστικά, τέτοια ώστε θα μπορούσε να ταιριάζει με την ατμόσφαιρα ενός κωλόμπαρου. Εναλλακτικά όμως μπορεί να προσδιορίζει όλα τα παραπάνω ως χαρακτηριστικά ενός κωλομπαρά, ενός δηλαδή πληθωρικού ομοφυλόφιλου.

-Τσέκαρες καινούργιο κομμάτι Σνουπ Ντογκ;
-Ναι ρε, τέρμα κωλομπαρίστικο μπιτάκι.

-Να σου πω, να βάλω τις κωλομπαρίστικες τιράντες με τις μπανάνες;
-Σοβαρέψου ρε Στέφανε σε κηδεία πάμε!
-Ναι αλλά θα 'ναι κι ο Νικολάκης εκεί πέρα...

Got a better definition? Add it!

Published

Η «πουστιά», η άνανδρη πράξη, η προδοσία. Οι φράσεις "μου 'παιξε πουστιά" και "μου 'παιξε τόγκα" είναι ταυτόσημες. Η τόνγκα είναι λέξη της πιάτσας και χρησιμοποιείται από αλάνια που έχουν επίπεδο και δεν θέλουν να θίξουν τους ομοφυλόφιλους.

-Αν μου δώσεις σεβασμό τότε θα σου δώσω αγάπη, προστασία. Αν όμως μου παίξεις τόγκα-πισωκολλητό, τότε πίστολι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός/η που έχει πρήξει τους μύες του/της από την υπερβολική άσκηση στο γυμναστήριο. Συνήθως χρησιμοποιείται για άτομα που κυρίως βρίσκονται στους πάγκους με βάρη. Σύνθετη λέξη από τα πρήξιμο + -iser(en/fr) στην ελληνοποιημένη μορφή του, το οποίο αποτελεί αντιδάνειο του αρχαιοελληνικού -ίζειν επίθημα το οποίο χαρακτηρίζει δράση. Εναλλακτικά εμφανίζεται ως πρησκαλάιζερ για λόγους ευηχίας.

-Ακόμα διάδρομο κάνεις ρε;
-Γάμησε με τι να κάνω; Δε βλέπεις τον πρησκαλάιζερ εκεί πέρα, έχει παντρευτεί τον πάγκο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατηγορηματικός προσδιορισμός άνδρα ο οποίος επιλέγει συνουσία χωρίς προφύλαξη. Ως εκ τούτου η σεξουαλική επαφή γίνεται με το γυμνό δέρμα του μορίου του.


- Άσε, έσκασα προχθές στο σπίτι της γκόμενας απ' το φεστιβάλ τέκνο...
- Δερμάτινος μπήκες πάλι;
- Ναι.
- Μαλάκα, θα κολλήσεις καμιά βλεννόρροια σα τον Τζίμ και θα ψάχνεσαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συζητώ χαλαρά περί ανέμων και υδάτων με γυναίκα η οποία με έλκει ερωτικά. Η κουβέντα παραμένει αυστηρά σε φιλικό επίπεδο αλλιώς περνάμε στο επόμενο στάδιο που είναι το καυλαντίζω, καβλαντίζω.

-Γιώργο, πως πήγε η δουλειά σήμερα;

-Βαρετά. Ευτυχώς ήρθε η Μαιρούλα, κάναμε ένα τσιγάρο και χαζομούνιασα λίγο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιθέμενη βουτιά αυτοκτονίας που εκτελεί κρατούμενος προς αποφυγήν των βασανιστηρίων. Συνίσταται κατά τα θρυλούμενα εις την εκτίναξιν παραλλήλως του πατώματος με σκοπόν την ισχυράν πρόσκρουσιν του κρανίου επί του τοίχου του δεσμωτηρίου. Εις την απίθανη περίπτωσιν κατά την οποίαν ο προ των Υμετέρων οφθαλμών ορισμός περιέχει έστω και ελάχιστα ψήγματα αληθείας, δέον όπως θεωρείται βέβαιον ότι οι εν λόγω κρατούμενοι είναι άτομα αμόρφωτα και ανενημέρωτα, άτινα δεν ηυτύχησαν να εντρυφήσωσιν εις την επί του θέματος πλουσιωτάτη διεθνή νομολογίαν.

Ασφαλέστερον ως εκ τούτου θα ήτο να γίνει δεκτόν ότι η παρούσα ανάρτησις είναι εις αυνανισμός και ήμισυς, εφόσον είναι παγκοίνως γνωστόν ότι ουδαμού της Οικουμένης αι Διωκτικαί Αρχαί ουδεπώποτε εβασάνισαν κρατούμενον, σεβόμεναι προφανώς τας σχετικάς διεθνείς συνθήκας.

«Σήκω, Γιάννη, θα σε κουβαλήσουμε εμείς. Σήκω, αδερφέ μου, γιατί εάν μείνεις μόνος στη σκηνή και σε βρουν, θα σε σκοτώσουν σαν το σκυλί και θα πουν ότι έκανες ψαράκι και αυτοκτόνησες». Το «ψαράκι» ήταν η απονενοημένη βουτιά κάποιων κρατουμένων με το κεφάλι στους βράχους για να χάσουν τις αισθήσεις τους και να σταματήσουν τα βασανιστήρια.

εδώ

Μες στην Ασφάλεια τον Κρατούμενο [...] τον βαστάνε γ ε ρ ά. Οι Αστυνομικοί δεν φοβούνται μη τους φύγει. Φοβούνται μήπως ο Κρατούμενος κάνει ψαράκι. Στην argot της Antigua ψαράκι παναπεί κάνω ορμητική βουτιά στον τοίχο και σπάω το κεφάλι μου. Πρόκειται για μιά μισο-αυτοκτονία. Ο Κρατούμενος κάνει ψαράκι για να γλιτώσει τα μαρτύρια. Το ψαράκι δεν γίνεται μες στο κελί της Απομόνωσης (διαστάσεις 80 Χ 120 cm) γιατί θέλει κάποιαν απόσταση ώστε να πάρεις φόρα.

Ηλ. Πετρόπουλος Το Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη.

Γύρισε παρακαλεστικά προς το θάλαμο. Οι δικοί του τι λέγανε?
-Εμείς δεν σε θέλουμε πιά, άκουσε τη φωνή του θαλαμάρχη από το βάθος.

-Τέλος, Σταμάτη, άκουσε μιαν άλλη φωνή.

-Το ξέρω, απάντησε λαχανιάζοντας. Το ξέρω πως δε με θέλετε πιά. Τέλος. Το ξέρω, τώρα δεν ξαναγίνεται πιά, κι έδωσε την πρώτη κουτουλιά στο σίδερο γεμίζοντας το πρόσωπο αίματα. "Δεν ξαναγίνεται πιά", πρόλαβε να πει και με τη δεύτερη ήρθε ανάσκελα πάνω στο ράντζο.

Μάριος Χάκκας Το σπάσιμο, από τη συλλογή Τυφεκιοφόρος του εχθρού.

Μ' ένα καρφί και μ' ένα καθρεφτάκι / τις φλέβες σου όταν έκοψες θαρρώ.

Εδώ, από το 25:15 και μετά.

Got a better definition? Add it!

Published

Τα αντανακλαστικά κάποιου, ο οποίος είναι αρντάν.

- Του πέταξα το μπαλάκι κι έτσι όπως ήταν ξαπλωμένος πήγε να την πιάσει κι έπεσε!

- Πω ρε φίλε, και γαμώ τ'αρντανακλαστικά!

Got a better definition? Add it!

Published

Χρησιμοποιείται στην περίπτωση που κάποιος μας μιλάει, αλλά αυτά που λέει δεν μας αφορούν και τον γράφουμε στις αρχιδάρες μας. Ουσιαστικά σημαίνει ότι εμφανίζεται ένας μικρός ψωλοβρόντης με τρομπέτα στο μυαλό μας και την παιανίζει με περισσή μαεστρία.

-Καλά προχθές πήγα σε ένα καταπληκτικό κονσέρτο στο μέγαρο...
-Πουρουπου πουρουπουπουουουου

Got a better definition? Add it!

Published