Selected tags

Further tags

Συνώνυμο του νύχτα το πήρες; Δηλαδή όταν κάποιος είναι παντελώς ανάξιος κάποιου τίτλου που κατέχει (λ.χ. δίπλωμα οδήγησης, πτυχίο, δικτατορικό, κατάταξη Τοπ 10 στο σλανγκρ), και ακόμη κι αν αυτό το χαρτί είναι κωλόχαρτο, υποθέτουμε ότι το κέρδισε ανοίγοντας γαριδάκια, δηλ. ότι πρόκειται για ένα από αυτά τα χαζοδώρα τα εγκλειόμενα στα γαριδάκια, που δελεάζουν τα νήπια τ. Kinder έκπληξη.

Λέγεται και γενικότερα, για οποιοδήποτε αντικείμενο ή πρόσωπο είναι κατώτερο των περιστάσεων / προσδοκιών, ή πολύ αλλόκοτο / εκκεντρικό / ξεφτιλισμένο.

Πάσα: Οπτός Ανήρ.

  1. Από το Τρωκτικό:

    Britney Spears: Στα γαριδάκια το βρήκε το τατουάζ της;

  2. Η αποδόμηση του Άρχοντος των Δαχτυλιδιών από την Φρικηπαίδεια:

    Ο Σμήγκολ δέχτηκε και ο Σάουρον του έδωσε ένα δαχτυλιδάκι της πλάκας που το βρήκε στα γαριδάκια για να κοροϊδέψει με αυτό τους ανθρώπους.

  3. Στα ντορίτος την βρήκε; (Φρικηπαίδεια, encore):

    Η Ντόρα Μητσοτάκαινα-Μπακογιάννη (όπως Funny Πάλι-Πετραλια) είναι κόρη του κόμη Βλάντ Μητσοτάκουλα. Την βρήκε στα γαριδάκια δρακουλίνια ως δώρο στην Αλβανία και όταν ρώτησε τι ήταν του είπαν σε αλβαμνική προφορταά ντώρα και ο ίδιος ως ανορθόγραφος το σημείωσε στο ημερολόγιό του vw Ντόρα.

  4. Από φλώρουμ:

    Όταν το θέμα σου είναι η μετανάστευση των Ευρωπαίων στη διάρκεια του 16ου και του 19ου αιώνα, είναι δυνατόν να μην αναφερθείς στον ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό; [...] Επιπλέον, το σχόλιο του καθηγητή ήταν «που το βρήκες αυτό το πράγμα;» (απάντηση 1η «στα γαριδάκια!», απάντηση 2η «στη διεθνή βιβλιογραφία, ρε καραγκιόζη!» - διαλέγεις και παίρνεις όποια από τις δύο προτιμάς)...

  5. Από τα Νέα:

    Το ότι τολμάτε, εσείς οι ... ανύπαρκτοι, να ζητάτε την αποπομπή εκλεγμένων αντιπροσώπων του ελληνικού λαού, δείχνει τη ... σταλινική σας αντίληψη περί δημοκρατίας. Αλέκο, να χαίρεσαι τους νέους σου συνοδοιπόρους! Ήθελα να ''ξερα, που τους βρήκες, στα γαριδάκια;

Μεχρι να βρω διαφήμιση Μπόζο... (από Vrastaman, 12/06/10)

Δες και στα Λιντλ σε ψωνίσανε;.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολιτική φράση ξαφνικού κεραυνοβόλου διπλωματικού έρωτος. Πιο συγκεκριμένα, αφορά σε χρόνιες παθολογικές διπλωματικές σχέσεις κρατών που δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι είναι πλασμένα το ένα για το άλλο και συνηθίζουν να «καθυστερούν την αναγνώριση» ή να επισυνάπτουν άριστες διπλωματικές σχέσεις με τα γειτονικά τους κράτη τα οποία έχουν αντικρουόμενα συμφέροντα, και ξαφνικά, μια ωραία πρωία συνειδητοποιούν ότι δεν μπορούν το ένα χωρίς το άλλο. Φυσικά και αυτή η νέα πολιτική θέαση του διπλωματικού έρωτα η οποία παίρνει τη θέση της άλλοτε κρατούσας άποψης της στυγνής συμφεροντολογίας είναι made in Greece, διότι κάτι μας πιάνει το καλοκαίρι εδώ και θέμε να χαλβαδιαζόμαστε! Και βρήκε στο πρόσωπο του ιδανικού ερωμένου της το Israel (αφού δεν της έκατσαν άλλοι κι άλλοι) - ε, αν είναι ποτέ...

- Τι μαγευτική κρουαζιέρα Yorgo! Θα μου μείνει αξέχαστο το γεύμα που μου προσέφερες στο isle of Poros!!
- Άχου, άχου, Νετανιάχου... Να μας ξανάρθεις, να μας ξανάρθεις!

"δυστυχώς πρέπει να φύγω, George" - "μή φεύγεις, Benji" (από ΠΡΩΤΕΥΣ, 18/08/10)(από σφυρίζων, 08/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φυσιολογικά οι φράσεις χρησιμοποιούνται, η μεν πρώτη για να εκφράσει έκπληξη, ξάφνιασμα, θαυμασμό, απορία, ενώ η δεύτερη σαν χρονικό ερωτηματικό επίρρημα.

Στη σλανγκ version όμως, το κέντρο βάρους των εκφράσεων μετατοπίζεται έντεχνα, από την έκπληξη και τον χρόνο, στην άμφω περιεχόμενη προσωπική αντωνυμία «εσύ», αποδίδοντας επαναληπτικά ένα τελείως διαφορετικό όσο και μακάβριο πολλές φορές, νόημα.

- Τα 'μαθες; Πέθανε ο Ιάκωβος.
- Άντε κι εσύ! Πότε κι εσύ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ανπιστεύταμπλ, ανπιστέφταμπλ

Είναι η ελληνοποιημένη απόδοση του αντίστοιχου αγγλικού «unbeliavable» και σημαίνει «απίστευτο»!

Ωχ!!! Πώς το κανες αυτό ρε φίλε;; ανπιστεύαμπλ!!!

You\'re unpisteftable (από Vrastaman, 11/02/11)

βλ. και unpisteftable, unpisteutable, απιστεύταμπολ και το συγγενές καταπληκτικμάν. Δες και ανπιστεύταπολ στο cySlang.com.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιγράφει στυλ ανθρώπου, το οποίο κυρίως δεσπόζει στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, και χαρακτηρίζεται από τεχνητό και επιτηδευμένο σκανδαλισμό για φριχτά πράγματα που ανακαλύπτει όψιμα ενώ τα ήξερε και αυτός και όλοι. Είναι, δηλαδή, ό,τι και ο τσιαμτσίκας, με τον κλασσικό αποδομένο από τον Μητσικώστα διάλογο:

- Πέφτω από τα σύννεφα, Νίκο Τσιαμτσίκα!
- Έτσι όπως τα λες, Νίκο Ευαγγελάτο...

Δεν ξέρω αν θα έπρεπε να καταχωρισθεί, δεδομένου ότι υπάρχουν μόλις τρία διαδικτυακά ευρήματα (όλα στον Πληθυντικό), και τα εις -ακιας εγείρουν ζήτημα ως προς την καταχωρισιμότητά τους, πάντως περιγράφει πολύ υπαρκτό φαινόμενο.

  1. ΟΙ ΠΕΦΤΟΣΥΝΝΕΦΑΚΗΔΕΣ
    Ακούω αυτές τις ηχηρές εκπλήξεις – απορίες στον περίγυρο για την κατάσταση και απορώ. ΄Ολοι πέφτουν από τα σύννεφα για ό,τι πληροφορούνται. Εκπλήσσονται για τη θέση της ελληνικής εκπαίδευσης, για τη Δημόσια Υγεία, για τις φωτιές, για το ξήλωμα του Ζορμπά, για την έλλειψη νερού, (40 φράγματα εμείς έναντι 300 της Αλβανίας), για το σκουπιδαριό, τις ελληνικές χωματερές (όλα τα άλλα κράτη εφαρμόζουν την ανακύκλωση) για το ελλειμματικό ισοζύγιο (όμως εισάγουμε από την Κίνα μέχρι και σκόρδα), για την κατάσταση της οικονομίας (χρωστάμε 242 δισεκατομμύρια όταν ο προϋπολογισμός κλείνει με 80 δις και τα έσοδα του Δημοσίου είναι μόλις 50 δις. (Εδώ).

  2. Τα τερατωδη λογια της λειτουργησαν σαν ερεθισμα που περασε το κατωφλι της μεροληψιας με αλλα λογια. Και γινατε ολοι πεφτοσυννεφακηδες. Παρ\' ολα αυτα δεν λειτουργησε σαν εναυσμα για αναδρομη σε συμπεριφορες του παρελθοντος. (Εδώ).

  3. - Ένα από τα μεγαλύτερα κυκλώματα σωματεμπορίας εξάρθρωσε η Αστυνομία που συνέλαβε 8 άτομα που έφερναν από τη Ρουμανία ανήλικες κοπέλες και τις έβαζαν να δουλεύουν διπλοβάρδιες σε οίκους ανοχής. ''Θέλω από την καθεμία από εσάς χίλια ευρώ την ημέρα'' ήταν η απαίτηση του προαγωγού αλλά και οι μοναδικές ελληνικές λέξεις που με ξύλο και βιασμούς έμαθαν οι ανήλικες Ρουμάνες που έρχονταν στην Ελλάδα να δουν λίγο φως και συνήθισαν στο ημίφως του οίκου ανοχής που ήταν κλειδωμένες.
    - Τι ακριβώς σου έκανε εντύπωση;[...] Όλοι πεφτοσυννεφάκηκες είναι τελικά. (Εδώ).

(από Khan, 16/02/11) Ο πεφτοσυννεφάκιας Φαέθων, έργο του Rubens. (από Khan, 16/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε όταν κάποιος πνίγεται (επειδή στραβοκατάπιε), φτερνίζεται, βήχει ασταμάτητα, κλπ.

Συνοδεύεται (ειδικά στον βήχα) με χτύπημα στην πλάτη και με την προτροπή να κοιτάξει ο άλλος προς τα πάνω, ...εκεί όπου είναι ο Χριστός. Είναι δηλαδή επίκληση στον Χριστό που όλα τα κακά σκορπά.

Και: Χριστός κι Απόστολος, Χριστός και Παναγιά (και όσους βάλουμε τόσο αποτελεσματικότερο το ξόρκι).

Επίσης το λέμε όταν μάθουμε κάτι εξωφρενικά δυσάρεστο.

Παμπάλαιο, πασέ.

  1. - αααααααΑΑΑΑΑΨΟΥ!!!!!!!!
    - Χριστός!

  2. - Τα έμαθες; Η Νάσια έχασε το παιδί της, απέβαλε...
    - Ο Χριστός κι η Παναγιά! Πώς έγινε αυτό;

(από Khan, 31/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ανπιστεύταμπλ, ανπιστέφταμπλ

Ο απίστευτος, ο άπαικτος, ο ανπαίκταμπλ. Το λέμε όταν κάποιος κάνει κάτι απίστευτο ή ακατόρθωτο.

Προέρχεται από το αγγλικό στερητικό un και την ελληνική λέξη απίστευτος. Κανονικά η λέξη θα έπρεπε να γράφεται με «ευ» αντί του «φ», αλλά είναι κάπως δυσανάγνωστη, γι' αυτό το λόγο συνηθίζεται να τη γράφουμε με «φ».

Τι έκανε, ρε μαλάκα, το άτομο; Ανπιστέφταμπλ!

βλ. και ανπιστεύαμπλ, unpisteftable, unpisteutable, απιστεύταμπολ και το συγγενές καταπληκτικμάν. Δες και ανπιστεύταπολ στο cySlang.com.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που δηλώνει έκπληξη και βαθύ εντυπωσιασμό έπειτα από απροσδόκητη είδηση.

- Ο Βαγγελάκης του περιπτερά αποφάσισε να κάνει τον γύρο της ανατολικής Μακεδονίας με το πατίνι.
- Σώπα βρε αδερφέ! Τι να πω... παράξενο πουλί ο βάτραχος...

Παράξενο, πράγματι! (από Khan, 10/05/11)Χαμηλές πτήσεις (από Khan, 15/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται δίκην γεωλογικού όρου για να ονομάσει μια περιοχή γυναικείου κορμιού, ήτοι το στέρνο και τα στήθη μιας γυναίκας με χαμηλή έως μηδενική βυζοδυναμική, δηλαδή μιας πλακοβύζας. Για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο πρέπει το γεωλογικό ανάγλυφο της εν λόγω απλώστρας να είναι σχεδόν μηδενικό, με λίγα λόγια σανίδα. Σε διαφορετική περίπτωση χρησιμοποιούμε άλλους γεωλογικούς όρους, όπως βυζοχαράδρα, βυζοφαράγγι κ.τ.ό.

Για να μην αδικήσουμε, ωστόσο, την τοιαύτη βυζόπλακα, να πούμε ότι ακόμη και πέρα από την χρησιμότητά της ως σιδερώστρας, στην οποία μπορεί να μην προβούμε για ανθρωπιστικούς λόγους, ενδέχεται να παρουσιάζει ενδιαφέρον αν συνοδεύεται γενικά από μοντελέ ανορεξικό κορμί δι' ελέου και φόβου περαινόμενον. Εξάλλου, οι τεκτονικές πλάκες δεν αποκλείεται να προκαλέσουν στο μέλλον κάποιον βυζούβιο, είτε φυσικώς, είτε με ανθρώπινη παρέμβαση.

Η (α)γωνία του γερμανού μεταφραστή: Την λέξη την έχω ακούσει με αυτήν την σημασία προφορικά δύο διαφορετικές φορές. Στον γούγλη την βρήκα μόνο με την σημασία ότι κάποιος παθαίνει πλάκα από φοβερούς (μάλλον μεγάλους) βύζους (3ο παράδειγμα).

  1. - Απορώ και πώς στέκεται το τοπάκι στην βυζόπλακά της.

  2. - Πέρασα με χάδια την βυζόπλακά της και μετά καύλωσα όταν άγγιξα τις διαγραφόμενες πλευρές της. Κορίτσι της Μπιάφρας από τα λίγα!

  3. Θέμα: Βυζοπούλες γειτόνισσες.
    - Στα Mc Donalds, τωρα, παίρνει παραγγελίες στο drive thru.. Θα πάθετε τεράστια ΒΥΖΟΠΛΑΚΑ!!!
    - [...] Δυστυχώς απογοητεύτηκα. Πέτυχα την «βυζαρού» με τα «τεράστια» στο McDrive. Πρόκειται για παχουλοκομψή νεαρά, καμιά 80αριά κιλά, ατσούμπαλη με βυζιά ΣΕ ΚΑΜΙΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ άνω του 4... Το χειρότερο ήταν ότι είχε φάτσα σαν του Τάσου του Κουνέλη από την εκπομπή της Μπεκατώρου. Κρίμα και είχα φτιαχτεί ότι θα δω νέα περίπτωση μεγαλομαστίας... Τσάμπα κόπος... Mου βγήκε ξινό και το Mc Veggie! (Εδώ).

(από Khan, 25/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ανπιστεύταμπλ, ανπιστέφταμπλ

Απίστευτο. Λέξη ανάμικτη ελληνική και αγγλική δηλ. un- (αν-) και πιστεύω. Από το unbelievable.

Το έργο που είδαμε χτες με το Μήτσο ήταν ανπιστέφταμπλ

βλ. και ανπιστεύαμπλ, unpisteftable, unpisteutable, απιστεύταμπολ και το συγγενές καταπληκτικμάν. Δες και ανπιστεύταπολ στο cySlang.com.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified