Selected tags

Further tags

Στακάκι αποκαλείται το στοίβαγμα αναβολικών και άλλων ουσιών που καταναλώνουν σφίχτες και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις κατά την διάρκεια των προπονητικών τους κύκλων.

Υπάρχουν στακάκια για κάθε πικραμένο:

  • Το συνηθέστερο στακάκι περιλαμβάνει τουλάστιχον δύο είδη αναβόλας για τουμπάνισμα σε συνδυασμό με αντιοιστρογόνα ώστε ο ντόπερμαν να μην αναπτύξει δευτερογενή γυναικεία χαρακτηριστικά (βυζάκια, κλειτορίδα, συρρίκνωση όρχεων, κλπ).
  • Άλλα στακάκια με σκοπό το στέγνωμα περιλαμβάνουν καφεΐνη, βρογχοδιασταλτικά, ασπιρίνη, και θυρορμόνη. Στην Ελλάδα σερβίρονται σε μορφή φραπέ, αλλά με την καλή έννοια. Τέτοιου είδους στακάκια βρίθουν και σε άλλα σπορ, όπως το ποδόσφαιρο.
  • Ναρκοστακάκια αποκαλούνται όσα στακάκια αναβολικών περιλαμβάνουν και ντρόγκια. Ενώ υπάρχουν ελάστιχες καταγεγραμμένες περιπτώσεις ηρωινομανών σβαρτσών, αρκετοί σφίχτες στακάρουν κόκα, σπίντα και παυσίπονα με κωδεΐνη. Υπάρχουν ωστόσο αρκετοί 'ζάκηδες που ζτακάρουν ζουζού με μπρουταλίνη. Ασφαλώς και δεν αποσκοπούν σε αθλητικές επιδόσεις, γράμμωση ή κοιλιακούς-εξαπάκετα: το κάνουν διότι η αυξημένη τεστοστερόνη δρα αφροδισιακά στην καμένη λίμπιντό τους (περισσότερα εδώ).
  • Πιο προχώ στακάκια προσθέτουν νοοτροπικά στο χαρμάνι ώστε ο μπιλντεράς να ξεφύγει από το στερεότυπο άι κιου ραδικιού και να διευρύνει τους ορίζοντές του εν όψει συνταξιοδότησης. Πρώην σφίχτερμεν που υπερέβησαν τα εσκεμμένα και διεκρίθησαν στον δημόσιο βίο, και μάλιστα άνευ νοοτροπικών, περιλαμβάνουν τους Arnold Schwarzenegger και Γεώργιο Καρατζαφύρερ.

Εκ του αγγλικού stack.

- … το φιλαρακι σου εχει οραιο σωματακι. Μην παρει αλλο αμα το κανει για τις γκομενες. Στο σημειο που ειναι ειναι trendy buffed και παραπανω αρχιζει να φοβηζει τα θηλυκα. Θα σου ελεγα και σχεδον τι στακακι χρησιμοποιησε αλλα μαλλον δεν επιτρεπονται οι αναφορες σε drugs σε αυτο τον τομεα του forum. Αμα το ειχε στακαρει με κατι αλλο θα ειχε πιο σκληρα αποτελεσματα και πετρινους μυς.
(από εδώ)

- Λοιπον χτες που εκατσα αν δω ΤV βλεπω σε μια φαση σε δελτιο ειδησεων με παραθυρακια κτλ να γραφει «Βρεθηκε Εφεδρινη στον Βαρθολομαιο...» . Ειμαι σιγουρος οτι αμα ψαξουν λιγο καλλιτερα θα βρουνε σιγουρα και κανεναν αναστολεα του PDE5 ενζυμου οπως VIAGRA, CIALIS ή LEVITRA μιας και πηγαινε σε γκομενα δλδ. Το παραπανω στακακι ειναι αρκετα αποτελασματικο για τετοιες φασεις μιας και τα Viagroειδη αναστρεφουν την αγγειοσυστολη της εφεδρινης οποτε και στις κοκκινες στροφες δουλευεις και κουκου σου κανει. Δοκιμασμενα πραγματα...
(από εδώ)

- δεν ξερω αν κανει κακο στο bd αλλα φραπε με depon h aspirinh eιναι οτι πρεπει πριν τον μαραθωνιο των αγωνα κλπ...φυσικο ντοπινγκ. Οι παλιοι θα ξερουν...
- η εφεδρίνη σου λείπει να κάνεις το στακάκι..
(διάλογος από εδώ)

(από Vrastaman, 06/08/09)\'Στάκαμαν\' εν δράσει (από Vrastaman, 06/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1α. Μαγειρέματα = Μηχανορραφίες, ύπουλες, «υπόγειες» και δόλιες διεργασίες.

- Οι αποπάνω του ΔουΣου μαγειρεύουν μαζικές απολύσεις με στόχο και καλά την αναδιάρθρωση της εταιρείας.

1β. Μαγείρεμα = Παραποίηση, χάλκευση, νόθευση, αλλοίωση

- Θα μαγειρέψουμε τα νούμερα για να βγει θετικός ο ισολογισμός.

- Οι διαβόητες εκλογές «βίας και νοθείας» του 1961 αποτελούν κλασική περίπτωση εκλογικών μαγειρεμάτων.

Οι δύο πιο πάνω σημασίες υπάρχουν όμως και στο Μπαμπίνο. Τα καλύτερα έρχονται.

  1. Μαγείρεμα της πρέζας. Όπως η ορίτζιναλ μαγειρική έχει τα διάφορα συμπράγκαλά της (κατσαρόλες κλπ) και υλικά, έτσι και η παραμύθα έχει τα δικά της, που λέγονται as we already know σέα. Και καταρχήν, η πρέζα, η πλέον διαδεδομένη συνθηματική λέξη για την ηρωίνη, είναι όρος της μαγειρικής και σημαίνει την δόση. Ο πρεζάκιας λέγεται και δοσάκιας, ενώ η πρέζα λέγεται και αλάτι, προφάνουσλυ από το πολύ συνηθισμένο «μια πρέζα αλάτι».

Το μαγείρεμα της ζαπρέ και η τελική της κατανάλωση είναι μια καθημερινά επαναλαμβανόμενη ιεροτελεστία, συχνά χρονοβόρα και επίπονη. Η σκόνη τοποθετείται στο κουταλάκι, του οποίου η στραβωμένη συνήθως λαβή προδίδει τη χρήση του. Εκεί γίνεται η επεξεργασία της, η μετατροπή της σε ενέσιμο διάλυμα προς ενδοφλέβια χρήση. Η σκόνη αναμειγνύεται με νερό και κάποιο οξύ: λεμόνι ή το γνωστό ξινό, υποκατάστατο του λεμονιού. Ακολουθεί το βράσιμο, με τη βοήθεια κάποιου αναπτήρα, και ιδού η αχνιστή καραμέλα, έτοιμη να μπει στη φυσούνα προς βάρεμα.

Το λεμόνι επαρκεί για τη διάλυση μόνο της καλά κατεργασμένης πρέζας και είναι φυσικά πολύ προτιμότερο από το ξινό. Το τελευταίο επιστρατεύεται όταν έχουμε σκουρόχρωμες πρέζες, επεξεργασμένες ατελώς, με λιγότερες χημικές αντιδράσεις. Λιγότερο ραφιναρισμένες και με μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε όπιο. Λόγω του χρώματός τους, στη διεθνή των ναρκωτικών ονομάζονται και brown sugar. Περισσότερο αρρωστιάρα, η μπράουν σούγκαρ καταστρέφει τις φλέβες, ενώ και η χαρμάνα της (δλδ τα συμπτώματα στέρησης) είναι πολύ πιο επώδυνη. Μετά το μαγείρεμα, αφήνει ημιστερεά κατάλοιπα στο κουταλάκι, τα λεγόμενα μπάζα: μπορεί να είναι όπιο, σε μορφή λάσπης, συνήθως όμως πρόκειται για ουσίες νοθείας που δεν διαλύθηκαν. Γι' αυτό λένε πως ο πρεζάκιας μόνο στο κουτάλι βλέπει τι πράμα ψώνισε... Αν το μπάζο είναι όπιο, εννοείται δεν πάει στράφι. Ξαναβράζεται και ξαναματαβράζεται με ξινό: όλο και κάτι θα βγάλει, του πούστη. Το κάψιμο που προκαλεί είναι απ' τα λίγα.
Αντιθέτως, η περίφημη τάϊ (ταϊλανδέζικη πρέζα που παράγεται στο Χρυσό Τρίγωνο, κάτασπρη και κρυσταλλιζέ) διαλύεται με τη μία, χωρίς σχεδόν καθόλου μαγείρεμα. Αλλά που να βρεις τέτοιο μπερκέτι στην Ελλάδα...

  1. Μαγείρεμα, τέλος, είναι όρος που χρησιμοποιούν για να περιγράψουν τη δουλειά τους οι ασχολούμενοι με την τέχνη της χαρακτικής, οι χαράκτες. Υπάρχουν πάρα πολλά είδη χαρακτικής, κι αν εξαιρέσεις την απλούστατη ξυλογραφία σε πλάγιο ξύλο (π.χ. Τάσσος), σχεδόν όλα βασίζονται στη χρήση οξέων και άλλων χημικών (aqua-tinta, οξυγραφία, τσιγκογραφία σε πλάκα ψευδαργύρου κλπ). Πολύ συχνά θα ακούσεις χαράκτες να παρομοιάζουν τη δουλειά τους με κουζίνα. Αυτή είναι και η ειδοποιός διαφορά της χαρακτικής από τις αδελφές εικαστικές τέχνες της ζωγραφικής (πιο εγκεφαλικής, αν εξαιρέσεις αφηρημένους εξπρεσιονισμούς και action painting) και της γλυπτικής (που ενίοτε προσομοιάζει σε βαριά χειρωνακτική εργασία).

«Αδειάζει τη σκόνη σε ένα κουτάλι. Με μια χρησιμοποιημένη σύριγγα προσθέτει νερό και λίγο ξυνό, ένα χημικό παρασκεύασμα που αντικαθιστά το λεμόνι και χρησιμοποιείται στη μαγειρική. Μας εξηγεί ότι είναι απαραίτητο γαι να διαλυθεί η ηρωίνη. Τα ανακατεύει με ένα σουγιαδάκι κι ύστερα ανάβει έναν αναπτήρα κάτω από το κουτάλι. Σε μερικά δευτερόλεπτα το περιεχόμενο του κουταλιού αρχίζει και βράζει. Μια μαύρη ουσία σαν υγρή πίσσα εμφανίζεται στον αφρό. Ο Γιάννης λέει ότι είναι οι βρωμιές με τις οποίες νοθεύουν το ναρκωτικό»
Από εδώ.

  1. Η «κουζίνα» της χαρακτικής χρειάζεται πολλά προαπαιτούμενα που δεν είναι μόνο εικαστικά.
    Από εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σε απεξάρτηση ναρκομανής που κατέφυγε στον Ο.ΚΑ.ΝΑ. ή ο εργαζόμενος θεραπευτής εκεί.

Η χρήση του όρου δεν είναι πάντοτε ειρωνική.

  1. Οι κάτοικοι της περιοχής έχουν θέμα με τους οκανάδες και θέλουν να το κλείσουν το μαγαζί.

  2. (αυτοαναφορικόνε) Ελπίζω ο Μαυρόγιαννος να μην το πήρε με την πρώτη έννοια όταν είπα ότι πιθανόν να είναι οκανάς.

  3. Τι ακριβώς θες σήμερα; Να πάρεις την καθημερινή σου δόση;
    Δεν είμαι ο διαδικτυακός ΟΚΑΝΑς μανδάμ!
    (από μπλογκ)

Got a better definition? Add it!

Published

Πευκοβελόνα, στην σλανγκική των τακτικών επισκεπτών του Ο.ΚΑ.ΝΑ., είναι η βελόνα της σύριγγας με την οποία γίνεται η ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών ουσιών, πράξη γνωστή ως σουτάρισμα. Η λέξη προέρχεται από το φύλο του Πεύκου το οποίο έχει τη μορφή βελόνας.

Πευκοβελόνες βρίσκουμε άφθονες σε πάρκα (pun intended).

Μερσί στον knasso :-)

- Κοίτα 'κει ρε μαλάκα! Ο τύπος βγάζει αβέρτα την πευκοβελόνα μπροστά στον κόσμο!
- ... Γάμησε τα, κατάντια φίλε μου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη γλώσσα των τοξικομανών λιωμένο παγωτό είναι το αίμα της φλέβας μαζί με υγρή ηρωίνη το οποίο κυλάει στο χέρι. Ενδεχομένως τα Ξύλινα Σπαθιά αυτό να εννοούσαν στο ομώνυμο τραγούδι τους.

Σόρρυ κιόλας αλλά δεν έχω βρεθεί σε διάλογο τοξικομανών για να έχω σωστό παράδειγμα οπότε:

...λιωμένο παγωτό, κολλάει στο χέρι...

(από Khan, 04/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η βελόνα της σύριγγας στην γλώσσα των τοξικομανών. Λόγω του χρώματος και του σχήματος προφ.

- Τα 'μαθες; Ο Γιώργος έμπλεξε με την ασημένια σφήκα.
- Γάμησε τα..

Από το τραγούδι των Υπόγειων Ρευμάτων-Ασημένια Σφήκα:
...Σ' αρπάζει από τα μαλλιά η ασημένια σφήκα
βραδιές βραδιές και σε τινάζει πάνω...

- Τελευταία βρίσκω συνέχεια ασημένιες σφήκες στο παρκάκι...

(από AN21, 04/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπόροι από ποικιλία κάνναβης που δίνονται ως τροφή στα πουλιά όπως και άλλοι σπόροι (νίζερ, κεχρί, λινάρι, σπόροι γρασιδιού, περίλλα, μαρουλόσπορος κ.α.). Η εν λόγω ποικιλία κάνναβης έχει χαμηλή περιεκτικότητα σε αλκαλοειδή και ωσεκτουτού αποφεύγεται το μαστούρωμα των πουλιών.

Ωστόσο, το λήμμα αντικαθιστά πολύ συχνά τη λέξη «κάνναβη» και μ΄αυτή τη σημασία το συναντάμε σε ρεμπέτικα τραγούδια και σε συνομιλίες μεταξύ χρηστών μαριχουάνας.

Υπάρχει δε και προσωπική μαρτυρία του γράφοντα, ο οποίος συνάντησε προ 10ετίας σε επαρχιακή πόλη της Ιταλίας μαγκρεμπέ μετανάστη να περιφέρει ένα κλουβί με ένα καναρίνι και να ρωτά με νόημα τους υποψήφιους αγοραστές αν θέλουν να το ταΐσουν.

  1. Από ρεμπέτικο τραγούδι:

Δεν θέλω μόνιμη αγκαλιά, δεν θέλω μόνιμα φιλιά
Δεν θέλω έλεγχο τι κάνω και που πάω
Τi ώρα γύρισα εχθές, με ποιες αλήτευα προχθές
Τέτοια σκλαβιά δεν την μπορώ, δεν τη βαστάω
Θα ζήσω ελεύθερο πουλί κι όχι κορόιδο στο κλουβί
Για μια μονάχα θηλυκιά να κελαηδάω
Θα χτίσω είκοσι φωλιές κι άμα γουστάρω αγκαλιές
Από κανάρα σε κανάρα θα πετάω
Θέλει η ζωή μας αλλαγές και ας τσαντίζονται πολλές
Δεν δίνω φράγκο κάθε μια τι θα μου σούρει
Και το πουλί για να τραφεί, πρέπει ν' αλλάζει τη τροφή
Κι όχι σκέτο κανναβούρι κανναβούρι
Θα ζήσω ελεύθερο πουλί κι όχι κορόιδο στο κλουβί
Για μια μονάχα θηλυκιά να κελαηδάω
Θα χτίσω είκοσι φωλιές κι άμα γουστάρω αγκαλιές
Από κανάρα σε κανάρα θα πετάω

  1. - Φίλος ...έχω ...έχω. Έχω.
    - Μπα...
    - Έχω σου λέω. Κανναβούρι!
    - Μπα, είπαμεεεε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αποπνιχτική μυρωδιά ξινισμένου τυριού συνοδευόμενη από κιτρινισμένο νερό και τρίμματα φέτας από το χωριό (κάπου στην Ήπειρο... όχι απλά Ηπείρου) στο 3ο ράφι του παλιού ψυγείου Miele της γιαγιάς, με γεύση πιο πικρή απο το φετέισον του μπάρμπα-Θωμά που έχει την καλύβα απέναντι από το εκκλησάκι του χωριού... (γνωστή ως η καλύβα του μπάρμπα-Θωμά). Επίσης οι πιο γραφικοί παππούδες του χωριού λένε έτσι την αλμύρα που βάζουν την φέτα για να μην χαλάσει...(δεν τα καταφέρνουν και πολύ φαίνεται).

(Ο Γιάννης και η γκόμενα του μόλις φτάσανε στο παλιό σπίτι στο χωριό... η γκόμενα έχει πάρει φρέσκο γιαούρτι και αγγούρια για να φτιάξει μάσκα για το πρόσωπο)

-Αγάπη μου που να βάλω τα πράγματα που πήραμε...;
-Στο ψυγείο αφού πρώτα το ανοίξεις και το βάλεις στην πρίζα.
-Μπλιαξ... εδώ μέσα μυρίζει απαίσια... ο πατέρας σου πριν πεθάνει δεν τελείωσε όλο το τυρί που είχε φτιάξει...
-Ναιιιι... τρελαινόταν να ανοίγει το ψυγείο και να τον πνίγει η σαλαμούρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκατίν ονομάζουμε την αποπνικτική μίξη των ακόλουθων αερίων:

  • Σκατίλα.
  • Κωλίλα.
  • Σπρέι με άρωμα αγριοκέρασο (και μάγουλο βερίκοκο).

    Το παραπάνω συνονθύλευμα κάνει τον χρήστη της τουαλέτας, που χέζει και νομίζει ότι το σπρέι θα καταπνίξει τη σκατίλα, να κρατάει την αναπνοή του ώσπου να βγει έξω από το WC. Το καλοκαίρι ειδικά το αέριο Σκατίν δεν αντέχεται με τίποτα!

Η λέξη παράγεται από τις λέξεις: Σκατά και Σαρίν.

(Ο Παναγιώτης βγαίνει απο την τουαλέτα με γαλήνιο ύφος, σφυρίζοντας)
Τάκης: Επιτέλους βγήκες!(πάει μέσα)
Παναγιώτης: Ωχχ... θα τη μυριστεί τη δουλειά.
Τάκης: Ρε μαλάκα! Βρομάει Σκατίν εκεί μέσα! Τι το ήθελες το Γκλέιντ!

Shoko Asahara (μπουχέσας Ιάπων) (από Vrastaman, 31/07/09)Σφαγή του Κατυν (από Vrastaman, 31/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αποκαλείται όποιος ρουφάει ψειρίζει τα ντουμάνια από αναμμένο γάρο παρακείμενης παρέας, ελλείψει δικής του ποσότητας ινδικής κάνναβης.

- Ρε μάγκες ασφαλίτης είναι αυτός;

- Μπα μη ψαρώνεις, για ντουμανόψειρα τον κόβω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified