Selected tags

Further tags

Είναι το γκομενάκι που κάποιος έχει αποκλειστικά για το σεξ. Είναι μικρής ηλικίας απαραιτήτως και χρησιμοποιείται ενίοτε ως ρεζέρβα όταν κάποιος ξεμένει...

Τηλέφωνα, μηνύματα στο κινητό και γενικά απρόσμενο ενδιαφέρον μετά από πολύν καιρό σε κάποιο γκομενάκι από κάποιον με τον οποίο κάποτε είχε γίνει κάτι και ξαφνικά έγινε Λούης είναι σαφείς ενδείξεις ότι αυτός την έχει για γαμιολάκι του. Πρώτης τάξεως γαμιολάκια ασφαλώς γίνονται τα άβγαλτα κορίτσια που μαθαίνουν το σεξ από κάποιον και μετά δεν μπορούν να ξεκολλήσουν με τίποτα...

Don't try this at home! :P

  1. - Τι γίνεται με τη δικιά σου ρε Νίκο;
    - Τι να γίνει ρε μαλάκα, έναν μήνα έχουμε να το κάνουμε... Όλο κάτι έχει... Πάλι καλά που έχω κι εκείνο το γαμιολάκι και την παλεύω...
    - Ω ρε πίκρα! Πού να ήσασταν και παντρεμένοι...

  2. - Φίλε χθες πήδηξα εκείνη τη μικρή που σου έλεγα...
    - Έλα!
    - Και ήταν και παρθένα...
    - Έλα ρε μαλάκα! Και τώρα θα την έχεις για γαμιολάκι σου ε;
    - Χαλαρά και βλέπουμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τους πιο προσβλητικούς χαρακτηρισμούς που χρησιμοποιεί ο σύγχρονος Έλλην άνδρας για να περιγράψει μια γυναίκα, συνήθως -αλλά όχι απαραίτητα- νεαρή σε ηλικία, η οποία:

  • ντύνεται, μιλάει και συμπεριφέρεται προκλητικά - μάλλον σ' ένα φτηνιάρικο, βλ. και λάικα, και
  • γαμιέται αβέρτα κουβέρτα, αλλά
  • δεν κάθεται σ' αυτόν, ή
  • τού 'κατσε μία και μετά τον έφτυσε

Η λέξη ξεψώλι σχηματίζεται από το επιτατικό πρόθεμα ξε- σε συνδυασμό με την ρίζα ψωλ-(εξ ης και ψωλή, ψωλόχυμα, ψωλότσεπη και πλείστα άλλα) και, τέλος, την ουδέτερη κατάληξη . Το σύνολο σημαίνει μια γκόμενα που είναι, μεταφορικά και κυριολεκτικά, τελείως και μόνον για τον πούτσο. Την αίσθηση της απόλυτης ξεφτίλας επιτείνει κι άλλο η επιλογή κατάληξης ουδέτερου γένους ώστε η γυναίκα να υποβιβάζεται στο επίπεδο πράγματος - όπως π.χ. συμβαίνει και με τη λέξη τσόλι.

Πολλές λέξεις υπάρχουν που, όπως και το ξεψώλι, αποκρυσταλλώνουν μια βαθιά περιφρόνηση προς τις γυναίκες αλλά, ίσως, καμμιά άλλη δεν είναι τόσο απαξιωτική - ίσως γιατί σχεδόν όλες οι άλλες τέτοιες λέξεις έχουν και κάποιες ψιλοθετικές συνδηλώσεις. Για παράδειγμα, οι λέξεις πουτάνα, γαμιόλα, καριόλα και χαμούρα αφήνουν να εννοηθεί ότι την περί ης ο λόγος δεν μπορεί κανείς να την πάρει στα ελαφρά - όλες αυτές οι λέξεις έχουν και την έννοια της πονηριάς και της υπουλίας. Παρομοίως, λέξεις όπως καυλόμουνο και μουνόσκυλο αποπνέουν κάτι το σκληρό. Η ψωλού, η ψωλομαζεύτρα και η πουτσαρπάχτρα έχουν όσο νάναι μια μαγκιά ενώ ο χαρακτηρισμός πουτσανάφτρα είναι σχεδόν κοπλιμάν. Οι λέξεις ξεκωλόμουνο και ξεκωλοπατόμουνο έχουν σαφώς προσβλητική διάθεση αλλά είναι και τόσο εμφανώς κατασκευασμένες που η ισχύς τους ατονεί. Λέξεις όπως μουνίτσα, καυλίτσα, πουτανοκαυλίτσα, γαμιολάκι, τσουλάκι, ψωλίτσα και ψωλέτα είναι και αυτές συγκριτικά ασθενέστερες από το ξεψώλι, προφανώς λόγω της υποκοριστικής κατάληξης. Τέλος, δυο λέξεις που σημασιολογικά είναι ίσως πλησιέστερα στο ξεψώλι, το καβλοράπανο και ο πουτσομεζές, τείνουν πρωτίστως να βγάζουν γέλιο.

Το επιτατικό πρόθεμα ξε- δεν πρέπει να συγχέεται με το στερητικό ξε-. Το επιτατικό ξε- ενισχύει στο μάξιμουμ την σημασία του ρήματος που ακολουθεί, π.χ. ξεκουφαίνω, ξεσκίζω και ξεκωλώνομαι, ενώ το στερητικό ξε- την αναιρεί, π.χ. ξεβιδώνω, ξεπαγώνω και ξεβρακώνομαι.

- Πέρασε κι η Ντίνα ... με το ξεκωλτέ ως συνήθως κι έσερνε κι έναν μαύρο ... - Ασ' το, μωρέ, το ξεψώλι ... ποιος την γαμεί αυτήνα; - Ο μαύρος;;; (Και πάντως όχι εσύ, φιλάρα). - Άει γαμήσου, ρε μαλάκα ... εγώ φταίω που σου μιλάω ...

βλ. και μουνί, καυλόμουνο, αμαρτωλό, τρύπα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ΠΩΣ ΠΡΟΕΚΥΨΕ Η ΦΡΑΣΗ

Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε ο Ισθμός της Κορίνθου. Η Πελοπόννησος ήταν ενωμένη με την στερεά Ελλάδα και όποιος ήθελε να πάει Πειραιά Πάτρα δια θαλάσσης, έπρεπε να κάνει το γύρο της Πελοποννήσου. Είχαν εφεύρει όμως μία – κουραστική - εναλλακτική λύση. Έσερναν τα καράβια πάνω σε κορμούς δένδρων και τα περνούσαν απέναντι δια ξηράς.

Επίπονη η εναλλακτική αλλά στη διαδρομή – που κρατούσε μέρες – υπήρχαν κάτι μπουρδελάκια με κοπέλες όμορφες, πρόθυμες και περιποιητικές. Οι ναυτικοί, για ευνόητους λόγους, προτιμούσαν τον δια ξηράς δύσκολο δρόμο και οι στεριανοί έλεγαν –και είχαν δίκιο– πως το μουνί σέρνει καράβι.

Αιώνες αργότερα, οι ναυτικοί – κυρίως οι Έλληνες – αποδείχτηκαν ιδιαιτέρως μερακλήδες. Δεν υπήρχε λιμάνι που να μην έχουν και μία αρραβωνιάρα. Δεν υπήρχε πουτάνα λιμανιού που δεν μιλούσε Ελληνικά. Δυστυχώς όμως, οι φορτοεκφορτώσεις των πλοίων ολοκληρώνονταν με γοργούς ρυθμούς, ενώ οι καυλοπυρέσσοντες ναυτικοί ήταν αχόρταγοι και ποτέ τους δεν επέστρεφαν έγκαιρα. Τα πλοία έμεναν δεμένα να τους περιμένουν. Και είχαν δίκιο οι αγανακτισμένοι καραβοκύρηδες να λένε πως το μουνί δένει καράβι.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΟΥΝΙ (ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ - ΕΛΑΧΙΣΤΟΥΣ ΕΛΠΙΖΩ - ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ)

Μουνί ή γατάκι ή αιδοίο, ονομάζεται το σύνολο των γυναικείων εξωτερικών σεξουαλικών οργάνων, η είσοδος του κόλπου και οι γύρω περιοχές. Το αιδοίο περιλαμβάνει το εφήβαιο - που βρίσκεται μπροστά -, το περίνεο - πίσω -, ενώ δεξιά και αριστερά δεσπόζουν τα δημοφιλή μεγάλα και τα λιγότερο δημοφιλή μικρά χείλη. Ο λιπώδης ιστός και το δέρμα στην μπροστινή πλευρά του αιδοίου ονομάζεται εφήβαιο ή όρος της Αφροδίτης. Εκεί ακριβώς αναπτύσσεται τριχοφυΐα σε σχήμα τριγώνου και αποτελεί πηγή πλουτισμού για τους κατασκευαστές γυναικείων ξυριστικών μηχανών μια και το ξυρισμένο αιδοίο έχει «άλλη χάρη» όχι μόνο στις παστρικιές μα και στις τίμιες.

Στην πραγματικότητα, αυτό που συνήθως αποκαλούμε μουνί δεν είναι παρά μία περιοχή εξαιρετικά ερωτογενής και ευαίσθητη στο άγγιγμα, η οποία προστατεύει το άνοιγμα του κόλπου και το στόμιο της ουρήθρας, ενώ φιλοξενεί την «ανδροπρεπή» κλειτορίδα.

Υπάρχουν αιδοία ευαίσθητα, λιγότερο ευαίσθητα, ρηχά, βαθιά, φαρδιά, στενά κλπ., όμως όλα έχουν το ίδιο σχήμα, ακόμη και τα Ασιατικά. Παρά τις διαδόσεις που θέλουν το Ασιατικό αιδοίο να μην είναι έτσι (|) αλλά έτσι (-), στην πραγματικότητα, ο διάσημος αυτός τύπος αιδοίου είναι απλώς στενός (.). Δηλαδή πολύ στενός! Τόσο στενό είναι το Ασιατικό αιδοίο που θα μπορούσαμε με εγκυρότητα και αρμοδίως, να δηλώσουμε ότι ο στενότερος Ευρωπαϊκός πρωκτός είναι πιο ευρύχωρος απ' το πλέον ξεσκισμένο Ασιατικό αιδοίο.

Κατά μήκος του κόλπου υπάρχει ένας υποβλεννογονιακός ιστός, γεμάτος αιμοφόρα αγγεία. Με τη δράση του ανοίγει ή κλείνει το εσωτερικό του κόλπου. Μέσα στο επάνω τμήμα του κόλπου, ακριβώς πίσω από το ηβικό οστούν, λέγεται ότι υπάρχει μια περιοχή από σηραγγώδη ιστό που, όταν ερεθιστεί, προκαλεί ένα διαφορετικό είδος οργασμού. Η ζώνη αυτή είναι γνωστή ως «σημείο G«. Πολυετείς έρευνες του γράφοντος απέδειξαν αρμοδίως ότι το σημείο αποτελεί παραμύθι που έχουν εφεύρει οι ανοργασμικές για να κάνουν τις καλογαμημένες να σκάσουν απ' τη ζήλια τους.

Γενικά και εν κατακλείδι, το αιδοίο αποτελεί κοινή καταγωγή και κοινό στόχο των ανθρώπων. Άνδρες γυναίκες ασχολούνται μαζί του. Οι μεν άνδρες με σκοπό να το κατακτήσουν, οι δε γυναίκες με σκοπό να το καταστήσουν παγίδα. Οι άνδρες δουλεύουν, κλέβουν και εξαπατούν για να βγάλουν λεφτά και με τα λεφτά αγοράζουν κότερο που ως γνωστό είναι μεγάλη μουνοπαγίδα. Οι γυναίκες κάνουν δίαιτα, βάφονται, φτιασιδώνονται, ξυρίζουν το όρος της Αφροδίτης και τα πόδια τους με σκοπό να καταστήσουν το αιδοίο τους πεοπαγίδα. Κατόπιν αφήνουν την πεοπαγίδα τους να πιαστεί στη μουνοπαγίδα (κολ μι κότερο).

Φαύλος κύκλος το αιδοίο. Κάτι σαν τη Ρώμη. Όλοι οι δρόμοι οδηγούν εκεί.

Οι αρχαίοι ημών είχαν πλήρως αντιληφθεί τη σπουδαιότητα του αιδοίου και είχαν γεμίσει τα ιερά με τις λεγόμενες ιερόδουλες. Η μήτρα υπήρξε ανέκαθεν ιερή. Η θεά Δή-μητρα (η μήτρα της γης) χάριζε στους θνητούς όσα οι Θεοί ήθελαν για πάρτη τους αποκλειστικά. Όμως αυτά είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο.

Το παρόν πόνημα κλείνει με μία διαπίστωση, αποτέλεσμα πολυετούς έρευνας.

Το αιδοίο παρότι έχει χείλη, δεν ομιλεί.

Ευτυχώς.

Διότι αν το αιδοίο είχε φωνή, θα είχε πολλά να πει για την κυρά του, ελάχιστα για τον κύρη της κυράς του και μερικά για τον κουμπάρο.

(κουμπάρος, ο: εκείνος ο οποίος ερωτοτροπεί με παντρεμένες., δηλαδή γαλατάς, υδραυλικός, ηλεκτρολόγος κλπ)

- Είσαι ντιπ τρελός ρε Τάσο;
- Γιατί ρε;
- Πήρες της πιτσιρίκας κόσμημα 20.000€ ρε μαλάκα;
- Για την πάρτη της όλα. Τέτοιο μουνί δεν έχει ο κόσμος όλος. Ααααχ (βαθιά ικανοποίηση), το μουνί σέρνει καράβι, Κώστα μου εμένα δε θα σύρει;

Πηγή: εδώ. Bλ. και το αιδοίο σύρει πλοίο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάω σε γαμήσια: Χιουμοριστική φράση που στο άκουσμα της, οι γνωρίζοντες γελούν πονηρά. Οι δε ανυποψίαστοι εκπλήσσονται, γιατί σα λίγο κουφάλες που είμαστε θέλουμε να τους παραπλανήσουμε. Όπως και να το κάνουμε, το άκουσμά της δημιουργεί πικάντικη ατμόσφαιρα.

Όχι... όχι, δε μιλάμε για συνουσία, παρτούζα και τα ρέστα. Τίποτα απ' αυτά... Τι όμως θέλει να πει ο ποιητής;

Η φράση σημαίνει απλά πάω σε γάμο και η εξήγηση είναι η ακόλουθη: πάω σε βαφτίσια σημαίνει πάω σε βάφτιση, άρα κατ' αναλογία πάω σε γαμήσια σημαίνει πάω σε γάμο. Μ΄άλλα λόγια, πάω σε γαμήλια τελετή.

Απόγευμα Σαββάτου ο Δημητράκης ο λέτσουρας, ντυμένος με κουστουμιά απαστράπτουσα, βγαίνει απ' το σπίτι του.
- Πού πας έτσι στολισμένος σα γαμπρός ρε Δημητράκη;
- Πάω σε γαμήσια.
- Και πού κολλάει ρε η κουστουμιά και η κυρίλα ρε μεγάλε; Μπας και θα πάτε πρώτα σε κάνα μπαράκι για να συναντηθείτε με τα μωρά που στη συνέχεια θα κουτουπώσετε;
- Τσου.
- Τότε μπας και θα παίξετε πρωτύτερα κάνα σεναριάκι που απαιτεί τέτοια αμφίεση, για να φτιαχτείτε;
- Κούλαρε ρε μαλάκα. Τι πίπες είναι αυτές που λες; Πολλή φαντασία έχεις; Μπας και μαστούρωσες; Τίποτα απ' αυτά. Σε γάμο πάω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το διδακτορικό περιπαιχτικά, όπως προκύπτει από λογοπαίγνιο των αρχικών του τίτλου. Παραπέμπει σε άμεση σύνδεσή του με τον πούτσο, ανάγκη που προκύπτει από και για διάφορους λόγους, όπως: η διακωμώδηση και απομυθοποίησή του, η οικειότητα με το αντικείμενο, η επί μακρόν δυσκολία και τα απαιτούμενα αλλά δυσεύρετα συνήθως μέσα για την απόκτησή του.

Η λέξη προέρχεται από τη συντομογραφία του τίτλου Doctor of Philosophy, Ph.D. δηλαδή, που κανονικά προφέρεται πι-έιτς-ντι. Είναι δημοφιλής σε κύκλους ελλήνων φοιτητών στο Αμέρικα και ιδίως σε αυτούς των υποψηφίων πουτσουντούχων.

Επίσης σημειώνεται πως άλλο πουτσουντί και άλλο P.h.D..

- Πόσο θέλει ακόμη ο Μήτσος να τελειώσει;
- 3-4 χρόνια στο νερό, τώρα τέλειωσε το μάστερ και συνεχίζει ακάθεκτος βλέπεις για διδακτορικό...
- Α καλά, 2 χρόνια μάστερ, 4 χρόνια πουτσουντί, φέξε μου και γλίστρησα... Άμα γυρίσει ποτέ Ελλάντα, εμένα να μου τρυπήσεις τη μύτη!

Το κλιπ με τα χαμένα έξι χρόνια (από poniroskylo, 09/10/08)

Δες και δικτατορικό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση έντονα προσβλητική. Πρωτοεμφανίστηκε στα κατώτερα λαϊκά στρώματα και γρήγορα έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό. Χρησιμοποιείται κυρίως από άντρες για να περιγράψουν την έντονη παρουσία γυναικείου, πολλά υποσχόμενου πληθυσμού.

- Μαλάκες, πήγατε στο πάρτυ της Φωφώς;; - Ναι, ρε φίλε!! Τόσες γκόμενες μαζεμένες... του μουνιού το πανηγύρι!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σκωπτική αυτή στιχομυθία πηγάζει από την βαθιά ριζωμένη λαϊκή πεποίθηση ότι οι κουτσές γυναίκες –καθώς και οι πάσχουσες από οποιαδήποτε άλλη δυσμορφία ή αναπηρία– είναι αντισταθμιστικά καλύτερες στο κρεβάτι, απλούστατα επειδή προσπαθούν πιο σκληρά.

Η έκφραση χρησιμοποιείται πλέον στηλιτευτικά προς άτομα αργόστροφα ή αναποτελεσματικά, ιδιαίτερα δημόσιους υπάλληλους.

Υπάρχει πληθώρα εναλλακτικών διατυπώσεων, όπως το «πάει κούτσα-κούτσα και χαίρεται την πούτσα», η πιο καθωσπρέπει διατύπωση «έλα κούτσα-κούτσα και κούτσα-κούτσα έλα», αλλά και η εκστέντεντ βέρσιον
«Έλα κούτσα-κούτσα και πιάσε μου την πούτσα και χώσ' τη μες τον κώλο σου να κάνει πλάτσα-πλούτσα»

«Έλα κούτσα κούτσα και γλύψε μας την πούτσα και όπως έρχεσαι πάρε γκασμά γιατί η τσουγκράνα αφήνει κενά» (Από forum)

Κούτσα-κούτσα, η Heather Mills έπιασε τον κώλο του Paul McCartney... (από Vrastaman, 25/09/08)Δημόσιο φορέβερ! (από Vrastaman, 25/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρρενωπότερη και εμφατικότερη παραλλαγή του κωλοβαράω και, εννοείται, του μαλακίζομαι. Δεν είναι κυριολεκτική η σημασία της λέξης, δεν βαράω τον πούτσο μου δηλαδή (όπως λέμε «βαράω μύγες»), ούτε και τραβάω μαλακία ντε και καλά, απλώς σκοτώνω τον χρόνο μου σα να τα έκανα όλ' αυτά. Για τις δύσκολες στιγμές και τις ώρες που δεν περνάνε με τίποτα. Στο σπίτι, στο γραφείο, στο σχολείο, στην καφετέρια, στον δρόμο, στη ζωή γενικά. Αγαπημένη απασχόληση του Έλληνα, λένε οι κακές γλώσσες. Μάλλον φταίει το κλίμα, δεν εξηγείται αλλιώς.

Χρησιμοποιείται και για γυναίκες κι ας μη διαθέτουν το περίφημο αυτό εργαλείο.

Παράγωγο: η πουτσοβάρα (κατά το κωλοβάρα).

Πουτσοβαράγαμε χθες όλη μέρα στη δουλειά μέχρι που έσκασε η πίπα για του δίδυμους πύργους και μετά δεν σηκώσαμε κώλο για ένα μήνα, φίλε μου! (από το αρχείο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πεοθηλασμός. Χρησιμοποιείται άλλοτε και για όμορφες κυρίες...

Πωπώ Παναγία μου τι σουσέλ ήταν αυτό;!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρυσιά - όχι πολύ βαριά - σε περιπτώσεις που θέλεις να αποφύγεις χριστοπαναγiες.

-Δεν έρχομαι μαζί σου. Bαριέμαι...!
-Της θειας σου το μπουγαδοκόφινο...!

παρακαλώ το ορθογραφικό να μην διορθωθεί (από jesus, 29/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified