Further tags

Στα καλιαρντά σημαίνει το δηλητήριο ή τη φόλα, εκ των τζάζω (=διώχνω) και τιραχό (=παπούτσι), -αμφότερα προερχόμενα από τη ρομανί-, ενώ όλο μαζί τζάζω τα τιραχά σημαίνει πεθαίνω, και το σεκέρι που σημαίνει γλύκισμα από το τουρκικό şeker (=ζάχαρη).

- Βουέλω βιζιτασιὸν κουραβὲλ στὸ ἐμάντες τσαρδὶ τῆς καμπανίας. Ἀβέλω πάρτυ γιὰ ὀχτὼ καθιστούς, κι ἡ μαμὰ θὰ μαγειρέψῃ φακές.

- Ἄχατα, ἄχατα, ἀλλὰ τὸ λοιμόρο τὸ λυσσαγμάν, τὸν ἀγριογουγουλφάκη νὰ τὸν τζάσῃς, γιατὶ θὰ τοῦ ἀβέλω τζαστιραχοσεκέρι.
Τουτέστιν: - Θέλω νὰ μ’ ἐπισκεφθῆτε γιὰ γαμήσια στὸ ἐξοχικό μου. Θὰ κάνω πάρτυ γιὰ ὀχτὼ καθιστούς, κι ἡ μαμὰ θὰ μαγειρέψῃ fuckιές (παραπλανητικὲς πουστοκουβέντες κενὲς ἀκριβοῦς περιεχομένου, μεστὲς ὅμως νοήματος)

- Σύντομα, σύντομα, ἀλλὰ τὸν ἀπεχθῆ λυσσάρη σκύλο νὰ τὸν διώξῃς, γιατὶ θὰ τοῦ ρίξω φόλα. (Παράδειγμα Αἴαντος).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει αρχίδια, ή μάλλον πιο συγκεκριμένα τον εκλεκτό μεζέ "αμελέτητα". Δόκιμη, πιστή μετάφραση του "mountain oysters" που χρησιμοποιείται σε βόρειες ΗΠΑ και Καναδά. Μια εξαιρετική περίπτωση αφού στα ελληνικά οι δύο λέξεις ριμάρουν δίνοντας έτσι δυνατότητα για πολλά παιχνιδίσματα.

Να σημειώσουμε εδώ παρεμπιπτόντως ότι η ριμαδόρικη σλανγκ, ακριβώς αντίστοιχη των παραπάνω, είναι μέρος της λονδρέζικης διαλέκτου. Μερικά παραδείγματα (συγχωρέστε το αγγλικό) , bees and honey for money, adam and eve for believe, ace of spades for AIDS κτλπ. Οπότε κανείς χρησιμοποιεί το πρώτο στιχάκι αντί της κυριολεξίας.

Εναλλακτικά, στρείδια του βουνού, αν προτιμάτε τον πεζό λόγο.

-Πού σαι κυρ Βαγγέλη! Φέρε και μια βουνίσια στρείδια.
-Δε μ' λες.. Αθηναίος είναι τ' αξιούραγο ζαγάρ;...
-Αρχίδια θα πάρ'ς αν δε βήξ'ς κρούνα!


βουνίσια στρείδια

Got a better definition? Add it!

Published

Παράγωγο του ρ. μουνουχάω, αναφέρεται στο ευνουχισμένο νεαρό κριάρι, που αποτελεί εκλεκτό μεζέ.

Σε πολλά χωριά, ο ευνουχισμός του αρσενικού ζώου εφαρμόζεται με στόχο τον έλεγχο των ορμονών, οι οποίες ως γνωστόν, προσδίδουν έντονη και δυνατή γεύση - μυρωδιά στα αρσενικά σφαχτάρια. Το μουνούχι, ευνουχισθέν γαρ, έχει σφιχτό κρέας αλλά λιγότερο έντονη γεύση και μυρωδιά, κοινώς γνωστή και ως βαρβατίλα.

Απόσπασμα από blog:
Παραμονή τ’ Αι Λιά στη Σαρακινάδα και το μουνούχι που ξεκοκαλίσαμε εξαιρετικό. Εορτάζων και Αμφιτρύων, ο Λιας Τσαμάκος και το σφαχτάρι, από τη στάνη του Κώστα Μερκούρη. Στο μαγείρεμα όμως, απ’ ότι έμαθα, έβαλε το χεράκι του, ο Σωτήρης ο Νικολόπουλος και σκέφτομαι σοβαρά, να τον προτείνω για αρχισέφ, σε γνωστή χασαποταβέρνα. Όλα εξαιρετικά, και του χρόνου πατριώτη, μόνο που θα ξανάρθω, με αυτοκίνητο που θα έχει μουσική, γιατί η χορωδία που είχε στο πίσω κάθισμα ο αντιδήμαρχος, παραήταν φάλτσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξ επόψεως ευαισθησιών των σφίχτηδων, το βρώμικο δεν είναι μόνο το φαγητό με «αμφίβολη ποιότητα και καθαρότητα των συστατικών του» (δες άλλο ορισμό), αλλά κυρίως αυτό που προκαλεί βρωμιά, δηλαδή το φαγητό που περιέχει πολλά λιπαρά.

Πάσα: Jeanoir, encore.

- Ευτυχώς, με την δουλειά που έχω κάνει και την γράμμωση που έχω πετύχει, μπορώ να τρώω και κανά βρώμικο πού και πού, γιατρέ μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καμμένο υπόλειμμα. Σπανιότερα το απομεινάρι, το κατακάθι, το κουκούδι.

Διεκδικεί τη θέση του στο σλανγκρ, λόγω τοπικότητας του ιδιωματισμού για λόγους καταγραφής και μόνο. Δεν το ‘χω ακούσει πουθενά πλην της ιδιαίτερης πατρίδας μου (Γκάτζλαντ) και γίνεται πολλαπλή αναφορά σε Πασχαλινά τραπεζώματα κατά τα οποία συγγενείς συναγωνίζονται στις επιστημονικές γνώσεις τους για το ορθό ψήσιμο του οβελία, σπληνάντερου κλπ.

Ψάχνοντας την από νέτι προέλευση της λέξης, ο Κακάτσης είναι πατριδωνυμικό επώνυμο αρβανίτικης προέλευσης, ο καταγόμενος από το Κακάτσι της ΝΑ Αλβανίας (εδώ).

Ακόμα από νέτι: χάλα χάλα, Ποντιακός Χορός της περιφέρειας Κακάτσης (Αργυρούπολη). (εδώ).

  1. Βγάλτο συμπέθερε απ’ τη σούβλα, κατσίκι θα φάμε ή κακάτσι;

  2. Κακάτσι το ‘κανες γυναίκα το φαΐ, άχρηστη σα τη μάνα σου κι εσύ.

  3. Σταμάτα να βγάζεις κακάτσια απ’ τη μύτη σου, θα σου πέσει.

(από VAG, 22/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Υπερήλικο) κρέας προορισμένο για στρατιωτική χρήση. Εποχής πολέμου της Κορέας, στη χειρότερη περίπτωση.

- Πιάσε ρε κωλόψαρο το μαμούθ και δεσ' το στο τζιπάκι να τελειώνουμε!

Βλέπε και γκοτζίλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το νερόβραστο φαγητό, με πολύ ζουμί και ελάχιστη γεύση. Ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από τον ήχο που ακούγεται ρίχνοντας στερεά υλικά στο νερό που βράζει.

- Ψηλέ, τι έχουμε για φαΐ;
- Πατάτες μπλουμ.
- Πάλι ρε πούστη μου... Πατάτες μπλουμ, μακαρόνια μπλουμ, για το πούτσο είναι ο μάγειρας... Πότε θα πάω σπίτι μου να φάω σαν άνθρωπος...

O νερόβραστος δήμαρχος της Νέας Υόρκης Michael BLOOMberg. (από Vrastaman, 12/09/08)Πάλι μπλουμ ... (από poniroskylo, 12/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι ταξιδευτές θα γνωρίζουν φυσικά τις πιο διαδεδομένες κατηγορίες του (πολύτιμου) πρωινού γεύματος που προσφέρουν τα αξιοπρεπή ξενοδοχεία: English, Continental και American Breakfast.

Εν συντομία και με σειρά αυξανόμενης βαρύτητας (βλ. επίπεδα θερμίδων, χοληστερίνης και ενέργειας):

Continental Breakfast
Το πρωινό της ηπειρωτικής Ευρώπης (εξ’ ου και το όνομα), αποτελείται από καφέ/τσάι, γάλα, χυμό, ποικιλία προϊόντων φούρνου (μπριός, κρουασάν, μπισκότα), αλλαντικά, τυριά, μαρμελάδες, μέλι και δημητριακά.

American Breakfast Ουσιαστικά, η «αμερικανοποιημένη» έκδοση του English, αποτελείται από αυγά (συνήθως scrambled), λουκάνικα, μπέικον, hash brown (πατάτα σε μορφή μικρής τηγανίτας), ψωμί και muffins.

English Breakfast
Η βασική έκδοση, αποτελείται από αυγά, μπέικον, τηγανητή ή ψητή τομάτα, ψητά μανιτάρια, φέτες τοστ και λουκάνικο. Παραλλαγή αυτού είναι τα Scottish και Irish όπου κάποια υλικά αντικαθίστανται ή προστίθενται τοπικά εδέσματα (π.χ. black pudding στην Σκωτία). Οι πιο βαριές εκδόσεις περιλαμβάνουν υλικά τα οποία είναι αηδιαστικά στους μη μυημένους, όπως φασόλια (baked beans), ρέγγα, τηγανητό νεφρό χοίρου (ή steak and kidney pie) και haggis (Σκωτία).

Ο βασιλιάς του πρωινού γεύματος ωστόσο δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από το Greek Breakfast. Όσοι αναγνώστες βιάστηκαν να συνδέσουν νοητά το πρωινό αυτό με το ψωμί 5 ημερών, το παγωμένο βούτυρο, την πλαστική μαρμελάδα σε μερίδα, τον νες με χλιαρό νερό και τον ζαχαρώδη χυμό πορτοκάλι που σερβίρουν τα Live-your-Myth κοτέτσια ανά την επικράτεια, γελάστηκαν…

Όχι φίλες και φίλοι -(c) Λιακόπουλος-, το Greek Breakfast είναι η επιτομή της υγιεινής ζωής, η πεμπτουσία της διατροφικής αξίας, ο Νώε των απαραίτητων διατροφικών στοιχείων, η απάντηση στις απαιτήσεις του σύγχρονου ανθρώπου. Το Greek Breakfast είναι Φραπέ(ς) και τσιγάρο.

Ρωτήστε τους απανταχού φοιτητές, τους πολυπληθείς αργόσχολους και χλιδάνεργους στις άπειρες καφετερίες -προσοχή στον τόνο- της χώρας, άσχετα αν οι τελευταίοι το παίζουν «κάποιοι» παραγγέλνοντας Freddo και θα σας βεβαιώσουν για το μεγαλείο του Greek Breakfast.
Στις καθιερωμένες δε παραλλαγές, διαφαίνεται το μεγαλείο της Φυλής, με την προσθήκη των απαραίτητων αξεσουάρ: αθλητική εφημερίδα, trash περιοδικά και φυσικά τάβλι (γνωστό και ως Hardcore Greek Breakfast).

Για την εξάλειψη δε, οιασδήποτε αμφισβήτησης για τις ρίζες και φυσικά το Μεγαλείο της Φυλής, η φωτό 2 αποδεικνύει περίτρανα πως τόσο ο φραπές, όσο και η τεχνολογία είναι αλληλένδετα και οφείλονται αποκλειστικά στους αρχαίους ημών προγόνους.

- Πω πω, τι ξενύχτι ήταν αυτό χθες… Ακόμα να συνέλθω…
- Έφαγες τίποτα να στανιάρεις ρε ζώον ή την έβγαλες με Greek Breakfast;

Φωτό 1 - Greek Breakfast (από Desperado, 23/07/08)Φωτό 2 - Ιστορικό Τεκμήριο (από Desperado, 23/07/08)English Breakfast (από Desperado, 23/07/08)Continental Breakfast (από Desperado, 23/07/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέραν της ήδη καταχωρημένης σημασίας, η λέξη χρησιμοποιείται και για έναν συγκεκριμένο τρόπο τυποποίησης και εμπορίας της ζωοτροφής, ιδίως του τριφυλλιού, αλλά και του καλαμποκιού, του κριθαριού κλπ. Η βάση του προϊόντος, αφού επεξεργαστεί και αφυδατωθεί, καλουπώνεται σε κυλινδρικά ή παραλληλεπίπεδα τεμάχια των μερικών εκατοστών που, τηρουμένων των αναλογιών, μοιάζουν με τις καραμέλες για ανθρώπους.

- Κύριε Πρόεδρε, το εργοστάσιό σας παράγει ζωοτροφές με τον ίδιο τρόπο εδώ και είκοσι χρόνια. Η εταιρεία μας μπορεί να σας βοηθήσει να...
- Ναι ρε, είκοσι χρόνια. Εσύ τι ζόρι τραβάς;
- Απλά μπορώ να σας προτείνω μια ολοκληρ...
- Κοίταξε αγόρι μου για να τελειώνουμε. Από εμένα έχει φάει καραμέλα ένα στα δύο πρόβατα που έχει σουβλίσει η Ελλάδα από την Αλλαγή, επί Αντρέα. Τέλος. Άμα πουλάς τίποτα καζάνια ανοξείδωτα που ψάχνω για την μικρή μονάδα το συζητάμε. Αλλιώς άμε στο καλό.

Καραμέλες ζωοτροφών (από poniroskylo, 21/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λανσάρισμα του ονόματος της δυναστείας του εξαδάκτυλου πρώην βασιλιά σε ένα νέο είδος χάμπουργκερ.

- Έκοψες τον Κοκό ντι γκρέτσια στο opening των Ολυμπιακών του Πεκίνου; Πρώτη μούρη ε;
- Ποιον είπες; Tον κοκορέτσια;
- Σιγά μην είπα τον κοντοσούβλια. Ε κουφάλογο... αν είδες τον πρώην βασιλιά στο opening των Ολυμπιακών του Πεκίνου λέω.
- Καλά μη γκαρίζεις. Σε ακούω. Τον είδα. Νομίζω ρε εσύ πως αντί να περιφέρεται από δω κι από κει, αναζητώντας ποιος ξέρει τι, πως θα μπορούσε να κάνει κάτι πιο δημιουργικό.
- Τι δηλαδή;
- Να λανσάρει το όνομα του σε ένα νέο είδος χάμπουργκερ.Το γλύξμπουργκερ. Ο Γκορμπατσώφ δηλαδή ήταν καλύτερος που λάνσαρε το όνομα του στη βότκα Γκορμπατσώφ;
- Για λέγε...
- Θα μπορούσε να δημιουργηθεί μια αλυσίδα με καταστήματα που θα έχουν ως λογότυπο την κορόνα και θα μπορούσαν να υπάρχουν διάφοροι τύποι χάμπουργκερ με τα ονόματα των μπαρμπάδων της δυναστείας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified