Selected tags

Further tags

Σατιρική παραφθορά της έκφρασης «άλλ' αντ' άλλων». Έχει νόημα μόνο γραπτώς. Παραπέμπει στον ηθοποιό Αλέν Ντελόν.

- Πήγες στην εκδήλωση;
- Ναι, αμέ...
- Και;
- Ε τι και... Άλαν Ντάλον έλεγε το γαμίδι το πρόγραμμα. Ούτε εκδήλωση ούτε τίποτα. Οι πόρτες κλειστές. Η ημερομηνία ήταν λάθος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μεγαλύτερος έλληνας κωμικός όλων των εποχών Θανάσης Βέγγος.

- Τι βλέπεις ρε Γρηγόρη στη τηλεόραση;
- Θου Βου, έχει γέλιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος ταινιών τρόμου, συνήθως δευτεροκλασάτων, όπου κυριαρχεί το συνεχές πλατσούρισμα των σκηνικών και της κάμερας από λουτρά αίματος. Εκ του αγγλικού splatter.

Ποοοο, μαλάκα, νοικιάσαμε χτες μια σπλατεριά ... Άλλο να σου λέω και άλλο να βλέπεις. Ο τύπος να της τραβάει το λαρύγγι με τα δόντια και να 'χει γεμίσει ο τόπος κέτσαπ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά φράση που εμπνεύστηκε από τη μαγκιά, την αντρίλα και το ζοριλίκι που απέπνεε στους κινηματογραφικούς του ρόλους ο γνωστός έλληνας ηθοποιός. Οι χαρακτήρες που ενσάρκωνε είχαν κοινό παρονομαστή την «σκληράδα» που δεν του επέτρεπε να κωλώνει πουθενά και μπροστά σε τίποτα - σε κακούς, καλούς, άντρες, γυναίκες, με ιδιαίτερη σπεσιαλιτέ τα τσαμπουκαλέματα πάσης φύσεως.

Ο Γιώργος Φούντας απόδωσε αυτούς τους χαρακτήρες με τόσο ζήλο που η υποκριτική του τέχνη παραστρατούσε συχνά-πυκνά προς τη γραφικότητα και την υπερβολή. Σε κάθε περίπτωση όμως άφησε εποχή με την έντονη παρουσία του στον ελληνικό (και διεθνή κάποιες φορές) κινηματογράφο των δεκαετιών του '50 και του '60.

Αυτή η γραφικότητα και η υπερβολή αποτυπώθηκαν σε αυτήν την φράση που λεγόταν/λέγεται όταν κάποιος είναι στα πρόθυρα λήψης ρίσκου, λίγο πριν προβεί σε απονενοημένο διάβημα που (εκ πρώτης τουλάχιστον) φαίνεται καταδικασμένο. Λέγεται από κάποιον είτε αυτοσαρκαστικά ή με κομπασμό για το μέγεθος των αρχιδιών του (αναλόγως των αποθεμάτων χιούμορ που διαθέτει).

1
- Ρε φίλε αυτό το Μαράκι το γουστάρω τρελά, λέω στα σοβαρά να της πω να πάμε για κανά ποτάκι...
- Πού πα ρε Καραμήτρο; Το Μαράκι είναι γκόμενα χλιδάτη, με τα φράγκα του μπαμπάκα της, να τρέχει στα Παρίσια κάθε τρεις και δύο, είναι γι' άλλα κόλπα το κορίτσι... εσύ με τις τρεις κι εξήντα θα την βγάζεις στα παγκάκια για πασατέμπο; Φιρί φιρί πας να την φας τη χυλόπιτα...
- Γάμησέ μας ρε Αλέκο… σε είδαμε κι εσένα, όλο μη αυτή και μη εκείνη, στο τέλος όλο με τη χείρα με τα πέντε ορφανά τη βγάζεις! Εγώ θα της μιλήσω κι ας φάω και χυλόπιτα στο φινάλε! ε μα πια, σιγά μην κωλώνει ο Φούντας!
- Ε καλά ρε μεγάλε, δεν είπαμε και τίποτα, πάω πάσο… αφού γουστάρεις, έμπαινε!

2
Διάλογος μεταξύ ταβλαδόρων πάνω σε κρίσιμη στιγμή στο πλακωτό:
- Καλά ρε μαλάκα, είσαι με τα καλά σου; την παραμάνα σου αφήνεις;!
- Γιατί ρε; κωλώνει ο Φούντας;

Κωλώνουν ο Βούδας, ο Φούντας, το πεζικό στην κατηφόρα;...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χοντρός, το παχύδερμο. Ο όρος προέρχεται από το ρόλο του Μπίλια, που ενσάρκωνε σε ταινίες της δεκαετίας του '80 ο τότε υπέρβαρος Στήβ Ντούζος.

- Ρε εσύ το βλέπεις αυτό το μανούλι; Πάω να της την πέσω.
- Ώπα ρε Mπίλια... Με τέτοια εμφάνιση, δε θα πέσει η γκόμενα, άλλο
πράγμα θα πέσει
- Τι θα πέσει;
- Κρύα χυλόπιτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση μπαίνει βγαίνει χιλλ προέρχεται από τη συνένωση της φράσης: «Μπένι Χιλλ», με τη φράση «Μπαίνει βγαίνει».

Η πρώτη παραπέμπει στο σόου του Άγγλου κωμικού ηθοποιού Benny Hill (Μπένι Χιλλ), το Benny Hill show, το οποίο ήταν σόου χιουμοριστικού χαρακτήρα που περιείχε πικάντικα σεξουαλικά πειράγματα. Εκεί ο Βenny Hill μηχανευόταν διάφορα τερτίπια με στόχο να γδύσει ωραίες κοπέλες.

Η δεύτερη φράση παραπέμπει στις εισαγωγές-εξαγωγές του ανδρικού μορίου κατά τη σεξουαλική πράξη.

Ας εστιάσουμε όμως λίγο και στη λέξη χιλλ. Ως σύντμηση της λέξης χίλια παραπέμπει στη φράση: με τα χίλια, που παραπέμπει στη λέξη ένταση, ενώ παράλληλα η λέξη Χιλλ (αγγλιστί Hill που σημαίνει στα ελληνικά λόφος) παραπέμπει σε κορύφωση.

Άρα η φράση Μπαίνει βγαίνει χιλλ υποδηλώνει το εντεινόμενο μπαινοβγάλσιμο του ανδρικού μορίου με στόχο τη σεξουαλική κορύφωση. Η φράση κάνοντας παραπομπές στο Benny Hill show δίνει χιουμοριστική χροιά, ενώ σαφές είναι πως ο όρος συσχετίζεται και με τον όρο επαναληπτική καραμπίνα.

Συζήτηση φίλων
- Τι λες; Πάμε το βράδυ για καφέ;
- Οχι... όχι φίλε. Το βράδυ παίζει μπαίνει βγαίνει χίλλ με την Έλενα. Οπότε... κωλυόμενος.

(από GATZMAN, 26/10/08)(από GATZMAN, 26/10/08)

Jackie Wright (1905 - 1989). O  γεράκος που έτρωγε συνέχεια καρπαζιές στην φαλάκρα από τον Benny... (από Vrastaman, 26/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν μιλάμε για τη μεγάλη αμερικάνικη υπερπαραγωγή Ben Hur (Μπεν Χουρ) του 1959 που τιμήθηκε με 11 όσκαρ και είχε ως κύριο πρωταγωνιστή τον Charlton Ηeston (Τσάρλτον Ιστον-λέγε με Χέστον) στο ρόλο του Ίούδα Μπεν Χουρ. Φυσικά, δεν συζητάμε ούτε για αμερικανιές, ούτε για κουλτουριάρικες. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αναφερόμαστε ειρωνικά ή για να μη μας πάρουν χαμπάρι (π.χ: είναι παιδιά μπροστά), σε υπερπαραγωγές (ελληνικές και μη) που πιάνουν το υπερευαίσθητο θέμα των εισαγωγών-εξαγωγών. Κάποιες εξ αυτών χαρακτηρίζονται και ως ταινίες γαμαμπούτι.

Στις ταινίες αυτές δεν παίζει ο Tσάρλτον Ιστον και η Ελίζαμπεθ Ταίηλορ. Παίζει όμως ο Γκουζγκούνης, η Σπάθη κι άλλοι /-ες μεγάλοι /-ες του είδους. Στις ταινίες αυτές υπάρχουν άτια όπως και στο κλασσικό Μπεν Χουρ, αλλά μιλάμε για άτια αλλιώτικης ράτσας. Σε τέτοιου είδους ταινίες, η ποιότητα της φωνής (συνήθως χλιμιντρίσματα) των αλόγων, μετράει ελάχιστα. Συνήθως όμως τα άτια αυτά έχουν ειδικά φωνητικά προσόντα, διαθέτουν βαθύ λαρύγγι και θυμίζουν Μαρία Κάβλας. Δεν είχαν ποτέ σχέση με τη σκάλα του Μιλάνου, μπορεί όμως να διαμένουν στη σκάλα Ωρωπού, στη σκάλα Πολυχνίτου, κλπ. Οι ταινίες αυτές, είναι τίγκα στο σασπένς και στην περιπέτεια. Μπορεί να χύσεις από τη νευρικότητά σου το καραουισκάκι σου και να σε πιάσει κρύος ιδρώτας όταν π.χ δεν μπορείς να προβλέψεις ποιος απ' τους ιντεραράπικαν εραστές θα κατορθώσει να σκοράρει, να σκίσει τα δίκτυα και να πάρει την κούπα. Αγωνία ως το ενενήντα

Χαρακτηριστικές ταινίες: Στο τρένο θα στον σφυρίξω δυο φορές, Γαμημένος την 4η Ιουλίου, Το παλαμάρι του βαρκάρη, Πουτανικός, Μπούτια ερμητικά κλειστά, Γαμάτε Κιντ, Η Ντ'Αρπαχτάν και οι 3 σωματοπήδακες, Κόμης Μοντεχύστο, Μαρκο Κώλο, Μη μου τους κώλους τάραττε, Μια φορά κι έναν καιρό στην άγρια στύση, Ο Ζορό ζορίζεται, Τα κανόνια του βυζαρόνε, Μαρκ ο πρωκτολόγος, Πολύ σκληρός για να χωρέσει, Ο έμπειρος της Βενετίας, Το κλαρίνο του λοχαγού Κωλέρι, Ο Χάρι Σπρώχτερ και η κάμαρα με τους δονητές, Θωρηκτό Πρωκτέμκιν, Ο μύθος του ακέφαλου καβλιάρη, Αγάπη μου μεγέθυνα το πουλί μου, Αδελφομαζώματα παρτουζοσκορπίσματα, Αεροκωλικές επιδρομές, Κωλική επαναφορά, κλπ

Διάλογοι σε βίντεο κλαμπ

  1. - Να πάρουμε το Μπεν Χουρ για το βράδυ;
    - Μπεν Χουρ οκ, αλλά στο πιο χαλαρό.
    - Ποια δηλαδή;
    - Λέω να πάρουμε αυτή που ο Γκουζγκούνης φωνάζει Βεντού…ζα. - Και τι σχέση έχει αυτό βρε μαλάκα με το Μπεν Χουρ;
    - Έχει άλογα.

  2. - Πήρα πολεμικό έργο.
    - Ποιο;
    - Η μεγάλη επιδρομή από πίσω. Πρέπει να ’χει επικίλα.
    - Βέβαια. Τι να σου πω. To έργο είναι…τίγκα στην επικίλα. Σκέτο Μπεν Χουρ αλλά…
    - Αλλά; - Αλλά σε τσόντα version.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατόπιν προτροπής του αγαπητού συναδέλφου Βράσταμαν (βλ. σχόλια στο Μπεν Χουρ), αποφάσισα να καταθέσω το λήμμα αυτό, το οποίο καθίσταται με αυτόν τον τρόπο σύμβολο των ταλαιπωρημένων ξένων ονομάτων που ηχούν «πρόστυχα» στο ούτως ή άλλως πρόστυχο ελληνικό αυτί / μυαλό και, ωσεκτουτού, παραποιήθηκαν ώστε να αποφευχθεί κάθε είδους παρεξήγηση.

Τα ονόματα αυτά αν καταγράφονταν με την «κανονική» τους προφορά θα παρέπεμπαν σε σκατά, γαμήσια και σε χίλια δυο άλλα τέτοια προσφιλή μεν, αλλά μη κορέκτ, θεματάκια. Έτσι λοιπόν οι μεταφραστές (και αυτό είναι πολύ παλιά ιστορία) σκέφτηκαν το εξής σοφό: αφού έτσι κι αλλιώς η προφορά δεν πρόκειται να είναι ποτέ 100% ακριβής στην απόδοσή της (πχ το γερμανικό ή το αγγλικό -h- δεν προφέρονται ποτέ σωστά γιατί στη γλώσσα μας δεν έχουμε τέτοιον ήχο), τι χάνουμε να την παραλλάξουμε λίγο ακόμα ώστε ο κακομοίρης ο Χέστον, πχ, να αποκαλείται στην ελληνική με κάπως αξιοπρεπέστερο όνομα και δη ιδιαιτέρως αμερικάνικοπρεπές, όπως το Ίστον (Ήστον);

Έτσι λοιπόν έγινε και τον χέσαμε τον Χέστον και τον καθωσπρεπίσαμε μετατρέποντάς τον σε Ήστον. Ακολούθως, όπως πολύ σωστά είπε πάλι ο Βράσταμαν, «στη σειρά Lucy ο προϊστάμενός της λεγόταν Mr Moonie, αλλά οι υπότιτλοι της ΥΕΝΕΔ το απέδιδαν ως κύριος Μόνεϋ» και βεβαίως να μην ξεχνάμε και τον συγγραφέα Herman Hesse ο οποίος, εννοείται, κουτσουρεύτηκε και έγινε Χέρμαν μεν, Έσσε δε. Δύο μέτρα και δύο σταθμά.

Οι λύσεις αυτές εν μέρει δικαιολογούνται, αλλά τι να κάνουμε που το αποτέλεσμα είναι γελοίο και τελικά δεν σώθηκε το πράμα γιατί, ακόμα κι αυτός που δεν ξέρει, θα θελήσει κάποια στιγμή να κάνει πλάκα και να παραποιήσει με τη σειρά του τα ονόματα αυτά, οπότε θα πεί Χέστον και Χέσε και Μούνεϊ, λέγοντας καταλάθος το σωστό.

Θα θυμηθώ κι άλλα, όμως παρακαλώ σας να συμπληρώσετε τη λίστα (στα σχόλια) αν σας έρθουν στο μυαλό!

- Τι διαβάζεις τώρα;
- Τον «Λύκο της στέπας».
- Ποιανού είναι αυτό;
- Του Χέσε.
- Έλα λέγε.
- Του Χέσε, σου είπα.
- Άντε γαμήσου μωρή μαλακισμένη, αν με ξαναρωτήσεις εμένα κάτι, χέσε με.

Jacques Poustis (από Hank, 14/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χασάπης στην περίπτωση αυτή είναι ο άγαρμπος τεχνικός οπτικοακουστικού υλικού (τεχνικός προβολής, μοντέρ κττ) που δεν δίνει δεκάρα για τη δουλειά του και την εκτελεί ορθά-κοφτά με την τεχνική με την οποία οι χασάπηδες δίνουν μια στη σπάλα, πχ, και την κάνουν δέκα κομμάτια. Συνώνυμο του σκιτζής.

Ως επιφώνημα, ακουγόταν τον παλιό (καλό;) καιρό στους σινεμάδες όταν ο τεχνικός προβολής ξεχνιόταν (κοιμόταν; γαμούσε;) και κοβόταν ο ήχος της ταινίας ή κόλλαγε κάποιο πλάνο. Το κοινό τότε είτε χειροκροτούσε για να διαμαρτυρηθεί, ή φώναζε «χασάπηηηη!» μπας και ξυπνήσει το παλικάρι και δει ο κόσμος την ταινία. Αυτά βέβαια προ ντιβιντί και νεότερης τεχνολογιάς.

Χασάπης είναι και ο μοντέρ ο οποίος πετσοκόβει το υλικό του, με αποτέλεσμα να «πηδάνε» τα κατ, να μπαινοβγαίνουν άτσαλα οι σκηνές γενικώς.

- Μάκη, εδώ πρέπει να προσέξεις να βάλεις τον λόγο να ξεκινάει λίγο νωρίτερα, να μην ακουστεί «ατάκα».
- Έλα ρε Αντώνη, λες και δε με ξέρεις... για καναν χασάπη με πέρασες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση της λέξης κοκούνινγκ η οποία, σύμφωνα με τη συνταγή, σημαίνει κάθομαι σπίτι με την παντόφλα, ανάβω κανα αρωματικό στικ και ακούω μουσική ή σαπίζω μπροστά στην τηλεόραση. Αυτό που προστίθεται στην διαδικασία του γκουζγκούνινγκ είναι το σεξ και αυτό που αποκλείεται είναι η τηλεόραση, εκτός κι αν πρόκειται να προβληθεί εκεί καμια τσόντα.

Δηλαδή, κατά το γκουζγκούνινγκ κλείνομαι μέσα στο σπίτι με το έτερο ήμισυ, πάλι φοράω παντόφλα, πάλι ανάβω στικ, πάλι βάζω μουσική να παίζει (κατά προτίμηση γαμωτζάζ) και ξεσκίζομαι στο σεξ μέχρι τελικής πτώσεως, λέμε τώρα. Ή στη μαλακία, αν δεν υπάρχει παρτενέρ (αυτό το τελευταίο είναι κυρίως για τις γυναίκες. Οι άντρες δεν το πολυβλέπω να παίζουν με στικ και μουσικούλες).

Ο λόγος για τον οποίον ο όρος γκουζγκούνινγκ αφορά τελικά περισσότερο το τρυφερό -που λέει ο λόγος- σεξ παρά το πορνώδες, είναι γιατί η λέξη φέρνει -ηχητικά- προς γουτσισμό (μπορούμε λοιπόν να λέμε και γουζγούνινγκ, αν θέλουμε...), κατάσταση δηλαδή που ταιριάζει πιο πολύ στην περίσταση παντόφλα-στικ-γαμωτζάζ παρά σε όσα έμαθε στον ελληνικό λαό π.Α. (προ Ασκητή) ο διάσημος δάσκαλος του σεξ.

- Απόψε είναι το πάρτυ του Στέλιου.
- Μωρέεεε... είμαι πολύ κουρασμένηηηη... Να μην κάτσουμε στο σπίτι μου να κάνουμε λίγο κοκούνιιινγκ;...
- Καλά, να κάνουμε λίγο κοκούνινγκ αλλά μετά θα κάνουμε και μπόλικο γκουζγκούνινγκ.
- Γκουζγκούνινγκ;! Τι είναι αυτόοοο;
- Πάμε σπίτι σου και θα σου δείξω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified