Η ενέργεια και η προοπτική της απομάκρυνσης των emo από το κοινωνικό προσκήνιο.
Εμοκάθαρση τώρα!
Η ενέργεια και η προοπτική της απομάκρυνσης των emo από το κοινωνικό προσκήνιο.
Εμοκάθαρση τώρα!
Got a better definition? Add it!
Η ανατριχίλα που σου έρχεται με το που μυρίσεις μέσα στο τρένο Πακιστανό/Κούρδο/Μουσουλμάνο γενικά που πλύθηκε τελευταία φορά στο περσινό ραμαζάνι, πότη που τα τσούζει από το πρωί ή κυριούλη/κυριούλα που έχει τσακωθεί με το σαπούνι ή πιστεύει ότι σαπούνι είναι περιοχή στην Αφρική. Η τρενιχίλα είναι πολύ έντονη τις πρωινές και μεσημβρινές ώρες του καλοκαιριού... Υπομονή θα κατέβετε.
- Μπήκα που λές στη Βικτώρια και μου ήρθε μια τρενιχίλα άνευ προηγουμένου. Ήταν μέσα 2 διμοιρίες Κούρδοι εργάτες και ένας μπεκρούλιακας. Έφριξα μέχρι να κατέβω.
Got a better definition? Add it!
Χρώμα, αντικείμενο ή συμπεριφορά που καταδεικνύει άμεσα τις ομοφυλοφιλικές προτιμήσιες και διαθέσεις κάποιου.
- Καλά, τι είναι αυτό το μπλουζάκι ρε Μπάμπη; Και κολλητό και ροζ πουστριλέ;
- Δεν είναι ροζ πουστριλέ ρε ανώμαλε. Ζαχαρί πουστριλέ είναι.
- Σωστόστ τοτε. Πάω πάσο.
- Τα ρέστα.
- Δικαίωμα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Δευτεράντζα, όχι και πολύ καλής ποιότητας.
Παρά την ευρέως κρατούσα άποψη ότι προέρχεται από το bus class και αναφέρεται σ' αυτούς που λόγω χαμηλού εισοδήματος πηγαίνουν με το λεωφορείο, είναι μάλλον πιθανότερο να προέρχεται από το basse classe, όπου basse σημαίνει κάτω και classe σημαίνει τάξη. ΟΚ, πάλι έχει μία ταξικότητα ως έκφραση αλλά τουλάχιστον απενεχοποιούνται έτσι οι αστικές συγκοινωνίες και είναι πλέον politically correct και για τα υψηλά εισοδήματα να τις χρησιμοποιούν. Ουφ...
Παίζει και ως μπασκλασαρία.
- Για την Λίτσα τι λες;
- Πολύ μπασκλασαρία ρε αδερφάκι μου.
Είπα να χτυπήσω ένα μεταχειρισμένο παπάκι να κάνω τη δουλίτσα μου και μου την πέσανε όλοι ότι είναι λέει πολύ μπας κλας και θα ρίξω το επίπεδο μου.
- Πώς ήταν χθες το πάρτι;
- Δεύτερο μεγάλε. Πολύ μπας κλας. Το κέτερινγκ μάπα, τα ποτά μπόμπες, ο κόσμος άσ' τα να παν'. Σε μισή ώρα την έκανα και πήγα για ύπνο.
Got a better definition? Add it!
Τα καλλιστεία. Διαδικασία - εκδήλωση ιδιαίτερα δημοφιλής, με εορταστικό περιτύλιγμα, κατά την οποία επιδεικνύονται πλήθος όμορφες (ο θεός να το κάνει, γιατί δεν ξέρουμε τί κρύβεται κάτω από τον σοβά) γυναίκες, καλλίγραμμες και, υποτίθεται, έξυπνες και χαριτωμένες (το μορφωμένες λέω να μην το βάλω, αν και μερικές θεωρούν ότι είναι κι απ' αυτό). Απώτερος στόχος της διαδικασίας αυτής που αναμεταδίδεται πάντα από την τηλεόραση και χτυπάει ένα γερό τοις εκατό τηλεθέασης είναι το βραβείο, το οποίο πρωτίστως θα προωθήσει τις αυτο-σκλάβες στην τηλεπιάτσα ή στη διαφήμιση και αργότερα στην αργή αλλά σταθερή κατανάλωσή τους από το τηλεκοινό. Το χειρότερο είναι όταν κάποιες υπερβαίνουν το όριο και πιστεύουν, οι κακομοίρες, ότι τους αξίζει κάτι καλύτερο σε αυτή τη ζωή, κάτι σε κουλτούρα ας πούμε, κάτι σε θέατρο, βλ. Βίκυ Κουλιανού. Εκεί παίζεται το αληθινό δράμα. Κλαψ. Σνιφ. Λυγμ.
- Τι κάθεσαι και βλέπεις εκεί ρε μαλάκα;
- Ωχου ρε πούστη, με το σχόλιο στο στόμα είσαι κάθε φορά... Άσε και κανέναν να χαζέψει λίγο το μουνοπάζαρο ρε φίλε....
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει ότι κάναμε κάτι ωραίο, πρωτότυπο, και οι άλλοι ζήλεψαν και μας αντέγραψαν κάνοντας το ίδιο.
- Ρε, και ο Κώστας με τον Θανάση κάνανε κοπάνα στη γυμναστική!
- Μάθαν ότι γαμιόμαστε, πλακώσανε κι οι γύφτοι.
Got a better definition? Add it!
Έκφραση που χρησιμοποιούνταν ως επιχείρημα των απανταχού Εθνικοφρόνων - Αμερικανοσφουγγοκωλαρίων για να δείξουν τη φτώχεια στις χώρες του πρώην Ανατολικού μπλοκ. Τέτοια ήταν η φτώχεια των ανθρώπων που, με μία οδοντόκρεμα, τους έπαιρνες τις γυναίκες. Κατά περίπτωση η Κολυνός αντικαθίσταται από το καλτσόν, αντικείμενο σε έλλειψη τότε.
Φιλαράκι πήγαμε Βουλγαρία και γυρίσαμε προχθές, με Κολυνός βγάζεις γκόμενα και με παπάκι τη Μις Βουλγαρία!
Got a better definition? Add it!
Ο λαουτζίκος, οι πληβείοι, η μάζα. Χρησιμοποιείται υποτιμητικά για να δηλώσει «κατώτερης» τάξης άτομα.
- Σινεμά Δευτεριάτικα ;
- Σιγά μην πάω με την πλέμπα να χάσω το πρώτο εικοσάλεπτο μέχρι να καθίσει κι ο τελευταίος μαλάκας, πας καλά; Δευτεριάτικα και πρώτη παράσταση και σε όποιον αρέσει.
Got a better definition? Add it!
Διαδεδομένη λέξη που χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει το γεγονός ότι κάποιος /-α δεν έχει συμπεριλάβει στις εμπειρίες του τον έγγαμο βίο.
Αναφέρεται μειωτικά κυρίως σε ανύπαντρες γυναίκες μια και αυτές αποτελούσαν μέχρι πρότινος τον πιο ευάλωτο πληθυσμό στην κοινωνική πίεση για «αποκατάσταση». Οι καιροί αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν όμως -οι γυναίκες μπορεί να γίνονται όλο και λιγότερο ευάλωτες σε αυτές τις μαλακίες αλλά αυτό δεν σταματά τον κάθε παπάρα και την κάθε κυρα-περμαθούλα να συνεχίζουν ακάθεκτοι να λένε το μακρύ τους και το κοντό τους. Παρόμοια είναι η κατάσταση και για τους ανυπογύναικους άντρες, πλην όμως χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη επιείκεια για γνωστούς και επίσης καθ' όλα μαλακισμένους λόγους.
Αντιπροσωπευτικοί των μυαλών που κουβαλάμε ως λαός, που δεν εννοεί να σέβεται προσωπικές επιλογές αλλά αντίθετα αρέσκεται να επεμβαίνει και να ασκεί κριτική επί προσωπικών θεμάτων, είναι και οι κλασικοί χαρακτηρισμοί «γεροντοκόρη» και «γεροντοπαλλήκαρο», που εδώ και πάμπολλα χρόνια λειτουργούν ως ταμπέλες που καταδεικνύουν κουσούρι ή ρετσινιά (κοινωνικό στίγμα).
Συντάσσεται συνήθως με το ρήμα «μένω» και η έκφραση «μένω στο ράφι» σημαίνει ότι μένω στα αζήτητα, έκφραση που από μόνη της υποδηλώνει την μειωμένη αξία όποιου /-ας ζει μόνος /-η του/της και τον κοινωνικό αποκλεισμό που συνεπακόλουθα του/της αξίζει.
Πέρα από τα παραπάνω, η λέξη καθώς και παρόμοιες εκφράσεις χρησιμοποιούνται ευρύτερα και για οτιδήποτε δεν έχει ζήτηση, δεν πουλάει, μένει στα αζήτητα.
«Πολλές γυναίκες που η ηλικία των 30 τις βρίσκει ελεύθερες, χωρίς βέρα στο δεξί παθαίνουν σύνδρομο πανικού. Θεωρούν ότι έχουν στενέψει απειλητικά τα περιθώρια και πάνω στην απελπισία τους να μην κάνουν παρέα στο ραφάκι τους, παντρεύονται στην πρώτη ευκαιρία. Έχοντας παραβλέψει κάποιες βασικές προϋποθέσεις που ίσως σε μικρότερη ηλικία να αποτελούσαν προαπαιτούμενο.» (από το διαδίκτυο)
«Στο ράφι η αναλογική τηλεόραση
Κατά 24% θα μειωθούν ως το 2008 εκείνοι που βλέπουν «παραδοσιακούς» σταθμούς.»
(από το διαδίκτυο)
«Η Kate Moss στο Ράφι.
Το ντεμπούτο της Kate Moss στην εικαστική αρένα ήταν μάλλον απογοητευτικό...
...Το εντυπωσιακό είναι ότι έμειναν στο ράφι έργα από ονόματα που κανονικά κάνουν θραύση στις δημοπρασίες...»
(από το διαδίκτυο)
Got a better definition? Add it!
Έτσι ονομάζουν οι μετανάστες (κυρίως Πακιστανοί, Αφγανοί και Άραβες) την θεσμοθετημένη κυριακάτικη συνεύρεση με τις μαύρες Αφρικανές πόρνες του κέντρου.
- Που 'σαι ρε Αμίρ, καμπαρντινούλα βλέπω, σε είδε ο Αλλάχ δικέ μου....
- Σήμερα Κυργκιακή, έκει μουνί τσοκολάτα...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified