Further tags

Πρόκειται για παράφραση του γαλλικού «faux bijoux» που σημαίνει το μη αυθεντικό κόσμημα, και περιγράφει το ψεύτικο, απότοκο πλαστικής επέμβασης, στήθος.

-Πάντα το ζήλευα το στήθος της Ελένης... -Κι εγώ, μέχρι που έμαθα ότι είναι φο-βυζού!!!

Ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική. (από Vrastaman, 31/07/08)

βλ. και κονάτο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τον συνδυασμό γλάστρα + Μαστροκώστα.
Χαρακτηρίζει χαζογκόμενες που νομίζουν ότι έχουν ταλέντο.

Δεν χρειάζεται. Οι περισσότερες απο τις μισές στην τηλεόραση τέτοιες είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φαλλοκρατική, σεξιστική, ή ομοφοβική εκφορά του «κινήματος» φεμινιστικών ή γκέι φιλοδοξιών.

  1. «Άφησε τα κινήματα κι άρχισε τα κουνήματα»: Ιστορική ατάκα Χάρρυ Κλυνν για φεμινίστρια γκόμενα, που όταν ήταν να ενδώσει στον περίφημο Βασίλη, ξέχασε τα λογύδρια περί φεμινιστικών κινημάτων.

  2. Το γκέι κούνημα αποκτά όλο και περισσότερους θιασώτες. (Είρων ομοφοβικός).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καυλαράς που στη σφυράει στη μεγάλη περιοχή. Ξέρει καλή διαιτησία, ιδίως στο βόλεϊ δωματίου.

- Νάνση, ρε παιδί μου, πολύ ανεβασμένη σε βρίσκω.
- Χτες συνάντησα τον διαιτητή το Μήτσο, μου το άνοιξε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο με το αξίωμα του Υπάτου Αρμοστού της ΕΕ, του ΟΗΕ κλπ. (πραγματικά δεν έχει καμία σημασία)

Το αξίωμα του Υπάτου Εφαρμοστού, δίδεται στους απανταχού οπαδούς και ταυτόχρονα συχνώς επιδιδόμενους εις το πρωκτικόν σεξ. Απαράιτητη προϋπόθεση για να ανελιχθεί κανείς στο ανώτατο αυτό αξίωμα είναι να είναι μπήχτης και μαρκαλιστής.

Στο ευφάνταστο αυτό λογοπαίγνιο υπεισέρχονται οι εξής 2 όροι που υποδηλώνουν το πρόστυχο του νοήματος:

  1. Υ-πάτος
  2. Εφαρμοστής

Τέλος, το επίσημον του ακούσματος προσδίδει ένα άλλο κύρος και μέγεθος στον χαρακτηριζόμενο κωλαράκια

- Φίλε, προσπάθησα επίμονα αλλά τελικά δεν με άφησε να την πάρω από πίσω...
- Σιγά ρε μάγκα, ποιος είσαι που θα πάρεις κώλο απο την πρώτη μέρα; ... ο Ύπατος Εφαρμοστής;;;!!!

ιδου πεδιο δοξης λαμπρο! (από johnblack, 06/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας από τους πάμπολλους βωδλερισμούς της λέξης πούστης όπως φούστης, λούστης κτλ.

- Ουπς, νομίζω ότι μόλις χάσαμε το τελευταίο λεωφορείο.
- Όχι ρε παούστη μου, πάλι θα χαλάσω τα ωραία μου ευρά στους ταρίφες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός ψηλής και άχαρης γυναίκας (συνήθως με βυζί ταψί), της οποίας το όλο στήσιμο και παρουσιαστικό θυμίζει το γνωστό λαχανικό (βασικό συστατικό της χωριάτικης σαλάτας), ενώ το ξανθό χρώμα του μαλλιού παραπέμπει σε γυναίκα από χώρα του πρώην ανατολικού μπλοκ.

- Πρέπει να σου γνωρίσω τη φίλη μου την Τάνια.
- Ποια ρε, αυτή την αγγούροβα;

βλ. και αγγούρω ή ξυλάγγουρο, ξυλαγγούρω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγόρια στην ηλικία της πρώιμης εφηβείας. Είναι το αντίστοιχο με το «πιπίνι» σε συνδυασμό με αυτό που ανακαλύπτει ότι έχει στο βρακί του ένας έφηβος, το λιλί του. Τα λιλίνια φέρουνε τρέντυ κόμμωση αχτενισιάς, έχουνε ζόρικο ύφος κι απλανές βλέμμα, επειδή την έχουνε κάνει σφεντόνα από τη μια και από την άλλη επειδή έχουνε κάψει σχεδόν όλα τους τα εγκεφαλικά κύτταρα στα βίντεο γκέημς. Αλλά η γενετήσια ορμή, τα αναγκάζει να συγκροτούνε παρέες 3-7 ατόμων, και να συχνάζουνε στα νυμφοπάζαρα. Είναι συνώνυμο του «τραγάκια».

Ωχ, πλακώσανε τα λιλίνια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με -υ- σημαίνει: ο παλιόπουστας που έχει αποτύχει στο να τον χύσουν οι γαμιάδες του στη μάπα.

«...Εκτός από καραφλόπουστας σαπιοκοιλιάς, είσαι και αποτυχυμένος...»

(από την Μαύρη Φατρία)

αποτυχυμένη (από Marco De Sade, 30/09/10)Αθάνατες λαϊκές επιτυχίες! (από Khan, 01/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified