Το γυναικείο σώβρακο τύπου string που φαίνεται περισσότερο απ' όσο πρακτικά χρειάζεται.

- Κοίτα κοίτα τη σερβιτόρα! Τι στρινγκαδούρα είναι αυτή ρε...

(από Khan, 18/05/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρώμα, αντικείμενο ή συμπεριφορά που καταδεικνύει άμεσα τις ομοφυλοφιλικές προτιμήσιες και διαθέσεις κάποιου.

- Καλά, τι είναι αυτό το μπλουζάκι ρε Μπάμπη; Και κολλητό και ροζ πουστριλέ;
- Δεν είναι ροζ πουστριλέ ρε ανώμαλε. Ζαχαρί πουστριλέ είναι. - Σωστόστ τοτε. Πάω πάσο.
- Τα ρέστα.
- Δικαίωμα.

(από GATZMAN, 21/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο νεαρός πούστης. Ή ο μεσήλικας πούστης που συνεχίζει να νεανίζει προς άγραν πελατείας.

  2. Ο κοινός πούστης που για αυτόν οι άλλοι έχουν το πρόβλημα και όχι ο ίδιος. Άνθρωπος που δεν εξηγείται αντρίκια.

  1. Κοίτα πόσα πουστρώνια μαζεύτηκαν μεσημεριάτικα στο Κολωνάκι.

  2. Πρόσεχέ τον νέο είναι μεγάλο πουστρώνι... θα σε δώσει στον προϊστάμενο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άντρας του οποίου κάποια συγκεκριμένη συμπεριφορά ή αντίδραση θυμίζει πούστης.

Βλ. επίσης: Λουκία, λούγκρα, πουστάρα.

Όταν κάποιος χτυπήσει πολύ λίγο αλλά η αντίδρασή του είναι πολύ έντονη:

- Πόνεσες μωρή λούση;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επειδή είναι εξαιρετικά σπάνιο να τελειώσει το γκάζι στον αναπτήρα του αρειμάνιου καπνιστού, εάν δεν τον χάσει ή κάποιος συνδαιτυμόνας του τον καβαντζώσει κατά λάθος (λέμε τώρα), η συγκεκριμένη έκφραση χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει συνήθειες από κάτι τύπους ξεζουμίστρες, που καταναλίσκουν όλα τα ενδεχόμενα, τα εναλλακτικά σενάρια, την υπομονή των συνεργατών τους κ.α., μέχρι τελικής πτώσεως.

Ως εκ τούτου, με κάπως ελεύθερη προσέγγιση θα μπορούσε να αντικαθιστά το «διυλίζω τον κώνωπα» ή το «κάνω την τρίχα τριχιά». Επιπλέον, θα μπορούσε να αναρτηθεί και στη μακρά λίστα των αιτιατικών του γκέουλα (τον ξυρίζει τον σκίουρο, τον φυσάει τον κουραμπιέ), ένεκα που δεν σημαίνουν τίποτις ιδιαίτερο, όπερ και χάριν διακριτικότητος εκφέρονται.

  1. - Πω ρε Μάικ, τι ψείρας είσαι; Ξεκόλλα επιτέλους! Τον άδειασες τον αναπτήρα!

  2. - Τον είδες τον μικρό φιρφιρίκουλα που έφερε τους φραπέδες στον δεύτερο; Μάλλον τον αδειάζει τον αναπτήρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εννοεί τις πούτσες μας, με σκοπό να δούμε ποιος την έχει μεγαλύτερη. Δεν κυριολεκτεί όμως (αντίθ. βλ. παράδειγμα εδώ), αλλά μέμφεται ειρωνικά τον περιττό, ανώριμο και τελικά αδιέξοδο ανταγωνισμό μεταξύ ανδρών, κυρίως πάνω σε μετρήσιμα πράγματα και εμπειρίες, μάλλον επιφανειακού χαρακτήρα. Ακόμα χειρότερα, αν το αντικείμενο της σύγκρισης δεν είναι μετρήσιμο, την περίπτωση όπου το μεταχειρίζονται ως τέτοιο, ως μη όφειλαν.

Και λέω μεταξύ ανδρών, όχι μόνο και όχι ακριβώς διότι μιλάμε για τα γεννητικά τους όργανα, αλλά γιατί αυτή η συμπεριφορά έχει ταυτιστεί πολύ περισσότερο με το ανδρικό φύλο, σε βαθμό ενίοτε να το ορίζει. Η ιδιαίτερη σημασία που δίνουν οι άνδρες στο μέγεθος του πέους έχει μάλλον ρόλο αιτιατού και όχι αιτίου με αυτήν την συμπεριφορά και, συνεπώς, με το λήμμα.

Η έμφαση σε αυτό το ζήτημα είναι κάτι που υφέρπει μονίμως στις ανθρώπινες σχέσεις του δυτικού κόσμου, μέχρι και στο επίπεδο της εμμονής θα έλεγε κανείς (αν και η συζήτηση περί μεγέθους φουντώνει και ηρεμεί κατά καιρούς, no pun intended).

Συγκριτικά, νομίζω πως η ανταγωνιστική συμπεριφορά γυναικών, ασχέτως φύλου του αντιπάλου, τείνει να κλιμακώνεται με την υπονόμευση περισσότερο των πλεονεκτημάτων του ανταγωνιστή, παρά με την τεχνητή διόγκωση των ιδίων.

  1. Από εδώ:

δηλαδή αυτοί που συνέχεια γράφουν οτι πιάνουν 47άρια και έχουν zyxel τι πρέπει να πούνε; οτι πιάσανε κοροϊδο τον πωλητή που τους τo δωσε στο ένα τέταρτo της τιμής που έχει ενα cisco router; [...] Και κάτι άλλο, ας μην τις βγάζουμε έξω και τις μετράμε, στύλ εγώ έχω περισότερα να δώσω απο σένα για modem άρα είναι και μεγαλύτερη...

  1. Από εδώ:

Εδώ τα πράγματα είναι πολύ απλά: Οι κάγκουρες τις βγάζουν έξω και τις μετράνε, ποιος έχει τη μεγαλύτερη και ποιος την φαρδύτερη. Τι εννοείτε “ποιες”; Τις εξατμίσεις τους, φυσικά! Πού πήγε το μυαλό σας;

  1. Από εδώ (διασκευή):

- τοτε κυριε Funky να γινεις μοναχος στο αγιο ορος για να ρχομαι να σου λεω τις αμαρτιες μου,γιατι εκτος απο ανδρας ειμαι κ πηδη@#@#λας κ παω με πολλες 8)
- Μπραβο σου αγορι μου που πηγαινεις με πολλες και σου ευχομαι να τις χιλιασεις. Εγω δεν εχω σκοπο να δηλωσω σε ολο το δικτυο τι κανω και με ποια.
- Βασικα δεν καταλαβαινω γιατι τις βγαλατε εξω και τις μετρατε... Χαλαρωστε λιγο... Συζητηση ειναι.

  1. Από εδώ:

Κατ'αρχάς βάλτε τες μέσα που τις βγάλατε έξω και τις μετράτε, καραδοκούν μπαλτάδες. Αν δεν μπορείτε να γράψετε χωρίς το μισό τουλάχιστον ποστ να είναι «είσαι χαζός» «καθρεφτάκι» «πυραμίδα» και τέτοιου τύπου, καλύτερα να μην το κάνετε.

XKCD: Penises. (από patsis, 11/12/11)Sam Wills, The Boy With Tape On His Face. Από το 1:46 και μετά. (από patsis, 02/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Το γυναικομάνι, η συνάθροιση γυναικών στο τοπικό ιδίωμα της Ζακύνθου.

Πιθανώς εκ των μουνί και επέλασις.

1. Μπα, που να το φάει η φάουσα και το κακό γαρμπούνι, κι οπού τον εγεννόσπυρε να μη μείνει μπουκούνι, και να το πιάκει σύφλογο, νιασμός και κολορέντσα, να το θερίσει μιάτζιμιας τσου χοίρωνε ιφλουέντσα, που αρέβαρε ο μόμολος να κάμει το μορόζο, τσι σερενάτες άρχεψε αντίπερα το μπότζο. Κοπιάσανε κι οι όστριες, πίπιλο μουνολάσι, τσί κραξ' η θυγατέρα μου, ταχιά μην πάει και χάσει.

(γλωσσάρι, από εδώ)
φάουσα: γάγγραινα
δαρμπούνι: ασθένεια
μπουκούνι: κομμάτι ψωμί
σύφλογο: σύφιλη
κολορέντζα εντερική πάθηση
μορόζος: αγαπητικός
μπότζος: εξώστης βενετσιάνικου σπιτιού

2. μουνολάσι (= συνάθροιση γυναικών –Ζάκ.)

(από σφυρίζων, 23/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published

Στη μεγάλη ομάδα των εκφράσεων «τον παιρνει Χ και τον δίνει/βγάζει Ψ» πρέπει να προστεθεί και η του λήμματος. Ο κυριότερος λόγος είναι ότι λέγεται με την αντίθετη σημασία από ότι οι άλλες.

Εξηγούμαι: Ενώ το γκρουπ «τον παίρνει Χ και τον δίνει/βγάζει Ψ» έχει μια χροιά υποτιμητική και χαρακτηρίζει παρτόλες και ξεκωλιασμένους, εδώ ο εκφέρων εκφράζει πόθο, θαυμασμό και μερικές φορές και μια πικρία για το ευκταίο αλλ' απραγματοποίητο.

Αξιοσημείωτη είναι η αλλαγή της υφής του οργάνου, που πέραν της απώλειας σκλήρυνσης λόγω ποιοτικής και παρατεταμένης ικανοποίησης, αποκτά και μια άλλη ποιότητα, καθότι άλλο μπαμπακερός κι άλλο βελούδινος.

Σημαντικό ρόλο παίζουν στην ακριβή αποτύπωση του συναισθήματος, τα συμφραζόμενα, η έκφραση του προσώπου, η ηλικία, ο τονισμός ή μη κάποιων λέξεων κλπ, όλα αυτά που μπορούν ακόμα και μια αθώα έκφραση να την σλανγκοποιήσουν και το ανάποδο.

  1. Παρέλαση παστακοειδών ψωλέτων σε πρωινάδικο για επίδειξη μαγιώ.
    - Η. Πώς σου φαίνεται εκείνο το πουά; Θα μου πηγαίνει;
    - O. Ωραίο είναι... πολύ ωραίο... όλα ωραία είναι... (πνιγμένος λυγμός- μέσα απ τα δόντια- Όχι πάνω σου! Σε 'τούτες που τον παίρνουν πέτσινο και στον δίνουν βελουδένιο μάλιστα!)

  2. - Μαλάκα, μού κατσε χτές μιά, τί να λέμε τώρα!!
    - Καλή, μαλάκα, έλεγε;
    - Tί έλεγε, παραμιλούσε!!! Ένα σου λέω, μου τον πήρε πέτσινο αποβραδίς και το πρωί μου τον έδωσε βελουδένιο (ακολουθεί περιγραφή καταστάσεων, φάσεων κλπ σκηνικών, επιπέδου προεκλογικών υποσχέσεων ή έστω επιστροφής κυνηγών)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1. Ουσιαστικό: Γυναίκα σε απελπισμένη αναζήτηση ερωτικού συντρόφου.

2. Επίθετο: Κατάσταση υστερίας που πλήττει σεξουαλικά ενδεείς γυναίκες.

Εκ των μουνί και λύσσα.

- Γιατρέ μου, είναι σοβαρό;
- Νομίζω ότι μπορώ να σας θεραπεύσω άμεσα, αλλά θα χρειαστούν περαιτέρω εξετάσεις. Παρακαλώ γδυθείτε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified