Further tags

Aυτή η φράση λέγεται, όταν θέλουμε να πούμε ότι κάποιος είναι πούστης.

Εμπνεύστηκε από την πετυχημένη σειρά πρίζον μπρέικ, όπου, στην φόξ ρίβερ, τα αγοράκια που γαμούσε ο τι-μπαγκ του έπιαναν την τσέπη.

- Τους βλέπεις αυτούς τους δυο εκεί;
- Ναι ρε μαλάκα και έχω φρίξει με τον ξανθό!
- Του κρατάει την τσεπούλα από ό,τι φαίνεται...
- Σίγουρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός με αποδέκτες τις παχουλές, ευτραφείς γυναίκες. Ο συνειρμός είναι εμφανής: μεγάλη ποσότητα κρέατος, λόγω φαγητού.

- Ρεεε, μην καρφώνεις έτσι, θα μάς κάνεις ρόμπα... Πως χάσκεις έτσι;
- Την βλέπεις την κρεατωμένη εκεί στη γωνία... Πρέπει να κάνει τρελά σχέδια στο κρεβάτι...

Με στόχο την κρεάτωση... (από krepsinis, 12/02/09)Κρεατωμένη και ετυχισμένη! (από krepsinis, 12/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλη μια ονομασία για το αιδοίο θηλυκού τύπου Λίλιαν.

Ετυμολογείται από το radix ('ρίζα') όπως το έλεγαν στο άξεστο Λάτιο (το agresti Latio του Οράτιου). Το λατινικό radix μας δίνει το αγγλικό radish και το γαλλικό radis, 'ραπανάκι'. Το σγουρό δίνει μια διεθνούς αναγνωρισιμότητας αίγλη (πιανίστας Δ.Σγούρος).

Η συλλογή του γνήσιου σγουρού ραδικιού απαιτεί «τράβηγμα», δηλαδή κόπο, ή τον αντίστοιχο του κόπου αντίκρυσμα, αν κάποιος μας το προσφέρει «στο πιάτο».

Συγγενή ανταγωνιστικά είδη το καυλοράπανο, το ήμερο ραδίκι, αλλά και το αντίδι (ανάλογα με το μικροκλίμα).

-Λίλιαν μ'έχεις λολάνει
και θα φάω μεγάλη φρίκη
αν δεν ξηγηθώ φιστίκι
στο σγουρό σου το ραδίκι.

(από pavleas, 12/02/09)(από pavleas, 12/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι κουτσαβάκηδες όπως φαίνεται και εδώ, το 'παιζαν βαρύμαγκες και στην ουσία επρόκειτο για ψευτόμαγκες και ψευτοπαλικαράδες που πούλαγαν νταηλίκι και ψάχνονταν για καυγά. Ο μέγας εχθρός τους, που τους οδηγούσε μετά από διαπόμπευση σιδηροδέσμιους στη φυλακή, ήταν ο Δημήτρης Μπαϊρακτάρης.

Πέραν των παραπομπών του όρου πουτσαβάκης, οι ιδιότητες του όρου «κουτσαβάκης», που κομίζονται εδώ είναι: ψευτοπερήφανος και δήθεν μάγκας.

  1. Ως πουτσαβάκηδες θεωρούμε τους ψωλοπερήφανους, τα αποτυχημένα καμάκια, αυτούς πουέχουν μεγάλη ιδέαγια το σεξαπίλ και τις σεξουαλικές τους επιδόσεις, πράγμα που ωστόσο διαψεύδεται στην πράξη. Έχουν πλάσει μέσα τους την εικόνα του καρδιοκατακτητή και τουακάματου εργάτη του σεξ, μόνο που, στην πράξη, αποδεικνύονται Δον Ζουάν για κλάματα και Καζανόβες της συμφοράς. Έχουν φάει τις ...χυλόπιτες, αλλά η ψευδαίσθηση που έχουν για τον εαυτό τους είναι βαθιά ριζωμένη μέσα τους. Απαξιώνουν δε κάποιαν, που μέχρι χθες εξύψωναν στα ουράνια, αν αυτή κάνει το «λάθος» να τους προσφέρει χυλόπιτα. Λένε βέβαια πως αυτοί την τζάσανε. Αυτό το κάνουν γιατί δεν αντέχουν να τσαλακώνεται η ψευτογοητεία τους.

  2. Θα μπορούσαμε επίσης να μιλήσουμε και για κάποιους που απλά τους αρέσει να φαντασιώνονται στην παρέα τους. Αυτοί δεν φτάνουν ούτε στο καμάκι.

  3. Θα μπορούσε να αποκαλεστεί από ζήλια κάποιου, κάποιος original σεξουαλικός δυναμίτης.

  4. Κάποιος Σάββαςπου δεν τον απασχολεί τίποτα άλλο από τις εισαγωγές-εξαγωγές οτινανιστικών προδιαγραφών.

  5. Θα μπορούσε επίσης να αποκαλεστεί έτσι και κάποιος GTP μάγκας. Εδώ η έννοια του πουτσαβάκη ταυτίζεται με την έννοια του κουτσαβάκη.

  6. Ακόμα θα μπορούσαμε να μιλήσουμε απαξιωτικά για κάποιον που δεν τον χωνεύουμε ή κάποιον που θεωρούμε πως είναι ftp.

Σημείωση: Ο όρος «πουτσαβάκι», αντί του όρου «πουτσαβάκης», είναι (λόγω ουδετέρου γένους) περισσότερο απαξιωτικός.

  1. - Για φάε ρε τον Νώντα. Πολύ ψωλοπερήφανος το παίζει μωρ' αδερφάκι μου. Νομίζει πως είναι ο ... γκόμενος. Πως μετά από αυτόν ... ο εαυτός του!
    - Πίπες. Μπούρδες! Έχει φάει ... χυλόπιτες αυτός. Μην τον ακούς. Πουτσαβάκι της πλάκας είναι. Τίποτα άλλο! Μη σου πω πως όλο πουλμούρ στην παρέα... κι από κει και πέρα τίποτα. Δεν τολμάει να κάνει καμάκι το άτομο.
    - Μπας και τον ζηλεύεις;

  2. - Μη σου πουλάει μαγκιές αυτός. Είναι μάγκας της πούτσας. Πουτσαβάκι να πούμε!
    - Δεν τον χωνεύεις, ή δεν τον πας; Εμένα μου φάνηκε ζόρικος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίθετο, που προκύπτει από το «πεοφοβία» (ρωτήστε τις/ τους Γιαλόμες τι σημαίνει) και το στερητικό άλφα.

Σλανγκιστί σημαίνει τον αθεόφοβο γκέι που όχι μόνο δεν φοβάται το πέος, αλλά και το αναζητεί- επιζητεί. Δηλαδή είναι ο παραπάνω από κραγμένος, είναι ο αδίστακτος γκέουλας που δεν θα κάνει πίσω μπροστά σε τίποτα!

Μπορεί να χαρακτηρίσει και κοπέλα τελειωμένη, και κυριολεκτικά, εννοώ και γυναίκα.

Ο όρος εισήχθη στην σλανγκικήν από τον Ιησού.

- Τι κάνει ο Σάκης; Ακόμα το κάνει το ωτοστόπ;
- Αν το κάνει λέει! Γύρισε όλην την Ευρώπη κάνοντας ωτοστόπ σε νταλικέρηδες ο απεόφοβος! Ως το Μαρόκο έφτασε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλοτυχία που οφείλεται σε πρωκτική ευρύτητα, βλ. και ευρύπρωκτος. Ο λόγος που αυτό συμβαίνει δεν έχει εξηγηθεί με σαφήνεια, ωστόσο απόψεις περί του θέματος θα συναντήσουμε πολλές - με μυστικιστική σχεδόν πάντοτε χροιά («κάτσε να σε γαμήσω για να στο πω», «θα πρέπει να σου ανοίξω το τσάκρας» κ.τ.λ.).

Το μέγεθος του φάρδους ποικίλει ανά περίπτωση και οι τιμές που μπορεί να πάρει προκαλούν δέος.

Φαινόμενο με μεγάλη εντροπία που έχει απασχολήσει από τους αρχαίους καιρούς τους διανοητές (Ευκοιλίδης-τσιρλίδειον εμβαδόν, Φάρδυλος-βιογραφία, Γκαστόνιος-Ουόλτεια Δίσνεια κομιξιλειακά κ.α.)

Κωλοφαρδία, κώλος και φάρδος ταυτίζονται συχνά σαν έννοιες και έχουν ευρεία χρήση.

- Μεγάλο φάρδος ο Χαρούλης, τα κονόμησε από το «τζόκερ».
- Α τον κώλο!

Άμα λέμε για φάρδος. (από Galadriel, 22/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ομοφυλόφιλος, κοινώς δια εμάς ο πούστης.

- Τον βλέπεις, όλο κουνιέται ο κωλοβρέχτης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μειωτική / φαλλοκρατική, μεταφορική έκφραση με αποδέκτη άτομα γένους θηλυκού, που υποτίθεται ότι έχουν έντονη σεξουαλική δραστηριότητα και εναλλάσσουν πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους.
Ως γνωστόν, η διαφορά της γαμιόλας με την πουτάνα είναι ότι η πουτάνα γαμιέται με όλους, ενώ η γαμιόλα με όλους εκτός από εμάς.

Η σκύλα είναι ένα θηλαστικό, το οποίο όταν βρίσκεται σε γόνιμες μέρες (κοινώς, όταν «σούρνει») αλλάζει πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους, με αποτέλεσμα να μην γνωρίζουμε ποιος είναι ο κύων που την άφησε έγκυο.

  1. Απόσπασμα από σχόλιο διαδικτυακού forum:

«Γενικά η ηλικία των 40 ετών για τις γυναίκες είναι άκρως επικίνδυνη και οι περισσότερες γαμιούνται σαν σκύλες, σαν άνεργες πουτάνες, είναι τα τελειώματα της νιότης και αυτό τρελαίνει, τι να κάνουμε...».

  1. - Ρε Κωστάκη, πως θα γίνει να γνωρίσουμε εκείνο το μωρό που σε χαιρέτισε το Σάββατο στα μπουζούκια; Θέλω να το αγαπήσω...
    - Μη στεναχωριέσαι, η κοπέλα γαμιέται σαν σκύλα. Κάνε κίνηση και θα φας, εγγυημένα...

FACOM σκύλα μεγάλη με ράμφη κεκαμένα (από pavleas, 16/02/09)(από vip, 01/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φαλλοκρατική ρητορική ερώτηση, άμα περνάει όμορφη προκλητική γυναίκα. Είναι σαν τους μπάτσους, που ξυλοφορτώνουν Αλβανούς και μετά ο κοσμάκης λέει: «κι αυτοί ήταν προκλητικοί!».

Μπαίνει ο Πέρι κουνάμενος λυγάμενος.
Βάγγελας: - Μετά φταίει ο βιαστής;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κι αυτός είναι πούστης, όπως και ο πισωγλέντης και πολλοί πολλοί άλλοι.

Ακα: πουτσογλεντζές.

- Τον χορεύει τον καρσιλαμά ο Πέρι! Μεγάλος πουτσογλέντης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified