Further tags

Χρησιμοποιείται ως μη ανδροπρεπής χαιρετισμός, αλλά και ως εκδήλωση θαυμασμού. Συχνά την χρησιμοποιεί κανείς όταν θέλει να μιμηθεί κάποιον gay γιαυτό και η λέξη αυτή είναι άμεσα συνδεδεμένη με τους ομοφυλόφιλους.

- Γιαννάαααααακηηη; Τσουτσουμπρούτζου!

- Τι καλέ αυτός δηλαδή είναι τσουτσουμπρούτζου τελείως;

- Άσε με ρε μαλάκα, εγώ είμαι άντρας, δεν τα μπορώ αυτά τα τσουτσουμπρούτζου.

ΑΜΑΝ (τσουτσουμπρούτσου) (από patsis, 09/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα σκοτεινά σεπαρέ των κωλόμπαρων που βρίσκονται στο βάθος της αίθουσας ή μικρά δωμάτια 120 x 200 εκατοστών μέσα στα κωλόμπαρα, όπου προσφέρεται βίζιτα «του ποδαριού».

Ο πελάτης: - Έχεις κανένα μωρό να κεράσω και να βγάλει κανένα γούστο;
Ο «μπάρμαν»: - Πήγαινε στην τελευταία καβάντζα στο βάθος και θα σου στείλω ένα ουκρανεζάκι, μούρλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τσούλα στα ποδανά.

Πώς ντύθηκε έτσι η λατσού! Το μισό κωλομέρι είναι έξω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας κάπως κομψός τρόπος να διακρίνει κανείς γκόμενα από τραβέλι. Ανακάλυψη σοκ, καθώς υπάρχουν και πολλά όμοια:
Αναΐς από το Παναής
Ρέα από το Ανδρέα
Barbie από το Μπάμπη
Σάρα από το Μητσάρα... κλπ

  1. [συζήτηση φίλων για τα πρόσφατα κατορθώματα]:
    - Φίλε πρόσφατα μπιστόλιασα την Κέλλυ..
    - Ρε μαλάκα με τραβέλι πήγες;
    - Ωχ... Θες να πεις ότι το Κέλλυ...
    - ...απ'το Βαγγέλη. Καλά ρε, δεν σου έκανε εντύπωση η χοντρή φωνή;

  2. [σκηνικό σε μπουρδέλο με αρχικάφρο φίλο]:
    - Γεια σου μωρό μου, είμαι η Κέλλυ.
    - [μετά σύντομης «επεξεργασίας»] Μάϊστα... Να σου πω ρε μωρό, το Κέλλυ βγαίνει από το Βαγγέλη;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποκαλείται έτσι η Μύκονος, ως το κατ' εξοχήν gay-friendly νησί.

Σχετικά: τρεντονήσι, Συκαρία, Τζιναβονήσι.

Βλ. και Μύκονος, λευτεριά στη βόρειο Μύκονο.

  1. και το μυαλο του, που τελευταια του επαιζε μυστηρια παιχνιδια, ανεσυρε παλιες μνημες απο τη ζωη που αφησε ανεπιστρεπτι πισω, απο τα οργια στο Πουστονησι, τα ατελειωτα παρτυ με ουζα και διαφορα αλλα ποτα πχ βερμουτ και βεβαια τον πρωτο του ερωτα, τοτε που το Λιλιαν δεν υπηρχε, τοτε που η υπαρξη του ολη ειχε κυριευθει απο ενα και μονο ενα πραγμα: την αγαπη του Βαγγελα, αυτου που η μητερα του δεν αφησε να παντρευτει στην Τηλο επειδη λεει ηταν κομμουνιστης. (Από την Ραψωδία Α΄ της Λιλιάδος, με ραψωδό τον acg).

  2. Σε καποια φαση η μια αρχισε να τραγουδαει κοροιδευτικα: η φιλη μου με εφερε στο πουστονησι,κανενας δεν θα μας γαμησει... Αυτο ηταν, απ τα γελια μου φυγε το ουισκι απ το στομα.αυτες με ακουσαν και σταματησαν για λιγο, μετα λεει η μια: και αυτος που γελαει πουστης θα ναι μωρη. Μου κοπηκε το γελιο. Σηκωθηκα, εβγαλα το κεφαλι απ το μπαλκονι και λεω. Αμα σκαρφαλωσω και σας σκισω το μουνι θα σας πω εγω. (H εμπειρία μου στην Μύκονο).

  3. Ας συμφωνησουμε και σε κατι αλλο: οι περισσοτεροι ειμαστε ομοφοβικοι του κερατα. Σα λαος δε γουσταρουμε τους πουστηδες, πως να το κανουμε; Δεν ειμαστε Ολλανδοι.
    Οποτε μια καλη λυση ειναι να δωσουμε το πουστονησι τη Μυκονο στις αδερφες τους ΑγγλοΓερμανους και ως ανταλλαγμα να μας απαλλαξουν απ'το χρεος μας. (Εδώ).

(από Khan, 15/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που «περιποιείται» τους πάντες. Αλλιώς, η παρτόλα.

- Σοβαρά; Την έχει πηδήξει κι ο Γιώργος την Ελένη;
- Ποιος Γιώργος ρε, τη μισή γειτονιά έχει πάρει. Γυναίκα ασθενοφόρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποφάσισα να εισαγάγω το παρόν λήμμα, αφού άκουσα τον πατέρα μου να το χρησιμοποιεί. Η προέλευση είναι πελοποννησιακή (όπως πολλές αξιόλογες εκφράσεις) και χρησιμοποιούνταν κατά κόρον από τη μακαρίτισσα τη γιαγιά μου. Η χρήση της παθητικής μετοχής ως ουσιαστικό τονίζει την ουσία της πράξης: αποτελείται από το ουσιαστικό σκύλα και το ρήμα «πηδάω», με αναφορά στη γενετήσια πράξη. Απλά, περιγράφει αυτή που πηδιέται σαν σκύλα.

Ως γνωστόν, όταν τα θηλυκά σκυλιά βρίσκονται σε οίστρο ζευγαρώνουν με περισσότερα του ενός αρσενικά, με αποτέλεσμα να μην γνωρίζουμε ποιος αρσενικός είναι τελικά ο πατέρας. Έτσι λοιπόν και η σκυλαπηδημένη συνευρίσκεται ερωτικά με πολλούς άνδρες, ωσάν σκύλα που «σούρνει», χωρίς όμως να στοχεύει στην αναπαραγωγή του είδους, αλλά στην ευχαρίστηση.

Η τηλεόραση και τα πρότυπα που εδώ και χρόνια προωθεί παραπέμπει συχνάκις σε «σκυλαπηδημένες» διαφόρων κατηγοριών και υφών. Η κρίση θα λέγαμε ότι ευνοεί την τάση προς αυτή την κατεύθυνση και για λόγους βιοπορισμού και κάλυψης εξόδων και χαρατσιών.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε σύντμηση ως «σκυλαπήδω».

  1. - Βάλε να δούμε ειδήσεις. - Δεν γίνεται, ξεκινάει νέο reality σήμερα. - Κάνε μου τη χάρη μωρέ, θα καθόμαστε να παρακολουθούμε όλες τις σκυλαπηδημένες βραδυάτικα... Βάλε να δούμε ειδήσεις...

  2. Αποκλείεται να πάω για μπάνιο ξανά κυριακάτικα και να ψάχνω να
    βρω ξαπλώστρα στο λιοπύρι, από τις σκυλαπηδημένες που τις μαζεύουν για να ακουμπούν τα πράγματά τους... Σπίτι και πάλι σπίτι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λαϊκιστί: της πουτάνας το κάγκελο.

-Γάμησέ τα. Χθες στο πάρτυ έγινε της επί χρήμασι εκδιδόμενης το κιγκλίδωμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραζει, με τους ανάλογους χαρακτηρισμούς βέβαια, τα προσόντα μιας γυναίκας. Εμπνευσμένο από λαϊκο άσμα.

Κώστας: - Δικέ μου, κοίτα κάτι μπαλκόνια που έχει αυτός ο μούναρος!!
Νίκος: - Όντως... Έχει άριστη βυζική κατάσταση...

(από HardcoreGR, 25/03/13)"Έχεις βυζιά, μπαίνεις παντού". Αλλά με λίγη φαντασία μπορεί να διαβαστεί και ως "βυζίκ". (από Khan, 27/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το χύσι και την ντουλάπα. Αποθήκη σπέρματος. Χρησιμοποιείται για την έχουσα πολλούς ερωτικούς συντρόφους.

Πότε θα ωριμάσουμε επιτέλους σεξουαλικά σαν έθνος; Όλες φοβούνται να μας δείξουν τα ταλέντα τους φοβούμενες κάποιο ηλίθιο κοινωνικό στίγμα σε σχέση με τη σεξουαλικότητα. Ξαφνικά η κάθε χυσοντουλάπα έγινε πριγκιπέσσα!

Στο 1.30 το παράδειγμα (από Khan, 24/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified