Further tags

Υποτιμητική έκφραση για το φωτομοντέλο, το μανεκέν. Πάνω του κρεμάς τα προς επίδειξη ρούχα. Είναι υποχρεωμένο να ντυθεί όπως θέλει ο μόδιστρος, να βαφτεί όπως θέλει ο φωτογράφος. Όπως έχει πει μια διάσημη κρεμάστρα, είτε είσαι αρχάρια είτε είσαι η Σίντυ Κρώφορντ, δεν σε παίρνει να έχεις αντιρρήσεις αισθητικής φύσεως. Μόνη σου υποχρέωση να επιδεικνύεις τα ρούχα και την έμπνευση του δημιουργού.

Αντίστοιχη υποτιμητική λέξη για άλλο γυναικείο ρόλο: γλάστρα.

Έγινε κοσμικός ναούμ' ο γιος της κυρα-Στέλλας, κατάλαβες, ο καρπαζοεισπράκτορας της παρέας, και πού τον χάνεις πού τον βρίσκεις είναι στα κλαμπάκια παρέα με κρεμάστρες.

Got a better definition? Add it!

Published

Συγκεκριμένη συνομοταξία ευγαμήσιμων γκομενακίων 18-30 ετών, φοιτητριών ή αποφοίτων της πρώην γυμναστικής ακαδημίας, νυν ΤΕΦΑΑ, που όμως το ιδρώνουν το κορμάκι.

Διακρίνονται από τα εξής χαρακτηριστικά:

  1. Υπό συνθήκες καθημερινών μετακινήσεων, φορούν πάντοτε φόρμα ή κολάν.
  2. Είναι, κατά κύριο λόγο, άβυζες ή μικρόβυζες, με κοιλιά και κορμοστασιά αλφάδι.
  3. Είναι, πλην εξαιρέσεων, μάπα στη μάπα, συχνά και με γκαυλόσπυρα, από τις αναβόλες, κάτι που τους προκαλεί βέβαια υπέρμετρες καύλες ιδίως όταν είναι σε κύκλο.
  4. Είναι εντελώς ηλίθιες, μασούν τσίχλα, αλλά δεν έχουν το στυλ και το βάδισμα της κλασσικής bimbo.

Πως επαληθεύουμε ότι μόλις εντοπίσαμε ένα πραγματικό τεφαρίκι;

  1. Το είδαμε να επιβιβάζεται ή να αποβιβάζεται στο σταθμό της Δάφνης ή του Αγ. Ιωάννη.
  2. Ήταν παρέα και με άλλους/άλλες που δεν φορούσαν τζην ή ισόπατο παπούτσι.
  3. Η φαντασίωση που μας έρχεται αυτομάτως στο μυαλό περιλαμβάνει στάσεις όπου έχουμε στο οπτικό μας πεδίο μονο την πίσω της όψη.

- Πω πω τι μπήκε στο τρένο!!!
- Τι ρε;;
- Καλά ρε δεν τα βλέπεις τα δύο κολάν;;
- Πω φίλε έχεις δίκιο, αλλά μη χαίρεσαι, δεν προλαβαίνουμε να πάμε για πέσιμο, τεφατζούδες θα είναι, στην επόμενη στάση θα κατεβαίνουνε.
- Αυτές δεν είναι τεφατζούδες, είναι τεφαρίκια!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πηγάζει - κατ εμέ - από την «σούφρα» και την Στρουμφίτα από το Μπλε χωριό των κιν. σχεδίων. Είναι κοντή, κομψή, καυλέτο, καυλιάρα, κουνιστή, όμορφη και μιλάει γλυκά, αλλά είναι ξανθιά!

- Σουφρίτα, σ' αγαπώ! Ο Γκρινιάρης γκόμενος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετο: αλήτης + πούστης. Δηλαδή, πούστης (αδελφή, πισωγλέντης, ντιγκιντάγκας, κουνίστρα, η τρύπα της ακολασίας κλπ) που φέρεται σαν αλήτης (χαμίνι, ζήτουλας, χεράκιας κλπ).

- Πολύ αλητόπουστας ο ξυπόλυτος. Δεν τον μαζεύουνε να ξεβρωμίσει η πλατεία;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα της οποίας η μουνοσχισμή ξεκινά κάπως πιο ψηλά από το συνηθισμένο και δίνει την εντύπωση ότι και το μοϋνί της είναι κει πάνω. Πιθανόν και να είναι και έτσι, δηλαδή ανατομικά να το έχει κάπως πιο μπροστά. Σε αυτό θα μας απαντήσουν οι έμπειροι του σάιτ.

Επίσης είναι η γυναίκα που προτάσσει το μουνί της σαν όπλο για να προχωρήσει στη ζωή. Εναλλακτικά, μπροστομούνα = γυναίκα ελευθερίων ηθών, πουτάνα.

  1. - Ρε παιδιά, να σας πω κάτι που δεν θα έπρεπε... Καλό γκομενάκι η Στέλλα, αλλά πολύ μπροστομούνα, το ψάχνω και δεν το βρίσκω...
    - Χέσε ρε μαλάκα, ιδέα σου είναι...

  2. - Είδες η κόρη της κυρίας Αντωνίας; Μια χαρά στο δημοτικό συμβούλιο είναι τώρα. Αυτά να βλέπεις...
    - Άσε με ρε μάνα με τη μπροστομούνα τώρα...

(από Vrastaman, 02/12/09)Για το λόγου το αληθές… (από panos1962, 02/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από το λατινικό charta visa ή, ελληνιστί, έγγραφο το οποίο έχει ελεγχθεί. Ο κάτοχος της βίζας λοιπόν, αφού έχουν ελεγχθεί τα ταξιδιωτικά του έγγραφα μπορεί να εισέλθει στη χώρα που τα εξέδωσε.

Παλιά, επί Ανατολικού μπλοκός, οι κάτοικοι χρειαζόντουσαν βίζα για να εξέλθουν του σιδηρούντος παραπετάσματος και φυσικά τέτοιες άδειες εκδίδονταν σπανιότατα (μη δει ο κοσμάκης τα αίσχη του καπιταλισμού και θολώσουν οι φακοί από τον καταναλωτισμό και πετάξει το πουλάκι).

Εμπνευσμένοι λοιπόν από τα άνωθεν, διάφοροι κακεντρεχείς περιπαίζουν τους λιγότερο ανεξάρτητους φίλους τους, που προτιμούν την ήρεμη οικογενειακή ζωή.

Κατ' αυτή την έννοια το έτερον ήμισυ του ατυχούς ανδρός πρέπει να του εκδώσει άδεια εξόδου από το σπίτι, για να μπορέσει και αυτός να δει κανά ματσάκι, να φάει με την παρέα του, να πιει έναν φραπέ βρε αδερφέ. Φυσικά ο αιτών βίζα θα πρέπει να έχει όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά έτοιμα προς εξέταση αν θέλει να έχει τύχη η αίτηση του (να έχει βάλει ηλεκτρική, να έχει αφήσει την πιστωτική του πάνω στο τραπέζι μαζί με μια ευχετήρια κάρτα για καλά ψώνια, να έχει πετάξει την πεθερά του ως το γιατρό γιατί που να παίρνει ταξί η γυναίκα, κλπ κλπ κλπ).

Ο δε ευτυχής λήπτης της βίζας υπογράφει όρους απαράβατους και καταχρηστικούς οι οποίοι αναλύονται αλλά δεν περιορίζονται στους εξής:

- Δεν θα πιω πάνω από δύο ποτά
- Δεν θα κοιτάξω άλλη γυναίκα
- Δεν θα αργήσω να γυρίσω
- Θα έχω το κινητό μου φορτισμένο και θα μένω πάντα εντός σήματος
- Θα ειδοποιώ ανά μισάωρο για την τοποθεσία μου
- Δεν θα πλησιάσω σε ακτίνα χιλιομέτρου ενοχλητικές εγκαταστάσεις
- Σε περίπτωση τυχαίας συναντήσεως με πρώην μου θα αυτοπυρποληθώ.

Για χρήσεις του λήμματος που αφορούν πιστωτικές δες εδώ.

  1. - Ε, παιδιά χάρηκα που τα είπαμε αλλά ήρθε η ώρα να την κάνω.
    - Τι έγινε ρε Σάκη, έληξε η βίζα;

  2. - Ρε λακαμά Μάκη, πάμε σε κανά κωλάδικο απόψε;
    - Τιλέρε απεόφοβε! Να το μάθει η Σουλάρα και να μου ανακαλέσει τη βίζα άπαξ και διαπαντός;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κωλάκιας είναι ο άντρας που γουστάρει περισσότερο τον κώλο στη γυναίκα, ενώ βυζάκιας αυτός που γουστάρει περισσότερο τα βυζάκια (ε ναι, αυτό το υποκοριστικό με έδωσε ήδη στεγνά, το ξέρω, αλλά δε μπορούσ' αλλιώς).

Λέγεται προφανώς για ετεροφυλόφιλους (ή άντε, αμφιφυλόφιλους) άντρες, αλλά ίσως και για ομοφυλόφιλες γυναίκες (δεν το ξέρω, ούτε και αν υπάρχει θηλυκός τύπος σ' αυτήν την περίπτωση).

Ο μέγας κοινωνιολογικός νόμος της διχοτόμησης εφαρμόζεται λοιπόν εδώ στο υπερπανίσχυρο φύλο. Και δεν πρόκειται βέβαια απλά για διάκριση σε τουρκόφιλους και ισπανόφιλους, αλλά για ζήτημα μεγάλου βάθους (ή όγκου, ανάλογα) που μπορεί να παρασύρει τον πιο πολλά βαρύ και όχι άντρα σε λυρικές ποιητικές εξάρσεις που θα ζήλευε κι' ο Λουντέμης, ή τον πιο σμπόκο κάγκουρα σε εμβριθείς αναλυτικές επιχειρηματολογίες που θα ζήλευε κι' ο Καστοριάδης, και όλα αυτά στα πλαίσια ενός αρχικού αντρικού δεσίματος ή ενός κατοπινού, με αμείωτη ένταση επανερχόμενου λάιτ μοτίφ, απ' αυτά που συχνά χαρακτηρίζουν τις αντρικές φιλίες.

Κάποιες αλήθειες για τους κωλάκηδες και τους βυζάκηδες:

  • Μπορεί να μην είσαι ούτε Πάοκ ούτε Άρης, ούτε Νουδού ούτε Πασόκ, ούτε κιθαρίστας ούτε ντράμερ, ούτε Μαντόνα ούτε Μάικολ Τζάκσον· αλλά είσαι είτε κωλάκιας είτε βυζάκιας.
  • Ο κολλητός σου ξέρει αν είσαι κωλάκιας ή βυζάκιας· η γκόμενά σου όχι απαραίτητα.
  • Ο σωστός κωλάκιας ξέρει τον καλό κώλο ακόμα κι' αν η γκόμενα στήνεται στα τέσσερα· ο σωστός βυζάκιας ξέρει τα καλά βυζάκια ακόμα κι' αν η γκόμενα ξαπλώνει τ' ανάσκελα.
  • Αν δεν είσαι ούτε κωλάκιας ούτε βυζάκιας είσαι αδερφή· αλλά όχι και αντίστροφα.
  1. Βυζάκηδες VS Κωλάκηδες...: Λοιπόν το προαιώνιο δίλημμα έρχεται να χτυπήσει την πόρτα και του αγαπητού μας φόρουμ! Το πράγμα είναι απλό. Ψηφίστε τι προτιμάτε περισσότερο, στήθος ή οπίσθια ΚΑΙ αιτιολογήστε! Χαζές επιλογές τύπου «και τα δύο» η «εγώ κοιτάω τον εσωτερικό της κόσμο» δεν υπάρχουν, κρίνονται απαράδεκτες και γενικά δεν μας απασχολούν. Γράψτε τις αλλού. Εδώ είναι καθαρά σαρκικού περιεχομένου θρεντ. (από φόρουμ)

  2. — Ποιά είναι η στάση που προτιμάτε στο σεξ;
    — Έχω την εντύπωση ότι για τους άντρες ισχύει το εξής: Αν είσαι βυζάκιας, από πάνω η γυναίκα. Αν είσαι κωλάκιας, στα 4. Αν είσαι μαλάκας, ιεραποστολικό.
    (από το μπουρδέλα τι βι)

(από patsis, 06/06/13)

Δες και Βυζιγότθοι και Οστρογόφοι. Ακόμη: μουνάκιας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός θήλεος.

Η περί ούσας ενδείκνυται μόνο δια μια συνεύρεση, τη τελέσει δε της πράξεως επιβάλλεται ο αποκλεισμός μελλοντικού συναγελασμού άπαξ και δια παντός, εν ανάγκη και με δραστικά μέτρα.

- Το βραδάκι Μάλια;
- Ωχ μωρέ, αφού δεν τις μπορώ τις Σούζαν και τις Χέδερ. Είναι πούτσο και γκρεμό!
- Τώρα, αυτό εμένα γιατί πρέπει να με χαλάει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φακάτη (γκόμενα) = η γαμιστερή (και γαμάτη) η πολύ ωραία και επιθυμητή ([σλουρπ]...)

- Όλες οι φακάτες, στα πρωϊνάδικα μαζεύτηκαν.
- Μρρρρρρρ!

π.χ. (από spydel, 26/11/09)(από pvnrt, 26/11/09)

από το αγγλικό fuck

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη νεοελληνική κοινή: «Πήγαινε πλύνε τα πιάτα (σε παρακαλώ)».

Χρησιμοποιείται όταν η/οι παρευρισκόμενη /-ες γυναίκα /-ες έχει /-ουν υπερβεί κατά πολύ τα εσκαμμένα, και χρειάζεται να συνετιστεί /-ούν από το/τα κυρίαρχο /-α αρσενικο /-ά. Ήτοι, όταν πρόκειται δια θέμα δια το οποίο δεν πίπτει λόγος εις οιονδήποτε μη φέροντα έναν ή και πλείονας όρχεις.

Ισοδυναμεί με το αι γυναίκαι μέσα.

- Εγώ πάντως, Μήτσο μου, νομίζω ότι πάλι ο Ολυμπιακός θα το πάρει το πρωτάθλημα φέτος.
- Ίσα μωρή χαμούρα που έχεις και άποψη για τη μπάλα! Άει πά’ πλύ’ ντα πιάτα τώρα!
- Τι είπες ρε μισοριξιά; - Τίποτα αγάπη μου, με τον Βαγγέλη μιλούσα στο Σκάιπ. - Ρε μη χαζεύεις! Άντε, τελείωνε με το σφουγγάρισμα, έχεις και να μαγειρέψεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified