Further tags

Καυλώστρα ή καβλώστρα.

Πρώτα από όλα, καμία σχέση με την ξαπλώστρα.

Η καβλώστρα έχει τα εξής χαρακτηριστικά:

  • Ηλικία από 17 ως 22 (άντε και 25 αν μικροδείχνει),
  • Κορμί φιδίσιο νεανικό (ουχί παχουλό).

Η καβλώστρα είναι:

  • Τσαχπινογαργαλιάρα, έχει μια καβλιάρικη στάση, έναν καβλιάρικο και πολλά υποσχόμενο τρόπο ομιλίας, και αφήνει υπονοούμενα στο φλου.
  • Ελαφρώς, αλλά πάντα ενδεδυμένη. Πρέπει να ρίξει καναδέζικο χιόνι για να καλύψει τον ομφαλό της και τα μπούτια της. Αλλά πρέπει να βρεθεί στην Σαχάρα για να κατεβάσει με ευκολία το κιλοτάκι της, παρουσία αρσενικού θηρευτή, που να μην είναι ίδιος ο Σάκης,
  • Ολίγον έξυπνη, ώστε να καταλάβει την δύναμη που κρύβεται στην τρύπα που κείται 20 πόντους από την τρύπα που δημιούργησε το κόψιμο του πλακούντα,
  • Ολίγον τολμηρή, διότι πειραματίζεται με τα κιλοπόντ της εν λόγω δύναμης, όχι σε ινδικά χοιρίδια αλλά στους ανυποψίαστους καυλωμένους,
  • Oλίγον φαντασμένη, διότι το φυλάει για τον πρίγκιπα, ενώ αυτό βράζει σαν καζάνι, και ως γνωστόν στην βράση κολλάει το σίδερο, και τους πρίγκιπες τους έσφαξαν οι προλετάριοι στις αρχές του αιώνα,
  • Oλίγον χαζή, διότι αν δεν καθαρίζεις το πουρί συχνά, δεν μαθαίνεις ποτέ την τέχνη του καπνοκαθαριστή (που μου’ ρθε πάλι αυτό;), οπότε γίνεται,
  • Χάλια στο κρεβάτι (από ό,τι μου λένε).

Συνήθως το συγκεκριμένο είδος απαντάται σε γκρουπ άνω των δύο. Η εξήγηση είναι εύκολη. Την κρίσιμη στιγμή, η καβλώστρα χρειάζεται δικαιολογία να την σκαπουλάρει, οπότε βρίσκει δικαιολογία τις φίλες της. Γι αυτόν το λόγο δεν βγαίνει ποτέ ραντεβού μόνη της!

Bonus track: Μετεξέλιξη [i]καβλώστρας[/i] Σε περίπτωση που δεν ξυπνήσει από το όνειρο που ζει η καβλώστρα γίνεται μετά από τα 25:

  • Εύκολη γκόμενα (γιατί προσπαθεί to catch up) και κρύα στο κρεβάτι (διότι δεν το δούλεψε πολύ το θέμα όταν έπρεπε),
  • Κομπλεξική νοικοκυρά, διότι παντρεύτηκε κάποιον που στο παρελθόν δεν του έριχνε ματιά! και θα του κάνει και του μίζερου τη ζωή αθλία, με σχόλια του στυλ «εγώ περπάταγα και έτριζαν τα πεζοδρόμια...»

Ασίστ: Pavleas

- Ρε Αλεξάκι, τις είδες αυτές που μπήκαν στο μαγαζί; Τι κορίτσαροι είναι αυτοί;
- Άσ' τες αυτές. Αυτές είναι καβλώστρες. Μπαίνουν στα μαγαζιά για να αναστατώνουν, και μετά την κάνουν στο σπίτι μόνες. Δεν γαμιούνται με τίποτα!!! - Καβλώστρες, ξεκαβλώστρες, εμένα μου ανέβασαν το ηθικό. Κέρνα τις τρία σφηνάκια.
- Βρε γύρευε τη δουλειά σου
(πραγματικός διάλογος σε νησιώτικο μπαρ, εν έτει 1996)

Πρώτα από όλα, καμία σχέση με την ξαπλώστρα. (από Vrastaman, 28/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως κομμάτι χαρακτηρίζουμε το κάθε θηλυκό στο οποίο θα θέλαμε να 'ξηγήσουμε το όνειρο. Οι συνήθεις πολεμικές ιαχές (ή μάλλον ψίθυροι) που ακούγονται στο θέμα ενός κομματιού είναι:

- Αχ αγάπη μου...
- Έλα στον παππού!
- Αούα!
- Υλικό στην Χ σου ώρα! (ανάλογα με την κατεύθυνση αλλάζει το Χ)

Να προσθέσω πως είναι αρκετά φαλλοκρατική λέξη-έννοια, αφού παρομοιάζει τις γυναίκες με πράγματα, σκεύη ηδονής και άλλα τέτοια σεξιστικά.

  1. Καλά ε, η Λάουρα είναι τρελό κομμάτι!!

  2. - Τσέκαρε ένα κομμάτι εκεί στο παγκάκι!
    - Ωχ... έχυσα λίγο...
    - Έλεος..Τι χυσαμόλας είσαι εσύ...

  3. - Πώς το βρίσκεις το γκομενάκι;
    - Αρκετά καλό κομμάτι...

βλ. και κόμματος, τεμάχιο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Μπάμπης δίνει μεταξύ άλλων τις εξής σημασίες: 1. Βγάζω από κάτι το υγρό που περιέχει, πιέζοντάς το και αφήνοντάς το να στάζει. 2. Αφαιρώ το περιεχόμενο και την δύναμη, την ικμάδα από κάτι.

Ξεχνάει όμως να μας πει ότι κατεξοχήν το ρήμα με τις εν λόγω σημασίες χρησιμοποιείται για τον μπαργαλάτσο, άλλως πέοντα και είναι συνώνυμο του ξεζουμίζω. Σημαίνει δηλαδή την αφαίμαξη του πέοντος από τους ζωτικούς του χυμούς μέσω πολλαπλών εκσπερματίσεων, ώστε τόσο ο πέων όσο και ο φέρων αυτόν να απολέσουν την ικμάδα των, κοινώς να ρέψουν. Με λίγα λόγια ένα εξαντλητικό σεξ. Κυρίως χρησιμοποιείται για το στοματικό σεξ, όπου η καταπιόλα η πουτσοστραγγίχτρα κατά τον χαρακτηρισμό συσσλαγκιστή που βγάζει πολλή επικίλα, φροντίζει να στραγγίξει το όργανο του παρτενέρ από τα υγρά του ως η καλή νοικοκυρά που είναι. Λέγεται και πουτσοστραγγίζω για μεγαλύτερη σλανγκική αίσθηση.

Ετυμολογικά trivia: Από την ίδια ινδοευρωπαϊκή ρίζα **streng-* προκύπτουν:
1) το λατινικό ρήμα stringo-strinxi-strictum-stringere, όθεν το στρινγκ, η στρινγκαδούρα, ο πούστρινγκ, ο πουστρίγκος, η στρίγκλα, οι στρίγκλες, το σύστριγκο, η string-theory για την δημιουργία του κόσμου, η παντόφλα στρινγκ, και ένα σωρό άλλες ευρωπαϊκές λέξεις που σημαίνουν σχοινί ή χορδή ή κάτι παρόμοιο. 2) Οι αγγλικές λέξεις strong και strict και πολλές άλλες ομόρριζες και συνώνυμες λέξεις σε άλλες ευρωπαϊκές λέξεις. 3) Οι ομηρικοί Λαιστρυγόνες (άσχετο! νομίζω ως πνίχτες), οι γείτονες των συσόπων. 4) Ο στραγγαλισμός και ο ερωτικός αυτοστραγγαλισμός. 5) Οι λέξεις στρογγύλος, στρογγυλός κ.τ.ό. Εν προκειμένω το στραγγίζω προέρχεται από το στραγξ- στραγγός που σημαίνει σταγόνα, σταλαγματιά, από την ίδια ρίζα. αατα.

Τι να κάνει άραγε ο Πέρι; Ποιον να πουτσοστραγγίζει άραγε αυτήν την στιγμή που μιλάμε;

(από BuBis, 26/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εύκολη γκόμενα.

- Καλά, με την πρώτη του 'κατσε η Μαρία;
- Αφού σου είπα, είναι plug-n-play η γκόμενα!

(από ironick, 25/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτική μετάφραση της κλασσικής αμερικλανιάς: I'd hit that, που μεταφορικά σημαίνει: «Την γαμούσα». Η όλη γλύκα της φράσης βρίσκεται στο ότι καθώς είναι καθαρά αμερικάνικη σλανγκ, λίγα άτομα καταλαβαίνουν τι παίζει όταν το λες, ακόμη και αν το πεις μπροστά τους.

  1. - Κοίτα κάτι μπουτάρες εκεί ρε!!
    - Καλόοοο... το χτύπαγα πολύ άνετα όμως!

  2. (Δύο φίλοι σερφάρουν στο φατσοβιβλίο)
    - Ωπ! Τσέκαρε αυτήν εδώ! Το χτύπαγες τώρα ή όχι;!
    - Σκάσε. Μαζεύω υλικό τώρα.

παλιά μου τέχνη κόσκινο... (από BuBis, 24/08/09)paradigm shift (από BuBis, 24/08/09)Όπως τα λέει ο Μπούμπις, αλλα χωρίς να σας πεταχτούν τα μάτια έξω... (από vikar, 26/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γνωστό τοις πάσι ταμπόν, ήτοι το μακρόστενο εκείνο ματζαφλάρι (βαμβακερό ή από συνθετική μετάξη) που τοποθετούν τα θήλεα στον κόλπο τους κατά τη διάρκεια της εμμήνου ρύσεως, της περιόδου, όταν έρχονται οι Ρώσοι, όταν κάνει ντου ο Κόκκινος Στρατός, τις «δύσκολες μέρες του μήνα» (αυτό το τελευταίο κάργα politicalljy correct). Απορροφά αίματα και λοιπά υγρά.

Τίγκα σεξιστικός και πολιτικώς μη ορθός (άρα και κάργα σλανγκιάρικος) όρος, χρησιμοποιείται mostly από λαϊκάντζες, βαρύμαγκες, φορτηγατζήδες και λοιπά μπρουτάλ αρσενικά παλαιάς κοπής, που τους τρέχει η τέστο απ' τα μπατζάκια... Οι εν λόγω αγκαούγκες αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι να προφέρουν λέξεις όπως «ταμπόν», «περίοδος», «σερβιέτα» και λοιπά κλασικά γυναικεία, φοβούμενοι μήπως δώσουν την εντύπωση πως ξέρουν κάτι παραπάνω. Πιστεύουν –έστω σε ένα βαθύτερο επίπεδο συνείδησης– πως άντρες και γυναίκες είναι δυο κόσμοι χωριστοί, πως ο συγχρωτισμός των φύλων και η μεταξύ τους επικοινωνία, είναι πράγματα περιττά, αν όχι επικίνδυνα. Μια αταβιστική νοοτροπία: αρκεί να θυμηθούμε στο σχολείο τι κράξιμο έτρωγαν όσοι έκαναν πολύ παρέα με τα κορίτσια. Στο βάθος όλων των ανδρικών φόβων βρίσκεται ο ευνουχισμός, που ελλοχεύει ως κίνδυνος όταν οι επαφές με το αντίθετο φύλο δεν περιορίζονται στις απαραίτητες γενετήσιες... Για να μην ξεχνάμε και το φόβο του Αρχέγονου Μουνιού που απειλεί να επανενσωματώσει όλα τα δημιουργήματά του δια της κατάποσης, επαναφέροντάς τα στην απόλυτη ανυπαρξία... Εξ ου λοιπόν και όλα τα αρσενικής προελεύσεως σλανγκικά μειωτικά ισοδύναμα: «μουνί» αντί «αιδοίο», μουνοβούλωμα αντί ταμπόν, περιοδόβρακο ή περιοδόπανο για τη σερβιέτα κ.ο.κ. Δαιδαλώδη και άκρως ερεθιστικά θέματα, επί μακρόν αντικείμενα διαπραγμάτευσης σε πολλαπλά επίπεδα: κοινωνιολογίας-ανθρωπολογίας, κοινωνιοβιολογίας, ψυχολογίας-ψυχανάλυσης, γλωσσολογίας, λογοτεχνικής θεωρίας, gender studies, cultural studies κλπ.

Να μη συγχέεται το μουνοβούλωμα με το πορδοβούλωμα.

Εξελιγμένη μορφή μουνοβουλώματος είναι η κατά poniroskylo μουνόκουπα.

Βούλωμα-ταμπόν, μπορεί να μπει και στον πρωκτό, όταν σ' έχει πιάσει κόψιμο και πας κάθε τρεις και λίγο στην τουαλέτα για γκραφίτι. Το χρησιμοποιούν καμιά φορά οι μητέρες για παιδιά μικρής ηλικίας, όχι βέβαια στο Πρωκτικό Στάδιο, συνήθως σε παιδιά του δημοτικού. Τότε δεν γίνεται προφάνουσλυ λόγος για μουνοβούλωμα, αλλά για κολοκυθοβούλωμα, κατά τον παλαιό χρήστη ronso... Οπωσδήποτε θα υπάρχουν κι άλλες ονομασίες...

(στο μπαρ, συνομιλία σερβιτόρου και σερβιτόρας)
— Κώστα, πλληζ, κάλυψε για λίγο και τα δικά μου τραπέζια... Είναι η ώρα να πάω ν' αλλάξω ταμπόν... Στο 'χα πει κι από πριν, κάθε 8 ώρες το αλλάζω...
— Τώρα βρήκες ρε ούζο να πας ν' αλλάξεις μουνοβούλωμα, τώρα που έχει πέσει τέτοιο τρελό χώσιμο; Άϊντε τράβα και σβέλτα, μην κάνεις δέκα ώρες πάνω απ' τη χέστρα, θα σε καταπιεί στο τέλος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συγκεκριμένη τριπλέτα ιδιοτήτων είναι ο καταπιεσμένος πόθος πολλών ετεροφυλόφυλων, μη πρεζάκηδων αριστερών και αναρχικών, οι οποίοι, στα νεανικά και παραγωγικά τους χρόνια, χτίζουν την κοινωνική τους υπόσταση και υπόληψη (και αναπαραγωγή, βεβαίως) πατώντας, -όπως γενικά η αριστερά / αναρχία στην Ελλάδα- σε δυο βάρκες: από τη μια στην προοδευτική αριστεροσύνη και από την άλλη στις παραδοσιακές αξίες και τα συστήματα «τιμής και ντροπής» που λένε και οι ανθρωπολόγοι.

Έτσι, ο μέσος άρρην αριστερός και αναρχικός ήταν και εν πολλοίς παραμένει μάτσο -αν και δηλώνει μη ομοφοβικός, δεν γουστάρει την ξεφτίλα της πρέζας και για ιδεολογικούς λόγους (που πολλές φορές είναι κεκαλυμμένη ατολμία, βεβαίως) και όλ΄αυτά συνδέονται και με το ότι (θέλει να) θεωρεί εαυτόν και να τον θεωρούν αδιασάλευτα μάχιμο στα μετερίζια των κοινωνικών αγώνων και βαθιά καταρτισμένο θεωρητικά. Άλλωστε η επίσημη αριστερή ηθική ήθελε τους κομμουνιστές πιο «ηθικούς» και αξιακά πατροπαράδοτους κι απ΄τους δεξιούς ακόμα σε πολλά, και «ιδιωτικά», θα τα λέγαμε σήμερα, θέματα.

Το σχετικό, καταστατικό υπαρκτικά, ηθικό άγχος του Έλληνα αριστερού, σε πολλές περιπτώσεις ατονεί με την πάροδο των χρόνων, ακόμα και αν ή ειδικά αν έχει επέλθει η κινηματική καταξίωση. «Αριστερό παρελθόν = δεξιό παρόν» λένε πολλοί και, αν και η συνέπεια στις στάσεις και τις ιδέες μέχρι το γήρας αξιολογείται θετικά, ο ηλικιωμένος αριστερός που συντηρητικοποιείται, απολαμβάνει και ενός σχετικού ακαταλόγιστου.

Το ακαταλόγιστο αυτό σε υπερβολική μορφή δοκιμάζεται από την τριπλή jouissance του λήμματος: μετά από μια ηλικία ή μετά από ένα βαθμό εγνωσμένης προσφοράς δεν έχει σημασία τι λες και τι κάνεις, τα ψωμιά σου τα 'χεις φάει, κι ό,τι απαγορευμένο κι αν δοκιμάσεις ή πεις, λογικά θα αντιμετωπιστεί με αμηχανία, αλλά και επιείκεια και γενικά ζμπούτσας.

Παρατηρήσατε ότι γίνεται η παραδοχή ότι η δεξιά έχει κι αυτή τη γοητεία και ηδονή της (πρβλ: ΔΑΠΑΡΑ, ΔΑΠΑΡΑ ΓΑΜΩ ΤΟΝ ΤΣΕΓΚΕΒΑΡΑ).

[κλασικοί νεανικοί προβληματισμοί / διάλογοι αριστεροαναρχοπαίδων]

  1. - Τι λέει ρε αυτός ο Ντεμπόρ, τι γράφει ο άθρωπας, πώς την είχε δει έτσι;
    - Τι διαβάζεις;
    - Τον Πανηγυρικό...
    - Α ναι, του πότε είναι αυτό;
    - 1989 λέει...
    - Ε, καλά, κι εγώ μετά τα 60 δικέ μου πούστης, πρεζάκιας και δεξιός θα γίνω... (για την ακρίβεια όταν έγραψε τον Πανηγυρικό ήταν 58 - 59 και κατά δήλωση του ισόβια αλκοολικός)...

  2. - Τί' ν' αυτά που λέει ρε συ ο παππούς σου;
    - Τι ρε μαλάκα, έχει κάνει φυλακές, εξορία ο δικός σου, μην τον βλέπεις έτσι...
    - Ε, τώρα καρατζεφερίζει, φουλ όμως...
    - Ε, καλά, μ΄αυτά που τράβηξε, κι εγώ στην ηλικία του θα το γύρναγα ανοιχτά, πούστης, πρεζάκιας και δεξιός φίλε, να ρεφάρω...

Η ορίτζιναλ βερσιόν (από Khan, 21/12/13)(από Khan, 16/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι χαρακτηρίζεται ένας πολύ τριχωτός άνθρωπος, κάποιος που είναι καλυμμένος με τριχωτή φλοκάτη σε όλο το στήθος, κοιλιά, πλάτη, σβέρκο, πόδια, χέρια, αυτιά κ.λπ.

Υποτίθεται ότι αποτελεί τον χαμένο κρίκο στην εξέλιξη του πιθήκου ως τον άνθρωπο.

- Ρε γμτ, γιατί ο Βρασίδας δεν βγάζει το μπλουζάκι του στην πλαζ ακόμη και όταν έχει 48 βαθμούς Κελσίου;
- Γιατί βαρέθηκε να τον αποκαλούν χαμένο κρίκο.

βρέθηκε ο χαμένος κρίκος (από allivegp, 18/08/09)(από BuBis, 19/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αβεβαίας προέλευσης και ετυμολογίας ρίζα.

Πάω στα σκοτεινά τώρα.

Η ατζούμπαλη γυναίκα. Αυτή με τα μεγάλα κανιά, η υπερβολικά ψηλή.

Κανένα, ουχ ήττον, μιας και κρητική η λέξη μάλλον αφορά αρούκατες γυναίκες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το ιγγιπόπειο άσμα ασμάτων.

Φυσικά χαρακτηρίζει γκόμενα σκυλί, μαύρο σκυλί.

- Γιώργη, κόψε δεξιά, τη μελαχρινή, την ωχαμάννα!!
- Αχαχούχαααα, ρε Μάνο πόσο έχεις να σμπρώξεις; now i wanna be your dog.
- Μμμ;;;;
- Τι μουου... ρε προστύχειο, «όλα τα ζα πούλησα, μα η σκύλα δεν πουλιέται», ό,τι νά 'ναι...

Iggy Pop, I wanna be your dog (από Khan, 17/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified