Η παράδοση θέλει τους πλήρεις αερίων να χαίρουν άκρας υγείας! Σκοτεινή παραλλαγή του ένα μήλο την ημέρα τον γιατρό τον κάνει πέρα.
- Κώλος κλασμένος, γιατρός χεσμένος!
- Τότε, στην υγειά σας αδέλφια (πρρρ...)
Η παράδοση θέλει τους πλήρεις αερίων να χαίρουν άκρας υγείας! Σκοτεινή παραλλαγή του ένα μήλο την ημέρα τον γιατρό τον κάνει πέρα.
- Κώλος κλασμένος, γιατρός χεσμένος!
- Τότε, στην υγειά σας αδέλφια (πρρρ...)
Got a better definition? Add it!
Το δύσοσμο αέριο που απελευθερώνεται κατά των αερισμό (πορδή, κλανιά) των ζωντανών οργανισμών. Το αέριο αυτό είναι τόσο δυσάρεστο για την αίσθηση της όσφρησης, ώστε μπορεί, όπως λέει και το όνομά του, να σε οδηγήσει σε αργό και βασανιστικό θάνατο...
- Κατά τον αερισμό των ζωντανών οργανισμών απελευθερώνονται κυρίως υδρατμοί και μεθάνιο.
- Εγώ θα έλεγα κυρίως υδρατμοί και πεθάνιο...
Got a better definition? Add it!
Η διάρροια, η ευκοίλια, σε ορισμένα χωριά της Φθιώτιδας (περιοχή Ραχών).
Κάτι με πείραξε από αυτά που έφαγα. Έκανα ένα σουλγκάνι, άλλο πράγμα. Ακόμη πονάει ο κώλος μου.
Πολλά μαζί: αίμα, αίμα και πανί (με πήγε), εκδίκηση του Μοντεζούμα, ήρθε ο κινέζος, κολιάντζα, κολούμπρα, κομφετί, με κυνηγάει ζαρκάδι, με πάει αίμα, με πάει ζάρι, με πάει μαρούλι, με πάει μίλκο, με πάει Πάτρα Καλαμάτα, με πάει σερπαντίνα, με παει τσιλιό, με πάει τσιμέντο, τσίρλα, τσιρλίντινγκ, πρωκτοζούμι, σουλγκάνι, σπρέι, τσαπαρτάπαρ, τσιρλιπιπί, τσιρλονέρι
Got a better definition? Add it!
Ατάκα που λέγεται στη θέα προκλητικών, τουρλωτών, ωραιότατων, αρμονικά κινούμενων γυναικείων οπισθίων, ώστε να τονιστεί πως ακόμα κι ένας κλανιοβομβαρδισμός, κι ακόμα ακόμα ένας ανελέητος τέτοιου είδους χημικός πόλεμος, που θα μπορούσε να προέλθει σε ένα κλειστό δωμάτιο από τα καπούλια ενός τέτοιου μανιτσομάνουλου, μόνο ως βάλσαμο θα μπορούσε να λογιστεί. Θέλει να πει αλληγορικά ο ποιητής πως είναι τέτοια η σαγήνη της όρασης που θολώνει ο νους, ώστε και ένας ανελέητος κλανιοβομβαρδισμός να μπορεί να θεωρηθεί άρωμα.
Η λέξη βάλσαμο θα μπορούσε να λεχθεί και ως μπάλσαμο ώστε να επιτευχθεί μεγαλύτερη εκφραστικότητα.
Ένα κάποιο μεσημέρι σε πολυσύχναστο δρόμο της Αθήνας. Τίποτα δε μαρτυρούσε πως η ρουτίνα σε λίγο θα έσπαγε καθώς εθεάθη στην άκρη του δρόμου ένας κόμματος... μα τι κόμματος.
Δυο φίλοι κεραυνοβολούνται από το θέαμα. Ακολουθεί ο παρακάτω διάλογος:
- Πω....πω...πω
- Αυτό μόνο έχεις να πεις; Άσ' τα πω... πω ... πω και κοίτα τον ποπό. Φάε ρε μαλάκα τι κόμματος περνάει. Κοίτα ... κοίτα ρε... Σταμάτησε η κυκλοφορία... Κοίτα οφθαλμόλουτρο που πέφτει, ώρα μεσημέρι ρε... Κοίτα κωλομέρια... Κοίτα πρωκτική κίνηση... Κοίτα αρμονία... Και η κλανιά της βάλσαμο, αδελφέ!
Got a better definition? Add it!
Κουράδα η οποία ξεγελάει τον σφιγκτήρα καταλαμβάνοντας με το εξέχον τμήμα της ένα μέρος του χώρου μεταξύ πρωκτού και σωβράκου.
Πωπω θα χεστώ πάνω μου... έχω μια κουράδα σε θέση offside.
Got a better definition? Add it!
Κραυγή απελπισίας ανθρώπου που αδυνατεί να ανταποκριθεί στα δέοντα καθώς το αντικείμενο του πόθου του είναι χοντρό, πνιγμένο μες το λίπος, ένα απαίσιο και αιμοβόρο κήτος.
- Καλά τα ορεκτικά Σάκη, αλλά μήπως ήρθε η ώρα να περάσουμε στο κυρίως πιάτο;
- Ουγκ. Γκασπ. Κλάσε μωρή να προσανατολιστώ!
Got a better definition? Add it!
Μάλλον η ελληνική απάντηση στον ηχοποίητο βαρβαρικό όρο σπλατ και τα παράγωγά του. Το αντίστοιχο ουσιαστικό είναι η μπλάθρα και αναφέρεται σε ουσίες χυλώδεις, παχύρρευστες και αηδιαστικές. Το ρήμα, όπως υποδηλοί και η κατάληξη, σημαίνει καθιστώ κάτι μπλάθρα ή πασαλείβω κάτι με μία ουσία που χαρακτηρίζεται μπλάθρα.
- Άσε ρε που θα πάμε για μπάνιο μεσημεριάτικο. Να πέσει λίγο ο ήλιος μην καούμε.
- Θα σε μπλαθρώσω εγώ με το αντηλιακό και δε θα μασάς τ' αρχίδια σου.
- Τσομπ!
- Πώς τον έκανες έτσι τον ταραμά να πούμε, μπλάθρα σκέτη είναι.
Got a better definition? Add it!
Ο τύπος που καθαρίζει τα χύσια με σφουγγαρίστρα ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο σε μπουρδέλα.
- Ρε χυσομάπα, μάζεψε τα χύσια από το πάτωμα, είπε ο νταβατζής.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αρρωστιάρης... σήμερα.
Μύξα σαν σκουλικάκι!
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!