Selected tags

Further tags

Άνθρωπος- μηχάνημα το οποίο έχει μία και μόνο λειτουργία: την παραγωγή σκατού. Τρέφεται, κοιμάται και χέζει, αυτό που λέγαν κάποτε μαμ, κακά και νάνι. Το λέμε για να χαρακτηρίσουμε άτομα που διακρίνονται από υπερβολική τεμπελιά, δεν εργάζονται δεν κουνιούνται δεν παράγουν τίποτε εκτός από σκατά.

(Πατέρας στο γιο)
- Σήκω πάνω βρε ρεμάλι να πας να βρεις καμιά δουλειά! Όλη μέρα τρως και παίζεις playstation!
- Άσε μας ρε πατέρα, έχει ανεργία πού να βρίσκω δουλειά τώρα...
- Θα σου βρω εγώ δουλειά!
- Δεν πάω για 700 ευρώ το μήνα.
- Κι εγώ δεν τρέφω σκατομηχανές! Άμα δε βρεις δουλειά να φύγεις απ' το σπίτι!

Βλ. και σχετικό λήμμα σκατοκιμάς, ο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στρογγυλή κουράδα πασπαλισμένη με ζάχαρη άχνη που σερβίρεται σε ανυποψίαστο θύμα την περίοδο των Χριστουγέννων.

- Να κεράσω παγωτάκι;
- Μπα, μετά τον κουραδαμπιέ δεν ξαναπαίρνω τίποτα από σένα!

Keith "Μασχαλίτσας" Jarrett (από Vrastaman, 08/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι πολύ περήφανη που έχω την ευκαιρία να σας παρουσιάσω Το Μεγάλο Της Κουράδας Λεξικό no2, το οποίο αποτελεί συνέχεια του πρώτου Λεξικού Της Κουράδας. Εδώ, παρουσιάζονται και κάποια, άγνωστα σε εμάς μέχρι τώρα, είδη κουράδας! Διασκεδάστε:

*Η ώρα που επισκεπτόμαστε το «restroom» a.k.a. την τουαλέτα, είναι ευαίσθητη και δύσκολη πολύ. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι υπάρχουν πολλοί τύποι κουράδας, το θέμα περιπλέκεται ακόμα περισσότερο. Στη σημερινή μας μελέτη θα αναλύσουμε τους πιο γνωστούς για να ρίξουμε φως στην καταχνιά. *

Η αμφίβια κουράδα

Σπάνιο είδος, τόσο μακρύ, ώστε η μισή κουράδα εξέχει από το νερό. Ο μόνος τρόπος για να φύγει από τα μάτια μας είναι να τη σπάσουμε σε μικρότερα κομμάτια με σκληρό αντικείμενο, συνήθως την οδοντόβουρτσα του συγκάτοικου.

Παραλαγή: Κουράδα ουρανοξύστης. Αμφίβια τόσο μεγάλη που ακουμπά τον κώλο.

Η φασαριόζα κουράδα

Συνοδεύεται από βροντερές κλανιές. Τη συναντούμε πάντα όταν το αφεντικό μας είναι στην διπλανή τουαλέτα ή όταν έχουμε φέρει κοπέλα στο σπίτι. Πολλοί μάταια έχουν προσπαθήσει να καλύψουν τον ήχο με τη φασαρία μιας τρεχούμενης βρύσης.

Η κουράδα τεφλόν

Κουράδα τόσο καθαρή που δε χρειάζεσαι καν χαρτί για να σκουπιστείς.

Η κουράδα μαρκαδόρος

Εκείνη η χοντρή και μαλακή που αφήνει ένα σημάδι τύπου φρεναρίσματος στη λεκάνη. Το σημάδι αυτό δε φεύγει ούτε με ακουαφόρτε. Κουράδες μαρκαδόροι γίνονται συνήθως στο σπίτι της πεθεράς.

Ενδιαφέρουσα παραλλαγή: Η κουράδα ξεχειλισμένος μαρκαδόρος. Συμβαίνει συνήθως σε clubs μετά από πιώμα.

Η επίμονη κουράδα

Ξέρετε πώς είναι, τελειώσατε, σκουπιστήκατε, σηκώσατε το παντελόνι αλλά να την, πρέπει να ξαναπάτε μέσα.

Η κολλώδης κουράδα

Είναι τόσο κολλώδης που χρειάζεσαι ένα ολόκληρο ρολό για να σκουπιστείς αλλά στο τέλος χρειάζεσαι και το λάστιχο του ντους για να είσαι καθαρός.

Του κηπουρού

Υπάρχει μια τεράστια ουρά για το μπάνιο και ελάχιστος χρόνος, είσαι απελπισμένος και η μισή έχει βγει έξω. Υπάρχει μόνο μια επιλογή: Ξεφορτώνεις στον κήπο.

Παραλλαγή: Η κουράδα «στο βάθος κήπος, στο μέλλον youtube». Κουράδα του κηπουρού που καταγράφεται από τα σπαστικά τέκνα του γείτονα και ανεβάζεται στο youtube από τα ίδια τέκνα.

Η κουράδα των 1.000€

Υπάρχει μια τεράστια ουρά για το μπάνιο και ελάχιστος χρόνος, είσαι απελπισμένος και η μισή έχει βγει έξω, αλλά δεν υπάρχει κήπος. Θα έδινες 1.000€ για να τη βγάλεις.

Η κουράδα φαντομάς

Νιώθεις ότι βγήκε, κοιτάς κάτω, δε βλέπεις τίποτα.

Η κουράδα καλαμπόκι

Έφαγες αρκετό καλαμπόκι και τώρα νιώθεις ότι βγάζεις μια καφέ έκδοση ποπ κορν.

Η κουράδα φιστίκι

Έφαγες πολλά φιστίκια και τα νιώθεις καθώς σκουπίζεσαι.

Η κουράδα της ανώτερης τάξης

Ό,τι και να έχει φάει ο τύπος η κουράδα του δε βρομάει. Ποτέ.

Η κουράδα κόκκινο μάτι

Παιδιά, αυτή η κουράδα είναι τουλάχιστον δύο φορές μεγαλύτερη από την τρύπα. Τα μάτια σου γίνονται κόκκινα, φωνάζεις με τρόμο αφού φοβάσαι πως θα σκιστεί η τρύπα στη μέση πριν πέσει κάτω. Όταν σκουπίζεσαι εκτός από το σύνηθες θέαμα, βλέπεις και ένα λίτρο αίμα σε κάθε σκούπισμα.

Η κουράδα Napalm

Κολλάει και καίει. Αυτή η ανήλεη κουράδα έρχεται από ψηλά και φέρνει πόνο και φρίκη. Σε περίπτωση επαφής με το δέρμα ξεπλύνετε με άφθονο νερό και αναζητήστε άμεση ιατρική βοήθεια.

Η κουράδα «το κεφάλι μου πάει να σπάσει»

Αυτό που λέει η περιγραφή, σφίγγεσαι τρελά σε σημείο που στο τέλος χρειάζεσαι λαβίδα για να τη βγάλεις έξω προκειμένου να μην εκραγεί το κεφάλι σου.

Η κουράδα συντριβάνι

Κλασσική, πετάς έναν πύραυλο Σκουντ. Μόλις έρθει σε επαφή με το νερό στέλνει προς τα πάνω συντριβάνι που πέφτει ακριβώς εκεί που φοβάσαι περισσότερο. Καταλάβατε...

Η κουράδα πλωτήρας

Τραβάς το καζανάκι τριάντα φορές αλλά το καλλιτέχνημά σου αρνείται να πεθάνει. Ο μόνος τρόπος για να απαλλαγείς από αυτήν είναι να την πετάξεις από το παράθυρο. Μόνο προσοχή στους περαστικούς και τα αυτοκίνητα.

Η αθάνατη κουράδα

Μπαίνεις στις δημόσιες τουαλέτες, υπάρχει μόνο μία λεκάνη. Έρχεσαι αντιμέτωπος πρόσωπο με πρόσωπο με τα κατορθώματα του προηγούμενου. Τι κάνεις; Δεν αφοδεύεις από πάνω φοβούμενος μια πιθανή αντίδραση «συντριβάνι» η οποία θα έχει ως βασικό συστατικό το «καμάρι» του προηγούμενου. Περνάς λοιπόν δέκα λεπτά προσπαθώντας ν' απομακρύνεις την κουράδα του προηγούμενου, κι αναρωτιέσαι τι έφαγε, ώσπου να συνειδητοποιήσεις ότι η κουράδα του είναι μια κουράδα πλωτήρας και δεν πεθαίνει με τίποτα.

Η υγρή κουράδα

Δεν είναι μια κουράδα ακριβώς, μοιάζει πιο πολύ με φαιόχρωμο ημιδιαφανές λιπαρό υγρό που υπάρχει παντού, στα κωλομέρια, το κάθισμα, το καπάκι, παντού εκτός από το νερό.

Η κουράδα πολυβόλο

Είναι τελείως υγρή, εκτός από τις μικρές στεγνές ρυθμικές διακοπές οπού πέφτουν κανονικά κομμάτια.

Η κουλουριασμένη κουράδα

Μια πολύ μακριά και μαλακή κουράδα που έχει τη διάμετρο ενός στυλό και κουλουριάζεται στον πάτο της λεκάνης.

Η κουράδα έκπληξη

Συμβαίνει πάντα και μόνο σε μέρη που δεν υπάρχουν τουαλέτες γύρω και κανένας τρόπος για να καθαριστείς. Νομίζεις ότι είναι μόνο μια κλανιά αλλά τότε έρχεται η έκπληξη.

Παραλλαγή πρώτη: Η κουράδα έκπληξη του βηξίματος. Βήχεις και έρχεται μια κουράδα έκπληξη.

Παραλλαγή δεύτερη: Η ειρωνική κουράδα έκπληξη. Όλη μέρα θες–δε θες να χέσεις, βαριέσαι να κάνεις τον κόπο και βγαίνεις έξω πεπεισμένος ότι θα την κρατήσεις μέχρι την προορισμό σου. Παρόλα αυτά, στα μισά του δρόμου νιώθεις έναν αναβρασμό «εκεί δα κάτω». Ο χρόνος δεν είναι αρκετός και πρέπει ή να βρεις ένα θάμνο ή να τα κάνεις πάνω σου!

Η κουράδα UHU stick

Απλά δε λέει να ξεκολλήσει. Όσο και να προσπαθείς με το μυ του σφιγκτήρα, δε φεύγει.

Η κουράδα εξωγήινος

Την κοιτάς και λες: «Εγώ να έβγαλα τέτοιο πράμα; Αποκλείεται! Οι αποδείξεις είναι όλες εκεί αλλά εσύ αρνείσαι να πιστέψεις πως μπόρεσες να έβγαλες μια τόσο περίεργη κουράδα.

Η κουράδα σε επεισόδια

Είναι αυτή που είναι τόσο μεγάλη που χρειάζεται να τραβήξεις καζανάκι ενδιάμεσα και μετά να συνεχίσεις.

Η κουράδα κρυφτούλι

Βγάζεις τη μισή έξω, αλλά ωπ! μπαίνει πάλι μέσα.

Η κουράδα από μολύβι

Ίσως να είναι μικρή σε μέγεθος μα όταν πέσει στο νερό στέλνει έναν πίδακα από βρομόνερο πάνω σου.

Η κουράδα «πτερύγιο του καρχαρία»

Όταν η κουράδα έχει ένα «πτερύγιο καρχαρία» κατά μήκος της. Η αγωνία της, καθώς το πτερύγιο σιμώνει στην τρύπα μαζί με τον πόνο. Δε ξέρεις τι να κάνεις, να σταματήσεις ή να τη βγάλεις έξω με ένα μεγάλο (οδυνηρό εννοείται) σφίξιμο; Σίγουρη όταν έχεις φάει πατατάκια.

Η κουράδα πριόνι

Είναι κοφτερή. Κάνει δυο βήματα έξω, κάνει ένα βήμα μέσα με σκοπό να σου κάνει το έντερο Βιετνάμ.

Η κουράδα απογοήτευση

Τρέχεις στην τουαλέτα με ενθουσιασμό αλλά ανακαλύπτεις ότι ήταν μόνο μια ταπεινή κλανιά.

Για πιο παραστατική αναπαράσταση (αφού πρώτα βαθμολογήσετε και σχολιάσετε=P) ---> **http://ftou.gr/articles/show.asp?category=foles&id=64**

Επίσης βγαλμένο απ' τη ζωή =]
νο κόμμεντς xD

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνθρωπος εκείνος ο οποίος φοράει παντελόνια που δεν ταιριάζουν στον κώλο του, με αποτέλεσμα αυτά να κρέμονται σε εκείνο το σημείο του σώματος σαν κατσαβράκια.

Κοίτα, πώς του κρέμεται το παντελόνι! Ε, τον παλιοσκατοβρωμο-γκατσάβρα!!!

Βλ. και σχετικό λήμμα χαρμπαγιάγκαλος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φλέμα. Λέγεται συνήθως όταν θέλουμε να δείξουμε απέχθεια.

- Ρε μαλάκα καθάρισε το νιπτήρα, δεν μπορώ να βλέπω τις χλαπάτσες σου!

Got a better definition? Add it!

Published

Χωρίς να είναι ιδιαίτερα χυδαία λέξη, βρίσκω ότι είναι ικανοποιητικά προσβλητική. Υποθέτω ότι είχε μεγάλη φαντασία αυτός που την εμπνεύστηκε, το μυαλό πάει στο τελικό προϊόν που προκύπτει αν περάσουμε 2-3 μεγάλες κουράδες από μια μηχανή του κιμά, και voila έτοιμος ο σκατοκιμάς.

(Απόσπασμα από sms που έστειλε άγνωστος σε γνωστό μου τα Χριστούγεννα)

...και να ξέρεις ότι οι αληθινοί άντρες στηρίζουν το σπίτι τους δουλεύοντας, όχι κάνοντας πλιάτσικο όπως εσύ. Είσαι ο μεγαλύτερος σκατοκιμάς του κόσμου...

(από slangprof, 04/01/09)

Βλ. και σχετικό λήμμα σκατομηχανή, η

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρίζεται έτσι η απαίσια μυρωδιά, εκείνη η οποία δύναται να σε στείλει στον αγύριστο, η μπόχα η ανείπωτη που ξεφεύγει από κάθε προηγούμενο.

Συνδυάζοντας δύο κατατεθέντα σήματα της συγκεκριμένης ιδιότητας, επιτυγχάνεται το απόλυτο!

  1. Στο καταφύγιο:
    - Ρε συ, κλάνεις κάτω απ' τα σκεπάσματα;
    - Μαλάκα, αυτή η φασολάδα με έχει γονατίσει!
    - Μη γυρνάς συνέχεια όμως, γιατί ανοίγει η κουβέρτα και αφήνει στον αέρα ληγμένο κουνάβι!

  2. - Τα παπούτσια του Θωμά μυρίζουν έτσι;;;
    - Γάμησε τα, ληγμένο κουνάβι! Πέταξέ τα στο τζάκι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εμπνευσμένο από το σχόλιο του σλανγκοχρήστη Χανκ στο λήμμα όποιος τη νύχτα περπατεί λάσπες και σκατά πατεί. Δηλώνει αντίθεση στο πρωκτικό σεξ, λόγω δυσάρεστων πιθανών συνεπειών.

- Και που λες Μήτσο, εκεί που έχω βάλει το Λίλιαν στα τέσσερα και του ξεσκίζω τον κώλο, λιγάκι πριν χύσω και φωνάξω, συνειδητοποιώ ότι μια κουράδα έχει κολλήσει στο πουτσοκέφαλό μου...
- Εμ τι τα θες κι εσύ αυτά; Δεν ξέρεις ότι όποιος τον κώλο αναζητεί, λάσπες και σκατά θα βρει;

αυτά είναι... (από DT Jesus, 09/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα υγρά απόβλητα του πρωκτού μετά από οθωμανικό, που περιλαμβάνουν συνήθως σπέρμα, κόπρανα, σάλιο, ιδρώτα, αίμα, καθώς και ό,τι άλλο υγρό ή υγροποιήσιμο μπορεί να χρησιμοποιήθηκε κατά την διάρκεια της πράξης.

Συνώνυμα: σαντορούμι. Δες ακόμη: μεζές, όποιος τον κώλο αναζητεί, λάσπες και σκατά θα βρει

Ο Πίπης και ο Φίφης κατεβάζουνε παρέα τσόντες στα λαπτόπια:
Φίφης: Μπλιάχ! Γιάααακχχχ! Γκχκχχκχκχ!
Πίπης: Τι έπαθες ρε μαλάκα και κθουλιάζεις έτσι;
Φίφης: Αηδία μαλάκα, εμετός! Λιάκατα!...
Πίπης: Για να δώ - για να δώ...
Φίφης: Άσ' το, ξέχνα το, έχω σβήσει και χίστορι ήδη μην ξαναπέσω πάνω του μιλάμε.
Πίπης: Πού έπεσες ρε θα μου πεις;
Φίφης: Ρε μαλάκα, της έχει ξεσκίσει την κωλάρα ο τύπος, την έχει χύσει κιόλας, και τι κάνει;
Πίπης: Τι κάνει;
Φίφης: Αδειάζει μέσα και μια κοακόλα, την ταρακουνάει και λίγο πέρα-δώθε, και τη βάζει να του τα κλάσει όλα στη μάπα ρε μαλάκα!... Εμετός!... Γέμισ' ο τόπος πρωκτοζούμια... Τού 'μειναν και κάτι κομματάκια στο μάγουλο... λιάκ...
Πίπης: Σιγά μωρή κυρία, πώς κάνεις έτσι... Το «τού γκέρλς ουάν κάπ» σ' τό 'χω δείξει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αφρώδες μείγμα λιπαντικού και κοπράνων, που αποτελεί κάποιες φορές παράπλευρη απώλεια κατά το πρωκτικό σεξ, το γνωστό πρωκτοζούμι.

Από το επώνυμο του αμερικανού πρώην γερουσιαστή Ρικ Σαντόρουμ.

Η λεξιπλασία έχει ηθικό εμπνευστή τον Νταν Σάβατζ, ο οποίος θέλησε με αυτόν τον τρόπο να αντιδράσει σε δηλώσεις του γερουσιαστή, κατά τις οποίες η ομοφυλοφιλία οφείλει να αντιμετωπίζεται ακριβώς όπως, μεταξύ άλλων, η σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκου και η κτηνοβασία, πράξεις που αντίκεινται στο θεσμό του γάμου και της οικογένειας και έτσι πλήττουν την κοινωνία.

Σε σύγκριση συνεπώς με το πρωκτοζούμι, το σαντορούμι αρμόζει σε ομοφυλοφιλικότερα συμφραζόμενα.

Πηγές: ο σχετικός ιστοχώρος του Σάβατζ, η σελίδα όπου πρότεινε την λεξιπλασία, σχετικά άρθρα της αγγλόφωνης Βικιπαίδειας για την λεξιπλασία και για τις δηλώσεις.

  1. Περάσαμε και γαμώ χθές με το τεκνό, αλλα γεμίσαμε τα σεντόνια σαντορούμι ρε να πάρει.

  2. Κάθε φορά που είναι να σοδομίσω τον γκέη ανύπαντρο σκύλο μου, του βάζω πρώτα κλύσμα, για να μήν μου κλάνει μετά σαντορούμι.

λήμμα [σχολής βράστα] (από xalikoutis, 26/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified