Further tags

Όσο διαρκεί η ευκαιρία, τώρα που υφίσταται μια επιλογή, γιατί μετά θα χαθεί και θα είναι πολύ αργά. Στην βράση κολλάει το σίδερο.

Έκφραση παρμένη από τη ρουλέτα, ίσως και άλλα τυχερά παιχνίδια με περιστρεφόμενο δίσκο (π.χ. το «πάρτα όλα», ή ένα άλλο με βελάκια και κυκλικό στόχο, χωρισμένο σε τετραγωνάκια, που περιστρεφόταν γύρω από άξονα). Στην ρουλέτα ο κάθε παίκτης μπορεί να ποντάρει είτε πριν ξεκινήσει η περιστροφή του πλαισίου από τον γκρουπιέρη, είτε εκείνα τα λίγα δευτερόλεπτα που γυρίζει η μπίλια, πριν όμως αυτή αρχίσει να επιβραδύνει. Γιατί τότε ο γκρουπιέρης ανακοινώνει «no more bets», «rien ne va plus», «όχι άλλα στοιχήματα» και ό,τι πόνταρες, πόνταρες. Την ίδια την έκφραση (που πληρέστερα είναι «βάλτε τώρα που γυρίζει») ο γκρουπιέρης δεν την λέει, τουλάχιστον στα κυριλέ καζίνο. Λέγεται πού και πού σαν αστεϊσμός ανάμεσα στους παίκτες ή από τον «γκρουπιέρη» στα πιο πανηγυρτζήδικα/αυτοσχέδια παρεκκλήσια του τζόγου.

Στην προέλευσή της αυτή, βέβαια, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι όποιος ποντάρει κερδίζει κι όλας. Η μπίλια κάθεται όπου γουστάρει και οι πιθανότητες είναι πάντα εναντίον του παίκτη. Αν είναι και σικέ το μαγαζί άσ’ τα να πάνε. Στην καθημερινότητα, ωστόσο, η έννοια του ρίσκου έχει υποχωρήσει υπέρ της έννοιας της χρονικά περιορισμένης ευκαιρίας, αυτό που οι Αμερικανοί λένε «παράθυρο ευκαιρίας», που πρέπει να εκμεταλλευτείς χωρίς δισταγμό πριν κλείσει.

Με μια πιο χαλαρή νοηματική ακολουθία, το «τώρα που γυρίζει» σημαίνει απλώς «τώρα που τα λέμε», όσο διαρκεί η κουβέντα που μπαίνει σαν παρένθεση σε κάτι άλλο, όσο μιλάμε για κάτι συγκεκριμένο, χωρίς να σημαίνει ότι σώνει και καλά δεν μπορούμε να επανέλθουμε στο ζήτημα αργότερα.

Μπορεί να προέρχεται από τον τζόγο, η έκφραση ωστόσο λέγεται από πολλούς και σε πολλές περιστάσεις, ακόμα και στον γραπτό λόγο, ακόμα και για σοβαρά ζητήματα, με μια δόση βέβαια ειρωνείας. Στην πολιτογράφησή της αυτή ως «μάλλον ακίνδυνης» βοηθά, όπως σε πάμπολλες άλλες, η έλλειψη χυδαίων ή δύσληπτων λέξεων και, φυσικά, η ίδια η αποτελεσματικότητά της. Μόνο σε κρατικά ή ανάλογα έγγραφα θα πρέπει να θεωρηθεί ανύπαρκτη.

  1. Από εδώ:

    Κάντε όλοι δηλώσεις τώρα που γυρίζει. Οι προτάσεις Καρατζαφέρη για έξοδο από την κρίση: 1. Όποιος φοράει κουκούλα για οποιονδήποτε λόγο, να πηγαίνει στον εισαγγελέα. Συμπεριλαμβανομένων και όσων κρυώνουν, καθώς και όσων φοράνε κράνος full face. Εξαιρούνται οι καταδότες της κατοχής. [...]

  2. Από εδώ:

    Δώστε...και παρτε τώρα που γυρίζει.
    Εν όψει εκλογών όλες οι πολιτικές ηγεσίες κατέβηκαν στα μπλοκα των αγροτών...για μάζεμα ψήφων.

  3. Από εδώ:

    μέσα. Θα το εισηγηθούμε τώρα που γυρίζει (=τώρα που θα προστεθούν επί πλέον κατηγορίες)

  4. Από εδώ:

    Οι αγγλοσάξονες λένε «mother's baby - father's maybe!» Άντε να ξέρεις εάν ο μπούας είναι δικός σου. Πάντως, τώρα που γυρίζει, δηλώνω μπαμπάς – μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου - και απαιτώ πάραυτα (και πάρε τ' άλλα!) - ποσοστά επί του τζίρου από τα κεντρικά όργανα για την παρακάτω λημματολάσπη: [Σ.σ.: Αναφέρει κατάλογο]

(από Galadriel, 25/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το εξαιρετικό ντεκαβάζ ορμώμενος, ας βάλω ακόμη ένα λιθαράκι στον σλάγκειο Όλυμπο.

Τσέπη εν τω πόκειω χώρω καλείται το ενθυλακωμένο χρήμα, το οποίο συνήθως δεν δύναται λάβει μέρος στο εξελισσόμενο παίγνιο, χάριν των ισορροπιών.

Όπως γράφει και ο electron, στο τραπέζι παίζει ό,τι έχει μπει στην κάβα, για να υπάρχει ένας έλεγχος στα ποσά που αλλάζουν χέρια (σε φιλικά τραπέζια πάντα). Αν κάποιος ζητήσει να παίξει με τσέπη, σημαίνει συνήθως ότι έχει καλό χαρτί και θέλει να σκουπίσει το τραπέζι. Αυτός είναι ένας κακός άνθρωπος και να μην τον παίζετε.

Η τσέπη παίζει σε κάποιες παραλλαγές που μπορεί ο παίκτης να «αγοράσει» μπαλαντέρ σε μεταβαλλόμενη τιμή, η οποία δεν μπορεί να προδικασθεί.

- Γιώργο, μιλάς!
- ..................
- Ε...
- Τσέπη παίζει;
- Πάσο!
- Πάσο!
- .......
- Όχι ρε παπάρα, δεν παίζει τσέπη, ένα απλό νεκροταφειάκι παίζουμε. Το γάμησες πάλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απ’ το ιταλικό trappola: παγίδα, απάτη.

Στη συντριπτική πλειοψηφία των παιχνιδιών με τράπουλα ακολουθείται στην αρχή κάθε παρτίδας η εξής πασίγνωστη διαδικασία:

α) Ανακατεύεται καλά η τράπουλα (κοινώς, τα χαρτιά / φύλλα) από τη μάνα / κρουπιέρη / ντίλερ,

β) Κάποιος από τους υπόλοιπους παίκτες κόβει την τράπουλα, συνήθως σχεδόν στη μέση, δημιουργώντας δυο δεσμίδες και

γ) Η μάνα ενώνει ξανά, αλλά με αντίστροφη σειρά, τις δεσμίδες σε μία, από την οποία μοιράζει στους παίκτες όσα φύλλα και με όποιο τρόπο απαιτεί το εκάστοτε παιχνίδι.

Η τύχη, τουλάχιστον για τους περισσότερους, δεν είναι κάτι στο οποίο μπορείς να εμπιστεύεσαι κάτι με ασφάλεια. Και τα παιχνίδια με την τράπουλα δεν είναι πάντοτε αθώα, ούτε έχουν πάντα σκοπό τη διασκέδαση. Επειδή υπάρχουν μεγάλα μαστόρια στο ανακάτεμα της τράπουλας, το κόψιμο των χαρτιών είναι ουσιαστικά δήλωση του παίχτη που κόβει πως συμφωνεί στη συνέχεια της παρτίδας, ορίζοντας αυτός κι όχι η μάνα, μαζί με την τελική σειρά των φύλλων, την τύχη όλων της ομήγυρης. Από το σημείο αυτό και μετά, θεωρητικά, οι πιθανότητες νίκης είναι αντίστοιχες των ικανοτήτων του καθενός, όμως υπάρχει κι αυτό το «καμένος από χέρι» που βάζει τα πράγματα στη θέση τους.

Εξού, μακριά από την πράσινη τσόχα, οι εξής φράσεις που όλες κυκλοφορούν συνηθέστερα στο γ’ ενικό:

Ανακατεύω την τράπουλα / ανακατεύω τα χαρτιά

Περιγράφει τη θεσμοθετημένη -ρητά ή όχι- δυνατότητα που έχει ο επικεφαλής (ο πραγματικός κι όχι ο κατ’ επίφαση) μιας ομάδας να την αλλάζει, ανακατατάσσοντας τα μέλη της σε άλλες ή νέες θέσεις, άρα και με διαφορετικές αρμοδιότητες και καθήκοντα. Συχνά αντικαθιστά κάποια απ’ αυτά, -άλλοτε σαν τιμωρία, άλλοτε σαν τακτική- βάζοντας στη θέση τους άλλα, που μπορεί και μέχρι τότε να μην ανήκαν σ’ αυτή. Υπονοούνται αφ’ ενός μεν η προφανής πρωτοβουλία των κινήσεων αλλά και μια αναμενόμενη αυθαιρεσία από τη μεριά του επικεφαλής κι αφετέρου, πως θα υποστεί κριτική για τις επιλογές του από τους υπόλοιπους που του την έχουν στημένη.

Αν δεν αναφέρεται σε κάποιο πρόσωπο αλλά σε κάποιο συμβάν, τότε εννοείται μια συνήθως ανεπιθύμητη αλλαγή που γίνεται από ανάγκη προσαρμογής σε νέα δεδομένα οπότε υπονοείται πως κάποιοι το τρώνε και ζορίζονται.

Κόβω την τράπουλα

Περιγράφει τον απόλυτο έλεγχο που έχει κάποιος, κάνοντας φανερά κι ενεργά κουμάντο κάποιους άλλους που απλώς ακολουθούν ή εκτελούν.

Mοιράζω την τράπουλα / μοιράζω τα χαρτιά

Περιγράφει κάποιον που εν είδει θεού, δρα τελείως αυθαίρετα γιατί μπορεί, έχοντας πλήρη έλεγχο του παιχνιδιού που ο ίδιος έχει στήσει. Ενίοτε δρα παρασκηνιακά από μια θέση οργανωτική, συντονιστική αλλά ίσως όχι ηγετική. Οι υπόλοιποι ουσιαστικά είναι πιόνια ή μαριονέτες.

Σε συνδυασμό, οι εκφράσεις επιτείνουν το αυθαίρετο της δράσης του ατόμου. Χρησιμοποιούνται κατά κόρον από τα ΜΜΕ για πολιτικούς, προπονητές, επιχειρηματίες, managers και παραγκο-παράγοντες κάθε είδους και διαμετρήματος.

1.
Ανακατεύει την τράπουλα ο Χιμένεθ. Στην σημερινή προπόνηση της ΑΕΚ, ο Μανόλο Χιμένεθ, άλλαξε τα σχέδια της Πέμπτης (5/5), δοκιμάζοντας ενδεκάδα τελικού, με Δέλλα στην άμυνα. Συνέχισε φυσιοθεραπεία ο Σκόκο.

2.
Δεν υπάρχει κλίμα προγραμματικής ή πολιτικής σύγκλισης της αριστεράς. Το κάθε κόμμα προσπαθεί απλά να καλλιεργήσει τον κήπο του. Τώρα έχουμε και την καινούργια προσπάθεια του Μπερτινότι, που προσπαθεί να συναντηθεί με τα κινήματα. Αλλά φαίνεται ότι ανακατεύει τα χαρτιά μόνος του. Ο Μπερτινότι αρνείται να διαλύσει το κόμμα του, άρα δεν μπορεί να επανιδρύσει τίποτα. Μέχρι τις εκλογές η αριστερά και η κεντροαριστερά δεν πρόκειται να πούνε τίποτα.

3.
Η ιστορία έχει αποδείξει ότι η κρίση, ανατρέποντας κοινωνικές και οικονομικές ισορροπίες, ανακατεύει την τράπουλα και στο πολιτικό επίπεδο. Αυτό είναι ορατό διά γυμνού οφθαλμού και στην ελληνική περίπτωση, έστω κι αν η κατάληξη των σχετικών διεργασιών είναι άδηλη.

4.
Ο Γ. μου λοιπόν αρχηγός, μπροστάρης, κόβει την τράπουλα εκ πρώτης όψεως. Εκείνος αποφασίζει τι παιχνίδι θα παίξουμε, μιλάει πρώτος, ηγείται.

5.
Μοιράζει την «τράπουλα» ο Μαρινάκης με το ρευστό που διαθέτει!! Ο νέος μεγαλομέτοχος του Ολυμπιακού παίζει μόνος του στην «παρτίδα» και μοιράζει φράγκα δεξιά κ αριστερά εκμεταλλευόμενος την έλλειψη διάθεσης αλλά και την ανυπαρξία των υπολοίπων!

6.
Υπάρχει η μαφιοκρατία που θέτει τους δικούς της όρους, οι λέσχες Μπίλντερμπεργκ, οι Σόρος και τα Νταβός. Υπάρχουν και οι ανεξέλεγκτοι μη εκλεγμένοι σύμβουλοι, αυτοί που κρύβονται πίσω από τις κουρτίνες όταν συνεδριάζουν τα υπουργικά συμβούλια, όπως ο Κίσιντζερ – οι ΥΠΕΞ στην Αμερική έρχονται και παρέρχονται, ο Κίσιντζερ όμως εκεί, απέθαντος και κατσικωμένος στις πτέρυγες τού Λευκού Οίκου, μοιράζει τα χαρτιά.

7.
Ποιος είναι ο Πφιτς; Αποτελεί την κλασική μορφή του πιστού υπηρέτη που προοιωνίζεται ωστόσο την έλευση της νέας κοινωνικής τάξης πραγμάτων. Διότι θυμοσοφικά περιπαικτικός, ο υποτακτικός ακόλουθος αναδεικνύεται σε πραγματικό πρωταγωνιστή που κόβει και μοιράζει τα χαρτιά, καθώς κλονίζει με την ανατρεπτική του ματιά την ασφάλεια των παραδεδομένων.

(το 4 από περιοδικό, τα λοιπά από το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάγκικη (άραγε όχι μεμψίμοιρη, αλλά ανεξίκακα πικροφιλοσοφημένη) έκφραση, που δηλώνει τη διαπίστωση ακραίας ατυχίας σε κίνηση φορσέ.

Δηλαδή στραπάτσο σε κατάσταση catch 22 (μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα).

Προέρχεται από την χαρτοπαικτική ορολογία του blackjack ή την παρ’ ημίν παραλλαγή της εικοσιμίας (ή μετωνυμικώς στούκι), όπου το ποθητό είναι να φτάσει ο παίκτης με συνδυασμό των «χεριών» (αγγλ. hand) που θα του τύχουν, κατά το δυνατόν εγγύτερα στον αριθμό 21 αλλά ως εκεί και μη παρέκει, αλλιώς «καίγεται» (=χάνει).
Τώρα, αν ο παίκτης έχει συγκεντρώσει αριθμό που αντιστοιχεί στον αριθμό 12 (π.χ. φιγούρα + διπλό), αναγκαστικά πρέπει να τραβήξει, αλλιώς το το τραπέζι (ή η μάνα) θα τον κερδίσει ευχερώς, αφού το νούμερό του είναι μικρό και οι πιθανότητες να φέρει το τραπέζι κοντινότερο ή ίσο συνδυασμό στο 21 είναι μεγαλύτερες.

Όταν λοιπόν τραβήξεις από 12 (φορσέ), το λιγότερο που ελπίζεις είναι να σου τύχει επόμενο χαρτί φιγούρα (αξία=10, άρα 12+10=22 συνεπώς καίγεσαι), αφού είναι το μόνο χαρτί (καίτοι δεν είναι λίγες οι πιθανότητες 3Χ4=12 φιγούρες + τέσσερα 10αρια=22 φύλλα) επί συνόλου 48 φύλλων (52-4 δηλ. 2 της μάνας + 2 του παίκτη) που καίει και μάλιστα οριακά, ένα τέτοιο μικρό νούμερο.

Όλα βέβαια εξαρτώνται από το τι φύλλο έχει ήδη πέσει στην τσόχα, διότι αν π.χ. υπάρχουν ήδη δεκάρια (ω νατυρέλ ή φιγούρες), μειώνονται τα ποσοστά να ξαναρθεί τσουρουφλίζον χαρτί (10άρι).

Παπάς (ή ρήγας βλ. παροιμία «οι παράδες χαλάνε και ρηγάδες») λέγεται κυρίως η φιγούρα του βασιλιά της τράπουλας (παπαδιά η βασίλισσα και τζές ο βαλές), αλλά χαρακτηρίζει συνεκδοχικά (λόγω κύρους!) συχνά όλες τις φιγούρες (αγγλ. face cards), εξ ου και το γνωστό κωλοπειραγμένο παίγνιο του δρόμου «ο παπάς», που παίζουνε οι παπατζήδες με τη φιγούρα του άνακτος (ή με μπιζέλια-στραγάλια σε καπάκια νερού – αγγλ. shell game), γδέρνοντας τα κορόιδα που ψήνονται από τους παριστάμενους αβανταδόρους (λαμόγια - γιατροί) ή που τους σουφρώνουνε το πράσο οι ψευτο-παίκτες λαχανάδες.

Ο πληθυντικός της έκφρασης χρησιμοποιείται ευρέως στη νεοελληνική, όπου ο λέγων επιθυμεί να υπαχθεί σε κατηγορία-σύνολο με παρόμοια χαρακτηριστικά, όπως και σε αντίστοιχες εκφράσεις του τζόγου και όχι μόνο (π.χ. «εμείς βγήκαμε με τα πόδια δεν βγήκαμε με το κεφάλι», «εμείς κατουρήσαμε στο πηγάδι», «για μας δεν έχει», «εμείς δεν μπορούμε», «δι’ ημάς δεν εγεννήθη εισέτι ο Κύριος» κλπ).

-Πώς πας από δουλειά;
-Τώρα περιμένουμε να δούμε αν θα μας ανανεώσει τις συμβάσεις η νέα κυβέρνηση, μέχρι τότε είμαστε στην αναμονή...
-Αφού είπανε ότι δεν θα ανανεώσουν τα «stage» λέει, γιατί ήταν παράνομα. Τι τα ‘θελες μωρ’ αδερφάκι μου κι εσύ αυτά, κι αφού ήξερες ότι πας στα σκοτάδια;
-Και τι ήθελες να κάνω, να κάθομαι; Αυτό βρήκα, αυτό έκανα, μπας και γίνει τίποτα και μ’ εμάς. Άμα τώρα μας διώξουν, τραβήξαμε παπά από δώδεκα, τι να κάνουμε δηλαδή;

Εδώ παπάς-εκεί παπάς! (από HODJAS, 10/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος έκανε κάτι και τώρα βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση.

- Φίλε τράβηξες βαλέ από 17. Η Μαρία το έμαθε ότι βγήκες με την πρώην!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λένε τα ντόρτια (τεσσάρες) στο τάβλι, οι παλιοί Κυπραίοι μάστορες του αρχαιότερου ίσως παιχνιδιού στον κόσμο.

Ούτως ή άλλως τα ντόρτια είναι τούρκικη λέξη, από το dört (= τέσσερα). Ντόρτια και τούρκοι ομοιάζουν ωστόσο και ηχητικά, ιδίως στην κυπριακή διάλεκτο με το βαρύ αξάν, όπου το τούρκοι προφέρεται τούρchοι.

Τέλος, με την προσωποποίηση της ζαριάς στον μεγαλύτερο μπαμπούλα του κυπριακού ελληνισμού, υποδηλώνεται η αξία της και ο καθοριστικός της ρόλος στη μετέπειτα εξέλιξη του παιχνιδιού. Ο φέρων τούρκους -όπως ο φέρων οιαδήποτε «μεγάλη» διπλή (πεντάρες, εξάρες)- απολαμβάνει την κωλοφαρδία του, προτιθέμενος να γαμήσει μανούλες και να στείλει τον αντίπαλο ταβλαδόρο για τσαγάκι. Ένα ευφυέστατο λογοπαίγνιο από ανθρώπες που έμαθαν χρόνια να ζουν με ένα τεράστιο οθωμανικό κωλοδάχτυλο απέναντί τους, έχοντας εν πολλοίς αναπτύξει μια θυμοσοφική και αυτοσαρκαστική στάση. Και στην Ελλάδα βέβαια οι σλανγκικές χρήσεις του Τούρκου κάνουν θραύση, βοηθούμενες και από την απόσταση ασφαλείας, που μας κάνει εν πολλοίς να ταυτίζουμε τους γείτονες μονάχα με κάποιες παραβιάσεις εναερίου χώρου στα δελτία των οχτώμιση... Εκεί κάτω όμως, στην Πράσινη Γραμμή, ο τούρκος είναι μια καθημερινή αμείλικτη πραγματικότητα. Ο αντίπαλος πρέπει να γελοιοποιηθεί και να αντιμετωπιστεί πρωτίστως στον τομέα της ψυχολογίας. Κάποιοι αυτό το λένε ρατσισμό, άλλοι το λένε ένστικτο επιβίωσης.

Και επί τη ευκαιρία να προσθέσουμε πως οι επιδόσεις στο τάβλι αποτελούν πηγή υπερηφάνειας και ανάτασης, όχι μόνο για μεμονωμένα άτομα (μάστορες), αλλά και για ολόκληρες περιοχές, οι οποίες διεκδικούν για λογαριασμό τους τον τίτλο της ταβλομητέρας, που βγάζει τους καλύτερους ταβλαδόρους. Αγαπημένος ελληνικός τοπικισμός. Προσωπικά έχω ακούσει από Έλληνες της Αιγύπτου (αιγυπτιώτες) να παινεύονται πως είναι οι καλύτεροι, όντας προφάνουσλυ εγγύτεροι εις την εξ ανατολών αρχαία ταβλική παράδοση. Για την ταβλοσύνη τους κομπάζουν επίσης συχνά οι διάφοροι πρίγκιπες της Δυτικής Όχθης (δυτικά προάστια της Αθήνας), που είναι μόρτες και λαϊκά και ντόμπρα και ξηγημένα παλικάρια κι αδικημένα απ' την πουτάνα την κενωνία. Εδώ κάπου το κόβουμε, μιας και υπεισέρχονται ευρύτερα ταξικά-κοινωνικά θέματα που δεν είναι της παρούσης.

- Τούρchοι!
- Μα πάλε;! Εν η τρίτη διπλή πω ην ώραν που αρκέψαμε! Ή περιπαίζεις μας ή εchοιμούσουν με τον Αράπη ψες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα επιτυχίας δηλ. «Ζήτω!», «έμπαινε Γιούτσο!» κλπ ή (ειρωνικά) αποτυχίας δηλ. «τώρα κονομήσαμε!», «την κάναμε από κούπες» κλπ.

Προέρχεται από το ιταλικό παιχνίδι λοταρίας tombola (<ιταλ. tombolare = κάνω κωλοτούμπουλες), το οποίο έπαιζαν πλανόδιοι τομπολατζήδες στους μαχαλάδες των πόλεων μέχρι και πριν από καμιά 70αριά χρόνια, κρατώντας ένα τύμπανο που, χτυπώντας το σαν σήτα, ανάδευε τους λαχνούς που χοροπηδούσαν.

Αυτός που του ’πεφτε ο τυχερός λαχνός, φώναζε χαρούμενα «τόμπολα!» και στη συνέχεια γύρευε από τον τομπολατζή το αντίτιμο (π.χ. χρηματικό έπαθλο, ένα μικρό δωράκι, κάτι φαγώσιμο κλπ).

Η έκφραση με την διπλή σημασία της λέγεται και στην Ιταλία, ενώ αντίστοιχα οι Αγγλοσάξονες λένε «Bingo!» (από το ομώνυμο παιχνίδι που παίζουν οι θείτσες) ή «Disco!», δηλ. «Μπράβο!», «Το πέτυχες!», «Διάνα!» κλπ.

Οι τομπολατζήδες, όπως και όλοι οι γυρολόγοι επαγγελματίες του δρόμου (λούστροι, καστανάδες, σημιτζήδες, καλντεριμιτζούδες, «παιχνιδιάτορες» μουσικοί, λαχανάδες, ακονιστές, σαμοβαροφόροι πωλητές τσαγιού ζωσμένοι φλιτζανάκια, ακροβάτες, κομπογιαννίτες, επαίτες με ζητιανόξυλο δίκην μουσικού οργάνου, παπατζήδες, οπωροπώλες με καροτσάκι κλπ) αποτελούσαν ιδιαίτερο σινάφι -και μάλιστα οι Σταμπουλούδες τομπολατζήδες διέθεταν δικές τους χορευτικές φιγούρες στον ζεϊμπέκικο, τον λεγόμενο «τομπολατζήδικο».

Μέχρι και σήμερα, σε διάφορα συνοικιακά ιχθυοπωλεία, ένα μεγάλο κι ακριβό (αλλά απούλητο) ψάρι «βγαίνει στη λοταρία» με πρωτοβουλία του ιχθυοπώλη προς τους παρεπιδημούντες μαγαζάτορες, προκειμένου να μην χαλάσει και ζημιώσει ο Αλφαβητίξ...

  1. (Θετικό περιεχόμενο):

- Ρε σύ, που’ σαι ψηλός, για κοίτα μήπως βγήκε η βαθμολογία στο Συνταγματικό!
- Ναι, κάτι βλέπω, τί μητρώο είσαι;
- 397.566.978 Β΄ κλιμάκιο... - Τόμπολα! Πέρασες φίλο!!!
-Σ ώπα ρε κι ετοιμαζόμουνα για Σεπτέμβρη, πώς έγιν’ αυτό το θάμα; Και δε μου λες, πόσο πήρα;
- Πουφουσού, μην τα θες κι όλα δικά σου!
- Δηλαδή;
- Ταληράκι, Παγκόσμιος Φοιτητική Σταθερά...

  1. (Αρνητικό περιεχόμενο):

- Από πού θέλετε να πάμε Κέντρο, από Κηφισίας για Σύνταγμα ή από Κατεχάκη, να κόψουμε από Κεδρηνού;
- Ξέρω γω; Καλύτερα το δεύτερο, γιατί άκουσα κάτι για πορείες σήμερα λέει...
- Καλώς!
- Αμάν! Τί γίνεται ’δω πέρα ρε παιδιά;
- Τόμπολα! Κλειστή η Πανόρμου, πέσαμε σε έργα...
- Ωωωχ... Εδώ θ’ αφήσουμε τα κοκαλάκια μας!

Η ΔΗ.ΑΝΑ... (από allivegp, 29/03/10)...και ο διάνος. (από allivegp, 29/03/10)Αφιερωμένο στον ΜΧΣ: Ο ευτραφής Σταμπουλούς οργανοπαίκτης είναι ο Αγάπιος Τομπούλης... (από HODJAS, 29/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρηματιστηριακή σλανγκιά που αποδίδει στα Ελληνικά την έννοια του bear market.

Ένας επενδυτής πάντα νοιώθει έξυπνος όταν αγοράζει μια μετοχή σε βλακωδώς ακριβή τιμή εάν γνωρίζει ότι θα την πουλήσει σε μεγαλύτερο από αυτόν βλάκα σε ακόμα υψηλότερη τιμή. Έτσι δημιουργείται κάθε επενδυτικό αεροπλανάκι.

Μοιραίως κάποιος λεβέντης θα σκεφτεί «το φελέκι μου μέσα, μπορεί να είμαι βλάκας, αλλά δεν είμαι και νταλάρας!» Και τότενες επέρχεται το χώσιμο της αρκούδας.

Και μην ξεχνάτε, ωρέ κλεφτόπουλα, η μάνα του Χοσέ δεν έκλαψε ποτέ!

  1. - Στις τράπεζες χθες έπεσε το χώσιμο της αρκούδας παρόλο την κολακευτική έκθεση περί αυτών από την Citigroup. Λίγο το πετρέλαιο και λίγο η πτώση του δολαρίου έκαναν τους πάντες νευρικούς.
    (από εδώ)

  2. - Τους υποσχέθηκε ο Πλανητάρχης αφορολόγητα μερίσματα, τον πιστέψανε τ΄ αμερικανάκια και έπεσε το χώσιμο της ...αρκούδας! (από το φόρουμ της ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗΣ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ομιλούμε για το τραπέζι που πάνω κάποιοι παίζουν πόκα, και πιο συγκεκριμένα για αυτούς τους κάποιους.

Η περίπτωση που συνήθως γίνεται η ερώτηση είναι η ακόλουθη. Στο τελευταίο ποντάρισμα ενός παιχνιδιού, κι ενώ οι υπόλοιποι έχουν πάει πάσο, γίνεται μια μεγάλη ρελάνς, ή ένας από τους δύο ποντάρει πολύ μεγάλο ποσό. Ο άλλος παίκτης συνήθως ζητάει δικαίωμα να σκεφτεί. Είτε λόγω πονοκεφάλου (βάλτε τσιγαρίλα συν κούραση), είτε για άλλους λόγους, μπορεί να ανοίξει τα χαρτιά του κάτω για να σκεφτεί πιο καλά και να δει πιο καθαρά από τι φύλλο χάνει. Ή και να σιγουρευτεί για το φύλλο του. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο στο τελευταίο ποντάρισμα. Ο παίκτης κάνει την ερώτηση «το τραπέζι μιλάει;», ουσιαστικά παίρνοντας άδεια από τον αντίπαλο, για να συμβουλευθεί κάποιον (από τους παίκτες που έχουν πάει πάσο). Βέβαια η συμβουλή αφοράει μόνο το φύλλο αυτού που ρωτάει και σίγουρα όχι οποιαδήποτε εικασία για το τι μπορεί να έχει ο άλλος που πόνταρε τα πολλά λεφτά ή αν ο άλλος μπλοφάρει.

Η ερώτηση έχει νόημα διότι είναι λίγο unfair. Αλλά επαναλαμβάνω δικαιολογείται, γιατί κάποιες φορές, ιδίως μετά από ώρες παιχνίδι, ή σε καινούρια κόλπα, είναι λογικό κάποιος να το ζητήσει. Επίσης κάποιος που ζητάει να μιλήσει το τραπέζι δεν μπορεί μετά να ανεβάσει το ποσό, μπορεί μόνο να πάει μέσα, να ακολουθήσει το ποντάρισμα. Σε περιπτώσεις που στο καρέ υπάρχουν καινούργια πρόσωπα, το τραπέζι είθισται να «μιλάει».

Εκτός πόκας, η έκφραση κάποιες φορές χρησιμοποιείται, συνήθως από τρίτους, κατά την διάρκεια κάποιας διαμάχης μεταξύ φίλων. Συνήθως σε σοβαρά θέματα που ελλοχεύει ο κίνδυνος παρεξήγησης από τους δύο εμπλεκόμενους. Επίσης είναι κλασική ατάκα που ξεφεύγει από ποκαδόρους!

α' φίλος: Είσαι μεγάλος παπάρας και φίδι κολοβό. Τι φοβήθηκες ρε μαλάκα και μου την βγήκες έτσι; Ότι θα σου φάω τα λεφτά;
β' φίλος: Ας μην δανειζόσουν αν δεν μπορούσες. Εγώ ήμουν πρόθυμος, εφόσον είχες ανάγκη να σ' τα δανείσω. Αλλά μπορούσες να ήσουν πιο ντεκλαρέ. Να μου έλεγες ότι θα σ' τα αργήσω, όχι να μη σηκώνεις τα τηλέφωνα. Τα πήρα κι εγώ, για αυτό το ανέφερα μπροστά σε τρίτους.
γ' φίλος: Αφενός ηρεμήστε. Αφεδύο, το τραπέζι μιλάει;

(από electron, 27/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται στην χειρότερη κατάσταση στην οποία θα μπορούσε να πέσει ένας άνδρας.

Άσ' τα να πάνε φίλε μου, με διώξανε απ' τη δουλειά, η σπιτονυκοκυρά μου μού έκανε έξωση, οι λογαριαμοί τρέχουν... Το μουνί και το μπουκάλι μ' έφεραν σ' αυτό το χάλι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified