Από αρχαιοτάτων χρόνων, γενεαί Ελλαδιστανών γλειψιματιώνε τελειοποίησαν την ευγενή πρακτική του γλείφτινγκ (ή, μπρουταλιστί, κωλογλjείφτινγκ).

Όταν οι Έλληνες έγραφαν «Ἐρωτηθείς τις (ο Αντισθένης), εἰ χαλεπώτερόν ἐστιν εἰς κόρακας ἢ εἰς κόλακας πεσεῖν· 'Εἰς κόλακας', ἔφη· 'οἱ γὰρ κόρακες τὰ τῶν τεθνεώτων σώματα διαφθείρουσιν, οἱ δὲ κόλακες τὰς τῶν ζώντων ψυχάς'», οι αγαθοψώληδες πρόγονοι του Γκαίτε επεδίδοντο στην αυτοκοπροφαγία.

Πέον να σημειωθεί ότι το λήμμαν περιγράφει και την προσφιλή πρακτική του προφορικού έρωτα. Και στις δύο περιπτώσεις, πρόκειται για λολοπαίγνιο εκ του γλείφτης και του γαμοσλανγκοεπιθήματος -ινγκ.

Ακολουθεί μουσικό διάλειμμα:

♪♫Αααα, ααα γλειφτετέλι αμάν αμάν γιάλελελι...♪♫

♪♫If you like γλειφο κωλάδαs
τσανακογλjείφτ in the rain...
♪♫

Συνεχίζουμε την κανονική καταρροή του προγράμματός μας.

Όπως σχολίασε συναγωνιστής κάβουρας, το λήμμαν χρησιμοποιείται και ως σαχλολοπαίγνιο για το λίφτινγκ ή ρυτιδεκτομία επί το αρχαιοκαυλέστερον. Ίσως με το υπονοούμενο ότι το τελικό αισθητικό αποτέλεσμα θυμίζει βοϊδογλειψιά.

Σ.σ. προς τα σλανγκαρχίδια τση παρέας: κατά την ανάρτηση του λήμματος αυτούνου, 90% των γουγλοχτυπημάτων έδιναν την μορφή γλύφτινγκ. Είμεθα έθνος ανορθογραφιστών.

Πάσα από το ΔουΠού και συμβολή στον ορισμό: Κχάνος.

- Στην πλειοψηφία σας, οι περισσότεροι είστε κομματικοί χαφιέδες. Εξαιρούνται μερικοί από τους ελεύθερους επαγγελματίες . Οι υπόλοιποι κρατοδίαιτοι κάνουν καριέρα μόνο στο γλύφτινγκ

- Για σοβαρευτείτε λεώ εγώ! Είπαμε καλό το γλύφτινγκ, τα ρουσφέτια και τα προσωπικά συμφέροντα αλλά όλοι στην ίδια χώρα ζούμε και όλοι μαζί θα βουλιάξουμε!!!

- Αν είσαι εχέμυθη, ώριμη και ματσό και θέλεις να χαλαρώσεις και να ξεφύγεις λίγο από το στρες της καθημερινότητας, τότε έχω αυτό που θέλεις κάνω μασάζ σιάτσου, φίστινγκ, γλείφτινγκ, σιγκαπούριαν στον δικό σας χώρο ή στον δικό μου ευπρεπή και πολιτισμένο χώρο. τιμή συζητήσιμη

- ΝΑΙ...ΣΟΥ ΦΑΊΝΕΤΑΙ, ΑΣΠΡΙΣΑΝ ΤΑ ΜΑΛΙΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΕΚΑΝΕΣ ΚΑΙ ΓΛΕΙΦΤΙΝΓΚ, ΑΣΤΑ ΑΥΤΑ...ΓΑΜΠΡΟ ΒΡΗΚΕΣ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα ηλικίας άνω των 55 με προκλητική παρουσία (οριακά porn), με εμφάνιση συνήθως που είναι αποτέλεσμα αισθητικής χειρουργικής επέμβασης (αλλά με όχι τόσο καλά αποτελέσματα). Συνώνυμο: βλ. γριόνι. Συναντάται συνήθως σε παρακμιακά σκυλάδικα, αλλά και σε αριστοκρατικούς κύκλους.

Τρελή γρέτζω η Λάτ..η, έτσι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προκύπτει από το Γαλλικό faux bijoux το οποίο και σημαίνει ψευδοκόσμημα.

Κρατώντας την λέξη faux που σημαίνει ψεύτικος, συμπληρώνουμε την λέξη vijoux (αλλάζοντας στην ουσία το πρώτο γράμμα της λέξης bijoux, έτσι ώστε να εξυπηρετεί ηχητικά) και η οποία προφέρεται βιζού, παραπέμποντας στο βυζί-βυζιά.

Χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να δηλώσουμε ότι κάποια γυναίκα έχει ψεύτικο στήθος από σιλικόνη.

- Κοίτα ρε Ξενοφώντα κάτι βυζόμπαλα που έχει το μωρό στο ταμείο!!!
- Τι να δώ ρε μαλάκα; Αυτή είναι faux vijoux!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μη μου τους κύκλους τάραττε που λέει η Σιλικονέλλα / Σιλικονίτα στην οποία κάνουμε ισπανική (μαλακία ή ακόμη καλύτερα πίπα, για την λεπτή διαφορά βλέπε εμπνευσμένη ανάλυση της Mes), και γι΄ αυτό φοβάται μην σπάσει κανά μπαλόνι και τρέχουμε να ψάχνουμε τα υπολείμματα της poustiάς του Pousti. Για να αποφύγουμε τέτοιες ατάκες το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε (εκτός από το να απαγορεύουμε σε κονάτες να διαβάζουν slang.gr) είναι να ακολουθήσουμε την συμβουλή της Mes από το Πουτσοπόλιταν, ότι οι ρώγες ΔΕΝ είναι κουμπιά ραδιοφώνου, και δεν πρέπει να τους συμπεριφερόμαστε σαν να ήταν...

Λάουρα σε χρόνο ύποπτο: - Αχ μη Χαβιέ (σ.ς.:Ισπανός), μη μου τους βύζους τάραττε. Μόλις γύρισα από Tom Pousti. Και ποιος την ξαναπληρώνει την μπαγαποντοπλαστική!...

(από nick, 05/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι λέει. Γυναικείο στήθος που βελτιώθηκε (;;;) - συνήθως μεγάλωσε - μετά από παρέμβαση πλαστικού χειρουργού.

Ως είδος, ανεβαίνει όλο και ψηλότερα στη λίστα δώρων για επέτειο γάμου.

Δες και φο-βυζού.

- Ωρρραίο βυζί ... πεπονάτο ...
- Μη μασάς ... αγοραστό είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified