Further tags

Όταν παντρεύονται δύο μηχανικοί Η/Υ.

Προέρχεται από την συνένωση των "web" και "wedding".

Τον Μάιο θα πάω στο webbing του Πάνου και της Νίκης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι γενικώς το πραματάκι που εξέχει· από την μωρουδιακή (και κάθε άλλη δυνατή) πιπίλα, το βύσμα (το νορμάλ ντε, το βαρβάτο!), το usb στικάκι, του σπρέι το ακροφύσιο, το κουρδιστήρι, το άλλο που άμα το τραβήξεις παθαίνει φούιτ το λάστιχο, μέχρι και τη μηχανή του καφέ και τη συσκευή για τα κουνούπια (!).
Και προφάνουσλυ, εδώ, στα πιπιρόλια υπάγονται, και πάντως με γουτσική χαριτωμενιά, τα κατεξοχήν εξέχοντα εξαρτήματα, τα πέη πουά ή τα σκέτα πέη, ή κι οι πέουλες.

Συνώνυμα: μπλιμπλίκι, μαραφέτι, ματζαφλάρι.

  1. Το ίδιο όμως κάνετε κι οι Μεσαρίτες όλοι,
    και πιπιλίζετε κι εσείς το ίδιο πιπιρόλι.
    Και δεν αναγουλιά κιανείς το βύζαχτρο να φτύξει,
    και σ’ όσους σασε παίζουνε τα ντόδια ντου να τρίξει.

    (Απ' το candianews)

  2. Άσε μαρή μάνα... έφερε χθες η αδερφή μου μια ταινία να δούμε... γαλλική!!! Βρε καλή μου, βρε χρυσή μου, ας δούμε μια άλλη, της λέω μόλις άκουσα το πρώτο "αλό". Όοοοοχι, αυτή θα δούμε, μου λέει..., θα 'ναι καλή το νιώθω... μια ώρα μετά βγήκε ένας με το πιπιρόλι του και κατούρησε μέσα σε ένα τζακούζι και απέκτησε λίγο ενδιαφέρον η ταινία. ΕΔΩ

  3. -Μα είναι δυνατόν ένα "βύσμα" να είναι θηλυκό; (169 βρίσκει ο Γκούγκλης)
    -Πρόχειρη απάντηση, χωρίς γκουγκλικές στατιστικές, από τον καιρό που έπαιζα με τα βύσματα. Θυμάμαι στις συνδέσεις του μαγνητοφώνου, π.χ., ότι υπήρχε βύσμα με πιπιρόλι (προεξοχή) που έμπαινε σε υποδοχές, αλλά μπορούσε να υπάρχει και θηλυκό βύσμα με υποδοχή που δεχόταν το αρσενικό, π.χ. για επεκτάσεις ΕΔΩ

  4. Και κατι ακομα... Για να συνδεσω και την κιθαρα για να ηχογραφησω χρειαζομαι διπλο πιπιρολι? Επειδη για input μου δινει Left Right... (noiz)

  5. Εχει κανεις εμπειρια απ'αυτο το μπλιμπλικι ή πιπιρολι ή μαραφετι???: lol: Δουλευει οντως ή ειναι μουφα? Με ενδιαφερει γιατι ειναι βαρυς ο συμπλεκτης του ttr κ μετα απο καμποση ωρα δεν παλευεται καθολου. (forum.dirt-bike)

Αριστερά το θηλυκό βύσμα και δεξιά το πιπιρόλι

  1. Funny. Συνάδελφος αναφέρεται στα στικάκια usb ως "πιπιρόλι". ΕΔΩ

  2. ΚΟΥΡΔΙΣΤΗΡΙ = ΠΙΠΙΡΟΛΙ ΘΕ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ (εδώ)

  3. Έχει πλάκα ο Καρατζαφέρης με τα καλαμπούρια του. Αλλά δεν αντέχω τον εκπρόσωπο του Λαϊκού Ορθόδοξου, τον Αϊβαλιώτη. Που κάθε φορά που έχει τα δεκαπέντε δευτερόλεπτά του για το τηλεοπτικό του sound bite, κορδωμένος και γεμάτος αυτοπεποίθηση, μας ξεφουρνίζει το καλομελετημένο αστειάκι που ετοίμαζε από το πρωί. Θα ήθελα να βρω εκείνη τη στιγμή το πιπιρόλι απ' όπου ξεφουσκώνει. (lexilogia)

  4. σκέφτηκα "ραδιενεργό σπέρμα" καθώς έβαζα καφέ στο πιπιρόλι του εσπρέσσο. ΕΔΩ

  5. εγώ έχω μόνο ένα πλαστικό πιπιρόλι που μπαίνει στο εσωτερικό του χερουλιού στην οπή εκχύλισης. Στο μοντέλο 2011 καλαθάκι για διπλό γιοκ! Έχει μόνο ένα για μερίδα και ένα για μονό και διπλό... (greekespresso)

  6. Κατι άσχετο, οντως αυτο το πιπιρόλι με το αντικουνουπικο ζουμί απο κατω επίσημα ονομάζεται το μηχανάκι για τα κουνούπια; ΕΔΩ

  7. Mia aporia Grafitades Apantiste
    Arxisa ta Graffiti prin mia bdomada k 8elo na rotiso kati... To pipiroli {opos to lene} pou exei to spray k vgazi to xroma iparxoun gia na vgazi poli-megalo- kserete gia skies gonies kai diafora poli xroma ligo xroma leptes grames tetia pramata exoun ta graffiti magazia gia na paro>>?? Alios an kserete doste kapio link.. (hiphop)

  8. -τι μπορεί να είναι αυτά τα pali που τα στεφανώνει/ κοσμεί ο σκούφος του δόγη;
    -Είναι οι πάσσαλοι με τις ρίγες που δένουν τις γόνδολες και που υπάρχουν σε όλα τα κανάλια, με επιστέγασμα εκείνο το πιπιρόλι που μοιάζει περισσότερο με ρώγα του μπιμπερού (άντε, του μπιμπερό, άκλιτο, κατά τον Ντιντερό) παρά με το κέρατο στο σκούφο του Δόγη. Poles στα αγγλικά. (lexilogia)
    το πιπιρόλι του μπιμπερού του palo

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτερος όρος του Τουίτερ -ρήμα αυτή τη φορά- από το αγγλικό mention (= αναφέρω κάποιον). Σημαίνει κάνω αναφορά (μένσιο) σε κάποιον ή σε κάτι.
Όταν ο τουιτεράκιας, ο τουιτεράς, τουιτάρει και δεν μενσιώνει, πάει στο αμένσιοτο (Khan).

Απ' το ... τουίτερ

  1. Σπύρο τόσο καιρό σε μενσιώνω και δε τσιμπάς να σπάσουμε λίγο πλάκα, δλδ μόνο μέσω τούρκογλου έρχεσαι;
  2. Ο άλλος μενσιωνει τον εαυτό του και κάνει ερώτηση. Ξεκολλάτε ανάψτε κλιματιστικό και πέστε για ύπνο να χαλαρώσετε θα γίνετε τζημεροι

  3. Αυτο που βρίζετε εδω μεσα χωρις να μενσιωνετε, δεν σας κανει έξυπνους, αρχιδια σας κανει.

  4. μου προκαλείτε το ενδιαφερον που μου προκαλεί μια κατσαρίδα. Μη βαυκαλίζεστε, δεν θα σας μενσιωνα ποτε

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σάιμπερπανκ επεξήγηση για την εντυπωσιακή ετοιμότητα της μνήμης μας.

Οι καλοί χρόνοι απόκρισης έχουν να κάνουν με αναμνήσεις για γεγονότα ή και περιγραφές που στους συνομιλητές μας φαίνονται χαμένα στις ομίχλες του χρόνου. Κι αυτό είτε επειδή συνέβησαν παλιά στο Τέξας, είτε διότι ξεφουρνίζουμε απίστευτες λεπτομέρειες την στιγμή που ο φουκαράς απέναντί μας δεν θυμάται καλά-καλά τι κρατάει στα χέρια του χωρίς να το δει.

Ετυμολογείται (προφ) από τις συντομεύσεις στην επιφάνεια εργασίας (desktop) του υπολογιστή, που σε γλιτώνουν από την εξοντωτική αναζήτηση ενός αρχείου ή ενός προγράμματος στα κατάβαθα των σκληρών σου δίσκων.

- Καλά, εγώ πως θυμάμαι ότι την γνώρισα στην Πάρο;
- Όχι φίλε, λάθος, στην Πάρο πήγαμε την επόμενη χρονιά. Που πήγαμε ζευγάρια, εγώ με την μεξικάνα εσύ με κείνη την καστοριανή με το μουνί το τρικάπακο που μού 'λεγες...
- Εεε... Και τέσπα πού την γνώρισα;
- Στο Ποσείδι που κάναμε κάμπινγκ. Ήταν την χρονιά με το μουντομπάσκετ στην Αθήνα, που είχαμε και τις πυρκαγιές; Καλά δεν θυμάσαι; Που βλέπαμε τον αγώνα και στο γήπεδο έπεφτε συνέχεια το ρεύμα;
- Ννναι...
- Ε, εκεί. Ήρθε και σου ζήτησε φωτιά κι εσύ της είπες μια μαλακία για τα δάση και τη ΔΕΗ.
- Μάλιστα... Δεν μου λες, όλα αυτά τα θυμάσαι ή τα βγάζεις από το μυαλό σου;
- Εγώ ρε; Εγώ αν είναι για διακοπές και γκόμενες τα έχω όλα αυτά στο ντέσκτοπ με συντόμευση...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση δανεισμένη απ 'τον κόσμο των πισί. Σημαίνει την καβάτζα ή και την προνοια εξασφάλισης σε ό,τι αναφέρεται ο ομιλών - σλανγκιστής (μην ξεχνάμε την αξιωματική ισχύ του Μέρφυ!).
Η οξυδέρκεια του να έχει κάποιος μπακάπ, συνήθως συνοδεύεται με συναισθήματα ανακούφισης. Πιστεύω ότι δεν χρειάζεται να περιγράψω τι συμβαίνει στην αντίθετη περίπτωση.

  1. - Πού 'τσαι ρε, μία ώρα σε περιμένω, κοντεύει να τελειώσει κι ο γκαϊφές.
    - Τράκαρα το Μαράκι και με χασομέρησε, σόρυ.
    - Ποιο Μαράκι, με τη Σούλα δε νταραβερίζεσαι τώρα;
    - Κρύβε λόγια ρε, το Μαράκι είναι μπακάπ.

  2. - Κι αν δε φτάσουν τα λεφτά για ξίδια, παίζει κι η κάρτα του μπαμπά για μπακάπ, αλλιώς τι σκατά πάρτυ θα κάνουμε;
    - Καλύτερα ρεφενέ, μπρο, αλλιώς μας βλέπω για λουρίδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκάλωμα, κόλλημα, ανιωθίλα σε ακραίο βαθμό, ανάλογο με την μπλε οθόνη που εμφανίζεται όταν κρασάρουν τα γουίντοουζ και ο πίσουλας δε νιώθει ούτε με κοντρόλ-αλτ-ντηλήτ, ούτε με ευχέλαιο, και βρίσκεσαι προ του φάσματος απώλειας δεδομένων και δουλειάς μιας ολόκληρης ημέρας. Τι είπες;; Τακτικά σέηβ;;;; Αυτά είναι αδερφίστικα.

Φαγώσιμο.

-...και πάω να μιλήσω στη γκόμενα και τρώω μπλε οθόνη ρε φίλε. Δε μπορούσα να βγάλω λέξη απ' το στόμα μου. Άσε, ρόμπα έγινα πάλι... πρέπει να τα κόψω τα ρημάδια τα ξύδια...

Μπλε (από Hank, 23/02/09)αν έχει βυζιά μέσα, πάει κι έρχεται (από jesus, 30/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάθε είδος ηλεκτρονικής μουσικής, αλλά και ηλεκτρονικά στοιχεία σε άλλα είδη μουσικής.

Ωραίο το κομμάτι, αλλά το κούρασες με τα μπλιμπλίκια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. κάνω download, βλ. και κατεβαστήρι. Αντίθετο: ανεβάζω.
    Από τις λίγες μεταφράσεις ξένων όρων της τεχνολογίας, οι οποίες έγιναν αβίαστα και προτιμήθηκαν από τις ξένες ή τεσπα χρησιμοποιούνται εξίσου.

  2. πίνω / τρώω τον άμπακο, χλαπακιάζω.

  3. χώνω μπουνιά: κατεβάζω / μου κατεβάζουν ένα μπουκέτο

  4. ρήμα πασπαρτού ως πρώτο συνθετικό εκφράσεων: κατεβάζω μούτρα, κατεβάζω ασφάλειες, γατοκέφαλα, καντήλια, παροχή, ρολά, τη μάπα κάποιου, τον γενικό.

  1. Τι θα γίνει ρε Στέλιο, κόφ' το να κατεβάζεις, σέρνεται το γαμίδι, δε μπορώ να κάνω τη δουλειά μου.

  2. - Τόφαλος έγινε πάλι ο Νώντας.
    - Εμ δεν είδε χθες τι κατέβασε το άτομο; Αν τρώει κάθε μέρα έτσι...

  3. Μουνάς, γελάκι; Θα σου κατεβάσω καμία και θα δούμε αν θα γελάς μετά.

(από Khan, 14/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τουμπανιασμένο, θεωρείται κάτι που βρίσκεται στα απώτερα όρια του. Προφ, η λέξη προέρχεται από το τέντωμα του δέρματος πάνω στο ξύλο, ώστε να κατασκευαστεί ένα αξιοπρεπές και αποτελεσματικό τύμπανο.

Βάση αυτού του χαρακτηριστικού του τύμπανου, η λέξη έχει σλανγκοποιηθεί σε άπειρους τομείς. Οι κυριότεροι από αυτούς:

  • auto moto: α) τουμπανιασμένο αυτοκίνητο είναι αυτό που μετά τις μετατροπές, καταλαμβάνει τον διπλάσιο όγκο. Αεροτομές, φτερά, τριπλάσια λάστιχα, προβολείς. Τουμπανιασμένη μηχανή είναι αυτή που επίσης έχει πάνω της όλα τα έξτρα αξεσουάρ του εργοστασίου, συν ότι aftermarket έχει κυκλοφορήσει. β) τουμπανιασμένος κινητήρας είναι αυτός που έχει φτάσει τα όρια του. Άλλος ένας ίππος και μπουμ!
  • γυμναστική: από τις ντόπες και την γυμναστική, γίνεσαι τούμπανο, τουμπανιάζεις. Δλδ τσιτώνουν οι μυς όπως το δέρμα του τύμπανου, και φαίνεται ότι λίγο να σφιχτείς, θα σκιστεί το δέρμα. Προ τουμπανιάσματος αγόραζες Μ(edium), και μετά XXL(large). Σαν το ανθρωπάκι της Michelin ένα πράμα.
  • φαγητό μέχρι σκασμού: η λαϊκή (ακροβατούμε μεταξύ σλάνγκ και κυριολεξίας) μεταφορά του επιστημονικού όρου «τυμπανισμός». Αμάν έχεις φτάσει σε αυτό το σημείο, μία γουλιά νερό μπορεί να σε σκάσει. Επιστημονικά ο «τυμπανισμός» είναι το φούσκωμα, είτε από δυσλειτουργία του πεπτικού, είτε από εκτεταμένη ασιτία, είτε από πνιγμό. Στη σλανγκ, μιλάμε για κατανάλωση υπερβολικής ποσότητας φαγητού ή ποτού, ή και τα δύο.
  • οικονομικά / τεχνολογία: α) για πιστωτικές κάρτες που είτε είναι στα όρια τους, ή τα έχουν περάσει, και πληρώνεις κάπου 30% τόκο! η χαρά του τραπεζίτη! β) φορτωμένες κάρτες, ή σκληροί δίσκοι.

auto / moto
...........
Σήμερα το έκλεισα.Πολύ καλό σαν καινούριο πραγματικά και τουμπανιασμένο με top case μπαγκαζιέρες bagster παροχή ρεύματος ψηλή ζελατίνα Givi.Ο φίλος το σκότωσε πραγματικά γιατί ήταν κοντούλης και πήρε ένα CBF
...........

γυμναστική
............
Τουμπανιασμένος δεν θα γίνει ούτως ή άλλως για΄τι η εφεδρίνη δεν προκαλεί πρήξιμο. ...........

(από electron, 04/09/10)(από electron, 05/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπληρωματικά με τον άλλον ορισμό, ανεβάζω (upload στα αγγλικά) σημαίνει μεταφορτώνω ένα αρχείο ή μια πληροφορία από τον δικό μου υπολογιστή σε κάποια θέση ενός δικτύου, κυρίως του ίντερνετ, κάνοντάς το διαθέσιμο για θέαση, ακρόαση ή κατέβασμα.

Κατεβάζω (download στα αγγλικά) σημαίνει:

  1. Μεταφορτώνω τα προαναφερθέντα σε δικό μου αρχείο που αποθηκεύω τοπικά, στον υπολογιστή μου, ώστε να τα έχω διαθέσιμα χωρίς να καταφεύγω στο δίκτυο.
  2. Κάνω κάτι να μην είναι πια διαθέσιμο, το αφαιρώ από την κοινή χρήση, το βγάζω από το σάιτ.

Τόσο κοινά ρήματα τώρα πια, κι όμως, ο Τριανταφυλλίδης αγνοεί αυτές τις σημασίες.

Στον μικρόκοσμο του slang.gr, ανεβάζω στα σχολιασμένα σημαίνει σχολιάζω έναν ορισμό με συνέπεια αυτός να εμφανίζεται πρώτος, πάνω από τους υπολοίπους, όταν κλικάρουμε το κουμπί «Σχολιασμένα». Συνηθισμένο παιχνίδι αργκόσχολων σε απόγνωση.

  1. - Τι φωτογραφίες ανεβάζεις στο facebook ρε μαλάκα;
    - Απ' το πάρτυ λες; Γιατί τι έγινε;
    - Γιατί εσείς χαμογελάτε σα μαλάκες μπροστά, με τα μπουκάλια αγκαλιά, κι από πίσω φαίνεται ο Τζίμης να καπνίζει, ο Τάσος να μπαλαμουτιάζεται με την Μαίρη, την γκόμενα του Βαλάντη και ν' απλώνει χέρι ταυτόχρονα και στην Ντέπυ κι όλα αυτά μόνο από την δεξιά μεριά της φωτογραφίας. Το μυαλό στην κωλότσεπη τό 'χεις;
    - Στ' αρχίδια μου. Ας πρόσεχαν.
    - Το ότι φαίνεται που φοράς στριγκάκι δε σε χαλάει;
    - Και δεν μου λες, πώς κατεβαίνει τώρα αυτό το πράμα;

  2. Από εδώ:
    [Το aDSL] είναι μία από της μορφές της οικογένειας τεχνολογίας Dsl. Σημαίνει Asymmetric ή Asynchronous Digital Subscriber Line. Το χαρακτηριστικό της είναι ότι η ταχύτητα κατεβάσματος δεδομένων (download speed) είναι πολύ μεγαλύτερη από την ταχύτητα της αντίθετης κατεύθυνσης - ανεβάσματος δεδομένων (upload speed). Το γεγονός ότι είναι η πιο διαδεδομένη είναι λογικό επακόλουθο της επιθυμίας - συνήθειας των χρηστών που πιο πολύ τους ενδιαφέρει να λαμβάνουν δεδομένα (σερφάρισμα - κατέβασμα αρχείων ή προγραμμάτων) παρά να ανεβάζουν δεδομένα.

  3. Από εδώ: > Και, να, ο εφιάλτης ξανα-ανεβαίνει ψηλά στα «σχολιασμένα» αχααχου! Ποιος να το 'λεγε πάντως αυτός ο ορισμός ότι θα γίνει οθονιά από τα σχόλια...> Mes

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified