Further tags

Γηπεδικό επιφώνημα.

Η ευρεία χρήση του κι εκτός γηπέδου παρατηρήθηκε με τη δημοσίευση σχετικής διαφήμισης του ΟΠΑΠ (circa 2006), κατά την οποία ο πρωταγωνιστής, εθισμένος με το ποδόσφαιρο και το ΠΡΟ-ΠΟ, χρησιμοποιεί το εν λόγω επιφώνημα και στην εξωγηπεδική ζωή του (βλ. 2ο παράδειγμα και ηχοντοκουμέντο).

Πλέον, χρησιμοποιείται κυρίως σε προτάσεις ερωτηματικές ως προς τον τόπο κάποιου προσώπου ή αντικειμένου (π.χ. της μπάλλας που έχει μπει στα δίχτυα), συντάσσεται δηλαδή με το τοπικό ερωτηματικό επίρρημα πού. Συναντάται πάντως, καταχρηστικά, και σε άλλου είδους ερωτηματικές προτάσεις.

  1. Πουυυυυύ 'ναι η μπάλλα, Ο-Ε-Ο, πουυυυύ 'ναι ή μπάλλα; Πουυυυυυύ 'ναι η μπάααααααλλα, Ο-Ε-Ο που 'ναι η μπάαααλαααααα!

  2. -Δεσποινίς...
    -Με ζητήσατε πρόεδρε;
    -Μμμάλιστα δεσποινίς... κάτι λείπει απ' το γραφείο μου...
    -Τι εννοείτε;
    -Η γυάλα μου, με το χρυσόψαρο, λλλείπει!
    -Αχ, η γυάλα:!
    -Μάλιστα δεσποινίς, η γυάλα! Πού είναι η γυάλα;! Οέο; Πού 'ναι η γυάλα;! Οέο; Πουυυυυύ 'ναι η γυάλα, οέο, πουυυυύ 'ναι η γυάλα;! Πουυυυύ 'ναι η γυάαααααλααααα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ετυμολογία

Όταν έχει παιχτεί μαλακία και κυριαρχεί το αίσθημα της ξενέρας. Προέρχεται από την λέξη σφαγή.

μαν μου πάμε Αβάννα ?

''Σορρυ αγορίνα έχω κανονίσει Μπλοκ

οοο ρε σφα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

σε αντιστοιχία με το Ουί (οui=ναι , στη γαλλική) που είναι το ανάποδο του Ίου (επιφώνημα που φανερώνει αηδία ή δυσαρέσκεια).

Θούσκια ανάποδο της λέξης Σκιάθου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράδειγμα: Ούϊ μάναμ τιμι βαράς α; Ντενεκέ α ντενεκέ ξεγάνωτε!

Ούϊ, (επιφώνημα) = Δηλώνει απορία, θαυμασμό, πόνο, λαχτάρα

Got a better definition? Add it!

Published

Το σύνδρομο του ξερωγού. Χρησιμοποιείται κατά την ανάκυψη εγκεφαλικών βραχυκυκλωμάτων σε μία αφήγηση. Δε φέρει πλέον σημασία και λειτουργεί ως στολίδι του προφορικού λόγου για να μη λήγει ξερά κι αδιάφορα το εκφώνημα. Αντικαθιστά το πάλαι ποτέ ημι-λόγιο "φερ'ειπείν" (=μιας που το'φερε η κουβέντα) ή το παλαιομαγκίτικο "να'ούμ'".Αν και αυτά είχανε πιο πολύ κυριολεκτικά την έννοια του "παρεπιπτώντος" και οριστικοποιούσαν τα λεγόμενα, το "ξέρω 'γω" αν και θα μπορούσε να δηλώνει "με βάση αυτά που ξέρω εγώ" με την αναστροφή Υ - Ρ για έμφαση, παραπέμπει παρόλα αυτά σε αμηχανία, ασχετίλα, ενδεχόμενη και πολύ πιθανή ανατροπή των λεγομένων μου, έλλειψη αυτοπεποίθησης που προ(σ)καλεί για ανατροπή έστω κι αν είναι έγκυρα - έτσι για να ψαρώνουμε - και μορφολογικό clopyright από την εμφατική ερώτηση "ξέρω 'γω;". Καθίσταται μοναδική έκφραση νίλα που κινείται έντονα και κοντά στα εξωγλωσσικά δεδομένα (όπως πού - χού η αντίδραση με "Εεεεεε" όταν στακάρει το μυαλό και χάνει τον ειρμό του) και έχει μορφή (ψευδο)ερώτησης. Οι εμφατικές συντάξεις λόγω ύφους δύσκολα νιλοποιούνται, άρα η μορφή αυτή ως ερώτηση - κολιτσίδα ξεκίνησε ως χαριτωμενιά. Είναι αδελφή έκφραση της δεγκζερωγωτί με τη μορφή "και δεγκζερωγωτί" στο τέλος. Επίσης μπορεί να αντικαταστήσει την έκφραση "και τα λοιπά" του γραπτού λόγου που υπονοεί πως υπάρχουνε περισσότερα απ'όσα ξέρουμε, απλά εμείς αυτά εκθέτουμε χωρίς να αποκλείουμε τα άλλα έστω κι αν δεν τα αναφέρουμε. Πάντως, όσο πιο αγχωτική είναι η κατάσταση - επικοινωνιακή περίσταση, τόσο μεγαλύτερη είναι και η αμηχανία (πούχού μιλάω κι έχω όλα τα βλέμματα στραμμένα επάνω μου κι ανθρώπους να κρέμονται απ'τα χείλη μου) , το βραχυκύκλωμα και οι πιθανότητες να εμφανιστεί αυτή η πορδή της αλουπούς.


Σκηνικό - Σχολική τάξη.
Ι:[...] Ε, και τώρα με τους μετανάστες υπάρχουνε προβλήματα, ξέρω 'γω... Να, σήμερα το πρωί που ερχόμουνα σχολείο με σταμάτησε μια κοπελιά με μωρό στην αγκαλιά και μου ζήτησε να της πάρω κάτι να φάει το παιδί, ξέρω 'γω. Κι εντάξει... Θα της δώσεις, ξέρω 'γω κι αυτηνής να πάρει κάτι, αλλά έχουμε άλλους τόσους δικούς μας έξω που δεν έχουνε να φάνε ένα πιάτο φαΐ... Δεν το καταλαβαίνω αυτό με την ξενολαγνεία. Μόνο για τους πρόσφυγες και δεγκζερωγωτί άλλο πρέπει να πονάμε, να λυπόμαστε και να βοηθάμε, ξέρω 'γω;
Ν + Κ: (ψιθυριστά) έντεκα, δώδεκα, δεκατρία, δεκατέσσερα.
Κ: Πόσα μέτρησες;
Ν: Δεκατέσσερα όσα κι εσύ, αφού μαζί μετράγαμε.
Κ: Βάλε και δύο στην αρχή που δεν πρόλαβες στο "Κατά τη γνώση μου οι καιροί είναι δύσκολοι, κι όλοι πρέπει να βοηθάμε, ξέρω 'γω, αλλά πρέπει αυτό να μη μας εμποδίζει να σκεφτόμαστε καθαρά και να προσπαθούμε να οργανωθούμε καλύτερα σα κοινωνία, ξέρω 'γω", κάπως έτσι που έλεγε αυτή, δεκάξι.
Ν: Πω, ρε μας κούφανε πάλι, χιχι! Μα καλά, επίτηδες το κάνει; Έχει κολλήσει η βελόνα! Την επόμενη φορά, πάμε στοίχημα ότι θα μετρήσω περισσότερα;
Κ: Ναι, άμα το θυμηθείς... Αφού πάντα σε προλαβαίνω! Καθηγήτρια: Τί λέτε εσείς εκεί! Για σταματήστε αμέσως! Μόνο εσείς ακούγεστε! Μπλα, μπλα, μπλα...(συνέχιση ομιλίας μετά την παρατήρηση)
Ν + Κ:(ψιθυριστά) Ναι, σίγουρα, ξέρω 'γω...χαχαχα!
Ν: Πρόσεχε ρε μαλάκα μην κολλήσουμε κι εμείς... Είναι κολλητικό!
Κ: Ναι, ναι! Κι αυτό που το κοροϊδεύουμε, το λουστούμε!

Got a better definition? Add it!

Published

Στα καλιαρντά σημαίνει έναν γενικό χαιρετισμό, σαν γεια, γεια σου. (Να προέρχεται άραγε από τη ρομανί;). Συνήθως λέγεται μαζί "ούψα και στο λατσοδίκελμα", δηλαδή "γεια και στο επανιδείν" ή αναλόγως των συμφραζομένων, άντε γεια ή άντε γα, με το οποίο λήγεις ένα καλιάρντεμα.

Στο τέλος

  1. Σου αβέλω λατσαβαλέ καλέ γκοντορελιά. Αβέλω να σε δικέλουμε αποκατέ με τα ισάντες λέτρα. Ούψα και στο λατσοδίκελμα. (Αποκατέ).
  2. Λάκης Γαβαλάς: Είμαι άντρας με balls. Σχόλιο: ΤΡΙΑ ΚΑΚΝΑ ΤΗΣ ΚΑΚΝΗΣ.. ΚΑΛΕ ΓΚΑΡΣΟΝ ΑΒΕΛΕ ΜΟΥΤΖΑ. ΜΩΡΗ ΓΑΒΑΛΟΥ ΟΥΨΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΛΑΤΣΟΔΙΚΕΛΜΑ... (Από κράξιμο στο Φέισμπουκ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάτι είναι γαμάτο λες: εκείιιιιιιιι!

- Πωω φίλε, γάμησα μια εχθές, όλα τα λεφτά σού λέω...
- Εκειιιιιιιιι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «χαχαα» είναι αποτέλεσμα βιασύνης και έντονου ενθουσιασμού στον ψηφιακό κόσμο.

Όταν κάποιος θέλει να απαντήσει γελώντας σε ένα αστείο που του γράψανε σε μήνυμα στο κινητό ή σε κάποιο μέσο κοινωνικής δικτύωσης, απαντάει πολλές φορές με το «χαχαα», καθώς από την βιασύνη του ξεχνάει το «χ» και δεν δημιουργείται το διάσημο «χαχαχα».

Το «χαχαα» επίσης συναντάται με την εξής μορφή: «χαχαχαχααα».

Chat στο Facebook:
- Ήτανε 2 πακιστανοί....
- Αυτό;
- Ναι.
- Χαχαα (ή «χαχαχαχααα»).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όνομα παιχνιδιού που παιζόταν τη δεκαετία του 60 στην Αθήνα. Ήταν κάπως σαν κρυφτό και πόλεμος. Αν έλεγες πρώτος στον άλλο «στάκαμαν» τον είχες στακαμανίσει και έβγαινε από το παιχνίδι. Φυσικά τα παιχνίδια τελείωναν πάντα με γενικευμένα επεισόδια.

- Στάκαμαν!
- Στάκαμαν!
- Εγώ σε στακαμάνισα πρώτος! Και ακολουθούσαν καρπαζιές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καρακλασικό επιφώνημα, συνοδευτικό τριών μεγάλων κατηγοριών χοιρονομιών μανουριάσματος:

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified