Further tags

Συνώνυμο του σερσερής, σερσέμης.

Μα τι αβανάκης που είσαι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πούτσος, όπως προφέρονταν από τους κλεφταρματωλούς στα ηρωικά χρόνια της Ελ επανάστασης. Το λήμμα αυτό το συναντάμε πολύ συχνά στην ιστοριογραφία της εποχής και ιδίως σε αποσπάσματα ομιλιών των πρωταγωνιστών της Επανάστασης. Για παράδειγμα, ο Γ. Καραϊσκάκης, γνωστός για την αθυροστομία του, φέρεται να έχει πει «... η μάνα μου ... θα έχει φάει ίσαμε χίλιους μπούτζους.» Επίσης, στα νεώτερα χρόνια, σώζεται η αναφορά του υπαστυνόμου Κιλκίς Ι. Πετράκη με ημερομηνία 4 Απριλίου 1927:

«Λαμπυριζούσης και σελαγιζούσης της σελήνης παρά την λίμνην της Δοϊράνης, εωράκαμεν τους ληστάς. Κράζων δε προς αυτούς «Σταθείτε, ρε πούστηδες, γαμώ το κέρατό σας» και αυτών απαντησάντων «Κλάσε μας τον μπούτζον», ούτοι απέδρασαν.»

- Στρατηγέ Μακρυγιάννη, ο Κιουτάγιας έστειλε γραφή να παραδοθούμε, 'τι θα φέρει κι άλλο ασκέρι να μας πάρει την πλάτη και τότες είμαστε χαμένοι.
- Θα μας κλάσει τον μπούτζον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική ύβρις της τάξεως «της θείας σου», «της γιαγιάς σου», «γαμώ το μουνί της οικογένειάς σου» κ.ο.κ.

Νομίζω ότι γυναικεία πρόσωπα προχωρημένης ηλικίας από την οικογένεια του υβριζομένου, ναι μεν τα γαμάμε, αλλά κατανοούμε ότι θέλουν λεπτούς χειρισμούς, ρομαντισμό και όχι ωμότητα. Έτσι η νέα γενιά προχώ σλανγκιών απαιτεί οι θείες και οι γιαγιάδες του υβριζομένου να προσεγγίζονται στο γαμήσι με τακτ και ρομαντισμό.

Επίσης, με σεβασμό για τον ρόλο τους ως νοικοκυρών.

Και τέλος, πολλές φορές από αιδώ διστάζουμε να γαμήσουμε την ίδια θεία ή γιαγιά και τελικά γαμάμε μετωνυμικώς ένα αντικείμενο - σήμα κατατεθέν της. Το αποτέλεσμα είναι μια σειρά από τρυφερές βρισιές, όπως της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο, της γιαγιάς σου το κοντό το φουστανάκι, της γιαγιάς σου το βρακολάστιχο.

Σημειωτέον ότι τέτοιας τρυφερότητας συνήθως δεν τυγχάνει η μητέρα του υβριζομένου.

Κάπως έτσι κατανοώ και το «της θειας σου με φεγγάρι», που καταχώρισε ο Ιωνάς στο Δημόσιο Πρόχειρο. Ένα γαμήσι με την θεία του υβριζομένου πολύ ρομαντικό με φεγγάρι.

- Της θειας σου με φεγγάρι, ρε αρχίδι!
- Του θειου σου με ήλιο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μια ύβρις προς την δύσμοιρη θεία του υβριζομένου. Το πιάτο λειτουργεί μεταφορικά προς οπή της θείας, όποια θέτε. Σύγκρινε: το μουνί στο πιάτο, της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο.

Πηγή: Βραστάνδρας.

Βρις-οφ μεταξύ νταλικέρη και σλανγκοτρέντουλου:

- Της θείας σου ο κώλος ρε πουστρόνι!
- Αχ, δεν μπορώ να σε ακούω καημένε, είσαι πολύ παρώου. Πες τουλάστιχον ένα μπουγαδοκόφινο, ένα πιάτο, ένα βρακολάστιχο βρε αδερφέ!
- Καλά! Της θειας σου τα ροζ ζιπουνάκια!
- Τώρα είσαι slangically correct! Λοιπόν, σάλτσα και γαμήσου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κουτοπόνηρος αντιήρωας, αυτός που συνδυάζει δηλαδή τις ιδιότητες του μπαγαπόντη και του ποντίου.

- Ο George W Bush απέτρεψε την ιατρική έρευνα στα βλαστοκύτταρα ως αντιχριστιανική ενώ βομβάρδισε αμάχους στην Μεσοποταμία...

- Ο Al Gore προτείνει να μειωθεί η χρήση ηλεκτρικών συστευών από ιθαγενείς της Αφρικής για να αποτραπεί το φαινόμενο του θερμοκηπίου ενώ ταξιδεύει παντού με το ιδιωτικό του τζετ.

(παραδείγματα μπαγαποντίων)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο πάρα πολύ φλώρος, με φλωριά που πιάνει πάτο.

Ψευδογαλλιστί: πατ ντε φλερ.

Όλο ντεκαφεϊνέ (σ.ς.: με την καλή έννοια) και μαλακίες πίνει ο πατόφλωρος! Πάρε κανά φραπέ να γίνεις άντρας! (No link intended).

Σχετικό: σκατίφλωρος, ο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο δις γάιδαρος (ισούται με 4 ημιόνους, άρα ο μουλαρομουλαρομουλαρομούλαρος).

Σύνθετο απο το γαϊδούρι (με την έννοια του αγενούς, δίχως τρόπους ανθρώπου) και τον γάιδαρο (με την ίδια ακριβώς έννοια).

Δεν είναι καμιά βαριά προσβολή, λέγεται μάλλον χαριτολογώντας για να μειώσουμε, με μια νότα χιούμορ, τη δριμύτητα της επίπληξής μας -που, πάντως, δεν έγινε άδικα- προς κάποιον που φέρεται με προπέτεια.

- Αν σε ξανακούσω να μιλάς έτσι στη μάνα σου, θα έχουμε κακά ξεμπερδέματα, κατάλαβες νεαρέ;
- Μα μπαμπά...
- Σκασμός! Γαϊδουρογάιδαρε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θα σε γαμήσω!!!!

Θα σε πλακώσω στο ξύλο!!!

- Ισα ρε μαλάκα ποιός νομίζεις οτι είσαι;
- Κάτσε να σου ξηγήσω το όνειρο, να δεις μαλακισμένο !!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία του μπαμπόγρια.

Γυναίκα (κάποιας ηλικίας, ή όχι) που η εμφάνιση της θυμίζει γριά και άσχημη...

Ο χαρακτηρισμός συνήθως δίνεται, από έφηβες απευθυνόμενος απαξιωτικά σε αρκετά μεγαλύτερες γυναίκες, που ο χρόνος έχει αφήσει έντονα τα σημάδια του και που, λόγω ηλικίας κυρίως, έχει χαθεί η φρεσκάδα της πρώτης τους νιότης.

α) 2 δεκαεφτάχρονες στη στάση του λεωφορείου:
-Μωρή, κοίτα την την κωλόγρια, ούτε που μπορεί να σταθεί όρθια...
-Καλά, σου λέω ότι είναι με το ένα πόδι στο τάφο η μπάμπω...

β) Μαμά: Μαράκι μου πως ήταν η νέα σας φιλόλογος;
Κόρη: Tι... νέα ρε μάνα, παίρνεις τίποτα ληγμένα; Σαν μούμια ήταν η μπάμπω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ντοπιολαλιά του θεσσαλικού κάμπου (Τρίκαλα, Καρδίτσα κλπ). Βλάκας, βλακέντιος, ζουλάπι, βλακόμετρο, πυροβολημένος. Οι τρικαλινοί κράζουν ως γκαφάλια τους καρδιτσ(ι)ώτες και τανάπαλιν. Συνηθισμένες αβρότητες μεταξύ κοντοχωριανών.

- Μιλήσατε με το Γιωργάκη;
- Τι να σε πω ρε φιλλλαράκι, ο τύπος είναι ντιπ καταντίπ γκαφάλ(ι) μλάμ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified