Τιμωρητική ερωτική πράξη, αν συνυπολογίσεις ότι 5-6 Trident mint μασημένες έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα από την βαζελίνη ή άλλα λιπαντικά...
Αν σου ξανακάνει μαλακίες, απ' τον κώλο και με τσίχλα, μην τον/την λυπηθείς...
Τιμωρητική ερωτική πράξη, αν συνυπολογίσεις ότι 5-6 Trident mint μασημένες έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα από την βαζελίνη ή άλλα λιπαντικά...
Αν σου ξανακάνει μαλακίες, απ' τον κώλο και με τσίχλα, μην τον/την λυπηθείς...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Εις ο οποίος διαθέτει καραγκιοζιλίκι πολλαπλάσιο του τρία.
Εκ του α΄ συνθετικού τρι- και του β΄συνθετικού καραγκιόζης
2χ+5ψ+ζ=3
3χ+2ψ+ζ=1
4χ+3ψ+6ζ=2
Για λύσε αυτό το σύστημα ρε τρικαράγκιοζα, πόσο είναι το χ, το ψ και το ζ;...Να δούμε τι ξέρεις από ντετερμινιστικά συστήματα για να φανεί αν δικαιούσαι να ομιλείς για χαοτικά...
(κάπου στο δίχτυ)
Got a better definition? Add it!
χέστον, χέστονα, χέστονε
Προστακτική αορίστου του ρήματος χέζω μαζί με την αντωνυμία τον. Χέσε τον. Στην καθομιλουμένη κατόπιν έκθλιψης προέκυψε χέσ' τον > χέστον > χέστονα. Σπανιότερα χέστονε.
Το «α» γεμίζει περισσότερο το στόμα. Από τις πρώτες φορές που συναντάμε στην Νεοελληνική ένα φωνήεν στο τέλος της αντωνυμίας «τον», η οποία ακολουθεί ρήμα σε προστακτική, είναι στο τραγούδι «Πέντε χρόνια δικασμένος» στην ηχογράφηση του 1934 σε ερμηνεία Περπινιάδη: φύσα ρούφα τράβα τονε πάτα τονε κι άναφτονε.
Το χέζω κάποιον έχει μεταφορική σημασία. Δεν εννοούμε πως κυριολεκτικά αφοδεύουμε πάνω σε κάποιον (κοπρολάγνεια), αλλά πως τον έχουμε χεσμένο, δηλαδή τον έχουμε γραμμένο στα παλιά μας παπούτσια ή/και στα αρχίδια μας, δηλαδή δεν τον υπολογίζουμε. Έντονη απαξίωση προς κάποιον ενοχλητικό.
- Πάλι πήρε τηλέφωνο ο από κάτω να μην παίζω ντραμ.
- Χέστονα μωρέ το μαλάκα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Υπερβολικα άσχημη και αποκρουστική γυναίκα.
Ακόμη αγάμητη είναι η σαπιομούνα.
Got a better definition? Add it!
Αυτό το υβριστικό για την Ακαδημία Αθηνών ευώδες λογοπαίγνιο κάποιος το 'χει κάνει αλλά δε θυμάμαι ποιος κιαρατάς ήτουνε. Με πάσα επιφύλαξη, κάνας 'Ρένος Αποστολίδης ίσως; Πάντως, τη θρυλούμενη σχέση του ιδρύματος με το πεπτικό σύστημα την έχει επισημάνει και ο Πετρόπουλος σε κείμενό του ( πάλι δε θυμάμαι πού δγιάολο) στο οποίο μιλάει για την Ακαδημία των κωλόγερων Αθηνών.
Αφού σας φώτισα, τη γκάνω τώρα γιατί το λήμμα πήρε να βρομοσκυλάει.
Αυτό εδώ μάλλον lapsus plectrologii θα πρέπει να θεωρηθεί.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σημαίνει το λιγδωμένο παλτό (λίγδα + τάμπαρο = λίγδα + παλτό).
Χρησιμοποιείται κυριολεκτικά για άνθρωπο λιγδιάρη, άπλυτο με άπλυτα ρούχα, μεταφορικά όμως χρησιμοποιείται ως βρισιά για κάποιον κάνει απατεωνιές (παρόλο που είναι καθαρός και περιποιημένος στην εμφάνισή του).
Άιντε να μου χαθείς από δω λιγδοτάμπαρο.
Άιντε να κάνεις αλλού αυτά, ρε παλιολιγδοτάμπαρο!
Got a better definition? Add it!
Υβριστική έκφραση που δηλώνει κάποιον ο οποίος ενώ βρωμάει και ζέχνει για το κακό ποιόν του χαρακτήρα του χρησιμοποιεί κάποια επίφαση πχοιότητας για να γίνει αρεστός ή, έστω, οριακά χωνευτός.
Όπως σημειώνει ο πασαδόρος στο Δ.Π. Professor, η έκφραση αποδίδεται στον τραγουδοποιό Διονύση Σαββόπουλο, ο οποίος φέρεται να την έχει χρησιμοποιήσει εναντίον του δημοσιογράφου Μάκη Τριανταφυλλόπουλου. Κυκλοφορούν, ωστόσο, δύο εκδοχές στο ιντερνέτι (βλ. 1ο παράδειγμα). Κατά την μία χρησιμοποιήθηκε η έκφραση κουράδα με βύσσινο, ενώ κατά την άλλη το κουράδα με κερασάκι.
Πάντως, κυρίως η έκφραση κουράδα με βύσσινο είναι διαδεδομένη, για να σημάνει κάποιον που μπλέκει τον πολύ σιχαμερό και αηδιαστικό χαρακτήρα του με κάτι γλυκό, ώστε να γλυκάνει το χάπι και να γίνει οριακά αποδεκτό.
Από την άλλη, υπάρχει και η έκφραση το κερασάκι στην κουράδα, που τρέπει την αντίστοιχη έκφραση το κερασάκι στην τούρτα. Πρόκειται κι εδώ για μια τελική λεπτομέρεια επίφασης, επιτήδευσης, αυταρέσκειας κι αυτοδικαίωσης, χρυσώματος του χαπιού που έρχεται να κατακλείσει ένα πολύ αηδιαστικό σύνολο και να δώσει τη χαριστική βολή στα νεύρα μας. Με άλλα λόγια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το κερασάκι στην κουράδα είναι η πραγματική σημασία της συχνότερης έκφρασης το κερασάκι στην τούρτα που συνήθως έχει αρνητική σημασία.
Σχετικοάσχετα: σκατά με φράουλες, τούρτα.
1.α) Το τελευταίο καιρό, μου 'ρχεται στο νου μια παλιά αληθινή ιστορία, της οποίας υπήρξα -κι όχι μόνον εγώ, μα πάρα πολύς κόσμος- αυτήκοος μάρτυρας.
Σε κάποια εκπομπή του, ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος, (ήτανε τότε ακόμα στο ραδιόφωνο) είχε πει κάτι για τον Διονύση Σαββόπουλο, το οποίο, ο δεύτερος, το χε πάρει προσβλητικά. Δε θυμάμαι πια τι αφορούσε. Έτσι λοιπον ο Νιόνιος, μπαίνει το επόμενο πρωΐ στο στούντιο που κανε την εκπομπή του ο Μάκης και του λέει δυνατά καθαρά κι ήρεμα, έτσι ώστε να τον ακούσουν όλοι:
-«Κύριε Τριανταφυλλόπουλε, είστε μια κουράδα με βύσσινο» και γύρισε και βγήκε.
β) Διαβάζοντας το κείμενο, πριν το «στείλω» για δημοσίευση, θυμήθηκα την ατάκα του Σαββόπουλου προς τον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο: «Είστε κουράδα με κερασάκι». Να ήταν μόνο ο Μάκης…
2.α) Τι ...πρωτότυπος, Θεέ μου. Και τα λέει και αυτάρεσκα, σαν να μην έχει πει ποτέ κανένας αυτές τις πιπες. Τυπικό δείγμα μικρού ανθρώπου που νομίζει οτι είναι κάποιος, και είναι απλώς μια κουράδα με βύσσινο.
β) Αυτή που μίλησε αρχικά για κουραμπιέδες είναι μια... κουράδα με βύσσινο.
3.α) Και το κερασάκι πάνω στην κουράδα : >>>Έως και 100.000 ευρώ θα πληρώνουν Ελληνες εργοδότες εάν εντοπίζονται στην εργασία τους αλλοδαποί με ελονοσία κατά τον έλεγχο των αρχών.
β) Το κερασάκι στην κουράδα! Μνμ απο επίμονο στάλκερ που με πολιορκεί καιρό με μνματα άουτ οφ δε μπλου!
Got a better definition? Add it!
Ο μουρλός, στην αχαϊκή διάλεκτο. Δεν αποτελεί ακραία ή υβριστική λέξη, ιδιαίτερα όταν απευθύνεται ανάμεσα σε φίλους ή μέλη οικογένειας. Από πλευράς βάρους ισοδυναμεί περισσότερο με το «χαζός», λέγεται δε συχνά χαριτολογώντας. Η ανάπτυξη φωνήεντος ανάμεσα σε δύο σύμφωνα, που είναι συχνή στην αχαϊκή, φαίνεται και στην προσταγή-ύβρη «Άϊ πινίξου » (Άϊ πνίξου) με την ανάπτυξη του «ι» ανάμεσα στο ψιλόπνοο χειλικό π και στο ένρινο ν.
Αυτός είναι μερελός, πήγε κι έκανε μπάνιο με τέτοιο καιρό!
Τον ξέρω τον πατέρα του, ένας μερελός είναι, τσακώνεται με όλους.
Είσαι μερελή μαρή; Άφησες τα τσουπιά μονάχα;
Got a better definition? Add it!
Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες ελληναράδων:
1.
Ωραίος ο Τσίπρας που πιθανότατα δεν έχει πατήσει ποτέ το πόδι του στην Ακρόπολη να το παίζει τώρα πιο Έλληνας από τους άλλους. Ολοι οι υπόλοιποι είναι ανθέλληνες και προδότες και αυτός είναι ο Ελληναράς, ο πατριώτης που δεν πουλάει την Ακρόπολη. Η αναίδεια σε όλο της το μεγαλείο.
2.
Με 250 χιλιάρικα γίνεσαι Ελληναράς.
3.
Σφακιανάκης: Ο… Notis ο Ελληναράς, είναι πολιτικό ον και ψηφίζει… Χρυσή Αυγή!
Got a better definition? Add it!
Πιθανότατα γηπεδική αργκό, ευθές υπονοούμενο ότι κάποιος σου γάμαγε τη μάνα, τη μανούλα σου, τη μανουλίτσα σου. Απαντάται και παιδί μου είσαι.
Θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει ότι το «παιδί μου είσαι» απαντάται κυρίως στη Κρήτη και στους οπαδούς του ΟΦΗ, δεδομένης της συνήθειας να αποκαλούνται στη Κρήτη, και αλλού, μόνο τα αρσενικά τέκνα «παιδιά», υπονοώντας ότι τα κορίτσια κατηγοριοποιούνται με τα ζώα. Περήφανοι (σεξιστές) οι Κρητικοί. Παρακαλούνται οι λοιποί χρήστες να συνδράμουν για τύχον εμφάνιση της έκφρασης σε μη-γηπεδικούς χώρους.
trava gamisou re roufiane! o foreas dipla sti GADA! i east end sto xolargo stin idia odo me to astunomiko tmima! POUTANA LESVIA THIRA 13, GAMIETAI O PAO KAI I ASTYNOMIA!!! TOSA XRONIA KATEXOMENA LAGOI GKUZIWTES! to kitrinomauro xarakwma tis lewforou aleksandras tha uparxei gia panta ntropi twn opadwn! aderfia twn mpatswn! den mou eipes telika re kounele, exei wraia thea apo tin taratsa tou zwgrafou;.. gamw to patera sou kai ta aderfia sou re poutanosperma! GIOS M EISAI RE MPINE.. (Πηγή: youtube)
Got a better definition? Add it!