Further tags

Σκάλωμα, κόλλημα, ανιωθίλα σε ακραίο βαθμό, ανάλογο με την μπλε οθόνη που εμφανίζεται όταν κρασάρουν τα γουίντοουζ και ο πίσουλας δε νιώθει ούτε με κοντρόλ-αλτ-ντηλήτ, ούτε με ευχέλαιο, και βρίσκεσαι προ του φάσματος απώλειας δεδομένων και δουλειάς μιας ολόκληρης ημέρας. Τι είπες;; Τακτικά σέηβ;;;; Αυτά είναι αδερφίστικα.

Φαγώσιμο.

-...και πάω να μιλήσω στη γκόμενα και τρώω μπλε οθόνη ρε φίλε. Δε μπορούσα να βγάλω λέξη απ' το στόμα μου. Άσε, ρόμπα έγινα πάλι... πρέπει να τα κόψω τα ρημάδια τα ξύδια...

Μπλε (από Hank, 23/02/09)αν έχει βυζιά μέσα, πάει κι έρχεται (από jesus, 30/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρκετά δύσκολο.

Σφιχτοκωλικά, ως επίρρημα.

-Θα έρθεις σήμερα μαζί μας;
-Σήμερα;... Μπα... σφιχτοκωλικά... έχω να πάω αλλού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ιδιαίτερα προσφιλής, ειδικά στην κατηγορία των γυναικών-οδηγών, δραστηριότητα κατά την οποία η εκκίνηση του αυτοκινήτου γίνεται μετ' εμποδίων. Διαδεδομένη επίσης και στους κατά τόπους μπάρμπα-Μπρίλιους, είναι η μοναδική τεχνική η οποία μπορεί να προκαλέσει στομαχικές διαταραχές τόσο σε αυτούς που βρίσκονται εντός του αυτοκινήτου όσο και σε όσους το παρακολουθούν από απόσταση (δεν έχει σημασία από πόση, δεν υπάρχει «ασφαλής» απόσταση).

Το ύψιστο αυτό κατόρθωμα πετυχαίνεται με την λεπτή εναλλαγή των ποδιών στα πεντάλ του γκαζιού και του συμπλέκτη και σε ανίατες-χρήζουσες κλινικής βοήθειας περιπτώσεις και το πεντάλ του φρένου. Μόλις αισθανθεί κανείς ότι το αυτοκίνητο πρόκειται να ξεκινήσει σκέφτεται όλα τα κακά που συμβαίνουν στο δρόμο, έρχονται εικόνες τροχαίων στο μυαλό του, επεξεργάζεται την είδηση ότι η Μπεζαντάκου οδηγεί Χάμερ, νιώθει ότι στάνταρ θα έχει καμιά πορεία στο κέντρο και θα αργήσει και μετανιώνει για την εκκίνηση. Πατώντας ξανά το συμπλέκτη απότομα το αυτοκίνητο συμπεριφέρεται με άγριο τρόπο με αποτέλεσμα να τρομοκρατηθεί ο/η οδηγός και να κάνει πράγματα που δεν μπορούν να καταγραφούν αλλά ακόμη κι αν καταγραφόταν δεν θα μπορούσαν να εξηγηθούν από την απλή κοινή λογική που δεν χρειάζεται να είσαι Χάκινεν για να την διαθέτεις. Οπότε το επόμενο πράγμα είναι το αυτοκίνητο να πηγαίνει μπρος-πίσω ωσάν να έχει λόξυγγα.

Δικαιολογίες που προσπαθούν να καμουφλάρουν το γεγονός του λόξυγγα αποτελούν οι: «Προσπαθώ να βρω το φίλινγκ του αυτοκινήτου», «Πω το άτιμο, αν είναι κρύο δεν μπορώ να το ελέγξω», «Καλά προχτές το έκανα σέρβις, πάλι μαλάκωσε ο συμπλέκτης;», «Τι σκατά του κάνει το Μαράκι κάθε φορά που το παίρνει και δεν μπορώ να το οδηγήσω μετά;», «Αμόλυβδη έβαλε ή τζόνι;», «Νταξναούμ, εμένα δε με νοιάζει η εκκίνηση , αλλά το πως το ελέγχω στα 300 χουλουμού ναούμ» και άλλα πολλά το ίδιο ή και χειρότερα γλαφυρά.

- Ρε Τάνια τι θα γίνει με το λόξυγγα ρε συ; 3 χρόνια οδηγάς ακόμη δεν έμαθες να ξεκινάς σωστά; Ήμαρτον επιτέλους!
- Τι να κάνω ρε συ Τάκη, όλα τα δοκίμασα: Κι όταν ήταν στο γκαράζ μόνο του τη νύχτα πήγα να το τρομάξω, και νερό του έβαλα στο ρεζερβουάρ, και την εξάτμιση βούλωσα να μην παίρνει αέρα. Τίποτα, το έχω πάρει απόφαση πλέον.
- ...

(από knasos, 28/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα του Λάκη Λαζόπουλου από τους «Δέκα Μικρούς Μήτσους». Το έλεγε ως χορεύτρια.

Γενικά το λένε χορεύτριες, αλλά και ο οποιοσδήποτε κλαψομούνης, για οποιαδήποτε δυσκολία- αναποδιά.

Όταν το λέει χορεύτρια, η απάντηση στο «τι τραβάμε» είναι εύκολη.

  1. -Δύσκολοι καιροί για επενδυτές! Άτυχη η γενιά μας ! Τι τραβάμε κι εμείς οι χορεύτριες!

  2. -Τι τραβάμε κι εμείς οι χορεύτριες μ' αυτήν την γενιά!
    -Θα σού 'λεγα τι τραβάτε, αλλά έχε χάρη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντίστροφα προς το «φασούλι το φασούλι, γεμίζει το σακούλι», η παροιμία αυτή δείχνει ότι από μικρές διαρροές σε μια κοινοβουλευτική ομάδα μπορεί και να πέσει η κυβέρνηση. Εκφράζει το άγχος κομμάτων που έχουν ισχνή αυτοδυναμία και δεν έχουν περιθώριο να τιμωρούν «αντάρτες» βουλευτές με αυτονομία λόγου και δράσης, αλλά πρέπει και να τους γλείφουν κιόλας. Αν πάλι καρατομηθούν, τότε αρχίζουν να ζώνουν τα φίδια. Ο λόγος βέβαια για τον βουλευτή Αρκαδίας Πέτρο Τατούλη, την κριτική του στον Καραμανλή και την μοίρα του.

Σλανγκασίστ: Hank.

  1. «Ελεύθερη Ώρα»: Τατούλη το... Τατούλη αδειάζει το σακούλι και ο Αρκάς βουλευτής καρατομήθηκε, γιατί όπως θα έλεγε κι ο Καζαντζάκης... Ήθελε λέει, νάταν λεύτερος... διαγράψτε τον.

  2. «Big Roads TV»: Αν ήταν όλοι οι επαναστάτες σαν τον Τατούλη, θα είχαμε ακόμα Τουρκοκρατία» είπε ο μπαμπάς μου και μετά άρχισε τραγουδάει : «Τατούλη τον Τατούλη / Αδειάζει το σακούλι» και τότε πετάχτηκε σαν πορδοβούλωμα η αρδεφή μου η Ευγενία και του είπε : «Θα ήθελες να ήσουνα κι εσύ σαν τον Τατούλη; Εκτός που τον έβγαλε στην εκπομπή του ο Λαζόπουλος, λένε πως θα του δώσει λεφτά η κυρία Γιάννα Αγγελοπούλου να κάνει δικό του κόμμα ! Κι εσύ, αντί να κάνεις κάτι, δουλεύεις και το απόγευμα ντελιβεράς σε πιτσαρία για τρείς κι εξήντα. Κακομοίρη !».

Πέτρος Τατούλης (από Dirty Talking, 19/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαντάκωμα, μπιφτέκωμα. Φαινόμενο δηλαδής, κατά το οποίο ο φαντάρος του χ λόχου, που είναι 481 (το σήμερα εννοείται) πριν απολυθεί. Έχει Καλλιόπη, μετά χόκεϊ επί λίπους (μαγειρία) και το βράδυ βάρδια στην πύλη. Συνήθως η μέρα είναι Παρασκευή, και την άλλη μέρα έρχεται και ο χ συνταγματάρχης για επιθεώρηση.

- Εσένα σε βλέπω παρφουμαρισμένο ρε Καραμήτρο. Πάλι έξοδο ρε ψάρακα;
- Ναι ρε Μπουρδάνο, εμένα όλο άδειες μου δίνει ο Τζουνάκος. Μπουζούκια κι έτσι. Εσύ;
- Εγώ πάλι πήξιμο.

Το πήξιμο σε όλα τα σώματα! (από Cunning Linguist, 23/08/10)

Βλ. και σχετικά λήμματα πήζω, έχει πήξει το μουνί μας, πυξλαμούν

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν ήδη δύο ορισμοί για το λήμμα, εγώ το ξέρω με διαφορετική σημασία...

Τραβάω τα βυζιά μου λοιπόν σημαίνει ότι βρίσκομαι σε μια εξαιρετικά δυσμενή κατάσταση και δεν την παλεύω κάστανο. Πολύ συχνά το λέει κανείς όταν μετανιώνει για κάτι που έκανε (ή δεν έκανε), γιατί τελικά έπαθε νίλα και τον πήγε γαμιώντα.

  1. - Το απόγευμα έχω ραντεβού με τη Χρύσα φίλε... Θα γίνει χαμός, έχω ξεμπουρδελιάνει τελείως!
    - Μην το μυριστεί η δικιά σου μόνο και τραβάς τα βυζιά σου μετά!

  2. (Από εδώ)
    μενω στο κερατσινι και ειμαι ετοιμος να βαλω hol double play...
    οποιο double play και αν κοιταξω εχουν προβλημα απο ολες τισ εταιριες.
    τελικα να βαλω με ρισκο hol;;
    εχει αλλος στο κερατσινι και να εινια ευχαριστιμενος;;;
    η στο τελος θα τραβαω τα βυζια μου;;;

  3. (Από εδώ)
    Απλά όταν είσαι ο εαυτός σου, ζείς! Όταν δεν είσαι ο εαυτός σου, είσαι ένας μ@λ@κας που κοροϊδεύεις εσένα κι άλλους χίλιους και στην ουσία φυτοζωείς. Η κατάληξη θα είναι να τραβάς τα βυζιά σου (όχι τα δικά σου, προς Θεου, έκφραση είναι) μετά από ένα χρονικό διάστημα γιατί δε σου κάθησαν τα πράγματα όπως θα ήθελες. Έτσι είναι το θέατρο. Καμία απόλυτη μίμηση δεν πέτυχε τόσο όσο το πρωτότυπο.thanks!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορικά, η αλληλουχία τυχαίων και ασύνδετων μεταξύ τους περιστατικών που οδηγούν αθροιστικά σε ένα απρόσμενο τελικό αποτέλεσμα. Αντί των περιστατικών μπορεί να εννοούνται μη σχεδιασμένες αλληλεπιδράσεις των ιδιοτήτων και των κονέ των εμπλεκόμενων ανθρώπων.

Συνεκδοχικά, ως κόντρα-καραμπόλα μπορούμε να αποκαλέσουμε το αποτέλεσμα όλου αυτού του ντόμινο.

Και οι δύο συνιστώσες λέξεις έλκουν την προέλευσή τους από το χώρο του μπιλιάρδου. Κόντρα σημαίνει, κάπως απλουστευτικά, σύγκρουση μιας μπάλας (ή μπίλιας) με κάποια άλλη, ενώ καραμπόλα είναι το να καταφέρεις, στο γαλλικό μπιλιάρδο, να χτυπήσεις με την μία μπάλα τις άλλες δύο (από τις τρεις που χρησιμοποιούνται συνολικά) με τη σωστή σειρά, κάτι που σου δίνει πόντο.

- Τά 'μαθες; Έφυγε νύχτα κυριολεκτικά ο πουλ μουρ από το ρετιρέ. Τέσσερα νοίκια του σπιτονοικοκύρη, χασάπηδες, μανάβηδες, προποτζήδες, πουτάνες της γειτονιάς, όλοι φεσωμένοι.
- Α πα πα κωλοφαρδία που την έχω! Εγώ το ψυγείο το πληρώθηκα χθες!
- Πώς αυτό;
- Κόντρα-καραμπόλα φάση, πήγα κέντρο για δουλειές αλλά στο δρόμο με πήραν απ' το γραφείο να τους πάω κάτι λίρες συνάλλαγμα για το γιο του συνεταίρου. Μπήκα στην πρώτη τράπεζα που βρήκα και να τος ο λεγάμενος στο ταμείο, να εισπράττει κάνα-δυο τουβλάκια μαλλί. Εννοείται τον άρπαξα απ' τα πέτα το λαμόγιο.
- Μπράβο ρε φίλε, εσύ καθάρισες, ούτε στον παπά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταλαιπωριέμαι, δεινοπαθώ, υφίσταμαι κακουχίες.

Το ξύλο νοείται εδώ μεταφορικώς. Αν φάμε κανονικό ξύλο, αυτό είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο. Τότε λέμε ότι τις μαζέψαμε, ότι μας τις έβρεξαν, ότι μας κοπάνησαν, ότι μας έκαναν ασήκωτους κλπ.

Εντούτοις, η έκφραση τρώω ξύλο αφορά κυρίως ταλαιπωρίες σωματικές. Διότι όπως έλεγε ο Foucault, σε τελική ανάλυση όλες οι εξουσίες και οι καταπιέσεις έχουν ως αποδέκτη το ανθρώπινο σώμα, και δεν επιδέχονται περαιτέρω αναγωγής σε κάτι πιο χειροπιαστό.

Παραδείγματα:

Ξύλο τρώω όταν έχει πέσει πολύ χώσιμο στη δουλειά και δεν προλαβαίνω ούτε να κλάσω.

Ξύλο τρώω όταν βρέχει καρέκλες και γω είμαι με το μηχανάκι στο δρόμο.

Ξύλο τρώω όταν είμαι (πάλι) με το μηχανάκι κι από τις πολλές λακκούβες του γαμόδρομου, έχω πάρει τη μέση μου στο χέρι.

Ξύλο τρώμε όταν είμαστε συνεπιβάτες σε αμάξι και από τα πολλά στροφιλίκια του δρόμου, κοντεύουμε να ξεράσουμε τ' αντέρια μας.

Ξύλο τρώμε σε πολύωρο ταξίδι με αερόπλανο, όπου από το στριμοκώλιασμα στην αεροπορική έχουμε γίνει σαν ανάποδο γαμώτο.

Υπάρχει όμως και η ψεχολογική (sic) διάσταση του θέματος:

Όταν π.χ. πάμε να γράψουμε εξετάσεις (σχολείο, πανεπιστήμιο κλπ) και τα θέματα είναι γενικώς απάλευτα, λέμε πως έπεσε ξύλο.

Η οποία ψεχολογική διάστασις είναι στο φινάλε σωματικός ντουβρουτζάς, διότι πας σπίτι σου μετά το εξεταστικό βατερλώ και απ' τα νεύρα σου πονάει το κεφάλι σου, οι αρθρώσεις σου, οι μύες σου και θες απαξάπαντος ένα τσιγάρο ρε πούστη μου να ισιώσεις. Γενικώς τις όποιες διακρίσεις μεταξύ σωματικού και ψυχολογικού τις έχουμε αποδομήσει προ πολλού (όπως και πολλές άλλες)...

Ξύλο δεν τρώνε μόνο οι άνθρωποι, τρώνε ενίοτε και τα αντικείμενα, ιδίως εκείνα που κατά όλες τις ενδείξεις έχουν ψυχή: τα μηχανοκίνητα.

Όταν π.χ. βγάζεις βόλτα το καινούργιο σου κωλοφτιαγμένο σαυρίδι κι αρχίζουν να τερματίζουν οι αναρτήσεις απ' τις ανωμαλίες του οδοστρώματος, τότε το έρμο το αμαξάκι τρώει ξύλο κι η καρδιά του κάβουρα κατόχου ραγίζει...

- Είδες ο Γιαννάκης αμαξάκι που χτύπησε; Μερσεντικό SLK καμπριούμπα περικαλώ... Τριάντα χηνάρια ζεστά ζεστά ακούμπησε.
- Ναι ρε, μαζί ήμασταν την Κυριακή και τραβηχτήκαμε προς Τρίπολη για να το ανοίξουμε λίγο και να ξεκαυλώσουμε.
- Και λοιπόν;
- Νταξ, στην Εθνική πάει χαρτί το εργαλείο, είναι στο φυσικό του περιβάλλον. Δεν ξέρεις όμως τι τραβήξαμε όταν χωθήκαμε κατά λάθος σ' ένα χωματόδρομο κοντά στην Κόρινθο. Κάναμε 6 χιλιόμετρα σε 30 λεπτά. Τέτοια ταλαιπωρία ούτε στον εχθρό σου. Έφαγε ξύλο το αμαξάκι, και μαζί φάγαμε κι εμείς.

κι αυτός τρώει ξύλο! (από BuBis, 08/06/09)κι αυτός τρώει ξύλο! (από BuBis, 08/06/09) (από xalikoutis, 10/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τη φράση την μεταχειριζόμαστε όταν θέλουμε να δείξουμε ότι σκυλομετανιώνουμε για μια πράξη ή παράλειψη μας.

Το επώδυνο τράβηγμα των βυζιών μας, σαν εκδήλωση αυτο-βασανισμού και αυτο-τιμωρίας, έρχεται να δηλώσει τη συντριβή μας αλλά και να λειτουργήσει καθαρτικά και να απαλύνει την οδύνη από τις τύψεις ή ενοχές που νιώθουμε.

Συνώνυμο: χτυπάω το κεφάλι μου στον τοίχο

Γνώρισα έναν τύπο στο τραίνο Άμστερνταμ-Βρυξέλλες, με κάτι φοβερά mp3 φορτωμένα στο lap top του, που τα σπάγανε. Μιλάμε, τράβαγα τα βυζιά μου που δεν είχα μαζί μου ένα φλασάκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified