- Δεν βλέπω μπροστά μου και σκοντάφτω.
- Ξετρελαίνομαι από τη χαρά μου και κλωθογυρνάω πάνω κάτω.
- Πέφτω με τα μούτρα στους έρωτες.
Επίθετο: ο κουντουρντισμένος.
Κοίτα, κοίτα! Κουντούρντισε στην κολόνα. Χαράς στην αφηρημάδα. Σαν και τούτον κανείς.
Κάτσε κάτω χριστιανέ μου επιτέλους! Κουντούρντισες πια σήμερα...
Δεν κάθεσαι και λίγο στο σπίτι πια; Κάθε βράδυ κουντουρντάς.