Further tags

  1. Στην εποχή της Τουρκοκρατίας κυκλοφορούσαν ευρέως προφητείες ότι οι Ρωμηοί θα σωθούν απ' το «ξανθόν γένος». Αυτές ερμηνεύονταν ότι εννοούσαν τους Ρώσους και εντάθηκαν ιδίως στην εποχή του Μεγάλου Πέτρου, της Αικατερίνης της Μεγάλης, πριν τα Ορλωφικά και της συνθήκη Κιουτσούκ-Καϊναρτζή και μετά τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου και την ίδρυση του ρωσικού κόμματος.

Στην εποχή μας τις αναβιώνει ο Λιακό, που θεωρεί ότι οι πουτινιές του Πούτιν θα φέρουν τους Ελ στην θέση που τους αξίζει να είναι, εις πείσμα της διεθνούς συνωμοσίας σιωνιστών-παπικών-ιησουιτών-μασόνων και άλλων δυνάμεων από τον Γαλαξία της Ανδρομέδας. Ο Λιακό φαίνεται να έχει ρεύμα, γιατί ο όρος «ξανθόν γένος» έχει ξαναμπεί για τα καλά στην ζωή μας, τον βλέπεις πολύ συχνά.

  1. Ένας εναλλακτικός ορισμός είναι ο εξής: Οι απόγονοι των Ελληνίμ (που συμβατικά μόνο ονομάζονται Έλληνες ή Ελληνάρες, Ελλεεινίμ από τις κακές γλώσσες) περιμένουν την λύτρωσή τους από τον δυσβάσταχτο ζυγό που τους έχουν επιβάλλει οι απογόνοι των Ελλεεινιδίμ ή Σπασαρχιδίμ (εξωγήινα όντα με πολλή τριχοφυία) και στρέφουν τις ελπίδες τους προς το «ξανθόν γένος». Η προφητεία ότι οι Ελληνίμ θα σωθούν από το «ξανθόν γένος» είναι αδιαμφισβήτητη! Το θέμα είναι πώς ερμηνεύεται απ' τον καθένα.

Υπάρχει η εκδοχή ότι πρόκειται για τις ουτοπικές Σουηδανές που επιδράμουν τα καλοκαίρια στο Αιγαίο (το θέατρο των επιχειρήσεων). Υπάρχει και η σλαβόφιλη εκδοχή ότι η προφητεία αναφέρεται στις Οβίμ (όσων τα ονόματα τελειώνουν σε -οβα), η κάθοδος των οποίων ήρθε να δώσει μια νέα διάσταση στον όρο «ξανθόν γένος». Υπάρχουν κι άλλες ερμηνείες. Όπως και προβληματισμός για το πώς το «ξανθόν γένος» να μην αποτελέσει μία υποδούλωση στην κάθε ξεπλένω και bimbo, αλλά μια γνήσια εσχατολογική εμπειρία!

Με την βοήθεια του ξανθού γένους θα πάρουμε πίσω την Πόλη! Επειδή θα γίνεται πόλεμος ανάμεσα στο ξανθόν γένος και τους απογόνους των Νεφελίμ, εμάς που θα είμαστε ουδέτεροι, θα μας θεωρήσουν ως καλύτερους και θα μας δώσουν την Πόλη, τα Στενά και την Καππαδοκία, χωρίς να μας ανοίξει ρουθούνι! (Φαίνεται ότι θα έχουμε και τα πιο γατόνια πολιτικούς). Οι Τούρκοι θα εξανεμιστούν στα βάθη της Ασίας!

Δεν αντέχω άλλο τις Ελλεεινιδίμ! Όχι άλλο κάρβουνο! Μισώ την τριχοφυία, το μελαχροινό δέρμα, τις πεθερές! Πότε θα έρθει το ξανθόν γένος να με σώσει; Ζήτω το λείο δέρμα, το ανοιχτό χρώμα, το αθλητικό σώμα, και οι πεθερές σε άλλο πλανήτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο ανήκων σε κίνημα διανόησης που άρχισε τον 19ο αιώνα και επεδίωκε την ανάπτυξη της Ρωσίας με αξίες και θεσμούς που θα αντλούνταν από την πρώιμη Ιστορία της. Κυρίως την σλαβική συνοδικότητα-κοινότητα (σαμπόρνοστ) και πρώιμη κοινοκτημοσύνη, τις αξίες της αγροτικής ζωής και την ορθοδοξία. Αποτέλεσε πρόδρομό του, αλλά δεν ταυτίζεται με τον πανσλαβισμό, που επεδίωκε την ένωση όλων των Σλάβων.

Αντώνυμα: Δυτικόφιλος, σλαβοφοβικός.

  1. Ένας τύπος Νεοέλληνα ή Ελληνάρα, που ελκύεται ειδικά από τα σλαβικά χαρακτηριστικά, κατά το «τα ετερώνυμα έλκονται». Ειδικοί πόλοι έλξης είναι:
  • Το λείο, φυσικώς άτριχο κι ανοιχτόχρωμο δέρμα.
  • Τα ξανθά μαλλιά - αλλά όχι απαραίτητα. Βλ. λήμμα ξανθόν γένος, το.
  • Τα έντονα μήλα.
  • Η μη (θεωρούμενη) κρυάδα - κρυοκωλίτιδα των δυτικών.
  • Μια θελκτική θηλυκότητα (σε αντίθεση με την (πάλι θεωρούμενη) αποθηλυκοποίηση της γυναίκας στην Δύση).
  • Ως πουτσάναμμα μπορεί να λειτουργήσει μια ενδεχόμενη μιγαδοποίηση με ασιάτικα φύλα, οπότε έχουμε σλαβοτατάρα, με όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά, αλλά και με μια δόση παραπάνω σχιστά μάτια και μογγόλικα χαρακτηριστικά (με την καλή έννοια).
  • Ως εξαίρετο πουτσάναμμα, όμως, είναι το αν η εν λόγω Σλάβα έχει σχέση με τις καλές τέχνες του χορού και της μουσικής, αν είναι μπαλαρίνα, πατινέρ, σολίστ ή αθλήτρια ενόργανης γυμναστικής κατά τα σοβιετικά πρότυπα.
  • Το ότι οι Σλάβες δεν έχουν ούτε τις υπερβολικές καμπύλες των μεσογειακών, ούτε τα θεωρούμενα «αγροτικά χαρακτηριστικά» των Σκανδιναβών.
  • Στην περίπτωση ορισμένων σλαβικών εθνών και η ορθοδοξία, που λειτουργεί ως πόλος έλξης για τους αγριοχρίστιανους Ελληνάρες.
  • Το ότι ο Ελληνάρας έχει την ευχέρεια να το παίξει Γκρήκ λόβερ με τρίχα για πουλόβερ χωρίς να φάει ήττα από την ξένη γκόμενα, γιατί η Ελλάδα δεν προσαρμόζεται με τις ευρωπαϊκές οδηγίες, και γενικά χωρίς να αισθανθεί αίσθημα μειονεξίας.

Συνώνυμα: Ο Επιμένων ΣλαβοΝΙΚΑ.

Ο σλαβολάγνος αποτελεί την σεξουαλική διαστροφή άνδρα που ερεθίζεται απλώς και μόνο από την κατάληξη του ονόματος σε -όβα, ή από την βαριά προφορά των -ν και -λ σε -nj και -lj (λ.χ. «Μωρούλjι μου!»), ακόμη κι αν η εν λόγω Σλάβα είναι εμφανισιακώς χειρότερη κι από Ελλεεινίδα. Είναι ο τύπος που μια γυναίκα τον έχει στο τσεπάκι της, απλώς και μόνο αν του πει ότι ονομάζεται Σβετλάνα.

Αντώνυμα: Δυτικόφιλος, μεσογειακόφιλος, σκανδιναβόφιλος, λατινόφιλος, ο Επιμένων Ελληνικά, σλαβοφοβικός.

- Την ρώτησα και για το ονοματάκι της. - Και, και; Τι έγινε;
- Τι να γίνει; Δεν τέλειωνε σε -οβα! Αυτό ήταν! Δεν μπορούσα να καυλώσω με τίποτα!
- Αθεράπευτος σλαβόφιλος είσαι ρε φίλε! Δηλαδή, αν δεν λέγεται «Σβετλάνα» η κοπέλα δεν σου κάνει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Επιφώνημα Λαρισαίου που έχει νοσταλγήσει την ιδιαίτερη πατρίδα του, ύστερα από ένα οπωσδήποτε σύντομο ταξίδι στην Αθήνα ή την γειτονική Αυστρία. Στην (μεταξύ μας, καθόλου απίθανη) περίπτωση που θα είναι τυρόβλαχος θα το προφέρει: «Λάρσα Λάρσα, σε είδα και λαχτάρσα!». Φράση σύμβολο του τοπικισμού.
    Συνώνυμα: Παπούτσι απ' τον τόπο σου κι ας ειν' και μπαλωμένο / Παρθένα απ' τον τόπο σου κι ας είναι και ραμέν η/ Καλλλά, μαλλλάκας Αθηναίος είσαι; (Σαλονικιώτικη προφορά) κ.ο.κ.

  2. Επιφώνημα σλαβόφιλου που το αντικείμενο του πόθου του ονομάζεται Λαρίσσα: Ιδιαίτερα χαρακτηριστικό ρωσικό όνομα που βγαίνει από τον γλάρο (ως γνωστόν, every name has a Greek root!), δηλαδή η γλαροπούλα, - θυμίζει και Τσέχοφ!

Τα σλαβικά ονόματα του θηλυκού ξανθού γένους είναι τεσσάρων ειδών. Τα αναφέρω με αύξοντα αριθμό σλαβόφιλης καύλας ή σλαβολαγνίας:

α) Τα διεθνή ονόματα κορασίδων με ελάχιστο μόνο σλαβικό χρώμα. Βλ. Βερόνικα, Μαρίνα, Γιούλια, Λίζα, Ντανιέλα, Λίλιαν(α) (το τελευταίο, απλή συνωνυμία!) κ.ο.κ.
β) Οι τελείως χαρακτηριστικές σλαβικές εκδοχές διεθνών ονομάτων στο υποκοριστικό τους. Βλ. Νατάσα, Κάτυα-Κατυούσα, Μάσα, Όλια (Όλγα), Σάσα, Σόνια.
γ) Τα Σβετλάνα, Τατιάνα και Ταμίλα, που είναι πολύ ιδιάζοντα, αλλά και πολύ τουριστικά. Ό,τι είναι ας πούμε η Πλάκα για την Αθήνα, η Μονμάρτρη για το Παρίσι, ή το Σόχο για το Λονδίνο. Ανεπανάληπτα, δηλαδή, αλλά δεν θα πας να στοιβαχτείς παρέα με όλους τους τουρίστες.
δ) Μια ειδική κατηγορία ονομάτων, που περιλαμβάνουν πολύ ιδιαίτερα, αλλά και κάπως πιο ψαγμένα ονόματα, που ως τέτοια εγείρουν τον ενθουσιασμό των σλαβόφιλων. Αυτά είναι τα: Ντάρια, Βίκα, Νάστυα, Βλάντα, Μίλα, Λέρα, Ντάσα, και... στην κορύφωση της σλαβολαγνίας, η καλύτερη απ' όλες...

η Λαρίσσα!

Πρέπει να το παραδεχτούμε: Η Λαρίσα είναι για τον σλαβόφιλο ό,τι είναι για τον άνδρα η/το Λίλιαν!

-Μωρούλjι μου, θα πιούμε ένα πουτάκι;
-Είσαι η Λαρίσσα, ή είσαι απ' τη Λάρισα;

Λαρίσσα, Λαρίσσα, σε είδα και λαχτάρησα!

Όπως λέμε:

Μίλα μου για Μίλα!
Η Ταμίλα με τα σέξι μήλα! (βλ. σλαβόφιλος, ο).
Πήρα την κατιούσα με την Κατυούσα!
Κατυούσα, είσαι (πύραυλος) Katyusha!
Η Λέρα είναι σκέτη Λέρα!
Νάστυ με τη Νάστυα!
Στην Σιβηρία σε γύρευα και στη Μύκονο σε Βίκα.
Βικα-παίδεια, έκδωσέ την μόνος σου!
(Κλείνω εδώ γιατί μ' έχει πιάσει σεφερλίτιδα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραδοσιακός όρος του Εκκλησιαστικού Κανονικού Δικαίου. Συνήθως λέγεται «αντικανονική εισπήδησις». Σημαίνει αντικανονική διεκδίκηση εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας, λ.χ. μνημόνευση ή διοικητική παρέμβαση, σε επαρχία άλλου επισκόπου, συνήθως από Πατριάρχη ή Αρχιεπίσκοπο σε επίσκοπο μικρότερης επαρχίας.

Τον όρο επανέφερε στην δημοσιότητα ο Μητροπολίτης Ζακύνθου στον αγώνα του εναντίον του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου. Και χρησιμοποιήθηκε πολύ στην διαμάχη μεταξύ της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Οικουμενικού Πατριαρχείου για το αν η πρώτη δικαιούται να διεκδικήσει την δικαιοδοσία στις «Νέες Χώρες» (Μακεδονία, Θράκη, ανατολικό Αιγαίο, Ήπειρος), ή αν πρόκειται για «αντικανονικήν εισπήδησιν». Χάι-λάιτ της χρήσης του όρου από εκκλησιαστικούς άνδρες, ήταν η χρήση του από τον Οικουμενικό Πατριάρχη σε άπταιστη καθαρεύουσα και με επιτηδευμένη μακρόσυρτη φαναριώτικη εκφορά - απειλή: «Δεν θα ηθέλαμεν να υπενθυμίσωμεν τι έπαθεν ο τελευταίος που επεχείρησεν αντικανονικήν εισπήδησιν καθ' ημών....». Με πολλά αποσιωπητικά...

Γενικά, η «αντικανονική εισπήδησις» είναι η αγαπημένη συνήθεια πολλών μητροπολιτών και επισκόπων και αυτό που προσπαθεί να κάνει ο ένας στον άλλο. Ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί ευρύτερα και για: α) Υπονοούμενα που αιωρούνται απειλητικώς.
β) Ως λόγιο ισοδύναμο του χυδαιότερου «Τό 'χεις πηδήξει το θέμα!», ειδικά για άτομα που εισπηδούν απρόσκλητα (σ)την συζήτηση. γ) Για παραβιάσεις του εθιμικού δικαίου μέσα σε μια παρέα, λ.χ. αντικανονική διεκδίκηση κεράσματος σε εστιατόριο-μπαρ, πέσιμο σε λάθος γκόμενα, αντικανονική προσφορά προστασίας-βοήθειας σε γκόμενα, όταν δεν είσαι ο φυσικός βοηθός-προστάτης της κ.ο.κ.

- Άκουσες, Μήτσο μου, τι λένε, ότι θα γίνει αντικανονική εισπήδησις; - Δεν ξέρω τι λένε, Κούλα μου, αλλά καλού κακού κάνε κανά μπιντέ.

- Καλά στην Δεβόρα βρήκες να την πέσεις; Αυτή είναι η γκόμενα του Βάγγελα! Κοίτα μην κάνεις καμιά αντικανονική εισπήδησιν! Θα σε τουλουμιάσει!

- Όχι, ρε φίλε, δεν μπορείς να κεράσεις εσύ το ποτό της Μαριλούς, όσο είμαι εγώ στο τραπέζι. Είναι αντικανονική εισπήδησις.
- Εντάξει, πάω πάσο...

(από Khan, 18/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν ξέρω αν συμφωνείτε, αλλά υπάρχουν πραγματικά περιπτώσεις που προκύπτει στα σλανγκικώς λεγόμενά σου ένα λογοπαίγνιο, που δεν είναι σαφές αν είχες την πρόθεση να το κάνεις, ή αν ήταν μια παρενέργεια, μια παράπλευρη απώλεια του λόγου σου. Το γεγονός αυτό μπορεί να οδηγήσει σε παρεξηγήσεις και αμήχανες καταστάσεις. Οι Αγγλοσάξονες που είναι αρκετά straightforward guys εφηύραν γι' αυτό τις εκφράσεις pun intended (πρόθεση για λογοπαίγνιο) και pun unintended (μη πρόθεση για λογοπαίγνιο), που τις τοποθετούν εντός παρένθεσης μετά το πέρας της ασάφειας.

Αυτή η συνήθεια έχει θεωρηθεί από πολλούς ως ακραίο ψώνισμα. Σαν, ας πούμε, την συμπεριφορά κάποιου που λέει ένα κρύο ανέκδοτο κι όταν βλέπει ότι κανείς δεν γελά, μετά λέει «τέλειωσε» κι εννοεί «γελάστε ρε μαλάκες, μην με προσβάλλετε!». Ή σαν το ναρκισσισμό κάποιου που εννοεί: «Μαλάκα! Έκανα λογοπαίγνιο! Γελάστε, είμαι και πολύ κουλ!». Με λίγα λόγια θεωρείται ότι αυτοί που τις χρησιμοποιούν έχουν ψυχολογία τρέντουλου ή μπλόγκερ. Ή, τέλος, σαν να υποτιμούν τη νοημοσύνη των ακροατών / αναγνωστών τους και να εννοούν: «Το ξέρω ότι είστε υπερβολικά ζώα για να πιάσετε το λογοπαίγνιό μου, γι' αυτό σας βάζω την ένδειξη μήπως και το καταλάβετε εκ των υστέρων». Αναλόγως προς τα τεχνητά γέλια / χειροκροτήματα σε χολυγουντιάνικες κωμικές σειρές των '80ς.

Ωστόσο, πιστεύω ότι όντως υπάρχουν στιγμές, που μπορεί να προκύψει ένα λογοπαίγνιο από το οποίο κάποιος, ας πούμε, να προσβάλλεται. Ή που να μην ήταν στις συνειδητές προθέσεις σου, (παρά μόνο σε κάποιες ασυνείδητες). Οπότε το pun unintended έχει σίγουρα λόγο ύπαρξης. Αλλά πιστεύω ότι και το pun intended είναι σημαντικό, γιατί μπορεί μια ειρωνεία να είναι τόσο λεπτή ή αμφίσημη / πολύσημη / διφορούμενη που ο αποδέκτης να αμφιβάλλει, μήπως και σου ξέφυγε. Οπότε του δείχνεις ότι το ήθελες και του κλείνεις το μάτι. Σε κάθε περίπτωση οι δυο εκφράσεις πρέπει να χρησιμοποιούνται με πολλή φειδώ και να μην γίνεται κατάχρηση, γιατί ένας γελοίος ναρκισσισμός ελλοχεύει! Αλλά οι εκφράσεις αυτές είναι αναντικατάστατες και το γεγονός ότι δεν έχουν μεταφραστεί σε μια καθαυτό ελληνική σλανγκ, παρά μόνο χρησιμοποιούνται από Έλληνες στα αγγλικά, θεωρώ ότι είναι πρόβλημα!

O Jake Gyllenhaal ανδρώθηκε ως ηθοποιός με τον ρόλο του γκέι στο Brokeback Mountain (pun unintended).

Με τον πυροβολισμό του δεκαπεντάχρονου, εξοστρακίστηκε απ' την κοινωνία μας η ανθρωπιά, η αξιοπρέπεια (pun intended).

(από patsis, 14/04/09)(από patsis, 10/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καψουρεμένος έρωτας πελάτη για πουτάνα. Καλύπτει βέβαια όλο το φάσμα των πληρωμένων σεξουαλικών δραστηριοτήτων, από μπορντέλο μέχρι στριπτητζάδικο, περνώντας από βιζιτούδες, κωλ-γκερλ, «τουρίστριες» κ.ο.κ.). Ο πουτανοκαψούρης εμφανίζει αποκλίνουσα συμπεριφορά σε σχέση με τους υπόλοιπους μπουρδελιάρηδες, καθώς εστιάζει σε μια πουτάνα, θεωρεί ότι έχει κάτι ιδιαίτερο μαζί της, ότι τα αισθήματα είναι αμοιβαία, κι ότι κι αυτή αισθάνεται κάτι γι' αυτόν, αλλά δεν το δείχνει περισσότερο επειδή δεν μπορεί να διαφέρει απ' τις άλλες κορασίδες.

Για τις ίδιες τις εργάτριες του σεξ ο πουτανοκαψούρης ενίοτε είναι θελκτικός, γιατί αποτελεί εύκολο χρήμα. Ή και γιατί όντως είναι ευχάριστη η συντροφιά του ή τις κάνει να αισθάνονται λιγότερο απάνθρωπα. Ενίοτε είναι ενοχλητικός και φορτικός για την επιμονή του και τις «αντιεπαγγελματικές» καταστάσεις που προκαλεί. Για τους λοιπούς μπουρδελιάρηδες, ο πουτανοκαψούρης αποτελεί persona non grata, γιατί καλομαθαίνει τις πουτάνες και χαλάει την πιάτσα. Τον αποκαλούνε σκωπτικώς και «αγαπούλη».

Ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί ευρύτερα για άνδρα που αναπτύσσει σύμπλεγμα «Πυγμαλίωνα» (βλ. θεατρικό του G.B. Shaw) και θέλει να μορφώσει / διαπλάσει πνευματικά γυναίκα λαϊκής καταγωγής. Με ακόμη πιο ευρεία έννοια, ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για οποιονδήποτε ρομαντικό επιμένει δονκιχωτικά να αποδίδει αξία σε καταστάσεις / θεσμούς/ ιδεολογίες, που δεν την έχουν αφ' εαυτών.

Οι πουτανοκαψούρηδες αποτελούν ένα ελάχιστο δείγμα του συνολικού μπουρδελιάρικου πληρώματος. Και εστιάζονται κυρίως σε πολύ νεαρές ηλικίες, λ.χ. εφήβους που έχουν χάσει μόλις την παρθενιά τους από πουτάνα, ή σε γέροντες, λ.χ. πορνόγερους που μια συγκεκριμένη επαγγελματίας είχε γι' αυτούς πιο ευεργετικά αποτελέσματα κι από το βιάγκρα. Οπότε μιλάμε για συνδυασμό πουτανοκαψούρας και γεροντοκαψούρας. Παραδόξως, ενώ οι πουτανοκαψούρηδες αποτελούν μια ισχνή μειοψηφία μεταξύ των μπουρδελιάρηδων, αποτελούν την πλειοψηφία στην λογοτεχνία, σινεμά και άλλες τέχνες. Πρβλ. Pretty Woman. Υπάρχει το στερεότυπο του γέρου πουτανοκαψούρη που πληρώνει μια όμορφη νέα μόνο για να κάθεται / ξαπλώνει δίπλα της χωρίς σεξ, βλ. λ.χ. το Οι Θλιμμένες Πουτάνες της Ζωής μου του Gabriel Garcia Marquez. Συναφές στερεότυπο είναι ο συγγραφέας που πληρώνει την πουτάνα όχι για σεξ, αλλά για να του διηγηθεί την ιστορία της ζωής της, από τη οποία μετά εμπνέεται για βιβλίο (μεταξύ μας, μελό).

  1. Την έχει περικυκλώσει την Τζέσικα και δεν την αφήνει σε χλωρό κλαρί. Μεγάλος πουτανοκαψούρης! Την έχει δει Ρίτσαρντ Γκηρ και νομίζει πως η Τζέσικα είναι η Τζούλια Ρόμπερτς!

  2. «Όσο για τους αγαπούληδες, τους αξίζει δημόσια διαπόμπευση. Και μετά να τους κρεμάσουμε στην Πλατεία Συντάγματος! Αυτοί μας τις χαλάνε!». (Αγανακτισμένος μπουρδελιάρης σε φόρουμ σχετικό με πληρωμένο έρωτα).

  3. Πουτανοκαψούρης ο Επαμεινώνδας. Πάει κάθε βράδυ το Φροσάκι στο Μέγαρο και μετά για σούσι στο Κολωνάκι. Ξέρεις την Φρόσω την μπουζουκομούνα! Το καημένο το κορίτσι έχει να δει μπουζούκια απ' του Αγίου Πούτσου.

  4. Είναι αθεράπευτος πουτανοκαψούρης! Ξέρεις, ο τύπος που πιστεύει στην δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση, ότι μπορεί να πετύχει τα πάντα με το σπαθί του. Όποτε δεν του αρέσει κάτι συμπληρώνει παράπονο και το ταχυδρομεί. Και νομίζει ότι έτσι θα αλλάξει η υπηρεσία. Πιστεύει και στην Αστυνομία, στις ένοπλες δυνάμεις. Το καημένο το παιδί του! Δεν ήθελε ο πατέρας του να βάλει μέσο κι έτσι υπηρέτησε ανοικτά της Ιφκίνθου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση στην οποία εισέρχεται κάποιος μετά από τουλάστιχον 3 ημέρες ελεύθερου κάμπινγκ, άνευ ντουζιέρας και τρεχούμενου νερού γενικότερα. Δεν υπάρχει χρονικό όριο, καθώς η κατάσταση αυτή μπορεί να παραταθεί επ' αορίστω.

Η παρουσία της αλμύρας διευκολύνει κι επιταχύνει τη δημιουργία τυριού, αλλά και τις πουτσοτριχότζιβες.

- Πωπω μαλάκα, κοίτα ένα μουνί! Έφυγες για καμάκι.
- Τι λε ρε μαλάκα, είμαστε σ' αυτή ντη μπαραλία 2 βδομάδες! Είμαι φουλ αλμυρόπουτσα!
- Στ' αρχίδια σου ρε μαλάκα. Μασάς;
- Καλά λες, άμα πάρει τζούρα την τυρίλα, θα πέσει από μόνη της!

Σχετικά: τυρί, το, τυρί (ένας ορισμός), ούρδα, η, μυτζήθρα, φετέισον

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαλάκα!, σε κλητική πτώση με θαυμαστικό, και μάλιστα με αργόσυρτη προφορά των «α», ήτοι:
Μαλααάκαααα!... (Επιτέλους το πέτυχα! Είναι ακριβώς, όπως δίπλα).
Είναι επιτατικό επιφώνημα θαυμασμού. Χωρίς καμία χροιά υποτίμησης ή επιτίμησης του άλλου, παρά μόνο υπαινιγμού ότι έχουμε πρώτα εμείς οι ίδιοι μείνει μαλάκες με ένα γεγονός ολότελα αξιοθαύμαστο κι εκπληκτικό, κι έπειτα φανταζόμαστε ότι το ίδιο ισχύει και για τον συνομιλητή μας.

Συνώνυμα: (αλλά με λιγότερη έμφαση θαυμασμού) Α στο διάλο! (το «διάλο» χωρίς «ο» στη μέση).
Έλα ρε μαλάκα! Όχι ρε μαλάκα! Δε γίνονται αυτά ρε μαλάκα!

  1. - Πιάσε ρε μαλάκα αυτό το θεόμουνο εκεί κάτω!
    - Μαλααάκαααα!!!
    - Έμεινες μαλάκας, ε;
    - Φτυστή η Σκλεναρίκοβα είναι ρε μαλάκα!..
    - Εμένα πάλι μου θυμίζει το Λίλιαν...

  2. - Ρε μαλάκα, στο slang.gr έχουν 568 διαφορετικούς ορισμούς της λέξης «μαλάκας»!
    - Μαλααάκαααα!!!
    - Κάνουν δουλειά οι άνθρωποι, δεν είναι μαλάκες!

Απαράδεκτοι, Ο ψυχίατρος (από patsis, 26/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικός χαρακτηρισμός για την κωλοφαρδία στο μπάσκετ. Και Σέρβοι και οι Κροάτες παίκτες είχαν τρομερή ψυχραιμία στο να βάζουν καλάθια στα τελευταία δευτερόλεπτα που έκριναν το παιχνίδι. Και μάλιστα τρίποντα. Ο όρος ξεκίνησε μάλλον για τον Μπάνε Πρέλεβιτς του ΠΑΟΚ, αλλά εξίσου φαρμακερός ήταν και ο Τόνι Κούκοτς. Ο όρος καθιερώθηκε και στον γραπτό λόγο, επειδή ήταν πιο ευπρεπής. Και επέζησε και μετά την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, για να χαρακτηρίζει τους παίκτες όλων των εθνοτήτων της.

-Τι έγινε; Τον νικήσαμε τον ΠΑΟΚ;
-Θα τον νικούσαμε αλλά έπιασε πάλι τον Πρέλεβιτς η γιουγκοσλαβία του, ξεκωλώθηκε στα τρίποντα και χάσαμε!

(από Khan, 26/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταφορά στην ελληνικήν του αγγλικού «photoshop», ήτοι του προγράμματος για τον χειρισμό και την παρέμβαση σε εικόνες μέσω υπολογιστή. Υπάρχει, βέβαια, και η κατά λέξη μετάφραση «φωτομάγαζο», κατά τα «φατσοβιβλίο» (facebook), «εσυσωλήνα» (youtube) κ.ο.κ. Η μεταφορά «φωτοψώνισμα», όμως, σημαίνει ιδιαίτερα ότι κάποιος παρεμβαίνει (ή βάζει κάποιον ειδικό να παρέμβει) στην φωτογραφία του, επειδή είναι ψώνιο και θέλει να δείχνει καλύτερος απ' ό,τι είναι. Ενίοτε φτιάχνει την φωτογραφία του έτσι ώστε να μοιάζει με ειδικούς σταρ με τους οποίους ψωνίζεται, ή ώστε να έχει τις ειδικές αναλογίες που επιτάσσει μια ορισμένη εμφανισιακή μόδα. Το φωτοψώνισμα δημιουργεί μια διάσταση ανάμεσα στο ίματζ ενός ανθρώπου και την πραγματικότητά του, που προκαλεί δυσάρεστα απρόοπτα, όταν μετά γίνει η συνάντηση με τον πραγματικό άνθρωπο.

Χρησιμοποιείται πολύ από: α) Επαγγελματίες διαφημιστές που αφαιρούν μια τυχαία ατέλεια ενός μοντέλου, προκειμένου να την κάνουν ακόμη πιο τέλεια/ο απ' ό,τι ήδη είναι. Λ.χ. μπορεί η Σκλεναρίκοβα να είχε φάει την προηγούμενη μέρα ένα πουτσοσκάμπιλο απ' τον Carembeu κι η μελανιά να δείχνει άσχημα στον φακό. Ε, λοιπόν, θα αφαιρεθεί με φωτοψώνισμα.
β) Σε διαδικτυακές επαφές που κάνουν φεϊσμπουκάκια, e-πούτσοι και διάφοροι γνωριζόμενοι μέσω Διαδικτύου. γ) Σε διαφημίσεις e-πούτανων, άλλως «τουριστριών». δ) Για πολιτική χειραγώγηση, με το να βγάλεις μια τυχαιότητα, που μπορεί να χαλάει την σούπα. Λ.χ. μια υπουργός της Γαλλίας είχε φωτογραφιστεί να εξαγγέλλει μέτρα λιτότητας, κρατώντας μια τσάντα Louis Vitton, η οποία όμως αφαιρέθηκε στο φωτοψώνισμα. Όταν αποκαλύφθηκαν οι αρχικές φωτογραφίες ξέσπασε σκάνδαλο. ε) Για πολλούς άλλους λόγους.

  1. - Κοίτα τον Μήτσο τι άντρακλας δείχνει στην ταυτότητά του στο φατσοβιβλίο!
    - Ναι, αλλά μου φαίνεται ότι έχει φωτοψωνιστεί λίγο... Τον θυμάσαι να έχει τέτοια ποντίκια;

  2. - Αλήθεια, πήρες την Βερόνικα; Και πώς ήταν;
    - Φωτοψωνισμένη! Στην φωτογραφία του πρακτορείου έδειχνε μπαλκόνια να, μετά συγχωρήσεως, και μέση δαχτυλίδι. Ε, στην πραγματικότητα ήταν το αντίστροφο!
    -Ήττα δικέ μου!

  3. - Κοίτα εδώ! Ο Μιχαλάκης έχει βάλει την αφεντομουτσουνάρα του μέσα σε μια φωτογραφία του Brad Pitt!
    - Ρε το φωτοψώνιο!

  4. Κρίμας πάντως για τον Στάλιν που δεν πρόλαβε την εποχή του φωτοψωνίσματος! Θα μπορούσε να είχε βγάλει τον Τρότσκι απ' όλες τις φωτογραφίες με τον Λένιν και να έβαζε τον εαυτό του στην θέση του, χωρίς να το πάρει κανείς χαμπάρι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified