Further tags

Το σεξ.

Επίσης η μπύρα.

Για μια ελαφρώς διαφορετική άποψη βλ. θα γυρίσει ο τροχός, θα γαμήσει κι ο φτωχός.

Γιώργος: Άσχημα τα πράγματα με την κρίση. Θα αναγκαστούμε να κάνουμε μεγάλες θυσίες.
Μένιος: Στα παπάρια μου! Όσο έχω την Λάουρα και την Λίλιαν, θα έχω μια χαρά διασκέδαση των φτωχών.
Γιώργος: Και ποιος θα πληρώνει για τα λούσα, την περιποίηση προσώπου, τα πιλάτες, τα γιόγκα, τα μασάζ, τα εξτένσιον, τα μανικιούρ-πεντικιούρ...
Μένιος: Δε γαμιέται!... Το Λίλιαν ως γνωστόν το έγλειφα κι άπλυτο. Για την Λάουρα παίζεται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται όταν κάπου βρίσκονται μόνο άντρες (βλέπε αρχιδαριό, σβερκαρία, καραπουτσαριό, ψωλαρία, αρχιδόκαμπος) οι οποίοι μάλιστα έχουν και άγριες διαθέσεις, όμως ελλείψει γυναικών το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να παίξουν ξιφομαχία με τους παργαλάτσους τους!

Βγήκε από γνωστό ανέκδοτο που δύο πισωγλέντηδες, μην έχοντας κάτι καλύτερο να κάνουν, αποφάσισαν να παίξουν ξιφομαχία με τις ψωλές τους... Τελικά ο ένας, κατάκοπος, αποφάσισε να παραδώσει τα όπλα λέγοντας: «Ουφ, κουράστηκα... Κάρφωσέ με!»

  1. - Ω ρε φίλε να είχαμε κανένα γκομενάκι τώρα να το παίρναμε και οι δύο...
    - Άσε, ξιφομαχία θα παίξουμε πάλι σήμερα!

  2. - Είχε κανένα πιπινάκι στο μαγαζί χθες, ή ξιφομαχία παίξατε πάλι;
    - Άσε φίλε, πουτσοπανήγυρος!

(από Khan, 07/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξακουστό ελληνικό έθιμο. Σε αντίθεση με τα διάφορα πανηγύρια που γίνονται μια φορά τον χρόνο και σε κάποιο μέρος της Ελλάδας, αυτό γίνεται κάθε μέρα σε όλη την Ελλάδα.

Ο εορτασμός γίνεται σε μαγαζιά ή μέρη που μαζεύονται (σχεδόν) αποκλειστικά άντρες (βλέπε αρχιδαριό), οι οποίοι μάλιστα ευελπιστούν κιόλας να βρουν τίποτα γκομενάκια, να γίνει κανένα κονέ. Τα γκομενάκια βέβαια είτε δεν πατάνε σε αυτό το μέρος (αν είναι γνωστός αρχιδόκαμπος), είτε έχουν μεταναστεύσει μετά από την μαζική εισβολή σβέρκων, οπότε απομένει μόνο η ψωλαρία.

Οι γυναίκες δυστυχώς τείνουν να γιορτάζουν μακριά από τη σβερκαρία, σε μέρη θυελλώδη, όπου γίνεται το φημισμένο του μουνιού το πανηγύρι.

  1. - Πού μας έφερες ρε μαλάκα Βαγγέλη; Εδώ θα παίξουμε ξιφομαχία να πούμε!
    - Ρε μαλάκα, την άλλη φορά που είχα έρθει με τη δικιά μου γινότανε του μουνιού το πανηγύρι!
    - Σήμερα έχει πουτσοπανήγυρο φαίνεται...

  2. - Είχε γκόμενες στο πάρτι του Γιώργου χθες;
    - Άσε φίλε, πουτσοπανήγυρος!! Κάτι λίγες είχε, αλλά ήταν καμπιονάτο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση έχει τη ρίζα της στη βυζαντινή εποχή. Με αυτόν τον τρόπο γινόταν διαπόμπευση των μοιχαλίδων, των κλεφτών και αυτών που δεν μπορούσαν να ξεπληρώσουν τα χρέη τους.

Το σκηνικό στηνόταν ως εξής: Αφού κούρευαν τους ενόχους, τους κάθιζαν ανάποδα στο γαϊδούρι και τους υποχρέωναν να κρατούν την ουρά του. Μετά, τους πέρναγαν από όλους τους δρόμους της πόλης. Κατά την περιφορά, το πλήθος τους έβριζε, τους πετούσε παλιοπράματα και πολλές φορές τους μουτζούρωνε το πρόσωπο με καπνιά (από 'δω προέρχεται και η λέξη «μούντζα»). Στους κλέφτες πέρναγαν στο λαιμό τους, τα κλοπιμαία για να 'ναι ο διασυρμός τους ακόμα μεγαλύτερος.

Έτσι όταν εκφέρουμε τη φράση, εννοούμε πως κάποιος έχει παραπέσει σε ολίσθημα και του αξίζει η δημόσια κατακραυγή, η γελοιοποίηση και το ρεζίλεμα. (βλ. παράδειγμα 1).

Με την ευρύτερη έννοια, όταν εκφέρουμε τη φράση, αναφερόμαστε σε:

  1. Κάποιον που λέει ή κάνει κάτι που θεωρούμε παράλογο, λαθεμένο, παρατραβηγμένο, εξεζητημένο, κάτι που δεν αρμόζει στην περίσταση. Κάτι που μας ξενίζει και μας φαίνεται τρελό και παλαβό (βλ. παραδείγματα 2, 3).

  2. Κάποιον που θεωρούμε πως ζει μόνιμα στον κόσμο του (βλ. παράδειγμα 4).

3) Κάποιον που θεωρούμε πως είναι τρελός, πως έχει βαρέσει για τα καλά μπιέλα (βλ. παράδειγμα 5).

  1. Ο Χριστός έκανε θριαμβευτική είσοδο των Βαΐων στα Ιεροσόλυμα επί πώλου όνου καθήμενος, προς την έξοδο της Αγίας Πόλεως...Για το γάιδαρο καβάλα είναι ο Ειρηναίος. (για τον πρώην πατριάρχη Ιεροσολύμων ο λόγος)
    Δες

2.Τα πρωινά είμαστε για το γάϊδαρο καβάλα στην ορθογραφία...
Δες

  1. Με λίγα λόγια το συνεργείο subaru που πήγες (χωρίς να ξέρω ποιο είναι), είναι πολύ απλά για το γάιδαρο καβάλα !!! Δες

  2. Ειδικώς αυτήν την εβδομάδα ο Ψωμιάδης ανέβηκε σε μηχανή μεγάλου κυβισμού. Όλο τον άλλο χρόνο είναι για το γάιδαρο καβάλα!
    Δες

  3. -Θυμάσαι εκείνον τον χαρακτηριστικό τρελόγερο μουσάτο καβαλάρη που, τη δεκαετία του ενενήντα κυκλοφορούσε στους δρόμους της Αθήνας φωνάζοντας στον κόσμο να μετανοήσει;
    -Μπορεί να καβαλούσε άλογο, αλλά ήταν σίγουρα για το γάϊδαρο καβάλα.

Σημείωση:Αν κάποιος/α έχει μήδι μ' αυτόν ας το ανεβάσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εφηβική έκφραση για τις σηκωμάρες, τις κάβλες. Ιδίως αυτές που έρχονται ύπουλα και σιωπηλά. Όπως η θάλασσα που δεν βγάζει με μιας άγριο κυματισμό, αλλά αρχίζει με αθόρυβα φουσκώματα.

(δυο πιτσιρικάδες ψιθυρίζουν στο σινεμά, με τα γκομενάκια δίπλα τους)
- Τι έγινε ρε Βαγγέλη; καλή η ταινία;
- Φουσκοθαλασσιές, φουσκοθαλασσιές...
και οι μικρές υποτίθεται ότι δεν καταλαβαίνουν.

Ιζ δατ εϊ τσουνάμι, ορ αρ γιού χάπι του σι μι;; (από Vrastaman, 22/02/09)Φουσκοθαλασσιές (από GATZMAN, 16/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Από το τούρκικο: batirmak= βουλιάζω.
Ο απένταρος, οικονομικά κατεστραμμένος, βουλιαγμένος στα χρέη, έχω μπει μέσα με τα τσαρούχια.
Παλαιάς κοπής σλανγκιά που έχει παρελθόν, παρόν και μέλλον..
Συγγενικά = η μπατίρω, το μπατιράκι.

Μπατίρη με κατάντησες
στους δρόμους να γυρίζω
[κι απόξω από την πόρτα σου
μόρτικα να σφυρίζω.]x2

Παλάτια έχασα πολλά
για τα γλυκά σου μάτια,
[με πλάνεψαν το φουκαρά
και μ' έκαναν κομμάτια.]x2

Μέσα στην τόση συμφορά
οι φίλοι με γελούνε,
[μπατίρη με φωνάζουνε
και με κατηγορούνε.]x2 |

(Β.Τσιτσάνης)

Η Βουγιουκλάκη (Πίπης) ως αλητάκι-μπατιράκι (από GATZMAN, 22/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν μας πάνε όλα πάρα πάρα πολύ καλά στην ζωή μας, κι ο Μητσοτάκης φαίνεται να έχει ξεχάσει την ύπαρξή μας, φτυνόμαστε από μόνοι μας προληπτικώς για να μην μας ματιάξουν. Το χαρακτηριστικό είναι ότι το να μας φτύνουν οι άλλοι είναι κατάντια, ενώ το να αυτοφτυνόμαστε είναι ένδειξη ευπραγίας. Το «φτύνομαι» το λέμε όταν δεν πιστεύουμε στην καλή μας τύχη.

«Φτου μου, φτου μου» ή «φτου σου αγόρι μου» (σπανιότερα ή καθόλου «φτου σου κορίτσι μου»), όταν κοιταζόμαστε στον καθρέφτη είναι ναρκισσιστικός αυτοθαυμασμός, υποκοριστικό του όλα τα λέιζερ πάνω μου (εδώ, σε μένα)!

Μένιος στον καθρέφτη: -Φτου σου αγόρι μου, φτου σου, κοτζάμ Λίλιαν γαμάς, όχι παίζουμε!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το Κουνουπακιστάν είναι η μακρινή πατρίδα του κουνου-κουνουπιού που αγάπησε (και αγαπήθηκε, αλλά με την καλή έννοια, από) το κοριτσάκι Μυρτώ στο παιδικό βιβλίο του Ευγένιου Τριβιζά Η Μυρτώ και το Κουνουπάκι.

Σλανγκιστί, κουνουπακιστάν αποκαλείται κάθε καλοκαιρινός παραθαλάσσιος προορισμός όπου με την δύση του ηλίου εφορμούν μιλιούνια τα πεινασμένα μεταλλαγμένα κουνούπια και σου πίνουν μπαμπέσικα το αίμα. Συνήθως οι διαφημιστικές μπροσούρες και οι ιστιοσελίδες των εν λόγω θέρετρων αποκρύπτουν στο φαινόμενο.

Κουνουπακιστάν επίσης αποκαλείται το Πακιστάν μετά από τις συνέπειες του εγκέλαδου σύμφωνα με τον Gatzman στα σχόλια του λήμματος Αυνανιστάν.

Σλανγκασίστ: Ε. Τριβιζάς, Gatzman και Vrastagirl (η κόρη μου) που σλανγκοποίησε τον λήμμα όταν είχα την φαεινή ιδέα να επισκεφτούμε την Σκαφιδιά Ηλείας.

Το κουνουπάκι άρχισε να ντρέπεται και ζουζούνισε με συντριβή: ΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖ...
Δε σε τσίμπησα πολύ
αλλά λίγο, πολύ λίγο,
ήταν σχεδόν φιλί.
Αν όμως θες να φύγω
Αν θες, λέω αν,
Θα φύγω και θα πάω
Στο Κουνουπακιστάν!
(Η Μυρτώ και το Κουνουπάκι, Ε. Τριβιζά)

- Ρε μπαμπά στο κουνουπακιστάν βρήκες να μας φέρεις καλοκαιριάτικα;;; (Vrastagirl)

Η Μυρτώ και του Κουνουπάκι (από Vrastaman, 22/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κι αυτή, όπως κι αυτή η ρήση, έχει τη ρίζα της στη βυζαντινή εποχή.

Τότε οι πλούσιοι, επειδή δεν καταδέχονταν να πάνε πεζό δύο στην αγορά για να ψωνίσουν, καβαλούσαν τα άλογα τους και αγόραζαν αυτό που ήθελαν καβάλα, δείχνοντας στον πωλητή κάτι που έβλεπαν απ' το άλογο, χωρίς να μπουν στον κόπο να το διαλέξουν.

Έτσι, οι επιλογές τους ήταν επιλογές για κλάματα. Επιλογές της συμφοράς. Γι΄αυτό κι οι πωλητές, ως γριές πουτάνες, εκμεταλλεύονταν την κατάσταση και ξεφορτώνονταν ό,τι σαβούρα, σκαρταδούρα και πράγματα του σωρού και του πεταματού, αλλά επίσης κι ό,τι ακριβά πράγματα είχαν απούλητα.

Η έννοια δεν έχει αλλάξει σημασία τη σημερινή εποχή κι ο όρος υποδηλώνει την αγορά που γίνεται με πλημμελή ή ανύπαρκτο έλεγχο, μ' αποτέλεσμα αυτό που αγοράζεις να μη θεωρείται καλή αγορά (π.χ.: ακαλαίσθητο, κακής ποιότητας, ακριβό, κ.λπ.).

-Τι πήγες κι αγόρασες εκεί ρε Μήτσο; To 'ψαξες καθόλου ή ψώνισες καβάλα;
-Τι να ψάξω; Δεν είχα χρόνο. Στο πάτ-κιούτ. Γιατί το λες;
-Εμ, μάπα το καρπούζι μωρ' αδερφάκι μου. Κάνει μπαμ από μακρυά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «Απίστευτα κι όμως αληθινά» ήταν μια αμερικλανιά εκπομπή των '80ς που έδειχνε απίστευτα φαινόμενα, που είναι όμως αλήθεια. Το «απίστευτα κι όμως ελληνικά», ύστερα κι απ' την εκπομπή του Γιάννη Ζουγανέλη στα '90ς με το ίδιο όνομα, δηλώνει καταστάσεις που είναι απίστευτες για οπουδήποτε αλλού εκτός από την Ελλάδα.

Παλιός καθηγητής της Σχολής έκανε την γυναίκα του καθηγήτρια κι εντέλει κοσμήτορα, την κόρη του Λέκτορα και τώρα τον γαμπρό του Διδάκτορα. Στην πρόσκληση έγραφε «Η κοσμήτωρ της Σχολής κα Παπαδάκη σας καλεί στην υποστήριξη του Διδακτορικού της δος Παπαδάκη με επιβλέποντα καθηγητή τον κο Παπαδάκη». Απίστευτα κι όμως ελληνικά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified