Further tags

Δεν βλέπω μπροστά μου. Χρειάζομαι γυαλιά. Φράση τουρκικής καταγωγής δηλούσα την κότα (tavuk = ταούκ) που στο χιόνι χάνει παντελώς την αίσθηση του προσανατολισμού και ζαλίζεται.

  1. - Ρε Μάκη πού έβαλες ρε το τελεκομάντερ;
    - Καλά, ρε... εδώ στο τραπεζάκι απάνω... Ταουκαρασού έχεις;

  2. Πού πας με κόκκινο ρε μάπαααα... Θα μας σκοτώσεις... Ταουκαρασού έχεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεγάλη συγκέντρωση αντρών (σουβλιών) σε κάποιο χώρο. Το αντίθετο της μουνοθύελλας.

- Άσε φίλε, στο Πολυτεχνείο είμαστε τίγκα στα σουβλιά σε μιλάω. Πάσχα έχουμε γίνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απειλή, η οποία αναφέρεται στην σεξουαλική κακοποίηση άνω των δύο (2) ατόμων. Άμυνα απέναντι σε οργανωμένη ομάδα συνομιλητών, η οποία διαφωνεί μαζί μας. Καλαμάκι θεωρείται το πέος και κομματάκια κρέας οι κώλοι των συνομιλητών.

Ουδεμία σχέση με τη φράση «αγοράζω σουβλάκι».

- Πάρε Γιώργο και Νίκο και ελάτε από το σπίτι μου!
- Λέγαμε να αράξουμε απο το δικό μου...
- Έτσι και με κρεμάσετε θα σας πάρω σουβλάκι, ρε!

Got a better definition? Add it!

Published

Είμαι υπερβολικά ενεργητικός και πολυάσχολος με προφανή σκοπό να εντυπωσιάσω κάποιον.

Κάνω, ράνω, δείχνω τινά: είμαι περιποιητικός και προσφέρω υπηρεσίες προς κάποιον με τον ίδιο προφανή σκοπό.

  1. - Τον είδες Μάκη τον Bill Gates, ψε; Κύριος... Ήρθε, έκανε, έρανε, έδειξε κι έφυγε.

  2. - Πως πήγε ψε με το γκομενάκι, Μάκη;
    - Τζιφος φίλε. Στα καλύτερα την πήγα... Την έκανα, την έρανα, την έδειξα... Αυτή τίποτα... Καριόλες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έπειτα από ουσιώδη ή επουσιώδη αλλαγή το υποκείμενο που «δείχνει» παρουσιάζει ραγδαία βελτίωση της εξωτερικής του εμφανίσεως.

- Καλά Γιάννο, πήρα μια ταυτότητα για το χέρι... 'Αλλο πράμα... Πλατίνα... και με διαμαντάκια 4 καράτια γράφει «Μάκης»...
- Πσσσσσςς... Μάκη... Τώρα έδειξες...!

Got a better definition? Add it!

Published

Επιφώνημα που δηλώνει ανακούφιση ή και ενθουσιασμό (μετά απο δυσάρεστη περίοδο πίεσης, ανίας κλπ). Συνώνυμα: επιτέλους!, καιρός ήταν!, άιντε!

- Τα 'μαθες ρε; Σουτάρουνε τον θεολόγο γιατί την έπεσε λέει στην απουσιολόγο του βήτα τρία!
- Τι λε ρε μαλάκα! Δηλαδή, τέρμα οι δεκάλεπτες προσευχές κάθε πρωί;
- Τέλος!
- Ε, ανάσταση ρε πούστη!

(από xalikoutis, 02/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σεξουαλική στάση στην οποία ο άντρας (ή η γυναίκα με στραπ ον) βλέπει πλάτη.

— Τελικά ρε παιδιά, στο πισωκολλητό τι γαμάμε; Μουνί ή κώλο;
— Ιδού η απορία...

(από ironick, 13/09/11)

Βλ. και σκυλίσιο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σεξουαλικό σύμπλεγμα με δύο άντρες και μία γυναίκα, στο οποίο η γυναίκα κάνει στοματικό σεξ στον ένα και πισωκολλητό με τον άλλο.

- Πού να σ' τα λέω ρε ψηλέ, χθες με το Μάκη καταφέραμε μιά σαραντάρα, την πήγαμε σπίτι και την τρελάναμε στη σούβλα.
- Αλήθεια ρε; Άντε μπράβο, που μου παραπονιόσουνα τόσον καιρό με τις νηστίσιμες.
- Άσε μεγάλε, ανάσταση.

Βλ. και πίπα-κώλο, πλάτη για τάβλι, πύργος του Άιφελ, χιώτικο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρισιά (μπινελίκι) το οποίο περιέχει αναφορά στα Θεία.

Ταμπού για κάποιους, αναπόσπαστο κομμάτι του καθημερινού λεξιλογίου για άλλους.

-Έλεος ρε πούστη μου, τι διαιτησία ειναι αυτή γαμώ το Χριστό μου!
-Άραξε ρε φίλε, όχι γαμοσταυρίδια με το παραμικρό!

(από joe909, 11/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αποθήκη κλοπιμαίων ή ναρκωτικών.

Πλέον η λέξη χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει αντικείμενο/-α τα οποία απέκτησε κάποιος τσάμπα ή με «ύποπτο» τρόπο.

- Γαμάτος αναπτήρας! Πού τον βρήκες ρε λαμόγιο;
- Είναι καβάντζα από ένα ξενοδοχείο όπου έμεινα το καλοκαίρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified