Further tags

  1. Η ταπεινή κολακεία, η δουλοπρέπεια.
    1. Το καλόπιασμα.
    2. Στον στρατό η κολακεία των ανωτέρων για εύνοια.
    3. Το μέσο. Κυρίως στην έκφραση έχω γλείψιμο.
    4. Το στοματικό σεξ.
    5. Στην auto/moto σλανγκ είναι το ξυστό πέρασμα, η ξυστή επαφή.
    6. Το ξυστό πέρασμα σφαίρας ή οβίδας.

α. Κάθε φορά που θέλει κάτι αρχίζει το γλείψιμο. β. Άρχισε το γλείψιμο, για να μη δώσω συνέχεια. γ. Άρχισε το γλείψιμο στον διοικητή, για να πάρει άδεια. δ. Έχει γλείψιμο τον διοικητή. ε. Είναι μαστόρισσα στο γλείψιμο. στ. Τα έχασε με το γλείψιμο που του έκανα στο φτερό και έκανε όλο δεξιά το τιμόνι. ζ. Το γλείψιμο στο αυτί του τού κόστισε για λίγες μέρες την ακοή του.

Got a better definition? Add it!

Published

Σημαίνει εξουθένωση.

Έχω γίνει τέρτελο από τη δουλειά.

Got a better definition? Add it!

Published

Από τα αγγλικά αρχικά blr που σημαίνουν beyond local repair δηλαδή πέραν τοπικής επισκευής, χρειάζεται εργοστασική επισκευή. Σημαίνει μεταφορικώς εξουθένωση, μεγάλη κόπωση, διάλυση ψυχική και σωματική.

Έχω βγει μπιελάρ από τη δουλειά. Χρειάζομαι διακοπές χθες!

Got a better definition? Add it!

Published

Περιγραφή πάρα πολύ δύσκολης, εξουθενωτικής και επίπονης κατάστασης.

Άσε, έχω ρουφήξει πολλή διάρροια με το καλαμάκι σε αυτή τη δουλειά! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Περιγραφή εξουθένωσης.

Έχω κλάσει το αρχίδι σε αυτή τη δουλειά.

Got a better definition? Add it!

Published

Περιγραφή κατάστασης εξουθένωσης.

Μου έχει φύγει η πίστη με αυτά που μου έχουν αναθέσει.

Got a better definition? Add it!

Published

Περιγραφή κατάστασης εξουθένωσης. Θρησκευτικής προέλευσης από το λάδι του χρίσματος, οπότε συνώνυμο του μου φεύγει η πίστη. Βλέπε και αλλάζω τα λάδια / πετρέλαια (κάποιου/κάποιας).

Μου έχει βγει το λάδι να κάνω ντελίβερι με 40 βαθμούς καύσωνα.

Got a better definition? Add it!

Published