Further tags

Το λουρί, το κολάρο, ο λαιμοδέτης ζώου, κυρίως του σκύλου. Χρησιμοποιείται ως όρος κατά κόρον στην επαρχία και ειδικά στα χωριά. Σπανιότερα συναντάται και ως «κανάκα».

  1. (Πραγματικός διάλογος σε κατάστημα με εργαλεία, βιομηχανικά κλπ)
    - Καλημέρα!
    - Καλημέρα σας! Τί θα θέλατε;
    - Μπας κι έχεις χανάκα;
    - Εεε ορίστε; τί είναι αυτό;
    - Λουρί ρε παιδί'μ για σκυλί!
    - Α! Μάλιστα υπάρχει.
    - Να'ναι μεγάλη μόνο γιατί είναι θεριό.. .αρκούδι!

  2. Απόσπασμα από το έργο του Βάρναλη «Ελέυθερος κόσμος»:
    «Λεφτεριά της χανάκας και του ξύλου σφιχτόδενε τ' αξύπνητο χαϊβάνι».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ασαφής μειωτικός χαρακτηρισμός για άνθρωπο, ωστόσο ήπιος. Χαρακτηρίζει άτομα «ακίνδυνα», γατάκια. Λέγεται από νεότερους.

Chipicao είναι ένα κρουασάν της Chipita που απευθύνεται σε παιδιά και εφήβους. Στη συσκευασία περιέχει μικροδώρα όπως συλλεκτικές κάρτες, αυτοκόλλητα κλπ σχετικά με παιδικά προγράμματα (Τρανσφόρμερς, Ναρούτο), εξ ου και το κόλλημα των μικρών και η επιβίωση της λέξης.

  1. Από εδώ. Κυριολεκτικό:

το τσιπικάο που είχαμε εμείς ήταν σάμαν κίνγκ, όχι ναρούτο

  1. Από εδώ:

- κοιταξε οταν σου βρισκουν αποτυπωματα και αλλα διαφορα και το αρνεισαι ε μονο εσυ ο ιδιος το πιστευεις.
- poianoy vrhkan apotypwmata poy re tsipikao;
Aafoy hdh exeis pei oti hsoyna mikros kai den thymasai

(από patsis, 07/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Καρακλασικό επιφώνημα, συνοδευτικό τριών μεγάλων κατηγοριών χοιρονομιών μανουριάσματος:

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συγκεκριμένα, η μέθοδος του πούστη.

Εν τω στρατεύματι, μέθοδος υπολογισμού απόστασης βολών όλμων, ελλείψει χάρτου, ή παρατηρητού.

Το εγχειρίδιο εκπαίδευσης προκρίνει την μέθοδο του δικράνου (ρίψις μέγιστης εκτιμώμενης βολής, ρίψις ελάχιστης και διαμοιρασμός της απόστασης μεταξύ τους), αλλά ο καραβανάς εκπαιδευτής την απέρριψε ως άχρηστη και προέκρινε τη μέθοδο του πούστη ως ασφαλέστερη.

- Kύριε Λοχαγέ, τι γέμιση να βάλουμε στο βλήμα, δεν ξέρουμε απόσταση από το στόχο, δεν έχουμε χάρτη και οι ασύρματοι δεν δούλεψαν ποτέ. Να χρησιμοποιήσουμε μέθοδο δικράνου;

- Kαλά μαλάκας είσαι ρε ψάρι; Θα χρησιμοποιήσουμε τη μέθοδο του πούστη!

- Δηλαδή;

- Tου πούστη, δεν θα είναι 3000 μέτρα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν περιμένεις στη στάση τόση ώρα που θα αναγκαστείς να σκεφτείς «πρώτα θα βρει γκόμενα ο Τάσος και μετά θα περάσει το αστικό. Έλεος!», τότε δυστυχώς φίλε μου βρίσκεσαι στη θέση να έχεις ανάγκη το ελεωφορείο.

Οποιοδήποτε όχημα χρειαζόμαστε για τη βασική μας και μη μετακίνηση αλλά μας σπάει τα νεύρα για χίλιους διαφορετικούς λόγους. Γιατί αργεί (ή τελικά δεν εμφανίζεται καθόλου), είναι γεμάτο και δε χωράς και μένεις απ' έξω, μπαίνεις και αναγκάζεσαι να μυρίσεις ποδαρίλα από τη σηκωμένη μασχάλη τού συνεπιβάτη, ο οδηγός νομίζει ότι μεταφέρει κοτόπουλα και περνάει επίτηδες από όλες τις λακούβες ή γιατί απλά βλαστημάς τη ζωή σου που το έχεις ανάγκη για να κάνεις κάθε μέρα μία ώρα διαδρομή μέχρι τη δουλειά.

- Έλα ρε φίλε, συγγνώμη πού άργησα.
- ...
- Ε τι γιατί; Δεν το ξέρεις το ελεωφορείο; Πρέπει να κάνεις προσευχή στο Δία για να περάσει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύστημα ανάγλυφης γραφής που επιτρέπει σε τυφλούς και μη σύντεκνους να θωρούν τις πινακίδες και δια της ψηλαφήσεως.

Αναπτύχτηκε στην λεβεντογέννα, αλλά συναντάται και στην Μάνη.

Clopyright ΜΧΣ, στον οποίον και αφιερούται.

(από Galadriel, 14/08/12)ετς! (από MXΣ, 14/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δε σκαμπάζει μία από το παιχνίδι League Of Legends (LOL), όχι μόνο αυτός που δεν παίζει LOL, αλλά αυτός που δεν το έχει καν ακουστά.

...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιφρονητική περιγραφή ρημαδιακών, καταπονημένων, καχεκτικών, χλεμπονιάρικων, σταφιδιασμένων και χτικιαριακών υποκειμένων, αντικειμένων, τόπων και τρόπων. Με ιδιαίτερη μνεία στα αμνά.

Πιθανώς Ηπειρώτικο ιδίωμα. Αβέβαιη και η ετυμολογία, σάμπως και να συνδέεται με την σούφρα.

- Να ανασκολοπισθεί και το παρηκμασμένο και διαπλεκόμενο ΕΣΡ. Χουντοκρατούμενο, ομοφοβικό, σαφρακιασμένο, ασχολείται μόνο όσο βλέπει η πεθερά για τη διάθεση του τηλεπτικού χρόνου.
(εδώ)

- Μωρή σαφρακιασμένη κάμπια, για το Μεμά και τη Ροζαλίτσα μας πέρασες; Άντε γλέίψε καμιά πάκικη ψωλή μπας και βγάλεις κάνα φράγκο να πάρεις καμιά φασολάδα να ντερλικώσεις. :pipa1: :fuck2: (εκεί)

- μαλάκω σαφρακιασμένη γαμιολοφόρα λέει στην 6χρονη κόρη της ότι τα κορίτσια γίνονται μαζορέτες για να παντρευτούν πλούσιους παίκτες (τσίου, παραπέρα)

- H γριά μπατάλω η νταουνλοντιέρα, elle est munie d' un σαφρακιασμένο μουνί
(παραδίπλα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαριτωμενιά για το προσφιλές σε όλους μας μουνί.

Για τους πιο ρομαντικούς, παραπέμπει σε χνουδωτά λούτρινα γούτσου-γούτσου προβατάκια. Για τους πιο βιτσιόζους, σε ένοχες απολαύσεις με το κατσικίδιο.

Clopyright Ironick, στην οποία και αφιερούται.

- χεχε! άρα δηλαδή λοιπόν, η δεκαετία αυτή [80ζ] όχι μόνο άφησε το βάρος της πάνω σε όσους την διένυσαν, αλλά και σε όσους την έζησαν πιτσιρίκια... καλά, γλίτωσες πολλά παρ' όλ' αυτά! γλίτωσες τη βάτα βρε παιδάκι μου, λίγο τό'χεις; γλίτωσες το αξύριστο αμνί, γλίτωσες πράμα... (Ironick, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι ονομάζεται στην γλώσσα των μαστόρων η γνωστή σε όλους μας μπετονιέρα. Καθότι οι διάφορες κατηγορίες μαστόρων έχουν αντιπαλότητες μεταξύ τους (π.χ. πλακάδες με μπογιατζήδες, ξυλουργοί με σιδεράδες), πάνω-κάτω όλοι προσπαθούν να τελειώσουν την δική τους δουλειά πριν τους άλλους, για να τους την βγουν.

Γι' αυτό λοιπόν όταν βλέπουν πουτανιέρες να ρίχνουν μπετά, αρχίζουν αμέσως αντιδράσεις του στυλ «...το Χριστό τους και την Παναγία τους μέσα, ΤΩΩΩΏΡΑ βρήκανε; (φιλική συμβουλή: εάν είσαι παραγιός και ο μάστοράς σου είναι στην εν λόγω διάθεση, βούλωσέ το και προσπάθησε να περάσεις απαρατήρητος, γιατί είναι σίγουρο πώς εσύ θα την πληρώσεις την νύφη.

Αληθινό παράδειγμα: 7:30 το πρωί, μέσα σε ένα φορτηγάκι (Vanette για τους γνώστες). Ο μάστοράς μου βλέπει ένα τσούρμο μπυροκοιλιάδες να έχουν κλείσει τον δρόμο με 3 τεράστιες μπετονιέρες, οπότε και αναφωνεί: «ΣΚΑΤΆ! Τσακίσου να ξεφορτώσεις μικρέ, πλάκωσαν οι πουτανιέρες!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified