Further tags

Τα άτομα που είναι πολύ ποζάρες, με γουστέλλειψη και κάνουν τα πάντα για να τραβήξουν την προσοχή των άλλων, κυρίως με έξαλλη εξωτερική εμφάνιση, χρησιμοποιείται συχνότερα για τις Barbie.

-Είδες τι φοράει πάλι σήμερα; Το μίνι δε φτάνει ούτε στον αφαλό!
-Αφού είναι σουργελέισον ρε!

Δες και -έισον, -έισιον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που περπατάει σαν να έχει φάει άνθρωπο, φουσκωμένος και τεντωμένος... με τα χέρια να μην κλείνουν και το στήθος φουσκωμενο.

Το έλεγε ο Αλέφαντος (Μιτσικωστας) για τον Τζιόλη: όσοι τον έχουν δει να παίζει μπάλα καταλαβαίνουν πώς κολλάει.

Κοίτα τον τύπο πως περπατάει... σαν κονιόρδος!

(από Jonas, 10/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που για πρωινό τρώει στεροειδή και λόγω υπερβολικής σωματικής διάπλασης γεμίζει ασφυκτικά το κάθισμα στο τραίνο ή ένα στενό πεζοδρόμιο και δε χωράς να περάσεις.

Σύνθετο, ετυμολογείται από το Ράμπο και την κατάληξη -ειδές.

Χαρακτηρίζεται ως άτομο όχι απλώς βίαιο αλλά ως άτομο που έχει φετιχοποιήσει τη βία και δεν αγαπάει ούτε άντερα του. Συντηρεί τις εταιρίες παραγωγής και πώλησης αναβολικών και τις εταιρείες συμπληρωμάτων διατροφής. Ο ναρκισσισμός του είναι σε άλλα επίπεδα και στόχος της ζωής του το "τέλειο" σώμα που οι πολλοί κοιτώντας το με οίκτο θα το χαρακτηρίζαμε τερατώδες. Υπερβολικά φουσκωμένοι ιστοί, βαρύ πάτημα, αφύσικα φαρδιές πλάτες. Πουλάει ποζεριλίκι στο γυμναστήριο και στη παραλία. Πουλάει τσαμπουκάδες στους πιο αδύναμους από αυτόν και σε γυναίκες. Το χαρακτηρίζουν μεταξύ άλλων ο κομπλεξισμός, η καταπιεσμένη σεξουαλικότητα, η έλλειψη παιδείας με αποτέλεσμα τη προσήλωσή του σε κούφιες έννοιες όπως: αίμα, φυλή, θρησκεία, έθνος και έτσι είναι απόλυτα χειραγωγήσιμο άτομο. Συχνά αναζητά την επιβεβαίωση και χρησιμοποιεί την γυναικεία παρουσία και τους τραμπουκισμούς ως άλλοθι... έναντια στην ασεξουαλικότητα του ή την σεξουαλική του ανικανότητα λόγω των αναβολικών. Συχνάζει κυρίως σε γυμναστήρια ή σιδεράδικα αλλά και σε καφετέριες που συχνάζουν και άλλοι γορίλες σαν αυτόν. Στους χωρους αυτούς τους αναζητούν διάφοροι όπως: άνθρωποι της νύχτας για να τους προσλάβουν για μπραβιλίκια, νεοναζί για να τους στρατολογίσουν και να κάνουν τη βρώμικη δουλειά, συνδεσμίτες για να τους στρατολογίσουν επίσης, αναρχικοί/αυτόνομοι/αντίφα για να τους επιβραβεύσουν για την βοήθεια που πρόσφεραν στους νεοναζί. Αν το ραμποειδές καταφέρει να τελειώσει το λύκειο (λέμε τώρα) αποκαθίστατο επαγγελματικά ως γουρούνι των ΜΑΤ (εκεί και αν βγάζει όλα του τα κόμπλεξ), αλλιώς γίνετε μπράβος σε στριπτιτζάδικο ή σκυλάδικο, ασφάλεια προσώπων, σεκιουριτάς. Τον ελεύθερο του χρόνο οργανώνεται στις νεοναζιστικές συμμορίες και στους συνδέσμους οπαδών. Υπάρχουν και μερικά δείγματα ραμποειδών που δεν ασχολούνται με ναζιστάκια και χουλιγκάνους και ειδικά αν έχουν λύσει το οικονομικό η ζωή τους είναι σπίτι-σιδεράδικο, σιδεράδικο-σπίτι. Ο δείκτης IQ τους είναι γενικά κάτω του μετρίου και είναι τραμπούκοι και ψευτόμαγκες.

Συνώνυμα: Γορίλας, σβάρτσος, ράμπο, γυμναστηριακός, ντουλάπα, φαρμακωμένος, μπιλντέρι, πρησμένος, ντούκι, σώμας, χτιστός, φουσκωτός, donkey-kong, σφίχτερμαν, μπονταίο, τίγκας, τέρας κ.τ.λ.

- Δες ρε μαλάκα το ραμποειδές με πόσο γλοιώδη τρόπο την πέφτει στη κοπέλα.
- Μου έρχεται να τον πατήσω ένα μπουκέτο στη μάπα και να τον ξαπλώσω κάτω.
- Ώπα ρε άντρα πρόσεχε τα ψωλοχύματα μη μας πιτσιλίσεις και εμάς...

ραμποειδές γορίλας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιστί, το μοντέλο, εφόσον είναι γυναίκα, εντάσσεται στο θηλυκό κλιτικό σύστημα. Προσδίδεται έτσι στην λέξη μεγαλύτερη οικειότητα και χάρη. Και μοντέλος για τους άντρες- μοντέλα. Το συνήθιζε πολύ η Ανίτα Πάνια στο Χρυσό Κουφέτο.

Να 'ρθούνε οι μοντέλες μας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος χρησιμοποιούμενος στην καθομιλουμένη Ελληνική και κατά κόρον στον γυναικείο τύπο (αναζήτηση στα Ελληνικά με γούγλε γούγλε δίνει 4,100 επιστροφές - βλ. και παραδείγματα).

Φασιονίστα, πληθυντικός φασιονίστας: απευθείας μεταφορά του ξενικού χαρακτηρισμού fashionista, που προκύπτει από το αγγλικό fashion (μόδα, στιλ). Πρόκειται για άτομο το οποίο δίνει μέγιστη προτεραιότητα στην εμφάνισή του, ξέρει σχεδόν τα πάντα για τη μόδα, την ψάχνει και θέλει να ξεχωρίζει επιλέγοντας τα περισσότερο στιλάτα ρούχα ή αξεσουάρ (συνήθως ακριβά και επώνυμα). Η τυπική εκπρόσωπος διαβάζει Vogue σε κανονική βάση.

Οι όροι φάσιον βίκτιμ και τρέντυ δεν είναι συνώνυμοι. Αυτοί περιγράφουν άτομα που ακολουθούν κατά γράμμα τις τάσεις της μόδας με αποτέλεσμα ορδές πανομοιότυπων εμφανίσεων. Αντιθέτως, στόχος της φασιονίστα είναι να κάνει εμφάνιση ξεχωριστή με την καλή την έννοια (δηλαδή οι άλλοι να την θαυμάζουν, όχι να γελάνε με τα χαΐρια της), χωρίς όμως και να περιπέσει σε στιλιστικό λάθος βάσει των τρεχουσών επιταγών της μοδός. Μιλάμε για μεγάλες προκλήσεις τώρα.

Φασιονίστα έγινε και η Barbie που πέρασε σε άλλη σφαίρα, εξελισσόμενη όπως κάθε καλό προϊόν (βλ. και μήδι).

Τα καυτά της μόδας: Ο πασίγνωστος γαλλικός οίκος Chanel παρουσίασε στο Παρίσι τις προτάσεις του για το γυναικείο make up 2009/2010.To smoky αποκτά νέα οπτική γωνία και το eyeliner γίνεται ο βασικός σύμμαχος για την φασιονίστα του χειμώνα 2009/2010!

Κατσίκι:
...τα ενεργοβόρα Καγιέν, τα υποδήματα Μανόλο Μπλάνικ και οι λοιπές εξτραβαγκάντσες δεν είναι πλέον καθόλου σικ, τουναντίον στοχοποιούν τους ευλαβείς φασιονίστας που επιθυμούν πάντα να ξεχωρίζουν. [...] το φλασοφόρον ερίφιον, [...] θα αφήσει άναυδους τους θαμώνες στο Akrotiri και τα λοιπά πολιτιστικά κέντρα στα οποία θέλουν να κάνουν γκράντε εμφανίσεις οι ψαγμένοι φασιονίστας.

Πάθος για γούνα: Τα 101 σκυλιά της Δαλματίας είναι μια από τις πιο κλασικές ταινίες της Disney. [...] απέσπασε τις καλύτερες κριτικές και για το υπερρεαλιστικό σχέδιο που στιγμάτισε το στυλ της ταινίας και φυσικά για τη σούπερ φασιονίστα υπερκακιά Κρουέλα Ντε Βιλ.

Απαγόρευση της κουκούλας: Πολύ πονηρό άτομο ο Λάκης Γαβαλάς που προ καιρού διατυμπάνιζε πως απόλυτο fashion item της εποχής είναι το hood, η κουκούλα δηλαδή κατά τους φασιονίστας. Γιατί νομίζετε είναι ευέξαπτοι και εριστικοί οι ράπερ;

Κολωνάκι πάντα αγαπημένο, παραμένει η πιο γοητευτική γωνιά της πόλης [...] στο Carouzos Sketch η urban φασιονίστα (σ.ς. το urban αγγλικόν, το φασιονίστα κανονικά στα ελληνικά) υποκλίνεται στους John Varvatos, Marc Jacobs, Givenchy...

(από Galadriel, 21/06/10)(από Galadriel, 21/06/10)feshionista (από perkins, 21/06/10)feshionista (από perkins, 21/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα σε διαφήμιση του '70 - '80, που διαφήμιζε την Εγκυκλοπαίδεια «Δομή». Χρησιμοποιείται για να πειράξει ή να επαινεσει τον ξερόλα ή και φωτεινό παντογνώστη.

- Ρε συ Μάκη, αυτο το σταυρόλεξο ειναι παλούκι. Μήπως ξέρεις ποιό ειναι το ψηλότερο βουνό της Αφρικής;
- Σιγά το δύσκολο. Το Κιλιμάντζαρο με 5895 μέτρα ύψος, ανενεργό ηφαίστειο στην Βορειοδυτική Τανζανία.
- Τς Τς... Ποιός εισαι ρε φίλε, η Δομή;!;»

Η ΔΟΜΗ (από poniroskylo, 27/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γνωστό '80's είδωλο, πρωταγωνιστής μιας μεγάλης κολλεκτίβας ελληνικών ταινιών τύπου «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα». Ο πιο γωστός ρόλος του είναι το «αλάνι», μηχανόβιος, σκληρός αλλά ευαίσθητος όταν γνωρίζει τον αληθινό έρωτα.

Ο όρος Γαρδέλης χρησιμοποιείται για μηχανόβιους που κάνουν συνήθως επίδειξη της «ρόδας» τους σε ανυποψίαστες κοπέλες τύπου Σοφίας Αλιμπέρτη (αυτός που μόλις σε έχει πάρει ο ύπνος και κάνει γύρους το τετράγωνο με ταχύτητα λες και παίρνει μέρος σε ράλλυ).

Έρχεται ένας φίλος σου όλο χαρά, να σου δείξει την καινούργια του ρόδα που μπορεί να είναι κι ένα απλό παπί και γκαζώνει με ύφος «Καβαλάω Harley, μάγκες».

Εκεί εσύ γυρνάς και λες: «Καλώς τον Γαρδέλη!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το υπερβολικά trendy άτομο, που πάντα φοράει μοδάτα ρούχα, βάζει ένα κιλό ζελέ στο μαλλί και γενικά συμπεριφέρεται όπως η μάζα των νέων (π.χ. καπνίζει, γελά σαν χάχας όλη την ώρα), θυμίζοντας άτομα σε διαφημίσεις της Vodafone.

- Ρε συ τι έχει πάθει ο Στέλιος; Τελευταία ντύνεται πολύ μοδάτα, φοράει γυαλιά rayban και έχει κάνει και trendy κούρεμα...
- Άσε, φαίνεται χάλασε κι αυτός, έγινε πολύ Vodafone.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δείχνει το άτομο που περνά πιο πολύ χρόνο στο γυμναστήριο παρά στο σπίτι του προκειμένου να φτιάξει το ιδανικό σώμα για λόγους υγείας, για να πάρει μέρος σε κάποιο διαγωνισμό (σπανιότερα), ή για να το εκθέτει σε κοινή θέα στη παραλία το καλοκαίρι με ανάλογες αξιώσεις (συχνότερα).
Το όνομα προέρχεται απο τον Arnold Schwarzenegger
διάσημο bodybuilder-ηθοποιό και νυν κυβερνήτη της California των Η.Π.Α.

- Θα έρθει απόψε μαζί μας για ποτάκι ο Δημήτρης;
- Αποκλείεται, πάλι στο γυμναστήριο θα πάει. Θέλει λεει μέχρι το καλοκαίρι να έχει φτιάξει σώμα! - Α, την έχει δει και πολύ σβάρτσος!

Βλ. και σφίχτης, σφίχτερμαν, μπονταίος, πρησμένος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σ’ ένα εναλλακτικό αλλά πολλά υποσχόμενο παρελθόν, μετά τον διωγμό των Γερμανών, την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Σοβιετικούς και την κολεκτιβοποίηση, σε ένα χωριό στην ορεινή Θεσσαλία, ο Μοέβιους Παχατουρίδης*, γνωστός και ως Κοκακόλας - λόγω του κολλήματός του με την κόκα που μασούσαν παραδοσιακά οι αγρότες στα υπηρεσιακά τους τρακτέρ, Εβραίος δεύτερης γενιάς με Πόντιο πατέρα, αποφάσισε να εγκαταλείψει την αποτυχημένη παραγωγή πατάτας και -αφού πούλησε τις τελευταίες πράσινες που είχε ως «Νέα Ποικιλία Στάρκιν» - και, σε αντίθεση με τον αδερφό του Κωστίκα Γκόλντστιν, να αναζητήσει την τύχη του στο Νέο Χαμσαΐριον των ΗΠΑ (όλο ευθεία από Αλαμπάμα, δεξιά στην Αλμπουκέρκη). Εκεί και αφού όργωσε τα αεροδρόμια διδάσκοντας μαζί με έναν άλλον τεμέτερον τον Χάρε τη Κρίσνα, αποφάσισε να κάνει κάτι με τη ζωή του και έτσι σκέφτηκε να ανακατέψει τις δυο μεγάλες του αγάπες (την κόκα και την ζάχαρη που θες μετά) με τον μέλανα ζωμό που έδιναν στα φεστιβάλ της ΚΝΕ με κουπόνια και να τα πουλήσει ως τρόπο ζωής. Από τότε άρχισε ο χρόνος σοβαρά να κυλά and the rest, as they say, is history. Η φράση, όπως την παραδίδει ο θρύλος, πρωτακούστηκε με την επιστροφή του πρωτότοκού του στην Νέα (πλέον) Κολεκτίβα από τον ιερέα του Λένιν που τον πρωτοείδε.

Στην πραγματική ζωή, η φράση αφορά και περιγράφει τη συμπεριφορά όσων, ενώ κινούνται κοινωνικά μεταξύ της τάξης των φτωχομπινέδων και των χωριατομεσαίων, επιδεικνύουν, κατά περιπτώσεις, συμπεριφορά αναντίστοιχη, κυρίως σε ότι αφορά τις καταναλωτικές τους συνήθειες και τις εν γένει χρηματοχαλαστικές τους διαθέσεις, και μάλιστα τέτοιες που θα έκαναν έναν υγιή καταθετικό λογαριασμό να λιποθυμήσει και τον Μαρξ να ξανακολλήσει με UHU τις αλυσίδες.

Εξωφρενικές αεροτομές στο Ford Ka, ηχοσυστήματα 10.000 Ευρώ σε Fiat πεντακοσαράκι, δυο μήνες διακοπές στο Πουκέτ για τον Μάκη τον βοηθό υδραυλικού, σαμπάνιες με γραμμάτια στα μπουζούκια, εορτοδάνεια, διακοποδάνεια, γαμοδάνεια (politically correct: νυμφευοδάνεια) και λοιπά γαμήσια και δάνεια που θα εξαγρίωναν οποιονδήποτε Μαρξιστή, είτε είναι του Καρόλου είτε του Γκραούτσο και θα έκαναν το υποκείμενο να οδεύει στη καταστροφή με την ίδια λεβεντιά που κάνει τη μύγα να φωνάζει «Άρπα την» στο παρμπρίζ.


*ένα μικρό tribute στους Α.Μ.Α.Ν.

1).(Based on a true story) -…Ναι; Τάσο; Τάσο εσύ; -Ναι! Έλα ρε μπαμπά, εγώ είμαι… -Που είστε, γαμώ το φελέκι σας;... Έρχεστε; -Ε… Όχι ακόμα ρε μπαμπά… Την Παρασκευή λέμε… -Ε;!!... Την Παρασκευή; Στην Κρήτη είστε ακόμα; -Ε… Ναι ρε μπαμπά... την Παρασκευ… -Ποια Παρασκευή, γαμώ το μυαλό σου… Ποιος θα οδηγήσει το φορτηγό ως την Παρασκευή; Ο μπούτσος μου; -Ρε μπα… -Μπαμπάκια μαλάκα. Φύγατε για πέντε μέρες και περάσαν είκοσι. Τσακίσου και η δουλειά περιμένει. Του κοκακόλα ο γιός είσαι;

2) (Based on a fictional story)
[Χορός νέων, σφριγηλών και ιδρωμένων οικοδόμων. Ο κορυφαίος του Χορού, σκυφτός, οδύρεται με ελαφριά ξενική προφορά. Ο ιερέας του Λένιν, όρθιος, με τα χέρια ανοικτά, και το βλέμμα στραμμένο στον ουρανό, άνω θρώσκει την καρδίαν και ψάλλει]
-[Ιερέας του Λένιν] Σώσον Λέεεενιν την καθοδήηηηγα και ευλόγησον το προλεταριάτο σου. Νίκας τοις εν βουνεύσι κατά καπιτάλων δωρούμενος και το Σον φυλλάτον δια του Σφυριού σου πολίτευμα.
-[Χορός] Πάαααπαρήγα, Παπαρήγα, Παπαρήγα, Παπάαααρηγα (κατά το «Αλληλούια»).
Στο σημείο αυτό, ο ιερέας του Λένιν πλησιάζει με τρόπο τον πρώτο του Χορού.
- Του Κοκακόλα ο γιος είσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified