Η φασαία που ακούει Manu Chao, όντας παράλληλα τσαούσα στη συμπεριφορά.
Θα φάει πολύ στραπ-όν ο Μητσάκος με τη μανουτσαούσα που έμπλεξε.
Η φασαία που ακούει Manu Chao, όντας παράλληλα τσαούσα στη συμπεριφορά.
Θα φάει πολύ στραπ-όν ο Μητσάκος με τη μανουτσαούσα που έμπλεξε.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που ακολουθεί το μουσικό είδος dark wave.
Γκοθάδες, μεταλάδες, νταρκγουειβάδες, σκοτεινοί τυποι, δράκουλες κ.ο.κ. Όλοι συμφωνούμε, Καλά θα κάνουν να αλλάξουν γρήγορα το λευκό στα apps! (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Αυτός, συνήθως αριστερός, που περιφέρει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τη μελαγχολία του που ο κόσμος δεν αλλάζει ποτέ προς το καλύτερο προς την κατεύθυνση της ουτοπίας. Από το ομώνυμο τραγούδι του Μάνου Χατζηδάκη.
Οι «καληνυχτοκεµαλάκηδες» δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να περιφέρουν τον αυτοθαυµασµό τους στις πλατφόρµες των social media. (Ντοκουμέντο).
Got a better definition? Add it!
Αυτός που δεν είναι πραγματικός φαν μιας μπάντας ή κάποιου μουσικού εν γένει, αλλά ακούει περιστασιακά την μουσική τους. Ως εκ τούτου, δεν γνωρίζει όλους τους στίχους των τραγουδιών τους, παρά μόνο τα ρεφρέν, τα οποία επαναλαμβάνει σε συναυλίες, πάρτι και λοιπές μουσικές συναθροίσεις, ώστε να ταυτιστεί με την ατμόσφαιρα της φάσης.
-Ρε, τσέκαρε 'κει! Ο Κώστας ρε, μ' ένα τσιτωμένο γκομενάκι με τα δερμάτινα.
-Χαχαα! Έλα ρε τον ρεφρενάκια τον Κώστα που μου 'ρθε και Maiden. Πάω στοίχημα τραγουδάει μόνο τα φωνήεντα.
Got a better definition? Add it!
Το πανωφόρι, το παλτό, αλλά και το παλτό. Το αναφέρει ο ΝΤΙΝΟΣ στο λεξικό του μάγκα.
Πρωτοακούστηκε το 1932 στην παρλάτα του Πέτρου Κυριακού, "ΤΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΟΥ ΜΑΓΚΑ"
♪♫ Σπλάχνο λέω τη γκόμενά μου και τη μάνα μου γριά μου
Το παρλάν λέω oμιλώντα, το παλτό Επαμεινώντα
Λέω τον πλούτο μπερεκέτι και την πιάτσα λέω κουρμπέτι
Το απών το λέω ερήμη, τ ακακαΐδι καρντερίμι
Ξέρω κι άλλα αλλά δεν τα σκάω μύτη και πουλεύω σαν σπουργίτι ♪♫
Ο Νίκος Τσιφόρος, στα "Παιδιά της Πιάτσας" (1960), το εξηγεί καλυτερότερα:
«Κάποτε ένας μάγκας χρειάστηκε ένα παλτό να περάσει το χειμώνα. Βρήκε μια χλαίνη που είχε κλέψει ένας φίλος του φαντάρος, που τον λέγαν Επαμεινώντα. Ο μάγκας έβαψε την χλαίνη μπλε για να μη γνωρίζεται, τηνε κόντηνε, γιατί το κοντό παλτό ήτανε τότε μόδα και, μια και του την είχε δώσει ένας Επαμεινώντας, τη βάφτισε «Παμεινώντα». Η λέξη έμεινε στην argot για παλτό / πανωφόρι».
Το τελευταίο διάστημα σημειώνεται ασυνήθιστα έντονη σλανγκική δραστηριότητα στα ΜΜΕς, που οφείλεται κτγμ στην είσοδο του ντελαμαγκέν Μεϊμαράκη στη πρώτη γραμμή της πολιτικής επικαιρότητας. Ωσεκτουτού εμφανίζεται πρώτο τραπέζι κάλτσα, όλη η ετοιμόσλανγκη Ελλαδούλα πού 'βοσκε μέχρι τούδε σε τριτοτέταρτους λειμώνες.
Μέχρι στιγμής ο Μεϊμαράκης έχει πει τον Τσίπρα: ψευτράκο, αλητάκο, πονηρούλη και αυτοφωράκια. Στο ντιμπέιτ θα τον πει κουραμπιέ, μαρίκα, σελέμη, μπανιστηρτζή και κουραδόμαγκα. Και η υψηλού επιπέδου πολιτική αντιπαράθεση θα λήξει την Παρασκευή πριν τις εκλογές με τους χαρακτηρισμούς σορόκα, χαλβά, μπεμπέ, λούγκρα και Παμεινώντα... (matrix24)
Got a better definition? Add it!
Αυτός που είναι κιτς (για την ενδιαφέρουσα ετυμολογία δες εδώ), κιτσάτος, καρακιτσαριό, καρακίτσος, κιτσογκόμενα, σκουπίδω και που σε ορισμένες περιπτώσεις το αναλαμβάνει αυτό ως κάγκουρας και το αισθητικοποιεί. Λ.χ. στα παραδείγματα το βλέπω να αναφέρεται σε ορισμένες περιπτώσεις χαρντ-ροκάδων, σε φουτουριστές ή σε πλουσιέξ. You get the idea, αφήνω να μιλήσουν τα παραδείγματα του γούγλη, που τα βρίσκω αποκαλυπτικά.
Got a better definition? Add it!
Αυτός/ή/ό που κάνει εξυπνάδες, κουταμάρες, παίρνει πρωτοβουλίες και τρώει τα μούτρα του, κάνει ολοένα γκάφες. Θα μπορούσε να είναι συνώνυμο με το παιδί κουμπί.
Μμμ πάλι γελάνε μαζί του... Παιδί τσαμπούνα σου λέω!
Got a better definition? Add it!
Σλανγκιά μουσικής προέλευσης για να δηλώσει μεταφορικά τον άντρα που έχει μεγάλη έκταση όχι στη φωνή αλλά στο μουνί, ήτοι κυνηγάει με επιτυχία και τις χαμηλές ηλικίες (πιπίνια, λολίτες, καυλάκια), αλλά και τις υψηλές (μιλφάρες, μιλφομάνες ή και τζιλφάκια αν είναι κοντρατενόρος). Πρόκειται για έναν άντρα τ. γαμεί ό,τι κινείται: και μανιώδης πιπινοκυνηγός λολιτοφάγος με τις μικρές, και μερακλής στρατηγός Μιλφιάδης με τις μεγάλες. Συχνά, φευ, καταλήγει ως πεθεραστής, δηλαδής κυνηγά barely legal νυμφίδιο με κίνδυνο να κατηγορηθεί ως παιδεραστής, πλην όχι για αυτήν, αλλά για τη φουκαριάρα τη μάνα της, κινούμενος από την ελπήδα της πεθεραστίας.
- Μπέντζαμιν Μπάτον ο Κώστας. Παλιά του άρεσαν οι ώριμες και γοητευτικές αντάρες. Όσο μεγαλώνει, όμως, πάει όλο και πιο χαμηλά στις προτιμήσεις του.
- Δεν αφήνει, όμως, και τις αντάρες.
- Ναι την έχει δει τενορομπάσος κιέτσ'.
- Αφού μπορεί.
Got a better definition? Add it!
Οι διαφορές ή οι κόντρες εις την χιπχοπικήν. Τα ραπερόνια και οι λοουμπαπάδες λύνουν τα μπιφ τους με αμοιβαία χωσίματα φρήσταϊλ ριμών σε κλαμπ, ή με τσο και λο στο πεζοδρόμιο.
Εκ του μελαψοαγγλοσαξονικού beef (διαφωνία, κόντρα), το οποίο έχει αρχαιότερες ρίζες.
1.
κοιταξτε ρε σεις , μου κλεψανε τις ρυμες! θα αρχισει νεο μπιφ στην ελληνικη σκηνη!
2.
«Σε ραπ challenge που απηύθυνε ο Νικήτας Κλιντ στο Γιωργάκη δεν έλαβε καμία απάντηση, ενώ σε προσπάθειες του ιδίου να κλείσει τις συζητήσεις στο Facebook με ένα «έγινε οκ», ο 14χρονος συνέχιζε την κουβέντα. Φαίνεται πως πρέπει να περιμένουμε το αποτέλεσμα της μάχης της Παρασκευής για να λήξει μια για πάντα αυτό το «μπιφ»».
3.
Μογλη τιποτενιε θιφ; ξεκίνησες μπιφ και θα σου κανω τη μαπα πορτατιφ και μετα θα φαω ενα ροζμπιφ απεριτιφ;
Got a better definition? Add it!
Ραπερόνια τση εκ Περάματος ορμώμενης χιπχοπικής φυλής των low bap.
Πρωτοπόροι λοουμπαπάδες οι Active Member, συγκρότημα που ίδρυσε ο εύχοντρος B.D. Foxmoor το 1992 μετά από θεία επιφοίτηση σε συναυλία των Public Enemy.
Σε πείσμα του επικούρειου υπογαστρίου του ιδρυτή τους, πρόκειται για απολλώνια έκφανση της εγχώριας χιπχοπικής σχολής: οι λοουμπαπάδες είναι οργισμένοι μαυροφορεμένοι βαρυψώληδες-σταυροφόροι που τα χώνουν σε κάθε κοινωνική αδικία με πάθος αλλά χωρίς ιδιαίτερο χιούμορ αλλά και σε μεϊνστριμικούς χιπχοπάδες δίκην εναλλακτικίλας. Πέραν των Active Member βλ. και La Bruja Muerta, Umicah, Totem, Βαβυλώνα, Non Grata, Βrigade καθώς και την πα μαλ, πα μαλ Sadahzinia.
Εκτός από ραπ, οι λοουμπαπάδες φέρονται να ασχολούνται και με έτερα εικαστικά (βιβλίο, κινηματογράφο) και ακτιβισμό στην ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη του Περάματος.
Ετυμολογικά, εικάζω ότι το low αναφέρεται στο πιο αργό τους τέμπο (σε σχέση με την χιπχόπ), το δε bap αναφέρεται στην κοιλιά τ. ζυμαρούλη του Foxmoor ή σε ωδή στη βυζόμπα (βλ. εδώ).
1.
- ...ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΑΛΑΚΕΣ..Μ - Α - Λ - Α - Κ - Ε - Σ ΔΕ ΜΑΣ ΦΤΑΝΑΝΕ ΟΙ ΛΟΟΥΜΠΑΠΑΔΕΣ, ΟΙ ΙΛΙ8ΙΕΣ ΑΝΤΙΠΑΛΩΤΙΤΕΣ ΤΟΥ ΣΤΥΛ ΟΠΟΥ ΔΩ ΜΠΛΟΥΖΑ ΦΡΙΣΤΑΙΛ ΑΡΧΙΖΩ ΚΑΙ ΒΑΡΑΩ, ΤΩΡΑ ΘΑΧΟΥΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΚΣΥ ΜΑΣ..
2.
- Λοιπον, οπως εχω ηδη πει, πιστευω οτι ενα σοβαρο πληγμα για την ελληνικη χιπ χοπ σκηνη ηταν (και δυστυχως ειναι) ο διχασμος του κοινου σε «χιπχοπαδες» και «λοουμπαπαδες».
3.
- ….Ο ΔΡΟΜΟΣ ΓΕΜΑΤΟΣ ΜΑΥΡΟΝΤΥΜΕΝΟΣ ΛΟΟΥΜΠΑΠΑΔΕΣ….ΕΒΓΑΛΑ ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΜΙΑ ΑΙΔΩ ΤΟ ΤΕΤΡΑΧΡΟΝΟ ΚΟΥΝΗΤΟ ΜΟΥ ΚΑΙ ΠΗΡΑ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΟ …ΜΟΛΙΣ ΕΙΧΕ ΦΤΑΣΕΙ…ΒΡΕΘΗΚΑΜΕ ΠΗΡΑΜΕ ΑΠΟ ΜΙΑ ΜΠΥΡΑ ΚΑΙ ΤΣΟΥΠ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΣΥΝΑΥΛΙΑΣ….
4.
- ΚΟΙΤΑΞΑ ΓΥΡΩ ΜΟΥ ....Ο ΔΡΟΜΟΣ ΓΕΜΑΤΟΣ ΜΑΥΡΟΝΤΥΜΕΝΟΣ ΛΟΟΥΜΠΑΠΑΔΕΣ.
Got a better definition? Add it!