Further tags

Ο κλαράς, δηλαδή ο ανώτερος αξιωματικός των Ενόπλων Δυνάμεων, που φέρει κλάρα, ήτοι μια μικρή ασημένια ή χρυσή βέργα, με σχήμα κλαδιού, στο γείσο του πηληκίου του, ονομάζεται σκωπτικώς και κλάραμπελ, όπως η Clarabelle Cow, η ηρωίδα των μικυμάου πού 'ναι γυναίκα του Ορατίου και περιστασιακά γκομενίζει με τον γκούφη. Η έκφραση παίζει σταντέ στο Πολεμικό Ναυτικό.

Πάσα: Χότζας.

  1. Προσέξτε στραβάδια, σκάει κλάραμπελ!

  2. Α.Φ.Ε. (Αξιωματικός Φυλακής Επιτελείου, συνήθως κλάραμπελ). (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φαντάρος που υπηρετεί στο Πολεμικό Ναυτικό, θυμίζοντας την Αλίκη Βουγιουκλάκη στην ταινία Η Αλίκη στο Ναυτικό. Το υπονοούμενο είναι ότι ο υπηρετών στο Ναυτικό είναι φλώρος και βυσματίας. Προσφάτως παίζει και για τον Αδώνιδα Γεωργιάδην άκα μπουμπούκο που έγινε Υφυπουργός Ναυτιλείας.

Πάσα: Χότζας.

Τελικά υπηρέτησε αλίκη το βύσμα!

(από Khan, 31/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο στρατιωτικό ιδίωμα, ο ανθυπασπιστής λέγεται συχνότατα ανθύπας (με σλανγκική αποκοπή). Από εκεί, με μια ηχηροποίηση του θήτα γίνεται αντύπας, ώστε να θυμίζει τον ομώνυμο λαϊκό τραγουδιστή. (Ή, αναλόγως με τα προσωπικά γούστα, και τον ήρωα Διγενή Αντύπα του Χάρρυ Κλυνν που έμεινε διάσημος για την ατάκα ημίθεος και βάλε, ή τον Αντύπα που χαιρέτησε ο Σαββόπουλος αφήνοντας πίσω του μια τρύπα).

Πάσα: Χότζας.

  1. - Μας έχει τύχει ένας αντύπας πολύ στριμένος! Μες στη γκρίνια όλη μέρα!

  2. - Άσ' τα, είχε κέφια πρωϊνιάτικα ο αντύπας και μας τραγούδησε...

(από Khan, 02/02/12)(από Khan, 19/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίθετο που χρησιμοποιείται πολύ στον στρατό. Σημαίνει μία μονάδα, ή λόχο, ή ειδικότητα, ή υπηρεσία (ή ό,τι) που είναι άνετη, χαλαρή, προνομιακή, και ωσεκτουτού επιφυλάσσεται για βύσματα, γι' αυτούς που έχουν τα μέσα, για να περάσουν καλά στη θητεία τους .

Δευτερευόντως, χαρακτηρίζει και τον φαντάρο που είναι βύσμα και έχει κονεδιαστεί με βυσματάρχες. Ενώ από τον στρατό περνάει και στην συνολική οικονομία, οπότε χαρακτηρίζει επαγγελματικές και κοινωνικές καταστάσεις, όπου δεν επικρατεί αξιοκρατία, αλλά οικογενειοκρατεία, πελατειοκρατία και νεποτισμός και όπου οι θέσεις καταλαμβάνονται από αλεξιπτωτιστές, ή και τους ευνοούμενους από αυτήν την παθολογία.

Τέλος, το έχω ακούσει και με την σημασία του πολύ ωραίου, του σένιου, του ανφάν γκατέ, στη λογική ότι φανταζόμαστε πως για να είναι τόσο ωραίο σημαίνει ότι στο Ελλαδιστάν μόνο λίγοι βυσματωμένοι προνομιούχοι θα μπορούν να το απολαύσουν.

  1. Ο Λόχος ο καλός, ο βυσματικός, το ξενοδοχείο (Lohotel). Εκεί που οι τουαλέτες τρίζουν από καθαριότητα, εκεί που το ζεστό νερό ρέει άφθονο. Ο Λόχος που όλοι φθονούν, αποστρέφονται και στραβοκοιτάζουν στην αναφορά Τάγματος, κυρίως επειδή δεν κατάφεραν να γίνουν μέλη αυτής της μεγάλης οικογένειας. (Εδώ).

  2. Το μηχανικό έχει αποκτήσει την φήμη του «βυσματικού», με άλλα λόγια έχει περάσει η πεποίθηση στον κόσμο ότι άπαξ και μπεις μηχανικό θα είσαι πιο χαλαρά και δεν θα ζοριστείς ιδιαίτερα. But ALAS my friends!!! Η εν λόγω φήμη μικρή σχέση έχει με την πραγματικότητα! [...] 3ος λόχος ο βυσματικός, οι ανθυπολοχαγοί τα έχουν όλα γραμμένα στην καραπουτσακλάρα τους, είναι χαλαροί(αρκεί να μην είστε προκλητικοί και να μην δημιουργείτε προβλήματα) και πάνω απ’ όλα είναι πιο ανθρώπινοι. (Εδώ).

  3. Ο καλός βυσματικός μαύρος θα πρέπει να θέσει σαν στόχο να πάρει την καλύτερη ειδικότητα, να κάτσει όσο περισσότερο μπορεί στο ΚΕΤΘ (μέχρι 2 μήνες αντε 2μιση) διοτι τελευταίοι μένουν οι ΟΔΜΑ και παίζει εμπλοκή. Στην συνέχεια μια καλή μετάθεση στις λιγοστές βυσματικές ΕΜΑ ή ΕΑΡΜΕΘ, και τέλος αν δεν το επιτρέπουν τα μόρια, βυσματική μετάθεση στο ΚΕΤΘ σαν οργανικός (οργανικός = τέλος θητείας)!!! (Εδώ).

  4. Γραπτός διαγωνισμός πέρα των πανελληνίων και του ΑΣΕΠ είναι βυσματικός. (Εδώ).

  5. Εχεις ηδη ετοιμη καμια δουλεια του μπαμπα-θειου-γειτονα. Εισαι βυσματικος σε κανα μαγαζακι τεχνικος ή πωλητης και εισαι ευτιχισμενος. (Εδώ).

  6. - Γιατρέ μου θα σε πάω σ' ένα πολύ καλό κλαμπάκι με θέα σ' όλο τον κόλπο της Καλαμάτας.

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Στην φανταροσλάνγκ, βυσματίας καλείται ο στρατιώτης ή και βαθμοφόρος που τυγχάνει προνομιακής μεταχείρισης λόγω γνωριμίας, συγγένειας κλπ συναφή με το βύσμα, το οποίο και φροντίζει έτσι ώστε η άχρηστη αυτή περίοδος στην ζωή του αντρός να περάσει όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα και χαλαρά γίνεται, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι για να δροσίζεται ο κανακάρης άλλοι τρώνε τα αγγούρια.

Άλλοι ίσως να σπεύσουν να δικαιολογήσουν τους βυσματίες, ισχυριζόμενοι ότι δεν φταίνε οι ίδιοι γιατί δεν είναι παρά άρρωστοι που πάσχουν από την σπάνια νόσο της βυσματίωσης. Η σπανιότητα της νόσου έγκειται στ' ότι αυτή προσβάλλει τους ασθενείς αυστηρά επιλεκτικά, ενίοτε δε και με σειρά προτεραιότητας.

  1. Ο βυσματίας διατηρεί την ίδια ακριβώς σημασία και στην εκτός στρατού σλανγκ, μόνο που εκεί η αδικία είναι μεγαλύτερη και χειρότερη.

Συνώνυμα: βύσμα, βυσματικός, bluetooth κ.α. Με μικρότερη (ενδεχομένως) συχνότητα, υφίσταται και ως πολύμπριζο.

Αναρτηθέν εις Δ.Π. υπό Khan.

  1. Φιλαράκι βυσματίας αεροπόρος που κάνει τις διακοπές του εεε το φανταρικό του εννοώ στο μακρινό ..Ζούμπερι,ειδοποιήθηκε ότι φεύγει άρον άρον με απόσπαση στη Χαλκίδα Χωρίς περαιτέρω λεπτομέρειες (ήταν εκτός στρατοπέδου όταν τον ειδοποίησαν) Ξέρουμε πιθανά στρατόπεδα της αεροπορίας στη Χαλκίδα όπως και γιατί πάει εκεί;(υποτίθεται έχει αρκετό βύσμα για να έμενε Ζούμπερι.) (Από εδώ)

Τα πολιτικά γραφεία έστησαν «ανοιχτή» γραμμή με το Πεντάγωνο, η στρατιωτική ηγεσία ανέλαβε να υλοποιήσει τις πολιτικές διευθετήσεις, οι σχετικές λίστες «ημετέρων» πηγαινοερχόντουσαν, ο φαντάρος περίμενε το τηλέφωνο του διοικητή να χτυπήσει και να τον καλέσει, ενώ οι κυβερνήσεις «έπαιζαν» προεκλογικά παιχνιδάκια με τη μείωση της θητείας.
Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν ο «βυσματίας», εάν τελικά «αναγκαζόταν» να υπηρετήσει, να περνά πράγματι «ζάχαρη», ενώ, όσοι δεν είχαν «μπάρμπα στην Κορώνη», σήκωναν το βάρος των υπηρεσιών επιβεβαιώνοντας τις σχετικές «best seller» ανάγλυφες εκφράσεις στις σκοπιές. (Από εδώ)

  1. Η πρόσληψη θα γινόταν μέσω ΑΣΕΠ.Στις προϋποθέσεις (προσόντα), ανάμεσα στα άλλα, ζητούσαν και 7 (επτά) χρόνια προϋπηρεσία στην ίδια θέση!!!! Σκέφτηκα πώς διάβολο μπορούσε να είχε κανείς αυτό το προσόν. Η απάντηση ήταν προφανής. Το προσόν το διέθετε ΜΟΝΟ αυτός που ήδη υπηρετούσε εκεί, με σύμβαση ορισμένου χρόνου, η οποία συνεχώς ανανεωνόταν. Όταν λοιπόν μάζεψε ο κύριος βυσματίας αρκετή προϋπηρεσία, την οποία ΑΠΟΚΛΕΙΟΤΑΝ να είχε μαζέψει οποιοσδήποτε άλλος παγκοσμίως, το διεφθαρμένο ελληνικό δημόσιο προκήρυξε τη μόνιμη θέση. Και φυσικά την πήρε ο βυσματίας. Ο οποίος, αν ρωτηθεί τώρα, θα πει ότι «προσλήφθηκα μέσω ΑΣΕΠ». (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για γαλλικό τύπο πολεμικού αεροσκάφους, αλλά αναφέρεται στην καθημερινότητα σαν τα σημαντικά πρόσωπα (βεντέτες) μιας ομάδας, μιας παρέας κτλ. Ο ορισμός αποδίδεται στο Γιώργο Τράγκα.

Τράγκας: Τα ραφάλ του σταθμού μας Ο Νίκος Χατζηνικολαόυ και η Κάτια Μακρή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προφανούς ετυμολογίας λαϊκό λογοπαίγνιο στα χρόνια της (τότε στρατιωτικής) γερμανικής κατοχής 1941-1944, με το οποίο περιγράφονταν απαξιωτικά οι ταγματασφαλίτες, δλδ οι άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας.

Επρόκειτο για ένοπλα σώματα δωσιλόγων που συγκροτήθηκαν το 1943 από τον δοτό πρωθυπουργό Ιωάννη Ράλλη (πατέρα κατοπινού πρωθυπουργού), και που έφεραν την επίσημη ονομασία Τάγματα Ευζώνων. Από το επώνυμο του ιδρυτή τους, τα μέλη των Τ.Α. ονομάστηκαν και Ράλληδες.

Οι εξοπλισμένοι από τους Γερμανούς ταγματαλήτες φορούσαν ευζωνική στολή, και ωσεκτουτού ονομάστηκαν από τον λαό γερμανοντυμένοι ή γερμανοτσολιάδες (ένας ενδιαφέρων συνειρμός είναι ότι η λέξη τσολιάς προέρχεται από το τσόλι = κουρέλι / χυδαίο άτομο χαμηλού επιπέδου, το οποίο στα γερμανικά μεταφράζεται lumpen). Σήμερα η λέξη επιζεί ως β' συνθετικό στον όρο αμερικανοτσολιάς. Βλ. το νέτι, καθώς και τα Άπαντα Δημητρίου Πανούση, αοιδού/διασκεδαστού.

Η Λαϊκή Μούσα περιποιήθηκε δεόντως αυτά τα λουλούδια, τα οποία προέβαιναν σε παντοειδείς ωμότητες κατά του λαού και των αγωνιστών της Αντίστασης και τα οποία είχαν δώσει όρκο υπακοής (jawohl) στον Γερμανό Καγκελάριο και τους επιτελείς του:

Εν-δυό, εν-δυό, φουστανέλα, τσαρούχ' φούντα, φέσ'
εφτούνα τα ρούχα με καίνε, κι αδίκως μου τα 'χουν φορέσ'
Άϊν-τσβάι, άϊν-τσβάι, τσολιά να με λεν δε μ' αρέσ'
εγώ Γερμανός είμαι τώρα, καμάρ' των ταγμάτων Ες-Ες.
Εγώ ειμ' εγώ, και δεν αργώ
Ρωμιούς να σφάξω μάνι-μάνι
με λεν λεφούσ', και στο γιουρούσ'
τρεις τραυματίες έχω ξεκάνει.

Εννοείται ότι υπήρχε έντονη ώσμωση μεταξύ των ταγματαλητών και των μελών άλλων δωσιλογικών οργανώσεων όπως η «Χ» (καμαρώστε τους) ή οι μπουραντάδες (στελέχη του Μηχανοκίνητου της Αστυνομίας Πόλεων, από το επώνυμο του διοικητή τους).

Οι -πάμπολλοι- ταγματαλήτες που δεν πέρασαν από λαϊκή/αντάρτικη αξιολόγηση μετά την αποχώρηση των Γερμανών, αξιοποιήθηκαν καταλλήλως από τους ενσκήψαντες Άγγλους, ενώ πολλοί εξ αυτών έκαναν καριέρα είτε στον τότε αναπτυσσόμενο τομέα του τουρισμού εξυπηρετώντας παραθεριστές σε θέρετρα του Αιγαίου , είτε στον επανασυσταθέντα Ελληνικό Στρατό (πρόχειρο παράδειγμα ο τρισμέγιστος αστήρ της Εθνοσωτηρίου, Γεώργιος Παπαδόπουλος και άλλα κατοικίδια-φύλακες).

Μετά την συνταξιοδότηση των τελευταίων, πολλοί απόγονοι επιφανών ταγματαλητών σταδιοδρόμησαν επαγγελματικώς με μεγάλη επιτυχία.

Ο όρος «ταγματασφαλίτης» γνώρισε μέρες δόξας στα φοιτητικά αμφιθέατρα του '70-'80, χαρακτηρίζοντας, για μυστηριώδεις λόγους,μέλη συγκεκριμένης πολιτικής παράταξης, η οποία εν τούτοις, όταν οι αυθεντικοί ταγματαλήτες μετείχαν στο πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας, βρισκόταν στο αντίπαλο στρατόπεδο.

Το αρχαιοπρεπές έτυμο «αλήτης» (αρχική σημασία: περιπλανώμενος) χρησιμοποιείται σήμερα για να περιγράψει κρατικούς υπαλλήλους που περιφέρονται ασκόπως σε διαδηλώσεις είτε με φόρμα εργασίας, είτε με πολιτική περιβολή. Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, μεγάλο ποσοστό των εν λόγω υπαλλήλων φέρεται να διατηρεί στενές σχέσεις με ονειροπόλους νοσταλγούς της δράσης των λημματογραφούμενων ευζώνων. Πιθανότατα πρόκειται για παντελώς αδικαιολόγητη, αήθη και συκοφαντική επίθεση.

Αυτά λεξικογραφικώς, ήτοι συνοπτικώς και με απόλυτη ψυχραιμία.

Πάσα του Khan (ΔΠ) μετά από σέντρα του Vrastaman.

Είμαι του ΕΛΑΣ αντάρτης και στα όρη κατοικώ
και για την ελευτεριά μας και τον θάνατο αψηφώ

Το ντουφέκι μου στον ώμο, το σπαθί μου στο πλευρό
απ' τα όρη κατεβαίνω, τους φασίστες κυνηγώ

Δεν φοβάμαι την κρεμάλα, δεν φοβάμαι το σκοινί
και στο πέρασμά μου τρέμουν Ράλληδες και Γερμανοί

Ράλληδες ταγματαλήτες, μπουραντάδες, Γερμανοί ( ή «και της Χ»)
τα κεφάλια σας θα πέσουν απ' τ' αντάρτικο σπαθί.

Μάνα μου γλυκιά μου Ελλάδα ο αντάρτης του ΕΛΑΣ
θα σ' ανάψει τη λαμπάδα της τιμής, της λευτεριάς.

«Κνίτες, αλήτες, ταγματασφαλίτες». Καταγεγραμμένο στο πόνημα του Φιλ. Φ. Φιλίππου «Οι Κνίτες», εκδ. Πυξίδα, 1983.

«Αλήτες είναι τα ΜΑΤ κι οι ασφαλίτες». Από τους δρόμους της Αθήνας.

[...]στο βιβλίο του «Ο Αγών μου», αναφερόμενος στον τρόπο που σκεφτόταν να επιβάλλει την κυριαρχία του στις κατεχόμενες χώρες, γράφει: «[...]ο νικητής, αν είναι έξυπνος, θα εμπιστευτεί σε πρόσωπα της εθνικότητας του ηττημένου λαού, που δεν έχουν ούτε χαρακτήρα, ούτε τιμή, τον ρόλο του δεσμοφύλακα, διότι γνωρίζει οτι τα πρόσωπα αυτά θα τον βοηθήσουν στο έργο της ολοκληρωτικής υποδούλωσης των συμπατριωτών τους κατά ένα τρόπο πολύ σκληρότερο και πιό ανοικτίρμονα, από εκείνον που θα μεταχειρίζονταν ένα οποιοδήποτε ξένο κτήνος [...]»

(Ν. Καρκάνη «Οι δοσίλογοι της Κατοχής», εκδ. Σύγχρονη Εποχή)

Η φράση που ακολουθεί μάλλον δεν έχει θέση σε ένα επιστημονικό σύγγραμμα όπως το σλανγκρ, εφόσον δεν υποστηρίζεται από συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία. Την απηύθυνε, με αυτάρεσκο ύφος, δημόσιος υπάλληλος σε συναδέλφους του, εν ώρα υπηρεσίας στο κέντρο της Αθήνας, και την μετέφερε στον λημματογράφο αυτήκοος μάρτυρας της απολύτου εμπιστοσύνης του. Η φράση καταγράφεται για το γαμώτο και για να επισημανθεί η ιστορική συνέχεια κάποιων καταστάσεων.

«Χα-χα, είμαστε Βέρμαχτ ρε μαλάκες !».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη αποτελούμενη από τα εξής δύο συνθετικά:

  • Βρόμο- (βρομερός),
  • Νουμπάς (εκ του αγγλικού newbie που σημαίνει νέος σε κάτι).

Χρησιμοποείται ως επί το πλείστον κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής μας θητείας για να μας χαρακτηρίσει ως νέους στο στράτευμα ή για να χαρακτηρίσουμε εμείς τους νεότερους από εμάς.

Συνώνυμα: ποντίκι, λαδοπόντικας, νιάτο, νεοκλής, Στραβόγιαννος, κωλόψαρο, σκουίζ, ψαροκασέλα, στραβάδι, γκαβάδι, γκάβακας, γκάου-μπίου, νιάτο, νέοπας / νέωψ, ποντικαράς και πολλά άλλα.

- Βρομόνουμπο κάτσε καλά γιατί θα πήξει το είναι σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρατσούκλι που δόθηκε από τον ελληνικό λαό στους εν υπηρεσία περιπολούντες γερμανούς στρατιώτες της Κομμαντατούρ (δλδ του κατά τόπους Φρουραρχείου / Διοικητηρίου) στη διάρκεια της Κατοχής. Το προσωνύμιο προέκυψε από το μεσαιωνικής προέλευσης μεταλλικό διακριτικό (ringkragen), του οποίου το σχήμα θύμιζε αλογίσιο πέταλο και το οποίο έφεραν τα εν λόγω κτήνη στο στήθος (βλ. σχετικά και Η. Πετρόπουλου Η τραγιάσκα, εκδ. Πατάκη).

Εδώ πληροφορούμαστε ότι υπήρξαν και ελληνικής κατασκευής και προελεύσεως πεταλάδες, εποχιακοί βοηθοί σερίφη στο Φαρ Ουέστ ένα πράμα (Ψέματα! Αυτά τα ένδοξα χώματα δεν έχουν βγάλει ούτε Εφιάλτες, ούτε γραικύλους, ούτε νενέκους, ούτε Ράλληδες).

Υπήρχαν διαφόρων ειδών πέταλα, αναλόγως της μονάδας / υπηρεσίας στην οποία ανήκε το πεταλωμένο γομάρι. Εννοείται ότι τους πεταλάδες της Feldgendarmerie (δλδ της Στρατονομίας) τους αντιμετώπιζαν με φόβο, μίσος και απέχθεια και οι ίδιοι οι γερμανοί στρατιώτες, γεγονός που δεν βλέπω γιατί θα έπρεπε να μας αφορά.

  1. Μεσημεράκι λοιπόν, μπαίνω μέσα [...] Στο βάθος είναι αραγμένος ένας «πεταλάς» [...] μού την είχε στημένη [...] Με πιάνει, που λες απ' το σβέρκο με το 'να χέρι [...] ήταν ένα τέρας, κοντά δυό μέτρα, με χερούκλα σα φουρνόφκιαρο [...] και μ' αμολάει στην παγωμένη θάλασσα [...] μόλις φτάνω στη σκάλα και βγαίνω, με ξαναπετάει μέσα.

(Χρ. Μίσσιος ...Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς, εκδ. Γράμματα).

  1. [...] κρίμα για την αργεντινή αλλά η ιταλία θα τους περιποιηθεί τους πεταλάδες γαμώ τα Ες Ες [...]

(Από ιντερνετικό ποδοσφαιρικό φόρουμ).

  1. Το πυροβολικό και οι βαρείς όλμοι των Ρώσων έβαλλαν ήδη κατά του διαδρόμου απογείωσης. Καθώς ο Behr έτρεχε προς το Heinkel III, το οποίο φορτωνόταν με τραυματίες, η Feldgendarmerie, οπλισμένη με αυτόματα, χρειάστηκε να συγκρατήσει εκατοντάδες στρατιώτες που άρχισαν επίσης να τρέχουν, ή ακόμα και να σέρνονται, προς το αεροσκάφος.

(Antony Beevor Στάλινγκραντ, εκδ. Γκοβόστη).

(Νταξναούμ, αυτό το τελευταίο δεν είναι και απολύτως σχετικό, αλλά το έβαλα μόνο και μόνο επειδή βρήκα πολύ ωραία την εικόνα της Βέρμαχτ με τα βρακιά χεσμένα. Το γράφο γιά να το εφχαριστηθό, που έλεγε κι ο Μποστ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αστυνομικός, ο μπάτσος, με την κατάληξη -μαν. Λέγεται και μπάτσμαν.

  1. Χα χα.. Φαντασου το.. Να με τσακωσουν ενω τις κοβω.. Θα ρωτησει ο μπατσερμαν, τι κανεις εκει ρε!! Κ θα πω: ενυσχητη θειο!!! Θα τον πεθανω!! (Εδώ).

  2. Ερχομαι κουτελο μ ενα πραπρίλια πήγαδο
    με κοιταει ο μπατσερμαν μου λεει ΚΑΛΑ ΠΟΥ ΠΑΣ;
    ΕΓΩ ΠΟΥ ΠΑΩ; ΕΣΥ ΠΟΥ ΠΑΣ! ΠΕΡΑΣΕΣ ΜΕ ΚΟΚΚΙΝΟ μου λεει
    ΓΙΑΤΙ ΕΣΥ ΜΕ ΤΙ ΠΕΡΑΣΕΣ, ΜΕ ΣΩΜΟΝ; ΚΑΙ ΚΟΒΕΙΣ ΚΑΙ ΤΗ ΛΟΥΡΙΔΑ ΚΙ ΑΝΕΒΑΙΝΕΙΣ ΚΑΙ ΠΕΖΟΔΡΟΜΙΟ ΓΙΑΤΙ; ΣΕ ΚΑΤΑΔΙΩΞΗ ΕΙΣΑΙ; ΟΤΙ ΝΑ ΝΑΙ ΕΤΣΙ;
    ΑΕ ΡΕ ο ενας
    ΑΕ ΡΕ ο αλλος
    φυγαμε.
    Απο τοτε με κοιταει οποτε κουτελωσουμε αλλα δε μου μιλαει, κοιταει απ την αλλη. Ειναι καλο να κανεις γνωριμιες τετοιες, χρειαζονται. Ετσι και με παρει ποτε απο πισω την εχω στημενη. Παλιο καλο κολπο για να μαθαινετε. Γκαζιδι του κερατα και καπακι καρφωμα τα φρενα. Ετσι ειχα ριξει εναν με 750 με ΧΤ350. Δε σε ειδα φιλαρακι, μετα καταλαβα οτι ελεγες εμενα και φρεναρα, τι να κανω; (Εδώ).

  3. Οι μπάτσερμαν θυμίζουν άλλες εποχές. (Εδώ).

ρηχάινεν μπήτεν (από MXΣ, 07/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published