Further tags

Όπως γνωρίζουμε, οι Άγιοι Τόποι υπήρξαν θέατρο σφοδρών συγκρούσεων ήδη από την εποχή των Σταυροφοριών. Η θρησκευτική διάσταση της συγκεκριμένης περιοχής, δηλ. της Παλαιστίνης, είναι υψίστου σημασίας για τις μονοθεϊστικές θρησκείες: Ιουδαϊσμός, Ισλάμ, άπαντες Χριστιανοί, όλοι διεκδικούν την ιερότητα του τόπου.

Στη νεοελληνική πραγματικότητα βέβαια, ο όρος έχει μία ενδιαφέρουσα αμφισημία: πέραν της κλασικής προαναφερθείσας σημασίας, αναφέρεται και στην περιοχή του Πύργου Ηλείας, στο άκουσμα της οποίας αρκετοί συμπατριώτες μας κάνουν το σταυρό τους, υπονοώντας «Θεός φυλάξοι», σε αντίθεση με του προσκυνητές των Αγίων Τόπων, οι οποίοι κάνουν το σταυρό τους λόγω της ιερότητας του χώρου.

Η φήμη των Πυργιωτών και Αμαλιαδαίων ανά το Πανελλήνιο είναι αρνητική και παραπέμπει σε εξ ίσου αρνητικά στερεότυπα, γεγονός άδικο αφού η μπάλα παίρνει τους πάντες, είτε είναι καλοί είτε όχι. Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε έναν ιδιότυπο ρατσισμό, αφού χαρακτηρίζουμε κάποιον απλώς και μόνο από τον τόπο καταγωγής του.

  1. Αναφορά σε διαδικτυακό blog:

Σύμφωνα με τον έγκυρο ταξιδιωτικό οδηγό lonely planet, ο Πύργος Ηλείας είναι ευρύτερα γνωστός με το τοπωνύμιο, «Άγιοι Τόποι».
Ο λόγος;
Όποιος περνάει από εκεί κάνει το σταυρό του.

  1. Ανέκδοτα από ομάδα στο facebook:
    ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΓΙΑ ΠΥΡΓΙΩΤΕΣ:

Τι κάνει ένας Καλαματιανός στα Ζωνιανά; ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ
Κι ένας Πυργιώτης; Master
Είναι μέσα σε ένα αυτοκίνητο ένας Πυργιώτης και ένας Καλαματιανός ποιός οδηγεί; - Η ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ!

ΚΑΤΟΙΚΟΥΜΕ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΤΟΠΟΥΣ--- ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΛΕΜΕ ΠΩΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΥΡΓΟ... ΚΑΝΟΥΝ ΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΤΟΥΣ...

Γιατί οι Πυργιώτες, οδηγούν αυτοκίνητα με μικρά τιμόνια;
Για να μπορούν να οδηγούν με χειροπέδες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χώρα των Αλαμπουρνέζων, των οποίων η μητρική γλώσσα είναι τα αλαμπουρνέζικα.

Πάει ένας Έλληνας στη Σαουδική Αραβία. Ακούει:
-Αλ χαμπίμπ αχλάντ μπαλ αχαμπντι νουαντιν αμπντελ αμπου γκιρχιμ νταμντιζ νουχντι.
-What;
-Αλαμπαχλα ναχρι νταμαχαμπα ουλου χαμπαλι νταμντι χαμντι.
-What;
-Τζεμπ αμντιμ νταμπαρα μπιρντι αμαχντα νταλα χουαμπα αζαμ αμντι.
-Αμάν ρε φίλε. Απ' την Αλαμπούρνα σε φέρανε ή είσαι συγγενής του Παυλόπουλου;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είθισται να λέμε ότι κάποιος ή κάτι είναι αμφιβόλου ποιότητας, χαρακτήρα, προέλευσης κλπ. Για συντομία και από μαγκιά όμως, λέμε «αμφιβόλου» σκέτο, πράγμα που καθιστά την έκφραση ειρωνικότερη.

  1. - Έχεις φάει ποτέ σουβλάκι από κει;
    - Μπα, μου κάνει λίγο αμφιβόλου...

  2. - Γαμώ του άντρες ο Λεфτέρης.
    - Μμ, τον κόβω για αμφιβόλου...

  3. Τι είναι όλ' αυτά; Πάλι σήκωσες το ντέλι της γειτονιάς; Σου έχω πει εξακόσιες φορές ότι είναι αμφιβόλου αυτά που πουλάει!

Η Αγγελική Αμφιβόλου-Αβυσσαλέου (από Vrastaman, 30/11/10)

βλ. και γενική αντί ονομαστικής

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέρος όπου βρίσκεις μόνο άντρες, όχι γκέι όμως, από τους άλλους. Μπακουρότοπος, αρχιδόκαμπος.

Ρε Λουκία, δεμπάει άλλο η αγαμία, πάμε να τημπέσουμε σε καναρχιδάλωνο να ψωνιστούμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για αυτολεξεί μετάφραση από τα ελληνικά στα αγγλικά του ονόματος του χωριού «Μεγάλη Παναγία» της Χαλκιδικής. Στην ίδια συστάδα χωριών (γνωστά και ως «Μαντεμοχώρια» λόγω των μεταλλείων που υπάρχουν στη Β.Δ. Χαλκιδική από αρχαιοτάτων χρόνων), περιλαμβάνονται και τα:

  • Army Camp (Στρατώνι)
  • Lamb Town (Αρναία)
  • Old Village (Παλαιοχώρι)

    Άλλα χωριά και πολιτείες της Χαλκιδικής, είναι τα:

  • Sky Town (Ουρανούπολη)

  • New Roses (Νέα Ρόδα)
  • Boiled (Βραστά ή Βράσταμα)
  • Fig Τree (Συκιά)
  • Cell (Κελλί)
  • Old Fort (Παλαιόκαστρο)
  • Painter's (Ζωγράφου)
  • Port Deaf (Πόρτο Κουφό)
  • Many Years (Πολύχρονο)
  • Νο Plants (Άφυτος)
  • Pine Tree Village (Πευκοχώρι)
  • Βurnt Land (Καψόχωρα)
  • Ρerforated (Tρυπητή)
  • Transformation (Μεταμόρφωση)
  • Multi Turns (Πολύγυρος)

- Συγγ-νώμην, για να πάω Sky Town από Multi Turns, πρέπει να περάσω μέσα από Big Madonna;
- Αμέ, τί νόμιζες;
- Μα, δεν έχει ολοκληρωθεί ο νέος δρόμος;
- Νέος δρόμος παλιά! Ξεχασέ τον, θα πας από Big Madonna και δεν σε χαλάει καθόλου!

skewer therapy at St. Paul\'s!!! (από HODJAS, 31/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η ψωροκώσταινα, το χάλι στο οποίο ζούμε. Περιφρονητική και απαξιωτική έκφραση για την κάθε τσαρουχοφέρουσα ψευτο-κυριλέ χώρα που το παίζει μούρη.

  2. Η μπανανία, η χώρα καρπαζοεισπράκτορας.

( Δυστυχώς έχω το κοπιράιτ της έκφρασης )

- Άσε ρε με τα βλαχοδουκάτα των Βαλκανίων...

Άμα η μπάλα παιζόταν με τέτοια, θα είχαμε πάρει και το μουντιάλ (από Marco De Sade, 16/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι σχολές των ηλιθίων και φλώρων στην Αγγλία και στην Αμερική, οπού καταλήγουν οι παρακάτω κατηγορίες ανθρώπων (;;):

  1. φλώροι με λεφτά
  2. φλώροι και ηλίθιοι με λεφτά
  3. ηλίθιοι του τει αφισσοκόλησης-αφισσορύπανσης με λεφτά
  4. φυτά με λεφτά

όλοι οι παραπάνω προορίζονται και για πρωθυπουργοί τουλάχιστον.

Η βοϊδοσχολή του LSE

(Γιώργος Τράγκας)

(από daisy_mantroskylos, 17/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς η Βωβούπολη, δηλαδή το τμήμα του Αμαρουσίου κοντά στην λεωφόρο Κηφισίας που είναι γεμάτο με κτήρια που κατασκεύασε ο Μπάμπης Βωβός, ή άλλη περιοχή με κτήρια του ίδιου κατασκευαστή, λ.χ. ο Βοτανικός (που δεν έχει όμως ολοκληρωθεί), η γενικά η Αθήνα ως ένας τριτοκοσμικός τόπος, όπου οι εκσυγχρονιστικές λύσεις τ. Ελλαδέξ θεωρείται ότι δεν έχουν και την καλύτερη πχοιότητα. Εξ ου και το β΄ συστατικό -στάν, που παραπέμπει σε υπανάπτυκτο κράτος που μάταια προσπαθεί να ακολουθήσει δυτικά πρότυπα, συχνά με τραγελαφικά αποτελέσματα.

Περισσότερα για το Βωβοκιστάν-Βωβούπολη στον ορισμό του Πάτση.

  1. επιμενω αστροπελεκι, τι δουλεια κανεις; αν θες βεβαια μου λες την αληθεια, διαφορετικά μπορείς να γραψεις: «αστροναυτης σε τροχια γυρω από το Βωβοκισταν» (Εδώ).

  2. Ο εμπνευστής και δημιουργός της «Βωβούπολης» ή «Βωβοκιστάν», του «μαρουσιώτικου Μανχάταν» με τους ενεργειοβόρους γυάλινους πύργους και τις εκνευριστικές, θηριώδεις, προκλητικές επιγραφές με το όνομα του: babis vovos. Ένας επαρχιώτης από τα Φιλιατρά, οπλισμένος μόνο με ένα πτυχίο πολιτικού μηχανικού, θράσος και οράματα από ταξίδια στο Μανχάταν. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα περίφημα κτήματα, όπου τελούνται γαμήλιες δεξιώσεις. Η μόδα ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του ενενήντα, και μάλιστα, προ της απαγόρευσης της Αγίας και Μόνης Ορθοδόξου Εκκλησίας, τελούνταν ακόμα και το μέγα μυστήριο στα περί ου ο λόγος κτήματα, σε κάτι μικρά παρεκκλήσια.

Αρχηγός των γαμοχώραφων, και δημιουργός της μόδας, το κτήμα Νάσιουτζικ, κάπου στα Μεσόγεια. Η μόδα εξαπλώθηκε βέβαια σε όλη την Ελλάδα, και όπου πας, ακούς βαρύγδουπα ονόματα κτημάτων. Τα πιο πολλά από αυτά ήταν οικείες πλουσίων που βάρεσαν φαλημέντο, και πούλησαν τα estate τους σε φιλόδοξους γαμοεπιχειρηματίες, ή χωράφια που απλά έχεζαν γαδάροι, μέχρι να χτυπήσει το επιχειρηματικό δαιμόνιο τον ιδιοκτήτη τους..

Η λέξη προφ έρχεται από το γάμος+χωράφι. Διότι, τη λέξη «estate» την μάθαμε το ογδόντα από τους πιατάδες, και η λέξη κτήμα, μέχρι πρότινος σήμαινε, ουσιαστικά χωράφι, όπου οι κολίγοι ίδρωναν για να πλουτίζει ο τσιφλικάς (ναι, πέρασα κι εγώ από την ΚΝΕ).

Άρα, αν δεν είσαι ξενομανής, το λες γαμοχώραφο. Punto e basta....

- Πήρες το προσκλητήριο του Μάκη;
- Όχι ακόμα. Θα 'χει και φαγητό;
- Ναι, θα ακολουθήσει γλέντι στο «Κτήμα Ανθισμένο Πίτουρο»
- Μπααα, καινούριο γαμοχώραφο είναι αυτό;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μουνότοπος (καφετέρια, μπαρ, κτλ ή γενικώς μια ευρύτερη περιοχή / γειτονιά) όπου συνηθίζεται ή αναμένεται να παρευρίσκονται γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας (μιλφ και τζιλφ).

Ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από το «γήρας» με την κατάληξη «-άδικο»που υποδηλώνει χώρο (όπως στριπτιτζάδικο, σκυλάδικο, τρελάδικο), σχηματίζοντας ταυτόχρονα λογοπαίγνιο με τη λέξη «γυράδικο».

Χρησιμοποιείται ιδανικά μαζί με τον όρο μιλφέιγ ώστε να παραπλανήσει ακουστικά τους αμύητους (βλέπε παράδειγμα).

- Πάμε να φύγουμε από εδώ, βαρέθηκα τα παστάκια.
- Καλά ρε, και πού θες να πάμε;
- Πάμε για μιλφέιγ σε εκείνο το γηράδικο κοντά στο σπίτι μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified