Απλά ... η γνωστή σε όλους μας μούντζα!!! (σε όλους τους Έλληνες φυσικά εννοώ, γιατί στο εξωτερικό δεν σημαίνει απολύτως τίποτα ... πιθανόν να σημαίνει πέντε).
- Και του 'ριξα του μαλάκα ... δέκα φάσκελα για την μαλακία που είπε!!!
Απλά ... η γνωστή σε όλους μας μούντζα!!! (σε όλους τους Έλληνες φυσικά εννοώ, γιατί στο εξωτερικό δεν σημαίνει απολύτως τίποτα ... πιθανόν να σημαίνει πέντε).
- Και του 'ριξα του μαλάκα ... δέκα φάσκελα για την μαλακία που είπε!!!
Got a better definition? Add it!
Ό,τι και το φάσκελο! Ουσιαστικά η μούντζα!
(Αμιγώς Ελληνικό προϊόν...)
- Και τι έγινε ρε μαλάκα όταν τον έκλεισες στην στροφή;
- Μου 'σκασε μία πεντάλφα στη μούρη που ήταν όλη δική μου... Εδώ που τα λέμε δεν είχε και άδικο... τον έκλεισα άσχημα και μπορεί να είχαμε ατύχημα... μαλακία μου. Πού να δεις και με τι μπινελίκια με στόλισε... ντράπηκα... και την έκανα με ελαφρά πηδηματάκια...
Got a better definition? Add it!
Τρώω. Κυρίως δε, τρώω μεγάλες ποσότητες ευτελών τροφών μόνο για τη χόρταση ή τη λιγούρα, παραμελώντας πλήρως τις λεπτότερες απολαύσεις του γκουρμέ ουρανίσκου μου. Το αποτέλεσμα είναι μία αίσθηση τσιμέντου στο στομάχι, ότι δηλαδή την έχεις κάνει ταράτσα, την έχεις τυλώσει.
Όποιος έχει ήδη διαβάσει το λήμμα για την άλλη έννοια του ιδίου ρήματος, θα βρει ίσως ενδιαφέρον ότι και σ' αυτήν εδώ την έννοια, συνώνυμο είναι το σαβουρώνω.
-Μαλάκα πείνασα. Πάμε να σαβουρώσουμε τίποτα;
-Φίλε έχω μπαζώσει. Είμαι με τρία πιττόγυρα πριν μια ώρα, δεν κατεβαίνει τίποτα. Πάμε άμα θες, αλλά εγώ θα πάρω καφέ.
Σχετικά: κτηνιάζω, κατεβάζω γατοκέφαλα, σαβουριάζω, φασφουντάς
Got a better definition? Add it!
Δεν είναι λήμμα, είναι αντιλήμμα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του τι δε θεωρώ καταχωρήσιμο.
Τώρα με τις ζέστες, που όλοι ντύνονται πιο ελαφρά και άρα πιο αποκαλυπτικά, δυο φίλοι, άντρες, περπατάνε στο δρόμο και έχουν αλληθωρίσει να χαζεύουν γκόμενες. Οπότε, ο ένας από τους δύο σχολιάζει: «Ανθίσαν οι μουνόκηποι!»
Αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί λήμμα της αργκό. Όχι γιατί δεν είναι αργκό: σαφώς και είναι. Όμως, ήταν ένας αυτοσχεδιασμός της στιγμής. Ο τύπος το έβγαλε από το κεφάλι του. Βέβαια, δεν είναι καμία παράξενη, τραβηγμένη έμπνευση: δεν αποκλείεται να έχει ξαναειπωθεί στο παρελθόν, από άλλον που επίσης το έβγαλε από το κεφάλι του. Έστω κι έτσι όμως, διατηρεί την ιδιότητα του «άπαξ ειρημένου», της αυτοσχέδιας έμπνευσης.
Η λειτουργία της αυτοσχέδιας έμπνευσης μέσα στο λόγο είναι τελείως διαφορετική από εκείνην της στάνταρ έκφρασης, όσο κι αν η στάνταρ έκφραση είναι σπάνια και πετυχημένη. Εφόσον δεχτούμε ότι και τα δύο είναι καλά (όπου καλό = περιγραφικά εύστοχο, συλλογιστικά όχι πολύ τραβηγμένο, πρωτότυπο και αστείο), τότε το αυτοσχέδιο προκαλεί αντιδράσεις του τύπου «τον πούστη, πώς του ήρθε αυτό», ενώ το στάνταρ αντιδράσεις του τύπου «τον πούστη, πού τη θυμήθηκε αυτή την έκφραση, ταιριάζει κουτί εδώ». Ήτοι, στη μία περίπτωση εξαίρεται η ευρηματικότητα του σχολιαστή και στην άλλη ο συνδυαστικός του νους. Συνεπώς, η τυχόν πολιτιγράφηση μιας τέτοιας έκφρασης της αλλάζει κατηγορία, πράγμα που αποτελεί μία αθέμιτη παρέμβαση του λεξικογράφου επί της ζωντανής γλώσσας.
Εκτός από κατηγορία, συνήθως αλλάζει και επίπεδο, επί τα χείρω. Αν αυτός που έβγαλε την έκφραση, μετά από λίγο καιρό την ξαναπεί, η πιθανή αντίδραση θα είναι «έλα μαλάκα, το 'πες μια φορά και γελάσαμε, μην το κάνεις τώρα και μανιέρα». Αν το πει άλλος που το 'χει ακούσει, η αντίδραση θα είναι ακόμη χειρότερη: «αντιγράφεις τα αστεία του Α;». Και αν το πει ένας άσχετος, γάμησέ τα: «τι έγινε, διαβάζεις κάθε βράδυ σλανγκ-τζ.ρ. για να μας κάνεις το πρωί φιγούρα;».
Βέβαια, και οι τρεις αυτές αντιδράσεις προϋποθέτουν ότι ο ακροατής ξέρει την προέλευση της φράσης. Αν δεν την ξέρει, μπορεί απλώς να σκεφτεί «τον πούστη πού τα βρίσκει». Αυτό όμως είναι μία φτηνή απάτη εκ μέρους εκείνου που λέει τη φράση.
Ένας άλλος λόγος που τέτοιες εκφράσεις δε χρειάζεται να αναρτώνται είναι ότι κανείς δε χρειάζεται βοήθεια για να τις καταλάβει, ίσα ίσα που αν τις αναλύσεις χάνουν τη χάρη τους.
Τα 'παμε!
Got a better definition? Add it!
Έκφραση-προτροπή σε φίλο μας προσβεβλημένο από οξεία ξινομουνίαση, αμμομουνίαση αλλά και, διαφορετικά, από άσχημο κόλλημα, σκάλωμα και τα παρόμοια, που δεν του επιτρέπουν να ζήσει τη ζωή του στο φουλ.
Πρόκειται, λογικά, για τον υπερθετικό βαθμό της έκφρασης «ξεκόλλα!». Προσδίδει μια υπερβολή, μια μπηχτή ότι ο συνομιλητής μας πήρε όλη τη ζωή του λάθος και πρέπει ν' αλλάξει ζωή, που λέει και ο ποιητής.
- Μια χαρά σκατά σε βρίσκω. Τι σαπίλα είναι αυτή;
- Πίνω μπάφους και παίζω προ φίλε, γκαύλα!
- Ξεκόλλα απ' τη ζωή σου! Πάμε μια βόλτα ρε, οι δικές μας μας περιμένουν, θα το χάσεις το Κορμί, πατριώτη...
- Έκανα μια μούφα λογαριασμό στο φατσοβιβλίο και την έψαξα. Την βρήκα μεν, αλλά τα έχει όλα κλειδωμένα, ούτε φίλους μπόρεσα να δω ούτε φωτογραφίες.
- Ξεκόλλα!
- Βρήκα όμως έναν παλιό της συμφοιτητή που την έχει κάνει add και σκέφτομαι να τον κάνω φίλο μπας και μπορέσω να δω τίποτα σαν φίλος φίλου...
- Ρε, ξεκόλλα πια απ' τη ζωή σου! Στα φέηκμπουκ κατάντησες; Αν καταλήξεις στόλκερ θα σε κάνω μπαν να ξέρεις!
Got a better definition? Add it!
Ελαφρώς περίπλοκη εικονοπλαστική-θρησκευτική-ιστορική έκφραση που απλούστατα σημαίνει: είχε τόση πολλή ζέστη το βράδυ που ο ιδρώτας μου έτρεχε ποτάμι και άφησε το αποτύπωμα του κορμιού μου στο σεντόνι.
Για την προέλευση της βλ. την υπόθεση της Ιεράς Σινδόνης.
- Ο καιρός μία έτσι μία γιουβέτσι, μας έχει πηδήξει. Δεν ξέρεις τι να βάλεις.
- Άστα κι εγώ κοιμάμαι με το μποξεράκι και ξυπνάω μες τη νύχτα τουρτουρίζοντας.
- Εγώ χθες έπαθα το αντίθετο: κοιμήθηκα με πυτζάμες και κουβέρτα και το πρωί ξύπνησα μουσκίδι. Άφησα την σκιά μου σαν τον εσταυρωμένο στο σεντόνι.
Got a better definition? Add it!
Κάνε λίγο πιο κει, κάνε μου λίγο χώρο. Συνήθως λέγεται μαζί με το «λίγο».
Η έκφραση χρησιμοποιείται αποκλειστικά στην προστακτική. Δε λέμε «τρίζεις λίγο;». Χρησιμοποιείται από άτομα που δεν λένε μεν πολλά παρακαλώ και ευχαριστώ, χωρίς όμως να υπολείπονται σε ευγένεια. Εναλλακτικοί τρόποι να παρακαλέσεις για κάτι είναι:
α) Να το θέσεις ως ερώτημα, π.χ. κάνεις λίγο πιο κει; (που όμως, όπως είπαμε, δεν χρησιμοποιείται με το «τρίζω»).
β) Να μετριάσεις το αίτημά σου με κάποια άλλη λέξη. Χαρακτηριστική η τελείως ηλίθια, αν την πάρουμε κυριολεκτικά, αλλά συχνότατη αποστροφή προς σερβιτόρο: «Να σας πληρώσουμε λίγο;» (Μπα, προτιμώ να μου τα δώσετε όλα!)
Εδώ λοιπόν το ρήμα τρίζω, υπονοώντας ότι θέλουμε να κάνεις μόνο μία ελάχιστη μετατόπιση, που ίσα να τρίξει λίγο ο σουμιές, μετριάζει το αίτημα.
- Χωράω κι εγώ στον καναπέ;
- Χίλιοι καλοί χωράνε. Γιάννη, για τρίξε λίγο να κάτσει κι η Μαρία.
Got a better definition? Add it!
Ερώτηση ρητορικού τύπου. Χρησιμοποιείται για να ταπώνεις κάποιον που μόλις έδωσε τη σούπερ τετριμμένη και χιλιοειπωμένη απάντηση «τα πάντα», απαντώντας στην κλασική - και εξίσου ηλίθια - ερώτηση: «τι μουσική ακούς;». Ο σχετικός διάλογος, χρησιμοποιούμενος από αρχαιοτάτων χρόνων για να σπάσει - και καλά - ο πάγος μεταξύ δύο προσώπων που δεν έχουν αναπτύξει ακόμη οικειότητα μεταξύ τους, είχε τυποποιηθεί σε βαθμό άφατης μαλακίας. Επόμενο ήταν κάποιος brilliant καμένος να εφεύρει την εν λόγω αποστομωτική φράση, παίζοντας με τη διπλή σημασία της λέξης «πάντα». Η φάση τότε γίνεται ψιλοσουρεάλ, με πιθανότερη κατάληξη να σκάσουν και οι δύο στα γέλια (πράγμα που τους φέρνει πιο κοντά απ' ότι μια άχαρη απαρίθμηση αγαπημένων συγκροτημάτων). Εκτός αν πέσεις σε καμιά μυγιάγγιχτη γκόμενα ή κανέναν κομπλεξικό και ασπριδερό φλωράντζα, που έχουν τόση σχέση με το χιούμορ όση το πληκτρολόγιο με τα σουτζουκάκια...
Η μαύρη αλήθεια είναι βέβαια ότι όλους καταβάθος μας ψιλοπειράζει να μας πετάξουν το «μήπως ακούς και τα κοάλα», τη στιγμή που είμαστε έτοιμοι για μια ακατάσχετη περιαυτολογία. Γιατί σε ποιον δεν αρέσει να τον ρωτάν για τον εαυτό του κι εκείνος να απαντά με βαθυστόχαστο ύφος του τύπου «τότε σ' εκείνη τη συναυλία τα είχαμε κάνει όλα πουτάνα, δεν υπάρχουν σήμερα δυστυχώς αυτά» κλπ κλπ. Είναι σα να σου παίρνουν τη μπουκιά απ' το στόμα γαμώ το χριστό μου (σόρι τζίζα) και να τη δίνουν στα σκατοκοάλα! Φτου!
- Για πες, έχεις αδέρφια;
- Ναι έχω, έναν αδερφό δυο χρόνια μικρότερο και μια αδερφή ένα χρόνο μεγαλύτερη.
- Συνήθως πού σου αρέσει να βγαίνεις;
- Εε... βασικά εδώ κοντά, για καφεδάκι με φίλους και τέτοια.
- Και... τι μουσική ακούς;
- Να σου πω... Βασικά ακούω τα πάντα. Αλλά όταν λέω τα πάντα εννοώ τα πάντα, έτσι;
- Μήπως ακούς και τα κοάλα;
- .................
Got a better definition? Add it!
Η φράση αυτή χρησιμοποιήθηκε με ιδιαίτερη συγκινησιακή φόρτιση, και μάλιστα κατ' επανάληψη, γι' αυτό και καθιερώθηκε σαν ατάκα, από τον Γ.Α.Π. το 1996 στον επικήδειο του πατέρα του. Και αν αυτό για το οποίο ήθελε ο Γ.Α.Π. να πληροφορήσει τον πατέρα του ήταν ο θάνατός του (του πατέρα), έκτοτε, χρησιμοποιείται σαν πρόλογος για να μας διευκολύνει στο ξεφούρνισμα ενός αιτήματος που έχουμε (συνήθως οικονομικού χαρακτήρα) ή μιας μάλλον όχι ευχάριστης είδησης, προς τον γέρο μας.
- Πατέρα, έμαθες τα νέα; Σε δυο μέρες ο γιος σου παντρεύεται στην Τήλο. - Ίσσσσα μωρή λούγκρα, μην έρθω και στο γάμο.
- Πατέρα, έμαθες τα νέα; Η ομάδα σου αποκλείστηκε από τον Πανσερραϊκό.
Got a better definition? Add it!
Περισσότερο μαμαδίστικος ή γιαγιαδίστικος παρά μπαμπαδιστικος όρος για όταν βράζει ο τόπος, σκάει ο τζίτζικας κλπ
- Ζέστη ρε μάνα...
- Τι ζέστη παιδί μου, Βραζιλία!
Got a better definition? Add it!
Published
Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!
Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.