Further tags

Είδος ταινιών τρόμου, συνήθως δευτεροκλασάτων, όπου κυριαρχεί το συνεχές πλατσούρισμα των σκηνικών και της κάμερας από λουτρά αίματος. Εκ του αγγλικού splatter.

Ποοοο, μαλάκα, νοικιάσαμε χτες μια σπλατεριά ... Άλλο να σου λέω και άλλο να βλέπεις. Ο τύπος να της τραβάει το λαρύγγι με τα δόντια και να 'χει γεμίσει ο τόπος κέτσαπ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο σκασμός, η ησυχία, το «βούλωσέ το» κτλ. Προέρχεται από παράφραση και ελληνοποίηση του γνωστού πλήκτρου mute που βρίσκεται σε κάθε συσκευή που παράγει ήχο. Λέξη που χρησιμοποιείται τόσο ειρωνικά γι' αυτόν που δεν μιλάει και πολύ, όσο και κυριολεκτικά για τον σπασαρχίδη που δεν βάζει γλώσσα μέσα και μιλάει συνεχώς. Χρησιμοποιείται και με το ρήμα πατάω.

  1. - Μούτα ρε φίλε! Μας έχεις πάρει τα αυτιά πάλι!
    - Άσε μας ρε μαλάκα. Τι να πω, αφού ξέρεις δεν έχω κέφια.

  2. - Ρε Τάκη θα πατήσεις λίγο τη μούτα μπας και σκοράρω με το γκομενάκι; Τόση ώρα μιλιά δεν έβγαλες, τώρα σου ήρθε να ρωτήσεις πόσο δίνει τον άσσο στο 322;

Από φυλάκιο της Λήμνου... (από Cunning Linguist, 12/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται στα games, κυρίως στα online. Πρόκειται για τον εξαιρετικό noob, δηλαδή ανίκανο, ανήμπορο συνήθως χαζό και εντελώς αστοιχείωτο στο να παίξει ένα συγκεκριμένο παιχνίδι...

Μπορεί να βρεθεί και ως νουμποφιντέρι, νούμπακλας, τριπλός αυτιστικός νουμπάς ή νουμπομπετόβλακας.

  1. - ΤΙ κάνεις ρε τριπλονούμπακλαααα!!!! Μόλνιρ στο huskar?!!!!??! (DOTA online game)

  2. - Παράτα το CS, είσαι αστοιχείωτος τριπλονούμπακλας!!!!!!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα παραδοσιακά παπούτσια All Star της Converse (πλέον Nike) από τη στιγμή που έγιναν μόδα. Παλιά τα φόραγαν οι ροκάδες, οι πάνκηδες, οι σκεϊτάδες, ακόμη και οι μεταλάδες. Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει μόδα, φοριέται σε όλα τα καλά και αλτέρνατιβ κλαμπ και τα βρίσκεις σε διάφορα χρώματα και σχέδια σε όλα τα μοδάτα μαγαζιά με ρούχα και παπούτσια που ψωνίζουν οι χατζηγιάννηδες. Αποτελεί απαραίτητο πατούμενο, για το γυναικείο φύλο, μαζί με τις μπαρέτες.

- Πήγα και πήρα καινούρια σταράκια σήμερα. Ένα ζευγάρι χαμηλό μοβ και ένα μποτάκι πράσινο. Θα σκάσει από το κακό της η Κατερίνα που το 'παιζε κάποια με αυτά που πήρε από το Λονδίνο με τα λουλούδια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι διασυνδέσεις, από το αγγλικό connections.

  1. - Κάνε ρε Πέτρο κάνα κονέ μπας και πιούμε τίποτα απόψε.
  2. - Έχεις τίποτα κονέ καλά να μας βάλουν τσαμπέ;

Κονέ στα ασανσέρ. Σήμανση ασφαλείας. Εμπορικό κέντρο The Mall, Μαρούσι, Αττική. Φωτογραφία: Νοέμβριος 2014. (από patsis, 11/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified