Further tags

Οι δικαιολογίες που εκφράζουμε για το χάος που επικρατεί σπίτι μας σε επισκέπτη προτού προλάβει εκείνος να πει τίποτα.

«Συγνώμη για το χάος που βλέπεις αλλά δεν πρόλαβα να μαζέψω», είπε ο Πέτρος χωρίς καμιά πειστικότητα.

Πηγή: Πλαθολόγιο , εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι που γίνεται για πλάκα, για χόμπυ, απο γούστο, χωρίς ιδιαίτερο κίνητρο.

- Καλά ρε, πώς σού ρθε και δήλωσες για το Σουρβάιβορ;
- Έτσι ρε, για τη γκαύλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Την φράση «Γιατί κλάνει το γατί» την χρησιμοποιούμε στις εξής περιπτώσεις:

1) Τις περισσότερες φορές αμυντικά θέλοντας να αποφύγουμε τον συνομιλητή μας για κάτι που βαριόμαστε ή δεν ξέρουμε ή δεν θέλουμε να του απαντήσουμε...

2) Για να του σπάσουμε τα νεύρα...

Επίσης η επιλογή της φράσης δεν είναι τυχαία...
Ενώ θα μπορούσαμε να πούμε οποιαδήποτε άλλη φράση χρησιμοποιούμε αυτή τη συγκεκριμένη για 2 κυρίως λόγους.

1) Γιατί... Η απάντηση είναι από την φύση της ερώτησης αδύνατη... Όπως οι ερωτήσεις που μας κάνουν.

2) Γιατί... Κάθε προσπάθεια απάντησης με τη μέθοδο της λογικής οδηγεί σε άτοπο, ουτοπικό απειρισμό.

-Έλα ρε Μήτσο τι ακούστηκε έτσι;
-Τίποτα ρε συ, έκλασε το γατί, γιατί;
-(LOL) Γιατί... κτλ

(από Kabamaru, 11/02/08)μετά την πιο διάσημη γατοκλανιά στην ιστορία της φυσικής  (από xalikoutis, 19/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που υποδηλώνει ενέργειες που δεν πρόκειται να αμειφθούν υλικά. Συνώνυμα: για το τίποτα, για την ψυχή της μάνας μου.

Καλά αυτός θέλει να του κάνουμε τη δουλειά τζάμπα; Με συγχωρείς αλλά δε μπορώ να δουλεύω για τον πούτσο του Θεού!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βαρκελώνη, 5 Αυγούστου 1992. Τόπος και ημερομηνία γέννησης της συγκεκριμένης ατάκας από την χρυσή ολυμπιονίκη Βούλα Πατουλίδου. Με τα χρόνια το χρυσό στα 100 μ. εμπόδια μπορεί να ξεθώριασε κομμάτι (δεδομένης ενδεχομένως και της τούμπας που είχε φάει η προπορευόμενη αθλήτρια που μας το δώρισε), αλλά η ρήση έμεινε αθάνατη να συμβολίζει τον νταλκά του Έλληνα να πρωτεύσει σε πείσμα της διεθνούς συνομωσίας που τον κρατάει πάντα κάτω, εξ ου και το «ρε γαμώτο».

Τελικώς έχει καταλήξει να χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου η Ελλάδα δεν έχει απολύτως τίποτε να κάνει, αλλά δίνει μία υπεράνω κριτικής δικαιολογία για την πράξη μας.

- Θεσσαλονίκη - Αθήνα σε τρεις ώρες, πας καλά ρε; Πώς σου 'ρθε και το 'κανες αυτό;
- Είπα «για την Ελλάδα ρε γαμώτο» και το σανίδωσα το γαμίδι. Στην ευθεία της Λάρισας έγραψε 280, καρντάσι!

(από spydel, 02/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δικαιολογία του κώλου, όταν θέλουμε να αποφύγουμε τις εξηγήσεις, η απλά θέλουμε να βγάλουμε γέλιο. Κάτι σαν το Άντε γαμηθείτε μαντάμ!. Η ατάκα από γνωστή διαφήμιση κάποιου 118-ογδόντατόσο, όπου ένας τύπος σε στύλ Γιακουμής, σαν άλλος Νίκος Ξανθόπουλος, μιλάει με Γιακουμίστικο ύφος και πάντα βρίσκει τρόπο να πετάξει την ατάκα για τη φουκαριάρα τη μάνα του. Τρελό γέλιο.

(Μεταξύ φίλων)
- Καλά ρε μαλάκα 5 η ώρα μαζεύτηκες εχθές πάλι; Πότε θα σοβαρευτείς;
- Δεν το 'κανα για μένα ρε Σταύρο...
- Για ποιόν τό 'κανες ρε νούμερο;
- Για τη φουκαριάρα τη μάνα μου το 'κανα να μη με δεί πιωμένο και στενοχωρηθεί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που αφορά κυρίως φαγητό και ποτό, ή ακόμα και πράξη που κάνουμε και θέλουμε να δικαιολογήσουμε... χωρίς να την δικαιολογούμε.

Συνώνυμα: «Έτσι, για το καλό», «Για την ψυχή της μάνας μου», «Επειδή μου αρέσει», «Για κανένα λόγο συγκεκριμένα».

  1. Βάλε μου ρε Σταύρο λίγο ακόμα κρασάκι, έτσι, για τα νεφρά.

  2. Λέω να τρέξω κάνα γύρο ακόμα, για τα νεφρά.

(από xalikoutis, 26/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λύκος (Canis lupus) είναι θηλαστικό της τάξης των Σαρκοφάγων (Carnivora).

Σε ειδικές περιπτώσεις ο λύκος αποτελεί συνθηματικό κοινωνικοποίησης για ειδικές ομάδες του πληθυσμού της χώρας μας.

Εντάξει, δεν είναι ακριβώς slang, φοβάμαι όμως μήπως, με την αναπόφευκτο βιολογική φθορά των αυτόπτων μαρτύρων, χαθεί για πάντα μια επική στιγμή της ελληνικής τηλεόρασης και μια απροσδόκητη νίκη της περιφέρειας απέναντι στον ολοκληρωτισμό των αθηνέζικων.

Το πλαίσιο ήτο το τηλεπαιχνίδι Ρουκ Ζουκ με παρουσιάστρια την Μαίρη Μηλιαρέση (τι να γίνεται άραγε; μάνα έγινε;). Στο πλατώ είναι ομάδα από την Κοζάνη και παίζειμε την λέξη λύκος. Η συνέχεια στο παράδειγμα...

Έκτοτε χρησιμοποιείται από τους μυημένους σαν εξήγηση πακέτο για κάθε δυσνόητο λογισμό.

Αρχικό:
ΜΜ: Λοιπόν παίζουμε με την λέξη λύκος, πάμε
1ος παίκτης: Ντου!
2ος παίκτης: Λύκος!
....
2ος παίκτης: Νασφάει!
3ος παίκτης: Λύκος!
....
3ος παίκτης: Τς Ιβγένως!
4ος παίκτης: Λύκος!
Ντζζζζζζζζζζζζζζζζζζ! Η ομάδα έχει «τελείωσει» σε 4' και η ΜΜ προσπαθεί να καταλάβει τι έγινε.

Σύγχρονο:
- .... και έτσι με τα put options ξαναρχόμαστε στα λεφτά μας, κατάλαβες;
- Λύκος!
- Ωραία, συνεχίζουμε...

Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι. Εγώ λοιπόν έμαθα. (από Galadriel, 01/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χωρίς ιδιαίτερο λόγο ή κίνητρο, γιατί μου καρφώθηκε, γιατί μου καύλωσε.

Ατάκα από την γνωστή τηλεφωνική φάρσα «Τέλος».

- Τώρα δηλαδή εσένα σου καρφώθηκε να βάψεις τον τοίχο μαύρο; Καλά χαζός είσαι;
- Ναι ρε! Μου καρφώθηκε!
- Γιατί;
- Έτσι, πάνω στην τρέλα μου! Εσύ τι ζόρι τραβάς; Δικός σου είναι ο τοίχος; Κεχαγιά στ' αρχίδια μου σ' έβαλα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εμβληματική φράση που έλκει την καταγωγή της από το σεβάσμιο εθνικό άθλημα του ταβλίου. Όντας κατά τεκμήριο η χειρότερη δυνατή ζαριά, το ασσόδυο ωθεί ενίοτε τον ατυχή που το έριξε να ανακράξει σε σπαραξικάρδιους τόνους και, κοιτώντας με απόγνωση προς τα ουράνια, το θρυλικό αυτό απόφθεγμα, απόσταγμα συσσωρευμένης βιοσοφίας. Είναι ένας πιο φιλοσοφικός τρόπος να αναθεματίσει κανείς τη μαύρη του την τύχη, εφόσον οδηγούμεθα - δια της επαγωγικής μεθόδου - σε ένα γενικότερης ισχύος συμπέρασμα. Και το συμπέρασμα είναι προφάνουσλυ πως, όσο και να προσπαθεί κανείς και να κωλοχτυπιέται, αν δε βάλει και το κουλό της η τυφλή θεά, άσπρη μέρα δεν πρόκειται να ξημερώσει (εκτός αν ρίξουμε κανά γιαούρτι, όπως έλεγαν παλιά οι φίλτατοι ανάρχες).

Εκ του ταβλέτου, η βαρυσήμαντος αυτοσαρκαστική ρήση επεξετάθη εις ευρύτερα πεδία της κοινωνικής ζωής. Ομοίως με το παίγνιον, προφέρεται συνήθως χαμηλοφώνως και με έκφραση απελπισίας, σε περιπτώσεις που γαμήθηκε ο ολύμπιος Δίας...

Η λειτουργία (function) της παρούσης εκφράσεως, καθώς και άλλων παρομοίων, είναι σημαντικότατη. Με το να καταριέσαι την τύχη σου, δημιουργείς την ψευδαίσθηση ότι κατά κάποιο τρόπο την αλλάζεις προς το καλύτερο. Είναι μια πανάρχαιη τελετουργία προς εξορκισμό του κακού. Δεν επεκτείνομαι περισσότερο γιατί θα μου λέτε πάλι ότι γράφω άρθρα.

Υ.Γ. 1. Εκτός του παθόντος, την φράση μπορεί να εκστομίσει με κακία και ο αντίπαλός ταβλαδόρος, ο τυχεράκιας / κωλόφαρδος. Τότε ή τον αρχίζεις στις γρήγορες, ή κάνεις τουμπεκί και εύχεσαι να ρεφάρεις.

Υ.Γ. 2. Προσωπικά, όταν παίζω προτιμώ την αρχαΐζουσα γραμματική διατύπωση: «με ασόδυο ουδείς εγάμησε».

Υ.Γ. 3. Έχω την εντύπωση ότι συνηθίζεται ιδιαίτερα από τους πληθυσμούς του ένδοξου Βορρά...

- Φίλε, μόλις τα λέγαμε με τον Γιωργάκη στο κινητό. Την έπεσε λέει σ' εκείνη την κομμώτρια που δουλεύει κοντά στο σπίτι του.
- Ποια, εκείνο το ξανθό το καυλάκι; Και τι έγινε, μη μου πεις ότι του 'κατσε..
- Μου τα μάσαγε, μια έτσι μια γιουβέτσι μου τα 'λεγε. «Δεν ξέρω», «θα δείξει» και άλλες κλασικές μαϊμουδιές.
- Εγώ σου λέω τον χίωσε κανονικότατα και με το νόμο. Αφού το παλικάρι είναι σα να τον τράκαρε τρόλεϊ...
- Δεν τα λες και λάθος. Με ασσόδυο φίλε δε γάμησε κανείς, να το ξέρεις αυτό...

(από Khan, 20/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified