Λέξη-κλειδί που χρησιμοποιείται αντί της λέξης ξύπνα. Προέρχεται από το video του youtube στο οποίο ο μέγας γκουρού της στρογγυλής Θεάς, Αλέφαντος, καλεί τον προπονητή της Ρεάλ Μαδρίτης να ξυπνήσει και να βάλει τον Γκάρεθ Μπέιλι στην επίθεση, μαζί με τους συναδέλφους του, Ρονάτο, Ντε Μαρία Ίσκιο και Μπεζεμά.

- Μπέιλι κύριοι ξεσκαλώστε!

- Μαλάκα τι γκολάρα έβαλε ο τύπος;
- Μπέιλι ρε λόστρε, ήταν οφσάιντ!

από patsis, 18/04/2015

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο στρατιωτικό ιδίωμα, ο ανθυπασπιστής λέγεται συχνότατα ανθύπας (με σλανγκική αποκοπή). Από εκεί, με μια ηχηροποίηση του θήτα γίνεται αντύπας, ώστε να θυμίζει τον ομώνυμο λαϊκό τραγουδιστή. (Ή, αναλόγως με τα προσωπικά γούστα, και τον ήρωα Διγενή Αντύπα του Χάρρυ Κλυνν που έμεινε διάσημος για την ατάκα ημίθεος και βάλε, ή τον Αντύπα που χαιρέτησε ο Σαββόπουλος αφήνοντας πίσω του μια τρύπα).

Πάσα: Χότζας.

  1. - Μας έχει τύχει ένας αντύπας πολύ στριμένος! Μες στη γκρίνια όλη μέρα!

  2. - Άσ' τα, είχε κέφια πρωϊνιάτικα ο αντύπας και μας τραγούδησε...

(από Khan, 02/02/12)(από Khan, 19/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για τον γκαφατζή, που τα 'χει κάνει όλα αχταρμά στο κεφάλι του και σερβίρει ακούσια παραπληροφόρηση (άλλα αντ' άλλων), λόγω άγνοιας ή αφηρημάδας ή ελλιπούς πληροφόρησης και προετοιμασίας. Να μην συγχέεται ούτε με τον Λάσκο ούτε με τη Μενεγάκη (ξέρουν τι και γιατί το λένε).

Η έκφραση κατάγεται από κάποια συμπαθή κατά τα λοιπά πουρομπεμπέκα, που χρόνια (και ζαμάνια) τώρα, αμολάει γουστόζικα τηλεκοτσάνες επ' αντιμισθία, χωρίς ωστόσο να ιδρώνει το αυτάκι της (εβίβα τα κορόιδα που πληρώνουμε).

Thanx 2 Kluivert.

  1. — Αγαπητοί τηλεθεατές, σήμερα έχουμε κοντά μας, τον κύριο Ρεβυθά...
    — Φασουλάς!
    — Μάλιστα, τον κύριο Φασουλά λοιπόν (νάζι), που ήρθε στο στούντιό μας απο το Περτούλι Ευρυτανίας...
    — Απο τ' Ανώζα είμαι!
    — Ε, τελοσπάντων, τον κύριο Φασουλά απο τ' Ανώγεια της Λεβεντογέννας Κρήτης μας (χαμόγελο), βιρτουόζο της κιθάρας...
    — Τση λύρας!
    — Ε, καλά το ίδιο κάνει (στράβωμα), βιρτουόζο της χμμμ, λύρας και εκπρόσωπο της Γκόθικ ελληνικής μουσικής σκηνής...
    — Κρητικά παίζω!
    — Ε, τότε γιατί φοράτε μαύρα;
    — [...]

  2. — Μην ξεχνιέσαι! Στις 12 έχουμε ραντεβού με τον Τάκη, μη μας φύγει η ώρα!
    — Ποιές 12 ρε; Αύριο δεν είπαμε;
    — Όχι ρε, αφού το θυμάμαι, μας είπε απόψε στις 12 το βράδυ στο άγαλμα του Κολοκοτρώνη. Για να πάμε πλατεία Καρύτση, λέει.
    — Κααααλά, για κάτσε να πάρω τηλέφωνο εγώ τον Τάκη να συνεννοηθώ...
    Έλα Τάκη, τί ώρα είχαμε ραντεβού σήμερα; Δεν είχαμε; Αύριο στις 5 το απόγεμα; Με τον αδερφό σου; Στο Πασαλιμάνι; Έχει δουλειά στην Κολοκοτρώνη και θα κατέβει μετά; Α! Στην οδό Κολοκοτρώνη! Στον Πειραιά! Καλά-καλά, κλείνω...
    Μπράβο βρε παπάρα, μέσα σ' όλα έπεσες! Και θα τον στήναμε τον άνθρωπο και θα τρέχαμε τώρα σα μαλάκες να περιμένουμε τον αγύριστο! Τί Μπήλιω είσαι μωρ' αδερφάκι μου...
    — Καλά, μιας και ντυθήκαμε τώρα, δεν πάμε έξω για κανα ποτάκι;
    — Αδιόρθωτος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεολογισμός που χαρακτηρίζει τον ψηλό, αγέρωχο, γυμνασμένο, άγριο, βορειοευρωπαϊκής κατατομής και ψυχοσύνθεσης άνδρα, που έχει φανερά και κρυφά χαρίσματα, όπως ηγετικές ικανότητες, ανεξάντλητες δυνάμεις κ.ά. Προέρχεται από την καύλα και τον Αλάριχο.

- Σήμερα έσκισα τρεις γκόμενες.
- Ποιος είσαι ρε, ο Καυλάριχος;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειπώθηκε σε τηλεφωνική φάρσα στην εκπομπή του Κακλαμάνη. Βασικά ήταν και το μόνο που ειπώθηκε. Δεν έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία, είναι μια λέξη που κολλάει πάντα και παντού. Δείτε το μήδι για να νιώσετε.

- Καλησπέρα!
- Φρανκ.
- Ε;
- Φρανκ. Απλά πράματα.
- Και 'γω σ' αγαπώ...
- Φρανκ φρανκ!!!

(από AN21, 14/01/10)(από Jonas, 14/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περίεργη προσφώνηση, με αφορμή μάλλον την γαλλική λέξη allez (που προφέρεται αλέ και σημαίνει πηγαίνετε με την έννοια του άειντε). Σημαίνει: την κάνουμε Λούης, τιγκανά κλπ.

- Τι ώρα είναι;
- Έξι και τέταρτο.
- Πρέπει να φύγουμε!
- Αλέκος!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified