Further tags

Είναι εκτός του κανονικού αιμοδότη και ο παθιασμένος η άγρια εθισμένος άνθρωπος σε μια συνήθεια. Με τη συνήθεια αυτή πληρώνει σε ορισμένους έμπορους το προς αγορά εμπόρευμα. Τώρα οι έμποροι, αν τον δουν κατά τα λημέρια τους, γελάνε και μεταξύ τους λένε: «Ωπ! Να τονα τον αιμοδότη, έσκασε μύτη».

Αναφέρομαι στο παζάρι (μοναστηράκι), που εκεί το πρωτάκουσα και εννοούν ότι, αφήνοντας χρήματα είναι η αιμοδοσία για τα μαγαζάκια τους.

Αν ο ορισμός παίζει και στα ναρκωτικά δεν το γνωρίζω, μια και δεν το έχω δοκιμάσει το σπορ, εφόσον είναι άκρως εθιστικό και καλα θα κάνουν οι νέοπες να μη δοκιμάζουν και ας λένε παπαγαλάκια για αφορισμούς, δοκιμές και άλλα χαζά. Όσο για τους παλαίοπες, ας κάνουν ότι θέλουν και ας μη διαφημίζουν την συνήθεια τους.

Σκέψεις κάποιου: Αχ ρε γαμώτο, πότε θα έρθει η Κυριακή, να κατέβω στο μοναστηράκι και να βουτήξω στις ευκαιρίες και να αγοράσω οτιδήποτε και ας μη το χρειάζομαι άμεσα που ξέρεις θα το χρειαστώ κάποτε
Σκέψεις κάποιου άλλου: Αχ ρε γαμώτο, ποτέ θα έρθει η Κυριακή, να κατέβω στο μοναστηράκι στο μαγαζί και να πλακώσουν οι αιμοδότες να βγάλουμε κάνα ευρουλάκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσιγκούνης του κερατά, αρχισπάγκος.

- Ο Ιορδάνης έχει καβούρια στις τσέπες. Όλα τα μετράει. Να φανταστείς, φώναξε ηλεκτρολόγο να βγάλει τα λαμπάκια από τον ηλεκτρικό πίνακα, για να ελαττώσει την κατανάλωση.
- Καλά, τόσο αυγοζύγης είναι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Τριανταφυλλίδης αναφέρει πως βιοπαλαιστής είναι αυτός που με κοπιαστική εργασία εξασφαλίζει την υλική επιβίωσή του, διεξάγοντας αγώνα για αυτήν.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, κάτι άλλο παίζει.

Οταν μιλάμε για βιοπαλαιστή, δεν αναφερόμαστε σε Γιακουμήδες, σε άτομα της γενιάς των 700 ευρώ και σε άτομα που δεν έχουν που την κεφαλή κλείναι.

Μιλάμε ειρωνικά για άτομα που είναι πιστά στο δόγμα: Νόμος είναι το δίκιο του Σωκράτη, για άτομα της γενιάς των 700.000.000 ευρώ, για άτομα που 'χουν βουνά από ψιλικό οξύ, για άτομα που 'χουν στρέμματα από μαρουλόκηπους, για προλεφτάριους, για σκαφάτους και λοιπούς φραγκάτους.

Μιλάμε για διευθυντές και μεγαλοστελέχη εταιρειών που φορώντας ύφος ζητιάνου, αξιοποιούν στο έπακρο την δημοσιοκαφρικήπαπαρολογία και κλαίγονται για τη ρουφιάνα την οικονομική στύση που τους χτύπησε τη πόρτα. Μέσω του φόβου της απόλυσης ξεζουμίζουν το προσωπικό τους, ζητώντας θυσίες προκειμένου, να μπορέσει να αντέξει η εταιρεία στο διάβα της οικονομικής στύσης, ώστε το προσωπικό να μπορεί να έχει δουλειά. Κλαίγονται, λες και θέλουν να τους ελεήσεις, ενώ φορώνταςύφος ν καρδιναλίων, προσπαθούν να ξεχωρίσουν απ' το κοπάδι, ζώντας μέσα στη χλίδα και στη γλκαμουριά.

Όχι... όχι δε ζουν στη γκλαμουριά για αυτούς. Για τη φουκαριάρα τη μάνα τους, που έζησε σε δύσκολα χρόνια «πείνας και δυστυχίας», ανέχονται την «ξεφτιλισμένη» την καλοπέραση.

Παρακαλούν και καλά, τον Άη Φανούρη να τους γυρίσει πίσω τα διαφυγόντα κέρδη, αλλά επειδή αυτός είναι μόνιμα κωλυώμενος... τα παίρνουν απ' τους υπαλλήλους τους, μέσω πενιχρών αυξήσεων, απολύσεων, άμισθης υπερωρίας. Ας είναι καλά το «τέρας» που λέγεται «οικονομική στύση».

- Ρε εσύ χθες που μας είχε μαζέψει ο ρουμάνος στο σαλόνι της εταιρίας και μας εξηγούσε πως κάνει φιλανθρωπικό έργο που δεν έχει απολύσει τη μισή εταιρεία εν μέσω οικονομικής στύσης, πήγα να δακρύσω. Σκέφτηκα: Τόσο μεγαλόψυχο αφεντικό έχω; Μα το Θεό θα θελα να του δώσω ένα πενηντόευρο. Τον λυπήθηκα... χαχαμπουχαχα!

- Ρε εσύ είναι βιοπαλαιστής ο άνθρωπος. Παλεύει καθημερινά με την οικονομική στύση προσπαθώντας να μην έρθει τούμπα στο καναβάτσο. Για ποιους το κάνει; Για μας το κάνει. Κι αντί να φιλοτιμηθούμε να δουλέψουμε τζάμπα, απ' τη μια θέλουμε αυξήσεις, ενώ απ' την άλλη σαν τις κατινούλες της γειτονιάς γκρινιάζουμε, που έχει τέσσερις βίλες, πέντε κότερα και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Αλλά αυτά τα 'χει για να χαλαρώνει από τη βιοπάλη, ώστε να μπορεί ο άνθρωπος να σκαρφιστεί ιδέες που θα βελτιώσουν τη μοίρα όλων μας. Αλλά εμείς, που να τον κατανοήσουμε; Είμαστε ζώα. χαχαμπουχαχα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τσιφούτης και κακομοίρης, ο μίζερος τσιγκούνης. Η λέξη προέρχεται από παλιά ταινία του ελληνικού κινηματογράφου, στην οποία ο βασικός ήρωας είναι έμπορος λαδιού και απίστευτος τσιγκούνης, αν και υπερβολικά πλούσιος.

- Εντάξει, να νοικιάσουμε αυτοκίνητο, αλλά όχι το Hyundai, αφού είναι κατά 5 ευρώ ακριβότερο.
- Καλά ρε γερο-Λαδά, θα δώσουμε 5 ευρώ λιγότερα για να πάρουμε παλιό αυτοκίνητο σε πολύ χειρότερη κατάσταση; Μη τρελαθούμε τώρα... Με μισθό 3.500 ευρώ το μήνα, πώς μπορεί να είσαι τέτοιος γερο-Λαδάς;

Από τον ομώνυμο χαρακτήρα του μυθιστορήματος «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», του Νίκου Καζαντζάκη. Προφανώς ο φίλος εννοεί τη μεταφορά του βιβλίου σε σειρά στην κρατική τηλεόραση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

γόνος, ουσ. εκ του γίγνομαι, γένεσης - δημιουργώ.

Ο γόνος είναι απόγονος αστικής οικογένειας με εμφανή οικονομική ευμάρεια και υψηλό επίπεδο διαβίωσης. Οδηγεί, ενδύεται και διάγει βίο πολυτελή αλλά συνάμα διακριτικό.

Ο γόνος συναντάται σε γνωστά στέκια όπου είναι εκεί πριν πας και αφού φύγεις για το επόμενο, όπου και εκεί θα τον ξαναδείς να έχει προσέλθει πριν από εσένα.

Ο όρος γόνος δεν πρέπει να μπερδεύεται με τον γυφτογύφτουλα ο οποίος ταιριάζει σε όλα πλην του ότι διατυμπανίζει πόσα πού και με ποιους ξοδεύει τα χρήματα του.

Ο γόνος παραγγέλνει την τρίτη Belvedere Magnum διακριτικά, πληρώνει διακριτικά και ευχαριστεί τον σερβιτόρο χωρίς τυμπανοκρουσίες. Απεχθάνεται το χρήμα στη φυσική του μορφή και για αυτό το ξεφορτώνεται σε μεγάλες ποσότητες.

Αγαπά το μπρι, την Grey Goose τα Frank Müller. Οδηγεί πολυτελές αυτοκίνητο 39.6lt W64 με ιπποδύναμη που παραπέμπει σε σταύλο Ρωμαϊκού αυτοκράτορα και με ελάχιστη κατανάλωση 87 lt/100km. Ξέρει αυτούς πού θα γνωρίσεις και είναι γνωστός με όλους όσους ξέρεις εσυ!

Υποκατηγορία γόνου πληροί όλες τις ανωτέρω προϋποθέσεις χωρίς ωστόσο την οικονομική επιφάνεια του δούκα του Westminster. Αυτός ο τύπος γόνου είναι ο λεγόμενος ετερόφωτος γόνος. Ο ετερόφωτος γόνος πηγαίνει σε κότερα για διακοπές και σε πολυτελείς επαύλεις για Σ/Κ. Ο ετερόφωτος γόνος δεν κλείνει ποτέ το φως.

-αγάπη παραγγέλνουμε τπτ να φάμε;
- τι θες;
- έφαγα χθες στο σκάφος του Βασίλη μαύρο μπακαλιάρο με τρούφα Βαϊμάρης και ριζότο πορτσίνι! Θες να πάρω και για ΄σένα;
- θα πάρω δυο τυλιχτά....

(από Khan, 13/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνικά γι' αυτόν που κάνει μεγάλη ζωή γεμάτη ταξίδια στο εξωτερικό και καλά, μύτινγκς*, είμαι-πολύ-μπίζι-με-διάφορες-μπίζνες* και γουαζά ναούμ'.

Ο όρος προέρχεται από τη χρυσή δεκαετία τον εϊτιζ και την τότε δημοφιλή τηλεοπτική σειρά «Δυναστεία» με τους Κάρινγκτονς και σια.

Υπήρξε και βιντεοταινία με τον Σωτήρη Μουστάκα το 1985

- Πάμε το σουκού για μπάνιο στη Λούτσα;
- Άσε έχω μπλέξει. Πρέπει να πεταχτώ μέχρι τη Ζυρίχη το Σάββατο και την Κυριακή να κατέβω Μιλάνο για κάτι δουλειές.
- Ηρέμησε ρε γιάπη ναούμε. Ποιος είσαι, ο Δυναστείας;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν, η συνωμοσιολογία αποτελεί ιδιαίτερο κεφάλαιο στην πολιτική κουλτούρα αρκετών χωρών, της Ελλάδος μη εξαιρουμένης. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η άκρατη συνωμοσιολογία συνοδεύεται και από λυσσαλέο αντισημιτισμό. Το πάντρεμα Εβραίων και Μασόνων, σε έντυπα αλλά και σε ηλεκτρονικά Μέσα, αποτελεί ιδανικό σενάριο για πολλούς επαγγελματίες συνωμοσιολόγους:

  1. Ο Εβραϊσμός και η Μασονία αποτελούν έννοιες άγνωστες στο ευρύ κοινό, κάτι που επιτρέπει την ερμηνεία τους κατά το δοκούν.

  2. Η δραστηριότητά τους είναι λίγο ως πολύ κλειστή, κάτι που ενισχύει την καχυποψία και το φόβο, αναφορικά με το τι επιδιώκουν.

  3. Το γεγονός ότι τα μέλη τους είναι μειοψηφίες εντός πλειοψηφίας, ενισχύει τη διαφοροποίησή - διαφορετικότητά τους.

Χρησιμοποιώντας τον εν λόγω όρο, περιγράφεται το σύνολο των εχθρών, των επικίνδυνων και μυστικοπαθών «Άλλων», που στοχεύουν να υπονομεύσουν και να διαλύσουν θεσμούς οι οποίοι ενέχουν τη θέση Ιερών Αγελάδων: έθνος, κράτος, πατρίδα, θρησκεία.

Οι Εβραιομασόνοι βρίσκονται παντού ανά την υφήλιο, μισούν τους Έλληνες και τον Ελληνισμό και κρύβονται πίσω από τις μελανότερες σελίδες της ιστορίας μας. Απώτερος στόχος τους είναι ο αφανισμός τους. Αν και η σχέση Εβραϊσμού - Μασονίας δεν αποδεικνύεται έμπρακτα, ούτε και ξεκαθαρίζεται πως αναπτύσσεται, θεωρείται ωστόσο δεδομένη πέραν πάσης αμφιβολίας.

Συχνάκις, ο «Εβραιομασόνος» είναι πλούσιος και ομοφυλόφιλος, δηλ. έχει άλλες δύο μισητές ταυτότητες μειοψηφίας.

  1. Απόσπασμα σχολίου από διαδικτυακό forum:

«Μόνο ο Πανούσης είναι;
Όλοι οι αναρχοαριστεροκουλτουριάρηδες »προοδευτικάριοι« καλλιτέχνες, οι μισοί βουλευτές και οι μισοί δημοσιογράφοι στην Ελλάδα, είναι φυγόστρατοι. Οι ανθέλληνες όλοι αυτοί εβραιομασώνοι σατανιστές, μυημένοι στα σχέδια της Νέας τάξης πραγμάτων, προβάλλουν τα ναρκωτικά ως πρότυπο στην νεολαία, και προωθούν την πλήρη διάλυση του στρατεύματος και υποσκάπτουν την Εθνική συνείδηση των Ελλήνων, μέσω των »αντιρρησιών συνείδησης« και του αναρχοκομμουνισμού.
Εδώ ο Ανδρέας Παπανδρέου, υπηρέτησε στο Αμερικάνικο Πολεμικό Ναυτικό, γιατί όπως έλεγε, είχε εκδιωχθεί απ' το καθεστώς του Μεταξά, και όταν ξέσπασε ο πόλεμος δεν βρηκε τρόπο να έρθει εδώ να πολεμήσει. Χιλιάδες όμως άλλοι Έλληνες ανά τον πλανήτη βρήκαν τον τρόπο να έρθουν στην πατρίδα. Και μεις τον κάναμε ... πρωθυπουργό!!!
Λοιπόν, ο Πανούσης μας πείραξε...;»

  1. Απόσπασμα από διαδικτυακό blog:

«Τη δεκαετία του '70, πίσω από όλα ήταν η επάρατος Δεξιά και οι Αμερικάνοι. Χωρίς περαιτέρω σχόλιο, πια.
Τη δεκαετία του '80 και τις αρχές αυτής του '90, πίσω από όλα βρίσκονταν οι εβραιομασώνοι και οι σιωνιστές. Θυμάμαι καθαρά την εφημερίδα 'Στόχος' (την αγόραζα κάθε Πέμπτη με τον πατέρα μου για να γελάμε), ακραία έκφραση αυτών των θέσεων που συγκεφαλαίωνε την πεποίθηση ότι οι Εβραίοι, το Ισραήλ και οι Μασώνοι βρίσκονται πίσω από τους εχθρούς του Ελληνισμού. Μια φορά δημοσίευσαν και λίστα με τους εχθρούς της Ελλάδας, με την αιτιολόγηση δίπλα σε κάθε εχθρική χώρα: λ.χ.
Ρουμανία: εγείρει θέμα βλάχικης μειονότητας
Πακιστάν: φίλος και σύμμαχος της Τουρκίας»

Δες και μασόνος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλιαρντή λέξη εκ των κιμπάρης και πουρό (βλ. λήμματα για ετυμολογία). Ο Ηλίας Πετρόπουλος δίνει τη σημασία μερακλήςμερακλής), αλλά φαντάζομαι μπορεί να έχει όλες τις σημασίες του κιμπάρης που δίνει το Πονηρόσκυλο, κι εφόσον μιλάμε για κάποιον πουρό, πρόκειται για έναν ηλικιωμένο κιμπάρη, ο οποίος ενδέχεται να σκάει τα λεφτά του μάλλον με διάθεση χορηγού τ. suggar daddy ή πουστοπατέρα- ζάχαρη, σε τεκνά και τεκνίτσες μικρότερης οικονομικής δύναμης. Ο επίμονος κιμπαροπουρός συχνά ανταμείβεται για την επιμονή του.

Στη χούμση κιμπαροπουρό με λιμπερτόζα και ματσιάρα κουρκουλετζού βακουλοκρεμαστή κωλοτσιτσίρισε με νταμιροκλύσμα το σκελοσάλιαγκα χωρίς σπανοκουκούλα κι ο τραχανάς η γιδοτεκνοσυντήρητη ζήτηξε τσουκτροκλάκα. (Αποκατέ).
Μετάφραση κατά προσέγγιση: Στη φυλακή (ή μήπως στο μπιντιεσεμικό ντάντζιον;) κιμπάρης ηλικιωμένος με ελευθεριάζουσα και πλούσια πουτανιάρα παντρεμένη βασάνισε με (κάποιο τέλος πάντων είδος από) ένεση γέρο χωρίς προφυλακτικό και ο γέρος ο επαρχιώτης ζήτησε μαστίγιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που φοιτά σε κολέγιο αντί για δημόσιο σχολείο. «Στο Αθήνα», χρησιμοποιείται για τους μαθητές (και τους απόφοιτους) του κολεγίου Αθηνών και Ψυχικού. Περισσότερο χρησιμοποιείται κοροϊδευτικά, υποδηλώνοντας πλουσιόπαιδο, φλώρο, μαμόθρεφτο, κακομαθημένο. Οι ίδιοι μεταξύ τους το θεωρούν τιμητικό. Καταφέρνουν να ξεχωρίζουν λόγω της πανομοιότυπης εμφάνισης και συμπεριφοράς. Εντύπωση μάλιστα προκαλεί το γεγονός πως κάνουν παρέα μόνο μεταξύ τους.

- Είχα πάει στο PJs και ήταν πήχτρα στα κολεγιόπαιδα που το παίζαν μάγκες με τα λεφτά του μπαμπά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τσιγκούνης, που κρατάει όλα του τα χρήματα και δεν ξοδεύει.

- Τι λες, θα πάρουμε άλλη μια μπύρα;
- Άσ'το, το μαγαζί εδώ είναι ακριβό, δε θέλω να χαλάσω άλλα.
- Μα τι κουμπαράς που είσαι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified