Selected tags

Further tags

Μάγκικη συντομογραφία της λέξης «μπουκάλα», δηλαδή φιάλη αλκοόλ σε κλαμπ.

  1. - Έχω πιει μια κάλα μωρό μου, μόνο εσύ λείπεις (βλ. και κάβα)

  2. - Χτες ήπιαμε μια κάλα χιροσίμα και γίναμε κόκαλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για να εκφράσει ένα καταστροφικό ξενύχτι με ισχυρές δόσεις αλκοόλ. (βλ. γίνομαι κώλος)

Εκεί που μέσα στα κωλοτρυπίδια σου δε θυμάσαι τίποτα απολύτως σχετικά με το τι και πώς έγινε.

Και χανγκάιβερ να είσαι, πάλι δε πρόκειται να βρεις τρόπο να συνέλθεις.

Έχει ειπωθεί και με ταυτόχρονη κίνηση των δαχτύλων στα πλήκτρα Ctrl+Alt+Delete για να προσδώσει γλαφυρότητα.

- Ρε χτες φορμάτ σου λεω! Ήπια μια κάβα και με κουβαλάγανε. Ελπίζω να μην έγινα τελείως ρόμπα.

(από notheitis, 27/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενικά: χρησιμοποιείται για να κάνουμε αντιληπτή στους άλλους την βλακεία που έκανε ένα τρίτο πρόσωπο.

Ειδικά: μπορούμε επίσης να το πούμε αναφερόμενοι (σε αγώνες π.χ. ποδοσφαίρου στο γήπεδο) σε παίκτη που κάνει την μπαπατάτα του είτε μένει άπρακτος στον αγώνα, έτσι ώστε να δείξουμε πως έχει καταντήσει μπαρ!

Παρατήρηση: ο αριθμός αλλάζει ανάλογα με το νούμερο του παίκτη.

- Κοίτα να δεις που θα το χάσει...
- Μπα δεν νομίζω, είναι σχεδόν μόνος του με το τέρμα...
- Άουτ!
- Στο 'πα, αυτός κοιμάται όρθιος σήμερα!
- Μια σαμπάνια στο 4 ρε!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μικρό ποτηράκι για το σφηνάκι.

Πάσα: Ντίνος.

- Πού 'σαι μάστορα, φέρε μου και τη δακτυλήθρα, τη γνωστή.

(από Khan, 08/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε αυτόν που το βράδυ καταναλώνει τεράστια ποσότητα αλκοόλ και το επόμενο πρωί ξυπνάει χάλια.

- Βγήκες τελικά χθες;
- Βγήκα τελικά ο μαλάκας και έγινα πίτα! Σου μιλάω ξύπνησα κεφάλι-βεράντα.

(από maro.manitaro, 11/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. τα κοψίδια
  2. τα ξίδια
  3. τα μπουζούκια
  4. άλλο τι είδος παρεκτροπής με σοβαρές μακροχρόνιες και σωρευτικές επιπτώσεις.
  1. - Χρηστάκη, θα πάμε για κανά μεζεκλίκi στου Μπαρούτα;
    - Μανωλάκη μου, η κυρα-Θοδώρα επέβαλε μνημόνιο, κομμένα τα βαρέα και ανθυγιεινά.

  2. Στην αρχή παραγγείλαμε κάτι τζιν-τόνικ, κάτι μοχίτο και τέτοιες χαριτωμενιές, αλλά γρήγορα περάσαμε στα βαρέα και ανθυγιεινά.

  3. - Φιλαράκι, εγώ θα την πέσω τώρα να σηκωθώ κατά τις 2, φρεσκαδούρα, να πάω κατευθείαν για μεροκάματο στα βαρέα και ανθυγιεινά.
    - Οκέικ, εγώ θα πάω ντιρετίσσιμα στον Ερωδιό για σούπα στις έξι. Πιο φρεσκαδούρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ζύθος αισχίστης ποιότητας τόσο από άποψη γεύσης, όσο και από άποψη ποσότητας αλκοόλ, που δίνει την εντύπωση πως είναι περισσότερο χυμός βρύσης με ένα υποτυπώδες ποσοστό βύνης και λυκίσκου, έτσι απλά για το φολκλόρ.

Η γεύση της κυμαίνεται από υποτυπώδης (πρακτικά άγευστη) έως ελαφρώς (ή βαρέως) πικρή -με την κακή πάντα έννοια- ενώ υπάρχουν συχνά-πυκνά και περιπτώσεις όπου απλά πίνεται, αλλά είναι τόσο τζούφια που, χυμό να πάρεις, πιο εύκολα την ακούς. Συναντάται σε πολλά σούπερ-μάρκετ ως προϊόν μάρκα μ' έκαψες, πολλές φορές με στάμπα προέλευσης ζυθοπαραγωγού χώρας, ενώ πωλείται και σε πλείστα μπαρ και κλαμπάκια σε βαρελίσια βερσιόν ως προϊόν αγνού μπομπαρίσματος σε τιμή κανονικής μπύρας. Ως μπύρα, είναι το είδος ποτού που αποδεικνύει έμπρακτα όσο τίποτε άλλο ότι, όπως είπε κι ο ποιητής, την μπύρα δεν την πίνεις, την δανείζεσαι.

  1. Άλλαξα κορδόνια στα παπούτσια μου και χαίρομαι κάργα!Ετοιμάζομαι να φάω τοστ γιατί έχω λιμοκτονήσει.Ήπια μια mcfarland και είναι μια άθλια νερόμπυρα. (Από εδώ)

  2. Οι εταιρείες ψάχνονται και με άλλους χώρους, και αυτό είναι προς τιμην τους, και ο λόγος που δώσαμε λίγα χρήματα για να μπούμε, ήταν πως δεν θα είχαμε Fuzz ή Gagarin, θα είχαμε την Κωλομύγα. Μπύρα Κραφτ με πέντε ευρώ, ναι, δεν έχει νερόμπυρα, αλλά αυτός ΔΕΝ.ΕΙΝΑΙ.ΧΩΡΟΣ. (Από εδώ)

  3. Οι απανταχού Μπυραματιστές το απαίτησαν εγγράφως και όποιος δεν λαμβάνει υπόψιν του τη λαϊκή απαίτηση είναι με μαθηματική ακρίβεια καταδικασμένος να σαπίσει στην κόλαση πίνοντας ζεστές νερόμπυρες από τα πηγάδια του Διαβόλου και της παρέας του οι οποιές βράζουν και κοχλάζουν από τις αμαρτίες μας!!! (Από εδώ)

στο 1:00 (από anchelito, 02/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πετάω με αναθυμιάσεις / fly on fumes.

Έκφραση που σηματοδοτεί την έναρξη χρονικής διάρκειας κατά την οποία η ποσότητα του αλκοόλ που βρίσκεται στα ποτήρια ή /και στις κανάτες / μπουκάλια φτάνει σε ενοχλητικά χαμηλά δια τους συνδαιτημόνας επίπεδα.

Δευτερευόντως ανταποκρίνεται και στην φάση του ξενερώματος κατά το μεθύσι κατά την οποία οι εξερχόμενοι από την μέθη αρχίζουν να αντιλαμβάνονται την κάμψη της χαλαρωτικής επίδρασης του αλκοόλ και ζητούν επαναληπτική δόση δια την επάνοδό τους στην πρωτύτερη κατάσταση όποτε είχαν κάνει κεφάλι.

Προέρχεται ιστορικά από την ταίνια ''Die Hard'' (Πολύ Σκληρός για να Πεθάνει) 2, αυτή με τον Μπρούς Γουίλις, κατά την οποία ο πιλότος ενός επιβατηγού αεροσκάφους ομιλεί την παραπάνω φράση '' We're flying on fumes'' σε ασύρματη συνομιλία με τον πύργο ελέγχου.

Εκστομίζεται από πότες ή μπύρωες που έχουν κάνει ήδη κεφάλι από το πιοτό και βλέπουν τα καύσιμά τους να τελειώνουν. Άμεσος σκοπός η παραγγελία νέου ποτού ή το γέμισμα των ποτηριών από ήδη αγορασμένη ποσότητα αλκοολούχου σκευάσματος.

Συνώνυμες φράσεις:
''Άναψε το λαμπάκι του ντεπόζιτου'', ''μένουμε από καύσιμα'', οι οποίες έχουν παρόμοιο νοηματικά, πλην όμως φτωχότερο αργκοτικά, περιεχόμενο.

- Τώρα παράγγειλα άλλα δύο διπλά ουίσκια.
- Σωστόόόόός, πετούσαμε με αναθυμιάσεις εδώ και μισή ώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι ξηροί καρποί, αμύγδαλα και φιστίκια, με τα οποία συνοδεύουμε τα αλκοολούχα ποτά. (Από perketis)

  1. Πες στη σερβιτόρα να φέρει το ουίσκι και τα πρώτα ξηροκαρπίδια κι έρχομαι!

  2. Έτσι, τώρα που αποκλειστήκατε, μπυρίτσα, ξηροκαρπίδια, και από τον καναπέ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοκταίηλ σερβιρισμένο στο σκαμμένο εσωτερικό ενός καρπουζιού, το οποίο χρησιμεύει ως δοχείο και για να δίνει τη γλυκιά γεύση του στο περιεχόμενο. Πίνεται με καλαμάκια από την παρέα - υποτίθεται ότι παίζει και με βιδωτό βρυσάκι στο κάτω μέρος του καρπουζιού.

Πολύ καλοκαιρινό, παρεΐστικο και ταιριαστό με beach bar και ψιλοξεσαλώματα (τα γλυκά κοκταίηλ βαράνε!).

Από εδώ:

Ένα παιδί από την Κω έμαθε στην παρέα την Καρπουζοχαρά. Δες κι εσύ για να μαθαίνεις.
Παίρνεις καρπούζι, ρούμι, χυμούς, πάγο, μαχαίρι, κουτάλι, καλαμάκια και σουρωτήρι.
Από το καρπούζι κόβεις το 1/4.
[...]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified