Selected tags

Further tags

Τα σκυλάδικα, τα άσματα με τρελές ομοιοκαταληξίες. Ακολουθεί λίστα χωμένη αδιακρίτως κι όσοι καβουροσλανγκόσαυροι προσέλθετε:

Θα πάρω την βενζίνη,
κι αναλαμβάνω την ευθύνη,
δέκα χρόνια σ' είχα άχτι,
τώρα θα σ' έχω μόνο στάχτη,
και θα σε βάλω στο κουτί,
πού 'βαζες τα μπικουτί.

«Το νινί,το νινί,
το νινί σέρνει καράβι!
Και δεν τό 'χεις καταλάβει!»

«Είχα καρδιά μεγάλη σαν υφήλιος
κι εσύ τη χώρισες σαν εμφύλιος»

«Τη μπετονιέρα μην παρεξηγάς
αυτή σου δίνει για να φας»

«Από το μασαζ στη γιόγκα , κι απ' τη γιόγκα στο μασάζ
σου το λέω και σου το 'πα το στραβό κορμί δε σαζ...»

«Η μπουρνουζοπετσέτα η καλή
είναι τόσο απαλή
σαν την καρδιά ενός μαρουλιού
είσαι αγάπη τ'Απριλιού»

«Έλα να κάνουμε σεξ,
έλα να κάνουμε σεξ,
η αγάπη μας θα γίνει
ανοξείδωτο πυρέξ»

«Μου 'φυγε η ψυχή μέσα στη νύχτα
μ' αυτά που λες έτσι στην ψύχρα»

«Ρέ μάνα πάρε μου δερμάτινο μπουφάν γιατ'είναι κρίμας
νά μήν έχω κι'έγώ το δικό μου το ίματζ»

«Θωρακισμένη Μερσεντές
εγώ δέν ζήτησα ποτές»

«Το καλύτερο στο άφησα στο τέλος
να σου πω πως ένας ήταν ο Οθέλος!»

«Το κορμί σου το φιδίσιο
που 'ναι μπρος και πίσω ίσιο (!)
αν τυχόν και σου αρέσει
θα σου φτιάξω και τη μέση»

«Εσύ μου έβαλες τα νεύρα μου στην πρίζα
και τα όνειρα μου τα 'κανες κορνίζα...»

«Απόψε,σήμερα και χτές
όλες οι πόρτες είν'κλειστές

κι'εγώ εχω μείνει ΟΞΩ
καί μες'στό θάμπος το θαμπό
παίρνω αμπάριζα να μπώ
και μέ πετάνε ΟΞΩ»

Βενζινά, γέμισε το ρεζερβουάρ
γιατι μου είπε ωρεβουάρ
αυτη που αγαπάω.
Θέλω να τρέξω να τη βρω
και να της πω την αγαπώ
γιατι αλλιως θα τσακιστώ
και στο γκρεμό θα πάω...

«Γλείφε το κόρμι μου γλείφε
έρωτα μου τοκογλύφε»

«Είσαι το ένα... είμαι το άλλο...
Είμαστε δυο άτομα
Σκίσε το λευκό μπλουζάκι,
Πέτα το στο πάτωμα»

«λάιλάιλάιλάιλάιλουλουλού, λάιλάιλάιλάιλάισουρλουλού,
αφότου γνώρισες εμένα, έπαψες ποια να'σαι παρθένα,
γιατί εσύ έχεις ατού, με τύλιξες στην κουρελού»...

έλα στον παππού έλα στον παππού
και μην κοιτάς αλλου....

«Απόψε έχω περίοδο
μα έχω κι άλλη δίοδο»

μεινε μαζι μου εγυος,
ειμαι πολυ φερεγγυος

ΚΑΙ ΠΙΝΩ ΦΡΑΠΕΔΕΣ ΚΑΙ ΚΟΒΩ ΤΙΣ ΦΛΕΒΕΣ«
ΜΑΚΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ

»ΠΑΨΕ ΘΑ ΣΟΥ ΠΑΡΩ ΣΟΚΟΛΑΤΑ
ΣΚΑΣΕ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ ΣΤΑΜΑΤΑ«
ΛΕΙΛΑ

»ΠΙΤΣΙΡΙΚΑ ΠΙΤΣΙΡΙΚΑ,
ΟΤΙ ΜΟΥ ΛΕΙΠΕ ΤΟ ΒΡΗΚΑ«
ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΕΡΛΕΓΚΑΣ

»ΕΙΝΑΙ ΒΛΑΚΕΙΑ ΠΟΥ ΑΚΟΜΑ ΣΕ ΚΡΑΤΑΩ
ΚΑΙ ΔΕΝ ΣΕ ΔΙΩΧΝΩ ΠΙΟ ΚΑΛΑ ΓΙΑ ΝΑ ΠΕΡΝΑΩ«
ΤΑΣΟΣ ΜΠΟΥΓΑΣ

»ΜΗ ΜΙΛΑΣ ΒΓΑΛ΄ΤΟ ΣΚΑΣΜΟ
ΕΙΣΑΙ ΕΝΑ ΜΕΛΑΤΟ ΑΥΓΟ
ΜΗΝ ΚΟΙΤΑΣ ΣΑΝ ΤΗΝ ΓΑΡΙΔΑ
ΜΑΖΙ ΣΟΥ ΠΡΟΚΟΠΗ ΔΕΝ ΕΙΔΑ«
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΝΑΡΑΚΗΣ

»ΣΤΟ ΠΡΟ-ΠΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΛΑΧΕΙΟ
ΕΙΣΑΙ ΑΣΣΟΣ ΜΕ ΠΤΥΧΙΟ
ΑΝ Ο ΠΑΟΚ ΦΕΡΕΙ 2
ΛΕΣ ΣΤΗ ΦΤΩΧΙΑ ΣΟΥ ΑΝΤΙΟ
ΑΝ Ο ΛΗΓΩΝ ΕΙΝΑΙ 6
ΤΟΤΕ ΣΙΓΟΥΡΑ ΘΑ ΦΕΞΕΙ«
ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΤΕΡΖΗΣ

»ΚΑΘΕ ΒΡΑΔΥ ΚΟΒΩ ΦΛΕΒΕΣ
ΞΕΝΥΧΤΑΩ ΜΕ ΦΡΑΠΕΔΕΣ
ΚΑΙ ΞΗΛΩΝΩ ΚΑΝΑΠΕΔΕΣ
ΓΙΑ ΝΑ ΚΟΙΜΗΘΩ«
ΛΕΠΑ

»ΚΑΘΕ ΒΡΑΔΥ ΣΤΑ ΦΙΛΙΑ ΣΟΥ ΤΑ ΠΑΘΙΑΡΙΚΑ
ΣΑΝ ΤΖΟΥΚ ΜΠΟΞ ΤΡΩΕΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΤΑ ΔΕΚΑΡΙΚΑ«
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ

»ΣΕΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΑΓΑΠΗ ΣΕΙΣΜΟΣ ΤΡΙΖΕΙ ΤΟ ΚΡΕΒΒΑΤΙ
ΣΕΙΣΜΟΣ ΟΛΗ Η ΓΗ ΚΟΥΝΙΕΤΑΙ ΤΩΡΑ ΠΟΙΟΣ ΚΡΑΤΙΕΤΑΙ;«
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΝΤΟΛΑΖΟΣ

»ΕΣΕΝΑ ΣΟΥ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ 80 ΒΑΓΟΝΙΑ ΞΥΛΟ
ΝΑ ΜΑΘΕΙΣ ΓΙΑ ΝΑ ΦΕΡΕΣΑΙ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΣΟΥ ΛΙΓΟ«
ΤΑΣΟΣ ΜΠΟΥΓΑΣ

Στης καρδιάς μου το τερέν προηγείσαι 1-0»

Πες μου το ονομα σου πρωτα πρωτα,
να μην μιλαω με μιαν αγνωστη στην πορτα...
Λε.Πα...

«Μπες μες στο καμπριολε
πάμε για κανα καφέ»

«πάρε μου μιά πίπα, να κόψω το τσιγάρο»
Μπουγάς

«Είναι μύθος είναι μύθος το δασύτρυχό μου στήθος»

Χριστίνα Γαλάνη
«Από κορμί είμαι η best
Κι από προσόντα είμαι first
Μ' αυτό στους άντρες κάνω test
Για να διαλέξω.

Μπες όπως όλοι στη γραμμή
Άσε τα μα, τα μου, τα μη
Πέρνα λοιπόν τη δοκιμή
Και ίσως σε επιλέξω»

Πέπη Τσεσμελή
«Σκανδαλίζομαι, μονάχη μου αγγίζομαι
με μια γραβάτα σου ερεθίζομαι»

«Αν θέλεις να ανοίξουν της καρδούλας μου οι πόρτες,
βγάλε όλα τα ρούχα σου κι έλα με τις μπότες»

Λάκης Σκουτάρης
«Κάνε Γιάννη τη δουλειά σου,
κι ύστερα θα' μαι πάλι η θειά σου.»

«Είμαι ένας άνθρωπος τρελός,
σχιζοφρενής και μανιακός,
που μες την τρέλα μου ο φτωχός,
ψάχνω για να' βρω λίγο φως»

«Σκοτάδι, πισσοσκόταδο, μαύρο σκοτάδι πίσσα,
σκοτάδι είσαι σκοτεινό, σκοτοσκοτεινιασμένο,
σκοτάδι κατασκότεινο, και βράδυ βραδιασμένο.»

Άντζελα Ρέμπη
«Αν είχανε φωνή οι γκαρσονιέρες,
θα πέφταν σαν ξερόφυλλα οι βέρες»

Eφη Θώδη
«Θα κάνω ότι μου ζητήσεις, θα κάνω ότι μου ζητήσεις.
Θέλω να ευχαριστηθείς και να με ευχαριστήσεις»

«Θέλω στο σώμα σου σαν μπω, να με χτυπάς με το σαμπώ.»

«Ο ήλιος καιει, καιει για μας τους gay.»

«Φίλα με δεν έχω ΕΙΤΖ, το' πε κι ο γιατρός.»

«Μείνε μαζί μου έγκυος, είμαι πολύ φερέγγυος.»

«Σε βρίσκω πολύ κύριο, αλλά περνάω κλιμακτήριο.»

«Μωρό μου είσαι όργιο, σαν τον Άγιο Γεώργιο»

«Σε είδα στο ποδήλατο και ήσουν όλο τρέλα,
μα ξαφνικά κατάλαβα πως έλειπε η σέλλα.»

Με λενε ποπη σαν τη γιαγια μου τη Καλλιοπη....
Με λένε Στέλλα, σαν τη γιαγιά μου την κουνέλα...
Με λένε Πόπη, σαν τον παππού μου τον Προκόπη....

Πάρε τηλέφωνο το κερατά
καλύτερα τώρα παρα μετά.....
Λιβυκός

Η μπουρνουζοπετσέτα η καλή
είναι τόσο απαλή
σαν την καρδιά ενός μαρουλιού
είσαι αγάπη τ'Απριλιού

Φτού,φτύνω αίμα
έγινα φυματικός για σένα

Αυτή η χώρα που κρέμεται σαν πέος στα Βαλκάνια είναι η χώρα των τρελών και
της παράνοιας.
ΑΜΑΝ
Κώστας Καφάσης

«Το βράδυ θα έλθω να σε πάρω
γι'αυτό μη φας, θα φάμε γλάρο»

«Μ'αγαπάς ή τσάμπα πίνω;»

τι κάνω μόνη μου μες το σαλόνι μου«
»πολύ καλά παιρνώ στον καναπέ μου εγώ«
Βανδή

» Πάρ'το Λίζα και κάντο κορνίζα,
και βάλ'το στην πρίζα να γίνει σουξέ,
το πτυχίο δεν μπαίνει στ'αρχείο
κoρίτσι για δύο, τσιφλίκι μπαξε«(!!!!!!)

Είχα καρδια μεγάλη σαν υφήλιος
κι εσύ τη χώρισες σαν εμφύλιος»

τα ματια σου με κενε γιατι σε μανεκενε!

«Μωράκι μου μωράκι μου
γλυκό μελιντζανάκι μου
όταν θα σμίξουμε τα δυό μας
δεν θα φορώ το μποξεράκι μου.»

«Από τον πύργο της Βαβέλ, έφυγα νύχτα με το ΚΤΕΛ.»

Αλλη ειναι η δουλειά του ναύτη
κι άλλη του καντηλανάφτη
.........
ρεφρέν:
Αντρα μου καντηλανάφτη
αχ και να μοιαζες του ναύτη.

«Εσύ, γιατί δεν ξέρω με κέρασες λικέρ,
μα εμένα στην καρδιά μου, δουλεύουν κομπρεσέρ.»

σου στέλνω μήνυμα μ' ένα ταμ ταμ, να μαγειρεύεις με βιτάμ
κι ήσουνα γόησσα κι έκανες μπαμ, κι εγώ σε ψάχνω στο χαμάμ
φεύγω να πάω να βρω στο Μπανκόγκ, τον σύντροφό μου τον Κιγκ-Κογκ
μες στο μυαλό μου βαράνε τα γκόγκ, μοιάζω με μπάλα του πιγκ-πογκ«
Ν. Άσιμος

Γυμνός μες' το κρεβάτι σου εσένα περιμένω
Κι όλες τις μαλακίες σου σα βλάκας υπομένω
Έρχεσαι πάλι απρόθυμη γεμάτη με προφάσεις
Μου λες »έχω περίοδο, και το γαμήσι να ξεχάσεις...«

CHORUS
Τι κι αν έχεις περίοδο
Έχεις κι άλλη δίοδο !

Πάνε δύο βδομάδες τώρα που μου'ρχεσαι με σερβιέτα
Δεν πάει άλλο έτσι πια ταμπόν, σερβιέτες πέτα
Μου τα'πρηξες τόσο καιρό η ίδια ιστορία
Βαρέθηκα να σε κοιτώ παίζοντας μαλακία

ΣΤΟ ΡΕΤΙΡΕ ΤΗΣ ΑΜΑΛΙΑΣ
ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΤΗΣ ΑΝΩΜΑΛΙΑΣ
ΘΑ 'ΧΟΥΜΕ 11 ΚΟΠΕΛΕΣ
ΘΑ 'ΡΘΟΥΝ ΚΑΙ ΑΝΤΡΕΣ ΜΕ ΟΜΠΡΕΛΕΣ

Αντζελα Ρέμπη »Αν είχανε φωνή οι γκαρσονιέρες,
θα πέφταν σαν ξερόφυλλα οι βέρες

ΑΜΑ ΕΧΕΙΣ ΠΑΛΑΜΑΡΙ
ΤΙ ΤΗΝ ΘΕΛΕΙΣ ΤΗ FERRARI ;
ΤΑ ΜΑΤΑΚΙΑ ΣΟΥ ΜΕ ΚΑΙΝΕ
ΓΙΑΤΙ ΕΙΣΑΙ ΜΑΝΕΚΕΝΕ

και ειχε ενα φεγγαρι σαν κομμενο νυχι
αλλο να σ'το λεω και αλλο να σου τυχει«
Σαμιου

»Γιάννη μου κάνε τη δουλειά σου
και αύριο θα 'μαι πάλι η θεια σου«!

Το σώμα σου είναι ποίηση και θέλει κλωνοποίηση»

Πηγή: http://students.ceid.upatras.gr και φοράδες.

- Θα παίξουν κανένα τραγούδι της προκοπής εκεί που πάμε ή μόνο σκυλοτράγουδα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εντελώς μεθυσμένος, κουνουπίδι, κουρούμπελο, φέτες, και λοιπά.

Η φράση είναι βέβαια τουρκική (bir duvar benim, bir duvar senin) και σημαίνει κατά λέξη «ένας τοίχος δικός μου, ένας τοίχος δικός σου». Στην Τουρκία, λέγεται καμιά φορά και ανάποδα (bir duvar senin, bir duvar benim), αλλά το ίδιο είναι.

Αν και δεν της φαίνεται εκ πρώτης όψεως, είναι παραστατικότατη έκφραση: Έχεις δύο μπεκρήδες, τύφλα στο μεθύσι, να βγαίνουν παραπατώντας απ' το καπηλειό. Πιθανότατα δεν θυμούνται πώς πάνε σπίτι, και σίγουρα δεν βλέπουν πού πατάνε. Έτσι λοιπόν, για να μη χαθούν αφενός, και για να κρατήσουν ισορροπία και να μη φάνε τα μούτρα τους στο σοκάκι αφετέρου, πιάνει ο καθένας από 'να τοίχο - ο ένας δεξιά ο άλλος αριστερά - και πηγαίνουν. Γαμάτο;

  1. Κυριολεξία:
    - Ρε τι γαμάτα που περάσαμε, ρε Μπάμπη! Σ' αγαπάω, ρε φίλε!
    - Κι εγώ σ' αγαπάω, ρε Μήτσο!
    - Πάμε να τα πιούμε και πιο κάτω, ρε Μπάμπη;
    - Δεν μπορώ ρε μαάκα Μήτσο, δεν την παλεύω λέμε, έχω πιει τον κώλο μου!
    - Ε πάμε σπίτι μου, ρε Μπάμπη, να σκάσουμε κάνα γάρο!
    - Και κατά πού είναι το σπίτι σου, ρε Μήτσο;
    - Δεν ξέρω ρε μαάκα Μπάμπη, πάμε και βλέπουμε!
    - Ρε μαάκα Μήτσο, θα πέσω κάτω ρε μαάκα, θα φάω καμιά σαβούρα!
    - Ε, μπιρ ντουβάρ μπενίμ, μπιρ ντουβάρ σενίν, κάπου θα φτάσουμε!
    - Σ' αγαπάω ρε Μήτσο! (σνιφ) Σπαθί ξηγιέσαι!
    - Κι εγώ σ' αγαπάω ρε Μπάμπη! (σνιφ) Καρντάσι! (ΝΤΟΥΠ)
    (πέφτουν)

  2. Μεταφορά:
    - Φίλε, κλάσαμε στο γέλιο χτες. Βγήκαμε με τον Κώστα, κι αυτός δεν το 'χει το αλκοόλ, την ακούει με τη μία. Τον αγκαζάρει, λοιπόν, ο Πέτρος και τον πλακώνει στα σφηνάκια και στις κανάτες και τον κάνει μπιρ ντουβάρ μπενίμ, μπιρ ντουβάρ σενίν. Πήγαινε βάρκα γιαλό, γέλαγε σα μαλάκας, την έπεφτε σε ό,τι πέρναγε...
    - Και στη Σούλα;!
    - Και στη Σούλα! Και στο τέλος έφαγε μια χύμα και σωριάστηκε μες στο μαγαζί και τον πήρε ο ύπνος ρε φίλε!
    - Άντε ρε μαλάκα!
    - Ναι ρε σου λέω, πήγαμε να τον σηκώσουμε κι αυτός ροχάλιζε!
    - Τελέρε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάπου στα μεσο-τέλη των ογδόνταζ, και πριν επικρατήσει ο όρος βρώμικο, κυκλοφορούσε το αρκουδολουκάνικο, με τον προσδιορισμό αρκουδοαίματος.

Ο όρος δεν επικράτησε, ίσως γιατί ήταν δεσμευτικός σε σχέση με το κρέας που προσφερόταν, ίσως γιατί ήταν δύσκολο να το προφέρεις μέσα στην σούρα, ίσως γιατί το βρώμικο ήταν (και είναι) πιο περιγραφικός όρος.

Προέρχεται από το «Ο Αστερίξ στους Βελβετούς»

- Πάμε Μαρινέρο να τσιμπήσουμε κάτι;
- Δεν πάμε Μαβίλη για αρκουδολουκάνικο;
- Αρκουδοαίματος; Φύγαμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή του «στην υγειά σου», με ιδιαίτερη σημασία στην Κρήτη, όπου συνοδεύει ένα ολόκληρο τελετουργικό για πιώματα μέχρι λιποθυμίας.

Το «στην αφεντιά σου» είναι πιο σοβαρό απ' το «στην υγειά σου», το οποίο είναι γενικότατο. Δηλώνει ρισπέκ, και δείχνει ότι θεωρείς τον άλλον κύριο του εαυτού του - να κάτι που δεν ισχύει για όλους.

Το τελετουργικό έχει ως εξής. Παρεάκι μαζεύεται στην αυλή (σπίτι, μπαλκόνι, νυχτερινό κέντρο, οπουδήποτε), με το μπουκάλι / κανάτα / νταμιτζάνα κρασί στη μέση. Στην αρχή, ο κόσμος κερνάει και πίνει κανονικά, βάζοντας στα ποτήρια των άλλων και στο ποτήρι του (ο κεραστής, τελευταίος) και λέγοντας «γεια μας, μ'ρε παιδιά!» ή κάτι τέτοιο πριν τσουγκρίσει και πιει. Ως εδώ καλά. Αργά ή γρήγορα όμως, κάποιος θα κάνει τη μαλακία και θα «καλέσει». Έτσι ξεκινάει ένας κατήφορος που θα τελειώσει ανυπερθέτως με ένα τσούρμο λιώματα, χυμένους ο ένας πάνω στον άλλον.

Ο καλεστής, πρώτ' απ' όλα, σκώνεται όρθιος να τον βλέπουν. Μετά παίρνει το δικό του ποτήρι και το γιομίζει μέχρι πάνω πάνω, ξέχειλο που λένε. Μετά το σηκώνει προς τη μεριά αυτού που θέλει να καλέσει (παναπεί να προκαλέσει...), λέει σοβαρά-σοβαρά «στην αφεντιά σου», και το κατεβάζει κούπα (παναπεί μονορούφι). Αμέσως μετά το ξαναγιομίζει, πάλι ξέχειλο, και το δίνει σ' αυτόν που κάλεσε. Ο οποίος διαλέγει κάποιον άλλον στην παρέα να καλέσει, λέει κι αυτός «στην αφεντιά σου», πίνει την κούπα, ξαναματαγιομίζει, και ούτω καθ' εξής.

Οι κανόνες του παιχνιδιού:
1. Απαγορεύεται να καλέσεις χωρίς να πιεις. Πρώτα θα κατεβάσεις την κούπα σου, και μετά θα τη δώσεις στον άλλον. Το παιχνίδι είναι μια πρόκληση (dare που λένε στα εγγλέζικα), και δε νοείται να προκαλείς κάποιον να κάνει κάτι που εσύ δεν μπορείς.
2. Όλοι πίνουν απ' το ίδιο ποτήρι. Δεν έχει «σιχαίνομαι» και «μα η Κατερίνα φοράει κραγιόν» και αηδίες. Είναι παιχνίδι τση παρέας, και η παρέα κάνει bonding έτσι. 3. Απαγορεύεται να αρνηθείς κάλεσμα. Στην καλύτερη περίπτωση θα γίνεις ρεζίλι των σκυλιών, και θα 'σαι για πάντα πλέον ο ξενέρωτος που δεν πίνει όταν τον καλούν. Στη χειρότερη, ο καλεστής θα το πάρει προσωπικά και θ' ανάψει καβγάς. Εδώ ένα απλό τσούγκρισμα να αρνηθείς, ο άλλος παρεξηγιέται. Πόσο μάλλον ένα επίσημο κάλεσμα κι ένα αρχοντικό «στην αφεντιά σου». Όπως και να' χει, αν κάποιος δεν πιει, το παιχνίδι χαλάει, προς μεγάλη απογοήτευση της ομήγυρης.
4. Μπορείς να καλέσεις όποιον θέλεις στο τραπέζι, ακόμα κι αυτόν που σε κάλεσε αμέσως πριν, κάτι το οποίο έχει παρενέργειες. Αφενός, μπορεί να εξελιχθεί σε μονομαχία, όταν δύο στην παρέα καλούν συνέχεια ο ένας τον άλλον, συνήθως για να δουν ποιος αντέχει να πιει περισσότερο. Αυτή η εκδοχή συχνά συνοδεύεται από ανταλλαγή σκωπτικών μαντινάδων, όπου ο ένας προσπαθεί να πικάρει τον άλλον. Αφετέρου, μπορεί να οργανωθεί (εκ προμελέτης ή επιτόπου) ομαδική στοχοποίηση ενός από την παρέα, και όλοι μα όλοι οι υπόλοιποι να καλούν αυτόν, με γέλια και πειράγματα. Αυτή η εκδοχή συχνά συνοδεύεται από ενέσεις καφεΐνης στο νοσοκομείο, ώρες αργότερα.
5. Τέλος του παιχνιδιού δεν προβλέπεται. Θεωρητικά, τελειώνει όταν τελειώσει το κρασί. Φυσικά, όταν μιλάμε για σπίτια εξοπλισμένα με βαρέλια, μέχρι να τελειώσει το κρασί, ο κόσμος έχει αρχίσει να σωριάζεται.

Παραλλαγές:
1. Κούπα όχι σε κρασοπότηρο, αλλά σε υπερδιπλάσιας χωρητικότητας νεροπότηρο. Τα πράγματα βγαίνουν εκτός ελέγχου πολύ γρηγορότερα έτσι.
2. Κούπα σε ακόμα μεγαλύτερο, αυτοσχέδιο σκεύος. Έχω δει σε γλέντι γάμου κόσμο και λαό να βγαίνει εκτός μάχης σε dt, αφού ξεκίνησαν αφελώς τα «στην αφεντιά σου» με ένα πλαστικό εναμισόλιτρο μπουκάλι νερού, κομμένο λίγο κάτω απ' τη μέση. Μονορούφι πάνω από μισό λίτρο κρασί τη φορά...
3. Κούπα σε νεροπότηρο, με ρακή αντί για κρασί. Αυτά, λογικά, τα κάνουν μόνο οι βοσκοί, που ως γνωστόν έχουν υπεράνθρωπες αντοχές.

Παραλληλισμοί:
Το να πίνεις κρασί απ' το ίδιο σκεύος είναι μάλλον παγκόσμιο σύμβολο φιλίας ή/και αγάπης. Βλέπε τον καθολικό γάμο, όπου νύφη και γαμπρός έπιναν συμβολικά μια γουλιά απ' το ίδιο ποτήρι (το «διπλό» ποτήρι, που είδαμε στον Ελαφοκυνηγό, είναι νεότερη επινόηση βέβαια). Βλέπε το ορθόδοξο μυστήριο της θείας ευχαριστίας, όπου όλοι οι πιστοί μεταλαμβάνουν με το ίδιο κουτάλι. Βλέπε και το αρχαιοελληνικό έθιμο του κότταβου, όπου ο συμποσιαστής έπινε κι άφηνε μια γουλίτσα κρασί, την οποία γυρνούσε παιχνιδιάρικα στα χείλη του ποτηριού πριν το πασάρει στον εραστή. Ah, l' amour, l' amour!

Ετυμ. : < μσν. αφεντία < αφέντης < αρχ. αυθέντης

- Ώφου κι ώφου! Η τσεφαλή μου!
- Ηντά 'παθες, μ'ρε Μανολιό;
- Οψέ μαζωχτήκαμε παρέα στου Ψαρονίκου, κι είχε φέρει το καλό το κρασί απ' το χωριό, κι εξεκίνησε ο κουζουλός ο Νεκτάριος τα «στην αφεντιά σου», κι εγινήκαμε σύσκατοι ούλοι. Ώφου η τσεφαλή μου!
- Ε, και δεν αντέεις το πιώμα, μ'ρε Μανολιό; - Κούπες με το κανάτι πίναμε, Ζαχάρη!
- Χίλιοι μαύροι διαόλοι!

- Στην αφεντιά σου, Γιώργη! Κουτελοβαρίσκω σου! (γκλουπ)
- Στην αφεντιά σου, Μιχαλιό! Κι εγώ αντιστέκομαί σου! (γκλουπ)
- Στην αφεντιά σου, Γιώργη! (...ad nauseam. Κυριολεκτικώς.)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό των μουσικών, για το (μουσικό) όργανό τους, είτε ως ειρωνικό σχόλιο (λόγω μακρόχρονης αχρησίας), όρος που χρησιμοποιείται ευρέως για πολλά αδρανή πράγματα- προσώπατα, είτε επαινετικά (π.χ. το εργαλείο) που προέρχεται απο το ξύλινο σκάφος τους (π.χ. μπουζούκι, κιθάρα, πιάνο κλπ), αλλά έχει επεκταθεί και σε άλλα διαφόρων υλικών κατασκευής (π.χ. τουμπερλέκι, σαξόφωνο κλπ).

  1. Αχρησία:

Εμφανίσθηκε κάποτε σε πίνακα αγγελιών, γνωστού κυψελιώτικου στούντιο μουσικής, αυτογνωσιακή αγγελία πώλησης κιθάρας λόγω ελλείψεως ταλέντου (!)

Ο Κώδικας του Χαμουραμπί, μεταξύ άλλων έγραφε ότι σε περίπτωση που ο ενήλικος υιός, που έχει συμπληρώσει το 20 έτος της ηλικίας του και επί 5 έτη από της συμπληρώσεως δεν εργάζεται, λογίζεται έπιπλο και δύναται να πωληθεί ως τέτοιο...

Οι λόγοι αχρησίας μουσικών οργάνων ποικίλουν: Π.χ. μπορεί να οφείλεται σε ανεπιθύμητο δώρο προς ανήλικο, στον οποίον έχουν επιβάλει στανικά τον όρο της εκμάθησής του οι γονείς του (διότι τα παιδιά των καλών οικογενειών παίζουν πιάνο κλπ-κλπ), διότι ο ανήλικος θέλησε ο μαύρος να μάθει, πλην υπέστη επανειλημμένως την τραυματική γονική παραγγελιά- χαρτούρα ενώπιον τρίτων «Κωστάκη παίξε μας κάτι στο φλάουτο» κλπ-κλπ και εγκατέλειψε, διότι δεν διάβαζε παρτιτούρες, προτιμώντας να παίζει «με το αυτί» και τόνε πόνεσε, διότι η δασκάλα είχε λάβει ύφος βικτωριανής νταντάς σε συνδυασμό με Μίστερ Μυγιάκι (βλ. σε χώνω για να μάθεις) και επέπληττε δριμύως το ανήλικο κάθε φορά που «κόμπιαζε» μουσικώς, χτυπώντας το στα δάχτυλα με αποικιακή βίτσα και τα μούτζωξε, διότι το σπίτι έμπαζε υγρασία και το όργανο σκέβρωσε, διότι έμαθε μεν το όργανον, πλην όμως η καθημερινόπιτα ισοπέδωσε κάθε αισθητική του αναζήτηση μετά την ενηλικίωση, διότι η γιαγιά που έπαιζε μαντολίνο απεβίωσε-ζήτω η γιαγιά (!)

Ειδικά οι παλιότερες γενιές (π.χ. μέχρι το 1920-1930), σκάμπαζαν ανεξαιρέτως από οιοδήποτε είδος μουσική (π.χ. δημοτικά με φλογέρα) κι είχαν πάντα μέσα σε κάθε σπίτι (φτωχό ή πλούσιο) τουλάχιστον ένα μουσικό όργανο, αφού δεν υπήρχε ραδιόφωνο (ή αποτελούσε πολυτέλεια) και τηλεόραση κι έτσι η αναγκαία μουσική υπόκρουση για την διασκέδαση κατά μόνας ή στις βεγγέρες, εξαρτώνταν από τον ίδιο τον αμφιτρύωνα ή κανα φίλο-συγγενή που ήξερε να παίζει. Αραιά και που, στα μεγάλα καζάντια ή σε εξαιρετικά γεγονότα (π.χ. γάμος κλπ), καλούσαν τα όργανα (επαγγελματίες), προκειμένου να παίζουν καλύτερα αλλά και για να μην ταλαιπωρούνται οι γλεντοκόποι (όποιος ερασιτέχνης έχει βγάλει ολονύχτιο πρόγραμμα έστω και με κιθάρα παραλίας θα καταλάβει)...

Οι νεοέλληνες τόσο μυαλό είχαν, που όχι μόνο δεν έμαθαν να παίζουν αλλά διέπραξαν το έγκλημα να πετάξουν ή να πουλήσουν στα γιουσουρούμια τα παλιά μουσικά όργανα των προγόνων τους, θεωρώντας τα προφανώς «έπιπλα», λες και τους ζητούσανε ψωμί. Χαρακτηριστικά, στην κατά τα λοιπά απολαυστική «Θεία απ’ το Σικάγο» (1957), μαζί με την μασίφ χειροποίητη σερβάντα που αντικαταστάθηκε από ένα νοβοπάν ψωρο-μπαράκι με τροχούς για το ιουίσκι (sic), πήρε εξόδου και το πιάνο με τα κηροπήγια (!) και στη θέση του βάλανε ένα αμερικάνικο ραδιόφωνο, δίκην εκμοντερνισμού...
(Σήμερα παίρνουμε ΙΚΕΑ να βολευτούμε όπως-όπως, αφού δε χωρούν τα παλιά ποιοτικά αλλά μονοκόμματα έπιπλα στα κονσερβοκούτια που χτίσαμε γκρεμίζοντας τα νεοκλασικά).

  1. Καμάρι

Η επαινετική χροιά της έκφρασης, ανάγεται στην ψυχική εγγύτητα που νιώθει ο μουσικός με το όργανό του. Το φροντίζει, το συντηρεί και το διακοσμεί (είναι πασίγνωστα π.χ. τα προσωπικά λαϊκά ξόμπλια των οργάνων των μπουζουκτσήδων, ακόμα κι οι λατέρνες που θεωρούνταν μουσικά όργανα σημαιοστολίζονταν).

Είναι η αχώριστη συντροφιά του (βλ. «Μπουζούκι μου διπλόχορδο» Μ. Βαμβακάρης), πάντα ταξιδεύει μαζί του (αν είναι φορητό) παίξει-δεν παίξει, το ψωμί του, το μεράκι του (βλ. «Μου σπάσανε το μπαγλαμά» Π. Γαβαλάς / «Ο κυρ-Θάνος πέθανε» Γ. Μπιθικώτσης κ.α.), η περηφάνια του (βλ. «Απόψε το μπουζούκι σου» Β. Τσιτσάνης), η μουνοπαγίδα του (βλ. αναγκαστική εκτέλεση «έντεχνου» προς άγραν γκομενίτσας κουλτουριάρας-αν και σπανίως γαμεί ο κατάκοπος οργανοπαίχτης αλλά μάλλον φτιάχνει την κατάσταση και δράττονται της ευκαιρίας οι λοιποί άρρενες-λύκοι να κάνουν παιχνίδι), η ερωμένη του (έλεγε ο B.B. King «μάθαινα κιθάρα να παίζω στα κορίτσια-όταν οι άλλοι χτυπούσαν γκόμενες εγώ έκανα πρακτική-κάποια στιγμή που έφτασα να παίζω καλά και να γουστάρω, είπα δεν ασχολούμαι με γκόμενες, έχω την κιθάρα μου»), εν τέλει η προέκταση του εαυτού του.

Για το λόγο αυτό, είναι τραγικό για έναν μουσικό (κουτσουρεύεται η προσωπικότητά του) να του αφαιρείται το όργανο στη φυλακή και να σαπίζει στην αποθήκη, αφού πειθαρχικά (αυτό τους μάρανε) δεν επιτρέπονται οι οργανοπαιξίες, που στο κάτω-κάτω αποβαίνουν ανακουφιστικές για τους κρατουμένους κι αποσοβούν την ένταση (εκνευρισμοί-μαχαιρώματα κλπ) της κλεισούρας.
Βέβαια, τα μαγκάκια προκειμένου να βγάλουνε το κασαβέτι τους, πάντα βρίσκανε έναν τρόπο να βάλουν ζούλα στη στενή ένα μικρό όργανο (π.χ. μπαγλαμαδάκι) ή αλλιώς το φτιάχνανε υποτυπωδώς μόνοι τους με ένα κούτσουρο που το σκάλιζαν εσωτερικά ή το έκαιγαν υπομονετικά με κάρβουνο.

Σημειωτέον, ό,τι έπιπλο (ή κουτί ή εργαλείο κλπ) καλείται και το τάβλι, ποτέ όμως ένεκα αχρησίας, αλλά πάλι λόγω του ξύλινου σκάφους του, το οποίον μπορεί να αποβεί φονικόν όπλον εις χείρας ασυνειδήτου παίκτου, είτε μεταφορικώς (ο νικητής φονεύει την αυτοπεποίθησιν και τον ναρκισσιμόν του ηττηθέντος) είτε κυριολεκτικώς (ο ηττηθείς του το σβουρίζει στο κεφάλι)...

- Ποιον παίρνεις;
- Τον Στέλιο, έχω να τον δω πολύ καιρό κι είπα να μαζευτούμε σπίτι το βράδυ όλοι μαζί. Είσαι;
- Αμέ! Ρε συ, δεν παίρνεις και το Μήτσο να φέρει το έπιπλο, να μας παίξει κανα ταξιμάκι να γουστάρουμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ως γαλατάδικο αποκαλείται το πολύ πρωϊνό (ξημερώματα ή/και πριν φέξει ακόμα) δρομολόγιο αεροπορικών και ακτοπλοϊκών γραμμών, το οποίο κατά κανόνα αφορά προορισμούς εντός των συνόρων μίας χώρας. Η εξήγηση της μεταφοράς είναι απλή: Όπως τα παλαιά εκείνα χρόνια ο γαλατάς ξεκίναγε το δρομολόγιο του στα μαύρα σκοτάδια για να αφήσει τη μπουκάλα στο κατώφλι των καταναλωτών-συνδρομητών, έτσι και τα εν λόγω μεταφορικά μέσα ξεκινούν νωρίς προκειμένου οι επιβάτες να είναι στη σωστή ώρα στον προορισμό τους για να πάρουν πρωϊνό. Λέμε τώρα...

  2. Επίσης, αναφορικά με την ώρα που ξεκινάνε, ως γαλατάδικα αποκαλούνται και οι πολύ πρωϊνές ενημερωτικές εκπομπές της τηλεόρασης -ο συντάκτης του παρόντος λήμματος επιφυλάσσεται ως προς την αντίστοιχη ονομασία των ραδιοφωνικών εκπομπών, αν και φαίνεται εκ πρώτης όψεως λογικό να τις πιάνει κι αυτές. Ο συνειρμός με το ωράριο του γαλατά είναι, για μία ακόμη φορά, προφανής.

Υ.Γ. (1) Επίσης, δεν έχει εξακριβωθεί αν η ίδια ονομασία αφορά και τα πολύ πρωϊνά δρομολόγια αστικών και υπεραστικών λεωφορείων αν και για μία ακόμη φορά φαίνεται λογικό να πιάνει και αυτά. Όποιος έχει υπόψη του κάποια ένδειξη για τη στήριξη αυτού του συλλογισμού, ας κάνει τη καλή να την αναφέρει στα σχόλια.

  1. Βασικά από που προέκυψε το «γαλατάδικα»; Γνωρίζεις κάτι για τις ώρες;(btw: «γαλατάδικα» έχει επικρατήσει να λέμε τα πολύ πρωινά δρομολόγια)Μα είναι φυσικό να έχουν αλλάξει τα δρομολόγια τους, 2 χρόνια μετά. Το παράδοξο θα ήταν να επιμένουν επί 2 χρόνια στο ίδιο πλάνο... (Εδώ)

  2. -Ο αεροσταθμός είχε αρχίσει να γεμίζει από κόσμο που έπαιρνε τα γαλατάδικα (πρώτες πρωινές πτήσεις). Έχοντας φτάσει αρκετά νωρίς, αποφασίσαμε να μπούμε σε λίστα αναμονής για νωρίτερη πτήση από την καθορισμένη που είχαμε κλείσει το εισιτήριο. Εύσημα στους Ιρανούς για την ευελιξία τους!! (Πιο'δω)

  3. Λοιπόν, επειδή έχει τύχει να δω ουκ ολίγες φορές τα «γαλατάδικα», όπως έχουν αυτοχαρακτηριστεί, έχω καταλήξει ότι ναι μεν η ΝΕΤ διαθέτει ίσως το πιο αξιόλογο δίδυμο, αλλά αναμφίβολα το καλύτερο πρωϊνό είναι αυτό του MEGA. (Εκεί)

  4. -Η αποστολή του ALPHA μαζεύει από το τραπέζι του μεσημβρινού κολατσιού κασέτες, κινητά και λοιπά απαραίτητα σύνεργα και ετοιμάζεται για αναχώρηση. Η αποστολή του STAR έχει ήδη πάρει το δρόμο της επιστροφής. «Τι θες να κάνουν παρασκευιάτικα; Βλέπεις, αύριο δεν έχουμε και «γαλατάδικα» (σ.σ.: πρωινές ενημερωτικές εκπομπές) για να βγάλουν κανένα ζωντανό» αστειεύεται ο Κώστας, τεχνικός του MEGA, που περιμένει κι αυτός το σφύριγμα για το ξεκίνημα της επιστροφής στην Αθήνα... (Παρακεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επικρατεί βαβούρα, γίνεται μπάχαλο, το έλα να δεις, ο καθένας μιλάει δυνατά και λέει ό,τι νά 'ναι, δημιουργώντας τελικώς ένα γενικό μπουρδέλο όπου κανείς δεν ακούει κανέναν.

Σύνηθες φαινόμενο στην παραθυρομουρμούρα με τους εισαγγελάτους και τους δημοσιοκάφρους να δίνουν το σύνθημα και οι μόνιμοι φωνακλάδες καλεσμένοι να στήνουν ένα κωλοχανείο.

Λέγεται όμως και για μαγαζιά που έχουν πολλή και θωρυβώδη πελατεία.

Από τον όλο αυτό τζερτζελέ δεν πρόκειται να βγει τίποτα, διότι ακόμα κι αν ο μουγκός πονάει πάνω στο φίκι-φίκι δεν μπορεί να μιλήσει, αλλά και να μιλούσε, στου κουφού την πόρτα...

- Αποστόλη σήμερα θα φέρω μια παρεούλα στην ταβέρνα που παίζεις, να μας πεις κανένα τραγουδάκι από τα καλά που ξέρεις. Κλείσε τραπέζι δίπλα στο παταράκι να σ' ακούμε καλύτερα.
- Κοντά-μακριά ρε Νικόλα, τζάμπα θα έρθετε. Γίνεται πανικός εκεί μέσα, τους μουσικούς μας γράφουν στην καραπουτσακλάρα τους ο κόσμος. Ούτε ραδιόφωνο να ήμασταν.
- Τόσο πολύ ρε κολλητέ;
- Χαμός σου λέω... Γαμάει ο κουφός τον μουγκό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χορός που χορεύουν στις πίστες οι διάφοροι φλώροι, φλούφληδες, λαλάκηδες και άλλοι της αυτής συνομοταξίας, που νομίζουν ότι γίνανε άντρες βαριοί κι ασήκωτοι επειδή χόρεψαν την «Ευδοκία» μαζί με άλλους 15 στην ίδια πίστα, κουνώντας τον κώλο τους ή κάνοντας άλλα αδερφίστικα καμώματα. Αξιοθρήνητος χορός που δε θυμίζει σε τίποτα το πέταγμα του αετού, που συμβολίζει ένα ζεϊμπέκικο.

(Σε μπουζουξίδικο)
- Δε χορεύει καταπληκτικά ο Αγησίλαος;
- Ναι, το πάει ωραία το γκεϊμπέκικο....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η καπότα, ή κράνος, φτιάχτηκε για να κάνει παρέα στον πέοντα προστατεύοντάς τον από κεφαλικούς φόρους και παράσημα που παρέχονται απλόχερα, ειδικά κατά τη διέλευσή του από αδιερεύνητα βαθύσκιωτα φαράγγια. Εκεί η ρώσικη ρουλέταθερίζει.

Τι υποδηλώνει ο όρος «τρύπια καπότα»;

1) Όταν μιλάμε για τρύπια καπότα, αναφερόμαστε σε άχρηστο κράνος. Άρα αναφερόμαστε σε άχρηστο άνθρωπο (ανεξαρτήτως φύλου).

2) Το κράνος αυτό, δεν φτάνει ότι δεν προστατεύει, επιβαρύνει κιόλας με την παρουσία του αυτόν που τον φοράει. Άρα όταν αναφέρουμε τον όρο, μπορεί να αναφερόμαστε και σε κάποιον, που ζει παρασιτικά εις βάρος άλλων.

3) Το άχρηστο αυτό κράνος, είναι ftpπροδιαγραφών και με την κλασσική (για χρήση πέοντα) αλλά και με τη σλανγκική έννοια (gtp). Άρα η εκφορά του όρου, παραπέμπει σε άτομα, που προσεγγίζουν το μηδενικό επίπεδο, το επίπεδο του τίποτα.

4) Το κράνος αυτό έρχεται σε επαφή με σιχαμερές ουσίες, άρα παραπέμπει σε σιχαμερά άτομα.

Σημείωση: Ο όρος βγάζει πολύ τσαντίλα και συσσωρευμένη οργή όταν εκφέρεται.

Δες και λήμμα: καπότα.

  1. Δυο συνεταίροι τσακώνονται.
    - Α να χαθείς μωρή τρύπια καπότα.
    - Γιατί με βρίζεις;
    - Γιατί είσαι ένα άχρηστο υποκείμενο. Δεν προσφέρεις τίποτα, ενώ έχεις τις... απαιτήσεις.

  2. Ο Πέτρος ξέρει ότι ο Κώστας έχει παράνομη σχέση μακράς διάρκειάς και τον εκβιάζει οικονομικά, προκειμένου να μην το παίξει Αρτέμης Μάτσας στη γυναίκα του Κώστα, μαρτυρώντας της την κατάσταση.
    Κάποια στιγμή ο Κώστας τα παίρνει στο κεφάλι.
    Κώστας
    - Α ρε... είσαι μια τρύπια καπότα.
    Πέτρος:
    - Γιατί;
    Κώστας:
    - Γιατί μου 'χεις μπαστακωθεί, ρε σιχαμένο υποκείμενο, στο σβέρκο και μου ρουφάς το μεδούλι, προκειμένου να μη με ρουφιανέψεις στη γυναίκα μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνική Σκαρίμπεια έκφραση (κλασσική πλέον), που αναφέρεται στους κουραδόμαγκες και στους βλάχους, που μόλις πιούνε κανα ποτήρι παραπάνω, σερνικώνουνε ευθύς και απαιτούν να χορέψουν ζεϊμπέκικο (δικής τους χορευτικής εμπνεύσεως), χαζοπηδώντας σα να πατάνε σταφύλια, παρά τα θυμηδή χαμόγελα των μουσικών.

Είπαμε. Η κοινωνική αναμόχλευση στην Ελλάδα (ιδίως μετά τη Χούντα), απέβη μοιραία για την ορατότητα των κοινωνικών τάξεων. Αυτά τα «εργάτες-αγρότες-φοιτητές», μας αποτέλειωσαν. Ο Κοεμτζής μπορεί να καθάρισε καμπόσους για μια παραγγελιά (λέει), αλλά δεν είναι εκεί το θέμα. Η αρετή μπορεί να είναι διδακτή, μπορεί και όχι. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τον χορό.

Οι περισσότεροι σημερινοί άνδρες θεωρούν καθήκον των να παραλληλισθούν προς τους ασίκηδες ανατολίταις (κι ας φοράνε εβροπαηκό κουστούμι κι ας πιθηκίζουνε τα θέσφατα του Ζαμπούνη), όμοια όπως οι περισσότερες γυναίκες παρασταίνουν το εντεψίζικο νταρντανοθήλυκο της παλιάς (σκατά!) γειτονιάς, λικνιζόμενες σε μελάτα νησιωτο-τσιφτετέλια, χωρίς να τα γνωρίζουν -ενώ πληρώνουν αδρά για μαθήματα ταγκό (sic)- (κι ας φοράνε Ντιορ κι ας έχουν διδακτορικό φιλοσοφίας).

Για την ιστορία, τα κατά τόπους ζεϊμπέκικα, ούτε αποκλειστικά κατά μόνας χορεύονται (βλ. το χορικό στον «Δράκο» του Ν. Κούνδουρου), ούτε ανδρικό προνόμιο είναι (π.χ. Στο τούρκικο ζεϊμπέκικο χορεύει κι η γυναίκα, που όμως κάνει διαφορετικές κινήσεις π.χ. σαν να φέρνει νερό με τη στάμνα κλπ).

Δυστυχώς, ο παραδοσιακός χορός κι η μουσική στην (όποια) Ελλάδα, έχουν κακοποιηθεί βάναυσα και οποιαδήποτε ρετροβασία (κατά το κτηνοβασία) αποβαίνει άκαρπη.

Υφίσταται μια μυθολογία (και παπαρα-φιλολογία) γύρω απ’ το τρίπτυχο ρεμπέτικο-μαγκιά-ζεϊμπέκικο, αλλά δεν προτίθεμαι να ρίξω το άπλυτο φως, γιατί θα σεντονιάσει ο ορισμός.

Άλλωστε, περί τα «βαριά πεπόνια» και τα σεντόνια, υπάρχει και το σκωπτικόν:
«Αντώνη-Αντώνη-μην τρώς πολύ πεπόνι-ο κώλος σου τεντώνει-θα χέσεις το σεντόνι».

- Πώ ρε σύ, κοίτα τί φιγούρες κάνει ο τύπος!
- Χαρά στον κύριο με μί κεφαλαίο! Σα να πατάει σταφύλια κάνει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified