Further tags

Έγινε το μοντάρισμα, μια χαρά πήγε η συγκόλληση, κοινώς εκπληρώθηκε η φορτωτική. Λέγεται συνθηματικά για να επιβεβαιώσει ο ομιλών ότι πήδηξε.

Τόπος καταγωγής της φράσης η Λακωνία. Μπάκακας είναι ο γυρίνος και λούμπα, ο λάκκος με το νερό.

Η: Πως πήγε χθες με την Κωνσταντίνα;
Γ: Μια χαρά.
Η: Μπήκε ο μπάκακας στη λούμπα -σα να λέμε...
Γ: Όχι ακόμα, είναι σεμνό κορίτσι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκσλάνκευση του ηθικοπλαστικού «ανεμομαζώματα διαβολοσκορπίσματα», αναπροσαρμοσμένο για τις ανάγκες τση πουτανιάρας τση πραγματικότητας.

Γλωσσοπλάστηκε μαζί με τον φευγάτο σλάνγκο Mystère Cadmus στο φατσομπούκι ψες βράδυ.

  1. Στάτους Κάδμου: Όποιος τα κάνει όλα πουτάνα, θα τη βρει από το κάγκελο.
    Βράστα: Πουτανομαζώματα...
    Κάδμος: ...καγκελοσκορπίσματα
    (επακολούθησαν αμοιβαία λαϊκ)

  2. Άσκηση για το σπίτι: να συμπληρωθούν τα παρακάτω:

  • Καβουρομαζώματα, _______________
  • Καγκουρομαζώματα, _______________
  • Σλανγκομαζώματα, _______________
  • Συριζομαζώματα, _______________
  • Τουκανικομαζώματα, _______________
  • Φιστικομαζώματα, _______________
  • Μιζομαζώματα, _______________

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν η πραγματικότητα ξεπερνάει τις προσδοκίες.

Αυτό που σκέφτεσαι, αυτό που σχεδιάζεις, αυτό που πιστεύεις, αυτό που σου λέω, αυτό που νομίζεις ότι κατάλαβες... δεν είναι αρκετό.
Αύξησε τα όρια, τις επιλογές, τα ενδεχόμενα, για να χωρέσει η αλήθεια στη θεωρία!

Σχετικά με την θρυλούμενη προέλευση της φράσης, παραθέτω το παρακάτω μικρό απόσπασμα από τη Γκέμμα του σπουδαίου δάσκαλου Λιαντίνη...

«...στη γλώσσα του εργαστηρίου και των αποδείξεων, ο καρπός αυτής της εθνικής σχιζοφρένειας είναι ότι στη μονή Δαφνίου, που χτίστηκε στη στάχτη του δαφναίου Απόλλωνα, οι έλληνες χτίσανε σήμερα ένα τρελοκομείο. Όταν, κοντά στους 1890 χρόνους οι μηχανικοί του Δρομοκαΐτη, υλοποιώντας τη διαθήκη του, άρχισαν να μετρούν, για να χαράξουν το τοπογραφικό των κτιρίων, ένας έλληνας ξωμάχος έσπερνε απέναντι με το ζευγάρι του στάρι. Καθώς είδε το νταβαντούρι που γινότανε, έβαλε χωνί τα χέρια του και ρώτησε:
-Πατριώτεες! Τι πολεμάτε εδεπά;
-Μετράμε, κουμπάρε, του απάντησαν. Μετράμε, να χτίσουμε ένα τρελάδικο για τους έλληνες.
-Όι, σύντεκνε. Τότε τράβα κορδέλα! Όλοι μια μέρα εκεί μέσα θα πάμε...»

Τις προάλλες, στον Σκλαβενίτη, χάζευα τα ψάρια στο ψαράδικο... Σολωμός Νορβηγίας, τσιπούρες ιχθυοτροφείου, γαρίδες Σενεγάλης, μπακαλιάρος Ισλανδίας και τράβα κορδέλα... Τι διάολο ρε πούστη, στο Αιγαίο μόνο κουράδες κολυμπάνε;

Σκέφτομαι καμιά φορά πόσα μεταπτυχιακά σχετικά με management, διοίκηση και δεν συμμαζεύεται έχουν κάνει οι Έλληνες... Πόσοι απόφοιτοι από σχολές Διοίκησης Επιχειρήσεων, Marketing, Διαχείριση Ανθρωπίνων Πόρων και τράβα κορδέλα... Πού θα δουλέψουν όλοι αυτοί; Από εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η κατάπτωση, ο εκφυλισμός, ο εξευτελισμός, η κατρακύλα σε οποιονδήποτε τομέα του επιστητού.
    1. Σύνολο ανθρώπων ή καταστάσεων που θεωρείται ότι είναι κατώτεροι ηθικά/ κοινωνικά/ διανοητικά κλπ και ότι έχουν επιβλαβή επίδραση στους άλλους.
    2. Απανωτές ατυχείς καταστάσεις.
    3. Ως (βρώσιμη) απάντηση-πρόταση σε ενοχλητικές προσεγγίσεις.
  1. Εσένα το τρίπτυχό σου είναι Στικούδη, Παντελίδης, Πάολα και το λες μουσική εγώ πάλι αναρωτιέμαι, μέχρι πού θα φτάσει ο κουβάς με τα σκατά;
  2. Πώς έχει μπλέξει έτσι μ' αυτούς τους μαλάκες.. Δεν το βλέπει ότι έχει πέσει στον κουβά με τα σκατά;
  3. Ασε ρε συ, όλα στραβά μου πάνε τελευταία. Όλο μαλακίες. Έχω πέσει στον κουβά με τα σκατά.
  4. Ρε παπάρι, φάε έναν κουβά σκατά να ισιώσεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαστουρωμένος, που δεν αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει γύρω του, είναι στην κοσμάρα του, πετάει χαρταετό, δλδ δεν την οσμίζεται (τη φτιάξη) όπως ο συναχωμένος δεν έχει οσμή.

Εκτός από το άσμα του Μάρκου (και με αφορμή αυτό) η λέξη λέγεται μεταξύ ρεμπετόβιων και ρεμπετόφιλων για ξεκάρφωμα (και καλά).

Συνάχι = η μαστούρα

«Ο συνάχης» Μ.Βαμβακάρη

Συναχωμένος μου’ρχεσαι αμάν αμάν μουρμούρη μ’(ου) από πέρα
Και μεσ’τα χέρια σου κρατάς συνάχη μου μια δίκοπη μαχαίρα

Με ποιον τα’χεις συνάχη μου αμάν αμάν να πας να καθαρίσεις
Την ηθική σου θίξανε, συνάχη μου, και πας να εγκληματίσεις

-Γεια σου Μάρκο μου με τις όμορφες πενιές σου! (φωνή Γ. Μπάτη)

Κοίτα καλά συνάχη μου, αμάν, αμάν, που πάντα ξεσπαθώνεις (ωχ μπράβο)
Και κει π’(ου) ανακατεύεσαι, συνάχη μου, μπέσα ποτέ μη δώνεις

-Ωχ! Αχ! Αχ!

Ας’το μπουλασιλίκι σου, αμάν, αμάν, και πάψε το συνάχι
Και δεν ανακατεύομαι, συνάχη μου, σε ότι κι αν σου λάχει

-Ώπα!

Συναχωμένος μου’ρχεσαι, μουρμούρη μου, μάγκα μου από πέρα
Και μεσ’τα χέρια σου κρατάς, συνάχη μου, μια δίκοπη μαχαίρα

-Μπράβο Μάρκο! (φωνή Γ. Μπάτη)

(από Khan, 14/05/14)(από vikar, 18/03/15)

Ο αναγνώστης παραπέμπεται στα λήμματα συνάχης, σινάχης και μπουλασιλίκι, μπουλασικλίκι, μπουλασίκης για την πραγματική ετυμολογία-προέλευση του λήμματος. Ο παρών ορισμός παραμένει παρότι παραετυμολογικός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καταστάσεις, γεγονότα, πράγματα και πρόσωπα, που είναι παντελώς αδιάφορα, άχρωμα και άοσμα, ώστε δεν προκαλούν καμία αντίδραση, ούτε δραματική, ούτε απόρριψης. Περισσότερο οδηγούν σε φάση τ. βαριέμαι να κλάσω. Προφ βασίζεται στο ομόηχο του κλάσω και κλάψω, όπως κι άλλα μπανεύκολα λολοπαίγνια, λ.χ. «μού 'ρχεται να κλά(π)σω», «όταν έκλα(π)σε ο Νίτσε βγήκε ο Γιάλομ» κ.ά.

Πάσα (Δ.Π.): Perketis.

1. 64 gb micro sd στην κινητάρα μου το λιγοτερο,για τα πολυμέσα, γιατι όταν 5 λεπτα video πιάνουν 1 gb, τα 16 εσωτερικά είναι ούτε να κλάψεις ούτε να κλάσεις.

2. (Με διαφορετική σημασία εδώ): Μυστήριο! Είναι η ίδια γυναίκα που θρηνεί και στις 3 ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ τραγωδίες των ΗΠΑ;;; (ΟΛΗ Η ΑΛΗΘΕΙΑ)
- den mporeis na gelaseis, oute na klapseis, oute KAN na klaseis. roufianoi pantou!!!!

(από Khan, 07/05/14)(από Khan, 08/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Αντίστοιχο του βαράω τοίχο αλλά προς τα πάνω, έχει κυρίως τη σημασία ότι φτάνω στα ανώτερα όρια, βαράω τιλτ, αλλά πιο πολύ για αρνητικά πράγματα, όπως λ.χ. τη μαλακία που το βάφει κιόλας.

Μεγεθυντικό: χτυπάω ταβάνι του από πάνω ορόφου.

  1. Μέρκελ πάρε την έξω και τη μέσα τρόικα και φύγετε από δω χθες, η ομοφυλοφιλία μας έχει χτυπήσει ταβάνι! (Από απεγνωσμένη έκκληση στο Φέισμπουκ παλιότερα που είχαμε τριπλή συγκυβέρνηση)

2. Η κατάχρηση ναρκωτικών έχει χτυπήσει ταβάνι.

3. Η βλακεία τους έχει χτυπήσει ταβάνι και το σκάβει για να περάσει. Έχω αποφασίσει να μην ασχολούμαι πια με τα πολιτικά μαλακισμένα, που μας έφτασαν στην κόλαση και με νύχια και δόντια μας κρατούν εκεί κολλημένους.

4. Άρχοντες της τεμπελιάς! Η βαρεμάρα χτυπάει ταβάνι!!

"Η ομοφυλοφιλία μας έχει χτυπήσει ταβάνι" (από Khan, 05/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δηλώσει υπερβολική αργοπορία, αφού ως γνωστόν οι τριλογίες χρειάζονται χρόνο για να γραφούν (ΟΚ, εξαιρείται το «του άη λάιτ»). Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν πασπαρτού δικαιολογία.

Στην τουαλέτα:
- Άντε βρε μαλάκα, τι κάνεις τόσην ώρα;
- Γράφω τριλογία!

- Γιατί δεν θα βγει ο Γιάννης τελικά;
- Θα γράψει τριλογία λέει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έναρξη της εμμήνου ρύσεως.

Μετεξέλιξη της φράσεως «ήρθαν οι Ρώσοι».

-Θες να κάνουμε σεξ;
-Δεν μπορώ, προσγειώθηκε η Aeroflot.

ή

-Δεν αντέχω άλλο, έχω πρηστεί, τα νεύρα μου χάλια και η πτήση της Aeroflot έχει καθυστέρηση.

(από Khan, 12/04/14)(από Khan, 12/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια πολύ στριμόκωλη κατάσταση, σαν να περπατάς στην ανηφόρα με παπούτσια που σε στενεύουν και να έχεις και κάποιον από πίσω να σου βαράει με την βίτσα. Και το όλο σκηνικό να είναι πούτσα.

Οκ, βγήκαμε στις αγορές, αλλά μας βλέπω να μας πηγαίνουνε ανηφόρα, βίτσα, πούτσα και στενά παπούτσα για πολλά χρόνια ακόμα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified