Further tags

Pretty Huge Dick.

Εκτός από το γνωστό διακριτικό των διδακτορικών αποφοίτων, χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποιος είναι κάτοχος πολύ μεγάλου πέους.

- Ρε κοπελιά πάμε για κανένα καφεδάκι;
- Ρε συ τι λες τώρα;! Εδώ σου λέω έχω P.h.D. στα χέρια μου και θα τρέχω για πουρνάρια;

Βλ. και Ph.D.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να περιγράψει ιδιαίτερη κατηγορία γυναικών με ιδιαιτέρως μικρό στήθος (το επονομαζόμενο και «πλάκα») και με οπίσθια που δεν γεμίζουν ακριβώς το παντελόνι.

- Το είδες το Τζενάκι; Κουκλί μονάχο!
- Καλή φάτσα, δε λέω, αλλά αβύζου και ακώλου γωνία ρε παιδάκι μου.

Βλ. και κόντρα πλακέ, αβυζαλέο, το.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η γυναίκα, που όπως η Κάρε Ότις στην ταινία «Άγρια Ορχιδαία» κάνει τα αρχιδάκια του κάθε αρσενικού να παθαίνουν ταράκουλο από την υπερπαραγωγή σπερματοζωαρίων.

  2. Ο άνθρωπος που έχει μία ή περισσότερες από τις παρακάτω ιδιότητες σε άγριο βαθμό: αρχίδι, αρχιδόπουστας, αρχίδαμος, αρχιδολεβιές σπασαρχίδης ή και σλανγκαρχίδης-σλανγκαρχίδω.

Κάντε το τεστ του Vrastaman στο λήμμα σλανγκαρχίδης, ο - σλανγκαρχίδω, η κι αν έχετε 9 με 10 βαθμούς, τότε είστε άγρια (σλανγκ-)αρχιδαία, αγγλιστί: Wild Slang-orchid !

Άγρια Ορχιδαία & Αρχιδαία! (από Dirty Talking, 11/03/09)Άγρια Ορχιδαία απλώς. (από Dirty Talking, 11/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπορτίφ περιγραφή ζευγαριού στο οποίο ο άντρας είναι κατά πολύ κοντύτερος της γυναίκας ή/και απλά κοντός σε απόλυτες τιμές. Σπάνιο φαινόμενο στις βόρειες χώρες, σύνηθες μεταξύ πολιτικών (π.χ. Σαρκοζί), ραμολί πλουσίων, ηθοποιών (π.χ. Τομ Κρουζ), ο κανόνας στους τζόκεϊ. Ξύπνησε την αστική διανόηση προκαλώντας έναν διάλογο ιδεών που περιλαμβάνει την αστική μυθολογία του Κανόνα Αντίχειρα - Δείκτη, το ρομαντικό επιχείρημα του ακριβού αρώματος που μπαίνει σε μικρό μπουκάλι, αλλά και τον Κανόνα του Δείκτη - Μέσου, ψηλά στο κεφάλι ως κέρατα, και το Γκουσγκούνειας αισθητικής αντεπιχείρημα ότι και τη μαλακία σε μικρά μπουκάλια τη βάζουν στα εργαστήρια.

Η Βούλα μέχρι τα 25 της πρώτευσε στο άλμα επί κοντώ στους στίβους και μετά στο άλμα επί κοντό, μια και ο Αντωνάκης της είναι 1,60...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση παρμένη από διαφημίσεις νεοσύστατων εταιρειών ή νεοσύστατων υποκαταστημάτων τους. Αναφέροντας τη φράση αναφερόμαστε σε γυναίκες που είναι προκλητικά ντυμένες. Τα 'χουν πετάξει όλα έξω. (Δες φωτογραφίες)

Πώς λέμε φάτε μάτια ψάρια. Με αυτόν τον τρόπο οι τύπισσες μαγνητίζουν τα βλέμματα προσπαθώντας να διαφημίσουν τα προσόντα τους και να κλέψουν την παράσταση. Αυτοδιαφημίζονται μάλιστα.

Η καλύτερη βεβαίως προώθηση του «εμπορεύματος», απαιτεί κατάλληλη κίνηση, κατάλληλο βλέμμα και προκλητική φωνή (π.χ.: φωνή α λα Μάγκι Χαραλαμπίδου) που παραπέμπει σε βαθύ λαρύγγι.

Αν είναι καλλίγραμμη πάντως, η τύπισσα αξίζει το πράγμα. Παρελαύνει κι όλα τα βλέμματα στραμμένα πάνω της. (Ας θυμηθούμε τη Ρίκα Διαλυνά στο «Λαός και Κολωνάκι». Άλλες εποχές βέβαια τότε. Πιο σεμνοντυμένες οι εκφυλογκόμενες). Σταματάει η κυκλοφορία. Κυκλοφορεί κίνδυνος, όπως έλεγε η Τζίνα Σπηλιωτοπούλου κάποτε.

Αν όμως είναι μπάζο, κατεβάζει το επίπεδο αισθητικής. Μπορεί να ακούσει και γιουχαΐσματα, και να της πετάξουν και κέρματα κ.λπ.

Αυτές οι εκφυλογκόμενες, δεν είναι σίγουρο πως πάντα προσδοκούν Μπαίνυ βγαίνει χίλ σόου. Μπορεί να λειτουργούν ως ανάφτρες που φτιάχνονται από τον πανικό που δημιουργούν και να μη γυρεύουν τίποτα άλλο.

Προκαλούν τα βλέμματα, δημιουργούν πρόσθετη κατ' οίκον εργασία, φαντασιώσεις, χειρωνακτική εργασία, γυρεύουν να πάνε Καβάλα, ή επιδιώκουν να πετύχουν κάποιο στόχο, π.χ. να κατορθώσουν να γίνουν με τον προϊστάμενο τους το ζευγαράκι της Αγίας Παρασκευής.

Στην περίπτωση όμως που αυτές θέλουν να πάνε Καβάλα, δίνουν το πράσινο φως στον θεωρούμενο κάτοχο βουκεφάλα, ενώ τους άλλους τους κερνάνε handmade χυλόπιτα ή ό,τι άλλο αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο.

Αν βεβαίως επιλέγουν αδιάφορα ό,τι κάτσει τότε ή πέσαμε σε οτινανιστριες, ή σε κάποιες που χουν τρελαθεί στις νηστείες, ή σε περιπτώσεις που χρήζουν γιαλομιά, ή σε εταίρες που απλά γυρεύουν πελάτες.

Η φράση μπορεί να λεχθεί από κάποιους/ες που θεωρούν πως πιάνουν το υπονοούμενο κατά την κρίση τους, κάτι που σύμφωνα με τα παραπάνω, δεν είναι απαραίτητο να ισχύει, αφού υπάρχουν περιπτώσεις και περιπτώσεις.

Σημείωση:Φυσικά ο όρος θα μπορούσε να αναφερθεί από κάποιους/ες και στην περίπτωση ανδρών που είναι προκλητικά ντυμένοι. Οι προβληματισμοί εδώ αφορούν κάποιους ψωλοπερήφανους, ορισμένους Σάββες, κάποιους που επιδιώκουν κάποιο σκοπό, π.χ.: να πάνε με κάνα πουρό πού ‘χει αρκετό ψιλικό οξύ, κάποιον επαγγελματία ζιγκολό, κ.λπ.

  1. Στην εταιρεία πρωί πρωί εμφανίζεται μια λικνιζόμενη ημίγυμνη ανάφτρα. Ρωτάει που είναι το γραφείο του διευθυντή προσωπικού γιατί την έχει προσκαλέσει, λέει… για συνέντευξη με σκοπό να προσληφθεί γραμματέας του προέδρου.
    Δύο υπάλληλοι σχολιάζουν:
    -Πω ρε μαλάκα, μη μου πεις πως μ' αυτή τη αμφίεση ήρθε για να ζητήσει δουλειά. Αυτό το ντύσιμο δε λέει :«Ήρθα για δουλειά»!
    -Ακριβώς. «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε», λέει.

  2. Πρωί πρωί στη γειτονιά δυο γείτονες βλέπουν μια γειτόνισσά τους τη Μαιρούλα, να φτάνει σπίτι. Εμφανή τα σημάδια αϋπνίας πάνω της. Κι όσο για την περιβολή της....
    -Τι γίνεται μ' αυτή ρε; Κάθε βράδυ τα ίδια και τα ίδια.Πάλι δεν έκλεισε μπούτι όλη νύχτα.
    -Κοίτα όσο βλάκας κι αν είναι κάποιος δεν μπορεί, βλέποντας το ντύσιμο της να μην αντιληφθεί πως έχει σηκώσει πινακίδα που γράφει: «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε».

Ρίκα Διαλυνά. Η φρεγάτα της εποχής (από GATZMAN, 31/01/09)Τζίνα Σπηλιοτοπούλου:Κυκλοφοράει κίνδυνος (από GATZMAN, 31/01/09)Προσοχήν εις τας απομιμήσεις! (από MXΣ, 11/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που προσγειώνει σκληρά στην πραγματικότητα κάποιον που δεν διαθέτει την απαραίτητη εγρήγορση (π.χ. κοιμήσης, αργόστροφος κλπ) ή επιδεξιότητα (π.χ. ατσούμπαλος, άγαρμπος κλπ) ή ρώμη (κακαντράκι, φιλάσθενος κλπ) ή εμφάνιση (χλωμός, κουρασμένος κλπ), προκειμένου ν’ ανταποκριθεί επαρκώς στις απαιτήσεις μιας ομάδας ή παρέας.

Οι περισσότεροι αθρώποι, αγωνιούντες μην χαρακτηρισθούν αποσυνάγωγοι (ξέροντας τί τους περιμένει), μοχθούν ν’ αποδείξουν στην κοινότητα ότι διαθέτουν τουλάχιστον μιαν από τις παραπάνω αρετές επιβίωσης (είτε κραυγάζοντας την ειδίκευσή τους – είτε υποτιμώντας των άλλων). Μερικοί τις καλλιεργούν κιόλας.

Η έκφραση απηχεί την αντίληψη ότι η μαλακία αδυνατίζει και το σώμα και το πνεύμα (το ίδιο κάνει, αλλ’ όχι αντίστροφα).

Η Φύση (και η κοινωνία) ξερνάει τον αδύναμο. Η συμπόνια δεν πασπαλίζει πάντα το ψωμί της ανάγκης.

Πάντως, ο αρχιδεσμοφύλακας ενός ξερονησιού στην Γαλλική Γκυιάνα, πιστός στον Κανονισμό που επιτάσσει ένα minimum ενδιαφέροντος από καθήκον, σύστησε στον Papillon (F.J. Schaffner 1973), να μαλακίζεται όσο το δυνατόν λιγότερο, για να μη ρέψει εντελώς, (δεδομένων των -ούτως ή άλλως- απάνθρωπων συνθηκών) κατά την διάρκεια της διετούς (!) απομόνωσής του, παραβλέποντας ωστόσο, τα καταπραϋντικά ψυχικά ευεργετήματα των κατά μόνας ηδονών...

Βλ. εδώ για την κοινωνικά απαιτούμενη ετοιμότητα και εδώ για τις συνέπειες της έλλειψής της.

  1. - Πάμε το βράδυ στης Νανάς;
    - Πήγαμε!
    - Πάρε και τον Μπάμπη μήπως θέλει να ’ρθει!
    (ο αφηρημένος):
    - Ρε για δεν πάμε καμιά μπουρδελάδα καλύτερα;
    - Από μαλακία έρχεσαι; Τί λέμε τόσην ώρα; Συγκεντρώσου!

  2. - Μην το πειράζεις αυτό, μου το ’φερε ο πατέρας μου απ’ την Αίγυπτο!
    - Κράκ!
    - Ωχ! Σόρρυ μου ’πεσε...
    - Ρε κουλαρία, από μαλακία έρχεσαι; Δεν ακούς που σου μιλάνε;

  3. - Δώσε χέρι ρε ν’ ανέβω στη βάρκα! Δεν μπορώ να κρατηθώ, γλιστράω!
    - Βόηθα τονε ρε μια, να βάλω μπρος!
    - Ωωωωχ! Δε γίνεται ρε, ασήκωτος είναι ο πούστης...
    - Από μαλακία έρχεσαι ρε παράλυτο; Άντε απ’ την άλλη μη μπατάρουμε, θα τονε τραβήξω εγώ...

  4. - Πώς είσαι έτσι ρε, τί μάτια είν’ αυτά; Από μαλακία έρχεσαι;
    - Άσε ρε, ξενύχτησα χτες, έγινα λιώμα και στα ξίδια, γάμησέ τα...
    - Εμένα μου λες; Κόφ’ την πρωϊνή ρεεεεεε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη «ατελείωτο» έχει την έννοια του «αφάνταστα υπέροχο», που δεν χορταίνεις να το βλέπεις και να το θαυμάζεις.

Το λέμε κυρίως στην έκφραση «ατελείωτο μωρό», δηλ. η φοβερή γκόμενα, το αμαρτωλό τρελό μωρό, το «πολύ παιδί»!

Αντωνυμία: τελειωμένος (ειρωνικά).

- Αυτή η Ρίτσα... τι ατελείωτο μωρό...
- ...και να σκεφτείς ότι γεννήθηκε Μπάμπης...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πλάσμα το οποίο ξεχειλίζει τόσο πολύ από καύλα... που λέγεται ότι έχει βουτηχτεί στο ιαματικό καυλόνερο. Παρόμοια περίπτωση με τον Οβελίξ, μόνο που εκείνος έγινε χοντρός και δυνατός, ενώ οι βουτηγμένες στο καυλόνερο προκαλούν ονειρώξεις και σπερματεγχύσεις, ακόμα και ασταμάτητο μπαρμπούτι.

Στο 99,99% των περιπτώσεων χρησιμοποιείται για γυναίκα, ενώ για άντρες μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο χάριν αστεϊσμού.

(Αληθινή περιγραφή χορεύτριας σε στριπτιτζάδικο από τον dj)
- Και τώρα ετοιμαστείτε να υποδεχτείτε τη Λάουρα, μια γυναίκα βουτηγμένη στο καυλόνερο...
Λάουρα είσαι καύ(ε)λα, είσαι καύ(ε)λα...

(από bmwgkouklidis, 24/06/12)

σχετικά με τον Οβελίξ βλ. έχω πέσει στη μαρμίτα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η παταγώδης ανταπόκριση του θηλυκού πληθυσμού για έναν άντρα, προφ για έναν γκραν γαμάω τύπο που σκάει μύτη σε έναν χώρο, ή στην πιάτσα γενικώς. Αλλά και για έναν κοινό θνητό, έναν άνθρωπο της διπλανής πόρτας, που όμως δείχνει στις γκόμενες πως είναι ο άντρακλας α λα Humphrey Bogart, με λίγα λόγια και αντρίκια και βλέμμα που κάνει τα λιοντάρια γατούλες.

Ανάλυση της έκφρασης: Όπως σλανγκικώς έχει καταδειχτεί από το φαινόμενο του γραμματοσήμου και άλλα ηχηρά παρόμοια, το γυναικολογικό επακόλουθο ενός τέτοιου εξ αποστάσεως σεξουαλικού ερεθίσματος είναι το νιμού να σαγηνευτεί και να ετοιμαστεί όλο προσμονή για δράση υγραίνοντας τα σκέλια του, αρκεί να να μην το παρακάνει και τελειώσει εντυπωσιακά ον δε σποτ. Υπερβολικό; Άβυσσος το μουνί της γυναίκας!

Υ.Γ. Να μην συγχέεται με το κατούρημα!

  1. - 'Ασε κολλητέ, η δικιά μου άρχισε να μου κάνει νερά...
    - Ξύνεται το μουνάκι της να σου τα φορέσει;
    - Εκεί πάει το πράγμα. Μου 'χει φάει τ' αυτιά γι' αυτόν τον ζεν πρεμιέ τον Γιάννη από το γραφείο. Και τι συμπαθητικός τύπος είναι, και να βγούμε μια φορά με τα παιδιά από τη δουλειά σου και τέτοιες πίπες. Σε τα μας τώρα το Δεσποινάκι;
    - Πάντως φίλε να την προσέχεις τη φάση, γιατί γι' αυτόν τον τυπά βρέχονται βρακάκια όπου περνάει, έχει μεγάλο σουξέ.

  2. - Καλά ρε μαλάκα, πώς ντύθηκες έτσι; Για ένα καφέ θα πάμε, όχι στα μπουζούκια.
    - Καλός είμαι;
    - Ζαγοραίος! Θα βραχούνε βρακάκια για την πάρτη σου!

  3. - Και που λες, γίνεται του μουνιού το ξέσκισμα, αυτός ο λεχρίτης απειλεί γενικώς για απολύσεις και μαλακίες, εμείς έχουμε μείνει παγωτό, δυο-τρεις γκόμενες κλαίνε...
    - Και μετά;
    - Μετά εμφανίζεται από το πουθενά ένα παλικάρι από άλλο τμήμα, ψύχραιμος κι ωραίος, και του λέει «άνθρωπέ μου, ηρέμησε, άσε τις απειλές γιατί είμαι μάρτυρας και θα σου φέρω εδώ επιθεωρήσεις, δικηγόρους και κανάλια να πάρεις και για το σπίτι». Είχε μια φωνή, ψάρωσαν όλοι. Έκανε τουμπεκί ο ρουμάνος, έβαλε την ουρά κάτω από τα σκέλια κι έφυγε. Οι κοπέλες λιώσανε, βρέξανε βρακάκια, αφού μετά πήγανε να τον βρουν και τον αγκάλιαζαν...

(από patsis, 24/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι λέει. Γυναικείο στήθος που βελτιώθηκε (;;;) - συνήθως μεγάλωσε - μετά από παρέμβαση πλαστικού χειρουργού.

Ως είδος, ανεβαίνει όλο και ψηλότερα στη λίστα δώρων για επέτειο γάμου.

Δες και φο-βυζού.

- Ωρρραίο βυζί ... πεπονάτο ...
- Μη μασάς ... αγοραστό είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified