Απάντηση κατά τη διάρκεια ελληνικού διαλόγου στην έκφραση «thanks» ή «thank you».
- Ωωω, thanks ρε φίλε...
- Νothing my friend...
Απάντηση κατά τη διάρκεια ελληνικού διαλόγου στην έκφραση «thanks» ή «thank you».
- Ωωω, thanks ρε φίλε...
- Νothing my friend...
Got a better definition? Add it!
Δηλώνει άσκοπη πολυλογία ή ψευτιές. Έχει σημασία παρεμφερή με τα μα-μου ιστορίες και παπαριές μανίτσα μου.
Ήρθε η πρώην μου και με άρχισε στα «εγώ δεν σε ξέχασα ποτέ» και μπούρου-μπούρου μαλακίες!
Βλ. και μπλα μπλα, μπίρι-μπίρι
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Έχω μειωμένη νοητική ή κοινωνική αντίληψη, είμαι βλάκας. Ακόμη: χάνω από κάπου. Συνώνυμα: δέν επικοινωνώ, δέν πάω καλά, είμαι στον κόσμο μου.
Στη φράση τα χάνω: περιέρχομαι σε αμηχανία.
Απο κάπου χάνει αυτή. Πενηνταδύο φορές της είπα πώς να πάει κι' ακόμα να το καταλάβει. Είπαμε, γκόμενες και προσανατολισμός δεν, αλλά του πούστη πια.
Καλά ρε, χάνεις; Δεν είπαμε πέντε η ώρα θά 'σαι εδώ;
Του φέραμε στριπτιζέζ στο πάρτι και με το που αρχίζει η τύπα να τα πετάει ένα ένα αυτός τά 'χασε. Ήτανε βλέπεις και η γκόμενά του εκεί.
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται μετά από μεγάλη έκπληξη για να δηλώσει περιεκτικά όλη την απορία και την τρομάρα του ομιλητή.
Η πρώτη έκφραση που φτάνει στο μυαλό κάποιου προκειμένου να εκφράσει απορία σε συνδυασμό με αγανάκτηση για μια πρόσφατη διαπίστωση.
Δες γενικότερα: η ευχή και ο πούτσος.
Got a better definition? Add it!
Επιτιμητικά προς υπερφίαλους εκπροσώπους του Γερμανικού φύλου.
Saki : Friedrich !!
Friedrich : ja was ist los Saki ?
Saki : κλαν μαι πουτς ρε αρχιδομαλάκα Friedrich!
Δες και φρίτσης.
Got a better definition? Add it!
Παρεμφερής έκφραση με τις τα λέμε, μιλάμε κλπ.
-Άντε γεια ρε συ...
-Άντε τά 'παμε...
Got a better definition? Add it!
Δεν βγάζεις συμπέρασμα.
- Η Μάρια μου είπε να βρεθούμε και δεν ήρθε...
- Ρε Μανώλη τι ψάχνεις να βρείς, στο τάλιρο γωνία;;
Got a better definition? Add it!
Πολύ μεγάλος Τεμπέλης.
-Είδα στην πλατεία τον Γιάννη προχθές , έπινε καφέ.
-Ε λογικό ρε μάγκα αφού ειναι Βοηθός Τεμπέλη!
Σχετικά: ξυσαρχίδας, καναπές, κοπρίτης, κούννος, κουπούκι, κουραδομηχανή, μαμκακανανύστας, μεξικάνος, μπάζο, χαραμοφάης
Got a better definition? Add it!
Ρουφιανεύω / καταδίδω κάποιον.
- Αυτός ο ρουφιάνος ο Βασίλης με έδωσε στεγνά! Είπε στη δικιά μου πως με είδε να χαμουρεύομαι με άλλο γκομενάκι!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Άι παράτα μας, χέσε μας.
Έμεινε στην ιστορία μετά από τη γνωστή δικαστική αντιπαράθεση Γιώργου Νταλάρα - Τζίμη Πανούση. Πασίγνωστο σε όλη την χώρα.
- Ελάτε μαζί μου σήμερα, θα είναι γεμάτο γκόμενες το μαγαζί ρε, γκαραντί!
- Δε μας χέζεις ρε Νταλάρα... κάθε φορά τα ίδια μας λες και όποτε ερχόμαστε το μέρος είναι αρχιδόκαμπος!
Βλ. και δε μας χέζεις
Got a better definition? Add it!