Selected tags

Further tags

Σπας ψύλλο πάνω του: Περιγράφει όμορφες και καμαρωτές καταστάσεις δερματικής σφριγηλότητας και φρεσκαδούρας. Το μάγουλο (/ κούτελο / πρόσωπο / δέρμα γενικώς) είναι τόσο τσίτα χωρίς την παραμικρή υπόνοια χαλάρωσης ή ρυτίδας.

Σπάσιμο ψύλλου δεν έχω δει πρωτογενώς, έχω δει όμως σπάσιμο ψείρας, νταξ, τα ίδια σκατά (τι να γίνεται εκείνη η μελαχρινή Ελενίτσα με τις κοτσίδες του νηπιαγωγείου...), όπου το μαμούνι παγιδεύεται μεταξύ νυχιού και κοκκάλινης επιφάνειας χτενακιού και ζουπιέται μέχρι να κάνει κλατς (που θα πει τα ζωτικά υγρά εκσφενδονίστηκαν και το θύμα τα τίναξε τα πέταλα). Σύμφωνα με τη Βίκυ δύσκολα σκάνε αυτά τα παράσιτα του ελέους, που πα να πει δηλαδή φαντάσου πόσο τεντωμένο είναι το μάγουλο που καταφέρνει να τα σκάσει. Ντόινγκ, ντόινγκ.

Φεύγοντας σε άλλη σφαίρα, ψύλλο μπορείς να σπάσεις σε βυζί, κωλαράκι ή οτιδήποτε μπορεί να είναι πρήσκαλο σφριγηλότητας.

Οι αγαπούντες τα πετς και συγκατοικούντες μαζί τους ίσως μπορούν να διαφωτίσουν περισσότερο πώς σπάνε οι ψύλλοι.

Εδώ θαυμάζουμε τη μωρουδιακή φωτογραφία του Κώστα: Ο/Η Sylvietsak, την 13 Νοέμβριος 2008, είπε: Τέτοια μαγουλάκια!!!Είμαι πολύ περίεργη να δω πως έχουν γίνει τώρα!!! [...]
Ο/Η Κώστας Ανδρεόπουλος, την 13 Νοέμβριος 2008, είπε: Μετά το ξύρισμα «σπας ψύλλο» πάνω τους, κατά πως λένε και στο χωριό μου!

-Μωρή από πότε κοιμάσαι; Σα φράπα είναι η μούρη σου, ζηλεύω! Κοίτα κούτελο, σπας ψύλλο πάνω του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση «Τί Πλαστήρας τί Παπάγος» ειπώθηκε από τον ατακαδόρο παππού του σημερινού πρωθυπουργού, Γεώργιο Παπανδρέου τον Α', όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφους για τη μεταστροφή του και τη συνεργασία του στις εκλογές του 1952, όχι με την ΕΠΕΚ του Πλαστήρα (που ήταν ο φυσικός του χώρος), αλλά με τον Συναγερμό του Παπάγου.

Ο ηττημένος του Εμφυλίου ηγέτης του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, συμπλήρωσε από την εξορία: «Άσπρος σκύλος, μαύρος σκύλος, όλοι οι σκύλοι μια γενιά».

Πρόκειται για ισοπεδωτικό αφορισμό που μειώνει τους πάντες και τους κατατάσσει όλους στο ίδιο σακί.

Συνώνυμο: αφεντικά και δούλοι / τα ίδια σκατά είναι ούλοι (κάπου το ανέφερε ο Χοντζ), όλα τα γουρούνια την ίδια μούρη έχουν, δεν έχει σημασία αν τα καταπιείς ή όχι, αφού στο τέλος πουτάνα θα σε πουν κ.α.

Τι Παπάγος τι Πλαστήρας για οικονομία και εθνικά. (από εδώ)

Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα δεν έχει τη δυνατότητα επιλογής. Και οικονομικά και πολιτικά, η λύση πρέπει να είναι μόνο ευρωπαϊκή. Το «τι Παπάγος, τι Πλαστήρας» στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι τόσο γραφικό όσο και τα περί διεκδίκησης πολεμικών αποζημιώσεων από τη Γερμανία. (από εδώ)

(από Khan, 08/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο θρυλικός πρώτος μισθός του έλληνα δημοσίου υπαλλήλουεπί Αχιλλέως Παράσχου, συνώνυμο της μιζέριας και της γεμάτης στερήσεις ζωής.

Τα Ημισκούμπρια χρησιμοποιούν το επίθετο «Τρεισκιεξήντογλου» στο «Δημόσιο Φορέβα» για να περιγράψουν τον τυπικό χαρτοπόντικα δημόσιο υπάλληλο.

Τί να κάνουμε κύριος; Να μη δουλέψουμε δεύτερη δουλειά ταξί; Με τρεις κι εξήντα να τη βγάλουμε δηλαδής;

(από allivegp, 07/08/11)Στο 2:56 (από allivegp, 07/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αμερικλανοαγγλιά, μετάφραση του «Do it like X» που σημαίνει «Κάν' το όπως ο Χ», προκειμένου να παραδειγματιστούμε, να τονίσουμε ή στιγματίσουμε μια μανιέρα ή έναν ιδιαίτερο τρόπο, καλό ή κακό, ενός δημοσίου προσώπου ή άλλου υποκειμένου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε ένα ποίημά του για μια αγαπημένη γυναίκα, ο Σεφέρης γράφει: «Για μια Ελένη, για ένα άδειο πουκάμισο». Το άδειο πουκάμισο (και η Ελένη που εδώ δεν απασχολεί), σημαίνουν ότι το νόημα της ζωής είναι το κενό, η φθορά και το απατηλό (οι άγγλοι χρησιμοποιούν την παπαριά: elusive).

Η φράση «άδειο πουκάμισο» έχει έκτοτε αυτονομηθεί και χρησιμοποιείται δίκην κυριολεξίας και εσφαλμένα για να περιγράψει και το χαμένο κορμί, τον τιποτένιο / ουτιδανό, αυτόν που δεν έχει μπέσα / άντερα (βλ.τελευταίο παράδειγμα).

Σύνοδος Ευρωζώνης: Θριαμβολογίες για ένα άδειο πουκάμισο. (από εδώ)

Η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης θα ήταν θετική εξέλιξη, αλλά χωρίς ιδιαίτερη σημασία. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για «άδειο πουκάμισο». (από εδώ)

Ανάπτυξη χωρίς απασχόληση είναι ένα άδειο πουκάμισο. (από εδώ)

Μη ξεχνάς ότι για μιά καραπουτανάρα, για ένα άδειο πουκάμισο, σφαζόσαντε οι Αχαιοί με τους Τρώες επί 10 χρόνια, σε ένα πόλεμο που δε θα κράταγε πάνω από που δε θα κράταγε πάνω από ένα μήνα αν δεν ερχόσαντε στα μαχαίρια Αχιλλέας κι Αγαμέμνονας για χάρη μιας άλλης πουτάνας. (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκνευρίζω κάποιον σε μεγάλο βαθμό. Του τροχίζω τα νεύρα. Του κάνω τα νεύρα τσατάλια.

Τα κρόσσια είναι νήματα στην άκρη υφάσματος τα οποία αντί να δεθούν, αφήνονται ελεύθερα για διακόσμηση. Παρόμοια εικόνα δίνουν και οι απολήξεις των νευρώνων του ανθρωπίνου σώματος (βλ. μήδι).

  1. Με τα νεύρα... κρόσσια (από εδώ)

  2. Πήγαινε πιο κει με το μπουρου-μπούρου σου, μου έχεις κάνει τα νεύρα κρόσσια!

Nευρικό κύτταρο ή νευρώνας (από allivegp, 07/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται συνήθως ως απάντηση στο γνωστό «κατούρα και λίγο».

- Αυτή που περνάει σίγουρα θα τη γαμήσω.
- Κατούρα και λίγο.
- Έχω να κατουρήσω δύο χρόνια.

Δες και γειώσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος στεγνά κι ασάλιωτα εκφράζει τον εσπευσμένο αλλά και διεκπεραιωτικό τρόπο ολοκλήρωσης μιας πράξης.

Εμπνευσμένο από την σεξουαλική πράξη (συνώνυμο: έριξα έναν κρύο), αλλά πια χρησιμοποιείται και σε ευρύτερους τομείς της καθημερινότητας. Η κυριολεκτική του απόδοση έχει να κάνει με την μη ύγρανση της ευαίθητης περιοχής είτε με φυσικό τρόπο (ερεθισμός), είτε με τη γλώσσα του παρτενέρ, είτε με κάποιο λιπαντικό τη στιγμή της διείσδυσης του ανδρικού μορίου.

  1. - Μαμά, γιατί σου κόψανε την σύνταξη;
    - Έτσι, στεγνά κι ασάλιωτα, παιδί μου.

  2. - Τελικά το κάνατε, Σουζάνα;
    - Στα γρήγορα, Μπρίτζετ μου. Στεγνά κι ασάλιωτα.

(από Khan, 04/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαλαρώνω, κουλάρω... Το χρησιμοποιούμε συνήθως σε προστακτική.

– Άιντε μαλάκες, πάμε να την κάνουμε γιατί θα αργήσουμε..
– Εεε ψψτ... Έχουμε ένα μισαωράκι ακόμα... Άραξε στην πέτσα σου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε όταν μένουμε άφωνοι αντικρύζοντας κάτι το οποίο είναι πολύ καλό / σένιο κλπ... Επίσης όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια κατάσταση την οποία δεν μπορούμε να χειριστούμε. Γενικά, όπου μας κολλάει το βάζουμε!!!

- Μαλάκα, να δεις ένα σπίτι ο πούστης ο Χαράλαμπος, να πάθεις πλάκα... Μπήκα μέσα σου λέω, έπαθα κωλομπέρδεμα... και μένει μόνος του ο πούστης...

(από Khan, 04/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified