Αλλάζω ομάδα, πηγαίνω με τους άλλους, αρχίζω να το ζεσταίνω το σαμοβάρι.
- Τά 'μαθες; Ο Παναής το γύρισε...
- Έλα μουνί στον τόπο σου...
Αλλάζω ομάδα, πηγαίνω με τους άλλους, αρχίζω να το ζεσταίνω το σαμοβάρι.
- Τά 'μαθες; Ο Παναής το γύρισε...
- Έλα μουνί στον τόπο σου...
Got a better definition? Add it!
Φράση ρεζερβέ για γκόμενες τύπου Λίλιαν. Για γκόμενες που αν τις γαμήσεις θα έχεις να το λες στα εγγόνια σου, που αν άνοιγαν τα πόδια τους για σένα θα ήταν τέτοια η χαρά που ακόμα και αν βρώμαγε το μουνί τους θα το τιμούσες δεόντως. Αυτό που λέμε και η κλανιά της βάλσαμο. Για τις απόλυτες θεές εναλλακτικά λέμε «την έγλειφα και με περίοδο».
(Φαντάροι παρακολούθουν το διαγωνισμό Eurovision 2005)
- Τι μουνάρα είναι η Παπαρίζου ρε μαλάκα!
- Την έγλειφα και άπλυτη!
- Ε όχι και άπλυτη.
- Ναι ρε καραγκιόζη, εσένα άμα σου καθόταν θα της έλεγες «Έλενα, καλή είσαι αλλά κάνε και κανα μπάνιο» ε;
- Δίκιο έχεις, και άπλυτη την έγλειφα...
Got a better definition? Add it!
Σλανγκιστί, το αφεντικό.
Ο όρος προκύπτει εκ του γεγονότος ότι στα Ρουμάνικα, boss (boş) σημαίνει αρχίδι.
- Είσαι για κάνα καφεδάκι το Σαββάτο;
- Άσε ρε φίλε ο ρουμάνος και πάλι με μπιφτέκωσε. Όλο το σουκού θα το βγάλω στο γραφείο...
- Τι να κάνουμε, he is the boss!
Got a better definition? Add it!
Μονάδα μέτρησης μήκους. Για πολύ κοντούς ανθρώπους.
- Ρε τη τάπα που είναι αυτή η Μαρία.
- Ναι, ένα κι ένα μίλκο είναι.
Got a better definition? Add it!
Μέγιστο αξίωμα του Πολεμικού Ναυτικού, που χρησιμοποιείται στην καθομιλουμένη για να δηλώσει τον άντρα που πηγαίνει με οποιαδήποτε γυναίκα.
Συνηθισμένο συνώνυμο: σαβουρογάμης, ο
Πιο εξεζητημένο: Σάββας Ουρογάμης
- Καλά ρε μαλάκα, μέχρι και το τρίμπαζο την Ελένη πήδηξε ο Μήτσος; Τόσο σαβουρογάμης είναι;
- Ρε, δε βλέπεις τα γαλόνια; Ναύαρχος είναι ο άνθρωπος.
Βλ. και σχετικό λήμμα Σάββας (ο)
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται με το ρήμα «πηγαίνω» για να δηλώσει παταγώδη αποτυχία. Η αποτυχία μπορεί να προέρχεται σε κάποιες εξετάσεις, σε ένα άθλημα, σε μια σχέση.
Όταν όλα τελικά κατέληξαν στον κουβά.
Got a better definition? Add it!
Υπερβολικά δύσκολο, με πολλά εμπόδια. Λέγεται για θέματα εξετάσεων κλπ. Κάτι που είναι και πολύ μανίκι.
- Τι έπεσε φέτος Ιστορία;
- Όλα τα παλούκια πέσανε, ούτε τη βάση δεν πιάνω.
- Πολύ παλούκι αυτή η πίστα, δεν την παλεύω.
Βλ. και σχετικά λήμματα γαμήσια, λούκι, το, κανάλι, το
Got a better definition? Add it!
Ο όρος επιτόπιο νταραβέρι λανσαρίστηκε από την Ανίτα Πάνια, στην εκπομπή Χρυσό Κουφέτο, εκπομπή που αποσκοπούσε στη σύναψη σχέσεων μεταξύ δύο ατόμων με απώτερο σκοπό το γάμο. Ο όρος αναφερόταν στο επιτόπιο κονεκτάρισμα τους. (Πάρτε τώρα που γυρίζει)
Ο όρος διευρύνθηκε στην καθημερινότητα και υποδηλώνει εκφραστικότατα τόσο την περίπτωση του επιτόπιου καμακώματος, όσο και μία συναλλαγή, εξακρίβωση, αυτοψία και γενικότερα οποιαδήποτε δραστηριότητα πρέπει να γίνει επιτόπου.
Έχω μία κονσόλα XBOX 360 Arcade, σφραγισμένη στη συσκευασία της και με απόδειξη αγοράς ημερών.Ψάχνω για ανταλλαγή με το παλιό XBOX, συν €130 σε χρηματική διαφορά. Μόνο από Αθήνα για επιτόπιο νταραβέρι
http://www.myxbox.gr/forum/showthread.php;p=148619
Αν θες πράμα καλό, να μην περνάει κανένας θόρυβος, καλύτερα πάνε βρες μηχανικούς για μελέτες. Εδώ δεν παίζει να σου κάνουν σοβαρή μελέτη αν δεν γίνει επιτόπιο νταραβέρι με το χώρο.
http://www.noiz.gr/index.php;topic=159144.0
Ελληνόφοβοι αναρχοαυτόνομοι παρέα με λαθρομετανάστες τραμπουκίζουν ανενόχλητοι και στα καπάκια τους δίνεται δικαίωμα για ένα επιτόπιο νταραβέρι! Κωλοχανείο λέμε!
http://vangelakas.blogspot.com/2007_12_01_archive.html
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται για να δηλώσει μεγάλο ψεύτη (κατ' αντιστοιχία με το Βαρόνος).
Εικάζεται ότι ο Τσαρώφ είναι ιστορικό πρόσωπο, κανείς όμως δεν ξέρει με βεβαιότητα. Το σίγουρο είναι ότι έδρασε στη Ρωσία κατά την εποχή των Μεγάλων Τροβαδούρων του 16ου αιώνα.
- Μου είπε ο Κρις ότι ο Ντάνης έρχεται σε μια βδομάδα.
- Μην τον ακούς ρε, αυτός είναι μεγάλος Τσαρώφ.
Βλ. και σχετικά λήμματα Φιδίας, φιδέμπορας, Μυνχάουζεν, ψεύτρης, Αίσωπος, κρικόνης, μπαρμπα-truthman, Μπαρμπαλήθειας, παπατζής, καικαλάς
Got a better definition? Add it!
Από τον Βαρόνο Μυνχάουζεν, γνωστό ήρωα του βιβλίου του Γκότφριντ Άουγκουστ Μπύργκερ, δηλώνει κάποιον ο οποίος ψεύδεται ασυστόλως.
- Κι αυτή την έχεις πηδήξει ρε μαλάκα;
- Ναι ρε, στανταράκι.
- Καλά, τελικά είσαι μεγάλος Βαρόνος.
Βλ. και σχετικά λήμματα Φιδίας, φιδέμπορας, ψεύτρης, Αίσωπος, κρικόνης, μπαρμπα-truthman, Μπαρμπαλήθειας, παπατζής, καικαλάς
Got a better definition? Add it!