Selected tags

Further tags

Τύπος αξιόπιστου περιστρόφου που δεν παθαίνει εμπλοκή. Αλλιώς η ΝτεΦονσέκα. Από το τυπικό νούμερο γυναικείου παπουτσιού και κλατσάρας.

- Καρούμπαλο είναι αυτό ρε;
- Το χειρίζεται καλά το 38άρι η Μαριώ, άσ' τα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση την οποία ομολογουμένως δεν έχω αυτηκοήσει αλλά παραθέτω λόγω του ότι είναι κατ' εμέ απολύτως unpektable και λίγο πολύ σε αυτό το πνεύμα... Τη διάβασα στην αυτοβιογραφία του Μάρκου (του Συριανού)και όσοι/ες ρεμπετολογίζουν ας την αναλύσουνε λιγάκι... Το νόημα στο φάσμα του κουραφέξαλα....

«Η ανάγκη δε µ' άφησε να µάθω γράµµατα, αλλά κι αυτοί που τα 'µαθαν
τζούρα µαχαλάς κι αέρας πελεκούδια είναι».

(από xalikoutis, 09/09/08)(από xalikoutis, 09/09/08)

Βλ. και τον πούτσο κλαίγανε

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καβάντζα ή καβάτζα: κατάλληλο μέρος για στήσιμο σκηνής (απήνεμο, ανήλιαγο, κλπ κλπ).

Το αίσθημα ιδιοκτησίας, νομής κατοχής και ψιλής κυριότητας προς αυτό το μέρος και των βοηθητικών του χώρων (γύρω καβάτζες) συνήθως αυξάνει ευθέως ανάλογα προς το βαθμό χιπισμού (άρα και αντι-ιδιοκτησιακής ρητορείας) του κατασκηνωτή.

Επίσης, βαρετό θέμα συζήτησης μεταξύ ελευθεροκατασκηνωτών που βρίσκονται τον Σεπτέμβρη και δεν έχουν ουσιαστικά κάτι να συζητήσουν...

- Μου 'κατσε στο Κεδρόδασος μια καβάτζα μπερεκέτι, φίλε...μέχρι Νοέμβρη καθόμουνα, σου λέω...
- Ναι, ε; Γαμώ φίλε...

Βλέπε και χεσοκαβάντζα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μισό του μισού της εξής μαντινάδας:

Στη σηκωμένη τ’ αλλουνού ποτέ να μην καθίζεις
γιατί μαθαίνει ο κώλος σου και δε ξεσυνηθίζεις.

Λέγεται στην Κρήτη προς όσους έχουν το κακό χούι να εκμεταλλεύονται την σύντομη απουσία σου για να κάτσουν στην καρέκλα σου ή στην καλή θέση που έχεις προλάβει σε μέρη και περιστάσεις όπου οι καρέκλες ή οι καλές θέσεις σπανίζουν.

Ρε Μάνο, βολευτήκαμε βλέπω δίπλα στο παράθυρο... έλα, έλα, όπως έκατσες, στη σηκωμένη τ' αλλουνού...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που προέρχεται από τα λατινικά (colubra=είδος φιδιού) και παραπέμπει σε κάτι δυσάρεστο ή ενοχλητικό. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και αντί του παθαίνω πλάκα. Σύμφωνα με το λεξικό του Τριανταφυλλίδη, στα λατινικά χρησιμοποιείτο ως quas tu edes colubras; (τι φίδια θα βγάλεις απ' το στόμα σου;) δηλ. είσαι τρελός;

Φιλαράκι, αν πας και δεις το σπίτι που μένουν οι γονείς του Κώστα, θα πάθεις κολούμπρα. Μιλάμε, είναι και γαμώ τα σπίτια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στάση σε βρώμικο για εφοδιασμό με πιτόγυρους. Ακολουθεί αποσουβλάκωση.

- Θα το δούμε το ματσάκι τελικά ρε;
- Ναι, πάμε για πιτ στοπ πρώτα και αράζουμε σπίτι μου, τι λες;
- Αμέ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Μαύρος Γάτος ήταν γνωστό μπαρ της πόλης των Χανίων στα late 80's που έκλεισε και ξεχάστηκε κάπου στα μέσα του '90. Συνέχισε όμως να ζει μέσα από δημοφιλείς στα λυκειόπαιδα ραδιοφωνικές φάρσες, οι παραγωγοί των οποίων έκαναν στον αέρα τηλεφωνικό μανικουλέ σε ανυποψιάστους φίλους ακροατών κατά παραγγελία των τελευταίων. Όταν άναβαν τα αίματα και άρχιζε το βρισίδι, οι παραγωγοί έκλειναν ραντεβού για «να τσι παίξουνε» στο Μαύρο Γάτο. Ο ακροατής μπριζωμένος έψαχνε να βρεί το μπαρ....

Έμεινε ως χαβαλεδιάρικη και εκτονωτική αποστροφή σε ψευτοτσαμπουκάδες μεταξύ φίλων, χρησιμοποιείται πού και πού ακόμη και τώρα από όσους ήταν έφηβοι στα 90's.

- Ωραία φίλε η αδερφή σου... δεν το 'ξερα πως έχεις αδερφή...
- Έχω αδερφή, αλλά δεν είναι για τα μούτρα σου...
- Τι παραξηγιέσαι μωρέ... στο Μαύρο Γάτο και φέρε και την παρέα σου...

(από Kiwibox, 16/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Τσαμπουκάς, μανούρα, χειροδικία και λογομαχία.

  2. Ψυχοφθόρα και κοπιαστική κατάσταση προκαλούμενη από κατά συρροή σπασαρχίδες.

  3. (μεταφορικά) Συνουσία με πολύ μπαλαμούτι εκατέρωθεν, το τέρας με τα τέσσερα πόδια και τις δυο πλάτες.

  1. - Τι έγινε κι είσαι έτσι ρε Αντώνη;
    - Άσε, μου 'κανε πάλι ένα μανικουλέ ο γείτονας για το πάρκινγκ, στο τέλος θα σκοτωθούμε, θα με θυμηθείς.

  2. - Τι μανικουλές κι αυτή η απογραφή ρε φίλε να πούμε, κάθε τέλος του μήνα.

  3. - Πω πω φίλε με κοιτάει κι αυτή, θα γίνει μανικουλές σου λέω, το αιστάνομαι!

Βλ. και σχετικό με το (2) λήμμα μανίκι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μυθολογικό Βακχικό πλάσμα.

Μπαίνω μέσα στο σαλόνι και τι βλέπω; Το τέρας με τα τέσσερα πόδια και τις δύο πλάτες, ο συγκάτοικος και η Στέλλα, η από κάτω... τρόμαξα φίλε, αγριεμένο ήτανε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιομοδίτικη έκφραση τη δεκαετίας του '60, προγενέστερη του «θα σου γαμήσω ό,τι έχεις και δεν έχεις».

Η άνευ νοήματος λέξη «ταμτιριρί» ίσως να παραπέμπει στο γνωστό αναψυκτικό ταμ ταμ.

Πάρε τα κλειδιά του αυτοκινήτου, αλλά μην δω καμία ζημιά, γιατι θα σου γαμήσω το ταμ τιριρί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified